Ζούμε σε μια εποχή που εξακολουθούν να παρουσιάζονται σε ανησυχητική αφθονία αντιλήψεις και – έτι χειρότερα – πράξεις υποβιβασμού και καταπάτησης της σωματικής αυτονομίας των γυναικών.
Εξακολουθούν να ισχύουν τα διπλά στάνταρ, συνεχίζουν να επιβιώνουν διακρίσεις εις βάρος του γυναικείου φύλου. Κι αυτό συμβαίνει στην Ελλάδα ως μια «light» ενδεχομένως εκδοχή. Σε άλλες χώρες θα υπήρχαν πολύ πιο βαρύγδουπες λέξεις να χρησιμοποιηθούν για να περιγράψουν την κατάσταση.
Σε τούτη εδώ λοιπόν την εποχή γυναίκες όπως η Σωτηρία Μπέλλου θα μπορούσαν να αλλάξουν πάρα πολλά. Δυστυχώς, η σύγχρονη μουσική «ηγεμονία» δεν έχει κινητοποιηθεί στον δημόσιο λόγο της με τρόπο που να στέλνει έξω από τα πάντα ρατσιστές, σεξιστές και όλα όσα παρεπιδημούν. Ίσως γιατί δεν πιστεύουν ότι έχουν το διαμέτρημα.
Η Σωτηρία Μπέλλου όχι μόνο κατά πεποίθηση ημών, μα και εμπράκτως θα μπορούσε να γίνει ένα σύμβολο στον αγώνα για την ισότητα και σε οποιαδήποτε εποχή και συγκυρία. Εδώ το κατάφερε στην πολύ δύσκολη εποχή του Β΄Παγκοσμίου και της γερμανικής κατοχής, δεν θα το πετύχαινε σήμερα..;
Το τι ήταν μουσικά η Μπέλλου και πόσο σπουδαία υπήρξε για την άνθιση της ελληνικής μουσικής κουλτούρας, δεν χρειάζεται να ειπωθεί ξανά ή να γραφτεί.
Αυτό που πιθανώς να μη γνωρίζουν πολλοί όμως, και αυτό να λειτουργεί αυξητικά προς την εξιδανίκευση αυτού του μύθου της παλιάς Ελλάδας, είναι πως η Σωτηρία Μπέλλου δεν υποτάχθηκε ποτέ της στους άντρες που παντρεύτηκε, όπως πρόσταζαν τα κοινωνικά στερεότυπα της εποχής και των μετέπειτα δεκαετιών.
Ακόμα και μεγάλα ονόματα της μεταγενέστερης και πιο κοντινής μας εποχής είχαν υποταχθεί εθελούσια στον κοινωνικό ζυγό του συντηρητισμού ως προς τη θέση της γυναίκας και άλλων κοινωνικών κατηγοριών.
Η Μπέλλου όχι μόνο δεν συνδέθηκε στη συλλογική μνήμη με κάποιον άντρα, αλλά ήταν αυτόφωτη, το επώνυμο της επισκίαζε από τότε όσους στέκονταν δίπλα της και είχε το θάρρος να αντιδράσει στην διαρκή κακοποίηση και τον εξευτελισμό από τον πρώτο της σύζυγο.
Ήταν το 1938 όταν η Μπέλλου παντρεύτηκε με τον Βαγγέλη Τριμούρα, ελεγκτή λεωφορείων στο επάγγελμα. Μετά από τους πρώτους μήνες του φλερτ και τον γάμο, η σχέση τους πέρασε σε επικίνδυνη διάσταση, μιας και ο Τριμούρας έπινε, ξενυχτούσε και η Μπέλλου φέρεται να είχε εκμυστηρευτεί σε φίλους της της εποχής πως την χτυπούσε κατ΄εξακολούθηση.
Αυτό επιβεβαιώθηκε και στην πορεία του γάμου, όταν η έγκυος πια Μπέλλου δέχτηκε τέτοιο ξυλοδαρμό που οδήγησε στην αποβολή του εμβρύου. Ακόμα και μετά απ΄αυτό πάντως ο γάμος δεν φαινόταν να έχει κοντινή ημερομηνία λήξης και η Μπέλλου είχε εγκλωβιστεί από τον φόβο του τι θα έλεγε η κοινωνία για εκείνη.
Αρκούσε τελικά να μάθει πως ο Τριμούρας την απατούσε, επίσης κατ΄εξακολούθηση, για να πάρει απόφαση να δώσει τέλος και να εκδικηθεί ρίχνοντας του βιτριόλι στο πρόσωπο.
Η ουσία αυτής της πράξης δεν μπορεί να διαβαστεί αυτόνομα. Πρέπει κανείς να προσπαθήσει να βάλει στην εικόνα όσα βίωσε από εκείνον, μα και την εποχή. Αν και είχε ξεκινήσει την πορεία της στο τραγούδι, δεν ήταν αυτό το τεράστιο εκτόπισμα που έγινε στις επόμενες δεκαετίες. Άλλωστε, ακόμα και οι πιο φημισμένες των θεαμάτων της εποχής, είχαν να τις ακολουθεί μια φήμη ξετσίπωτης και ελαφρών ηθών που συνήθιζε να σταμπάρει η κοινωνία.
Ήθελε επομένως πολύ μεγάλη δύναμη για να αντιδράσει η Μπέλλου. Η πράξη της βεβαίως ήταν εγκληματική με το γράμμα του νόμου και γι΄αυτό στην αρχή της επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης τριών ετών. Το πνεύμα του νόμου όμως φαίνεται πως αντιλήφθηκε το υπόβαθρο και στους 6 μήνες η Μπέλλου είχε αφεθεί ελεύθερη.
Τα προβλήματα της δεν είχαν τελειώσει. Λίγο πριν αρχίσει η Κατοχή και η πείνα γονατίσει τους πάντες, η Μπέλλου είχε να αντιμετωπίσει και την σφοδρή κριτική της γειτονιάς, της κοινωνίας, για την οποία ήταν μια πρώην φυλακισμένη, μια ατίθαση γυναίκα που τόλμησε να επιτεθεί στον άντρα της. Κι αυτό αφορούσε και την στάση της ίδιας της της οικογένειας.
Όσα ακολούθησαν δεν της άφησαν επιλογή παρά να οργανωθεί με την αριστερά, το ΚΚΕ, και να βρει εκεί το ψυχολογικό στήριγμα που χρειαζόταν!