Ξυπνούν το χάραμα από τότε που θυμούνται τους εαυτούς τους. Αρμέγουν τα πρόβατα, τυλίγουν μαζί μερικά κομμάτια γαλατόπιτα και ξεκινούν το καθιερωμένο δρομολόγιο με το κοπάδι στις στράτες. Η διαδικασία επαναλαμβάνεται 365 μέρες τον χρόνο για τους κτηνοτρόφους των Αθηνών.
Γράφει η Κατερίνα Καμπόσου
Μια ρουτίνα που μαζί με τις εικόνες, τις μυρωδιές και τους ήχους της, μέρα με τη μέρα τείνει να χαθεί, παρόλο που στην Αττική είναι καταγεγραμμένα 240.000 γιδοπρόβατα. Δεν είναι μόνο η ραγδαία οικιστική ανάπτυξη σε μια πόλη που έφτασε να έχει το λιγότερο πράσινο σχεδόν από όλες τις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες αυτό που δυσκόλεψε τα πράγματα για όσους διαβιούσαν αγροτικά εδώ και γενιές. Είναι η ιδεολογία του αστού που δεν αποδέχεται εύκολα τη βουκολική ζωή. Όμως… υπάρχει ακόμα αυτή η πλευρά της Αθήνας που βλέπουμε στις ασπρόμαυρες φωτογραφίες του ’30, ή και ακόμη πιο πρόσφατα, με τα κοπάδια να «σκαρίζουν» στην καρδιά του Κολωνακίου και στην Πλάκα; Η ATHENS VOICE αναζήτησε τις σύγχρονες αθηναϊκές στρούγκες, περιηγήθηκε στα βοσκοτόπια και συνάντησε μερικούς από τους ξεχασμένους καουμπόηδες που ζουν με συνήθειες επαρχίας, μια ανάσα από το κέντρο της πόλης. Στα πολλά καθήκοντα του «τσοπάνη», μεσολαβούν και μικρές απολαύσεις της ζωής που τους κάνουν ευτυχισμένους, όπως λένε.
Ο μηχανολόγος-μηχανικός από τη Μεταμόρφωση με τα 1.000 πρόβατα
Ο Αιμίλιος Καϊδατζής έχει στην κατοχή του 1.000 πρόβατα. Πουλάει το κρέας τους και παράγει γάλα. Ενώ πέρασε στα ΤΕΙ Πειραιά μηχανολόγος-μηχανικός, τελικά αποφάσισε να ασχοληθεί με την κτηνοτροφία και να την εξελίξει. Τον συναντήσαμε στην εθνική οδό Αθηνών Λαμίας, στη Μεταμόρφωση. Παράλληλα με τα αυτοκίνητα, τα πρόβατα ακολουθούσαν τη δική τους πορεία. Όπως μας εξηγεί, φαίνεται περίεργο στον κόσμο να τον βλέπουν στον δρόμο με το κοπάδι.
«Σπούδασα μηχανολόγος-μηχανικός στα ΤΕΙ Πειραιά. Έπεσα όμως πάνω στην κρίση. Ήμασταν η γενιά των 500 ευρώ. Μηχανουργείο δεν είχα, κι από την άλλη με απωθούσε η ιδέα να βρω μια μονότονη δουλειά γραφείου. Αποφάσισα να κυνηγήσω τη δουλειά του πατέρα μου, την κτηνοτροφία. Και με δικαίωσε η επιλογή μου. Είναι πιο ξέγνοιαστο από το να είσαι σε μια εταιρεία ή επιχείρηση και να έχεις πάνω απ’ το κεφάλι σου τον κάθε προϊστάμενο να σε πρήζει. Ή να είσαι στο αμάξι στην κίνηση και στην τσίτα, με το κινητό στο χέρι όλη μέρα. Το περιβάλλον μου είναι υγιές και δημιουργικό.
Όταν έβγαινα πιο μικρός γυρνούσα από το ξενύχτι χάραμα, κοιμόμουν 10 λεπτά και πήγαινα στα πρόβατα. H μάνα μου μού έλεγε “αν δεν θες να πας στη σχολή, θα πας στο κοπάδι”… Σιγά-σιγά ξεκίνησα να μελετώ για τα ζώα τόσο πολύ, όσο δεν έχω διαβάσει για άλλο πράγμα σε όλη μου τη ζωή.
Ξεκινώ τη δουλειά στις 3.30 το χάραμα μέχρι το βράδυ και κοιμάμαι με βάρδιες γιατί υπάρχουν γέννες 24 ώρες το 24ωρο. Η μοναδική φορά που έχω ξυπνήσει στις 8 το πρωί ήταν η μέρα που παντρεύτηκα. Η δουλειά αυτή θέλει πολλές ώρες και να είσαι από πάνω. Δεν βάζεις λουκέτο, κατεβάζεις τον διακόπτη, και την επόμενη πάλι. Το καλύτερό μου πάντως είναι το κούρεμα των ζωντανών. Είναι σαν να κάνεις γυμναστική γιατί απαιτεί σωματικό κόπο τη στιγμή που σχεδόν όλα τα υπόλοιπα τα κάνουμε με μηχανήματα.
Όταν βγαίνω με παρέες και τους λέω ότι είμαι βοσκός στην Αθήνα δεν με πιστεύουν. Κι όταν περνάω με το κοπάδι στον δρόμο άλλος θα φωνάξει, άλλος θα βγάλει βίντεο, θα με ρωτήσει πώς γίνεται να βρίσκονται πρόβατα εδώ. Τα ζώα στην Αθήνα δεν τα φέραμε τώρα, είναι 100 χρόνια πριν ενώ τα σπίτια των Αθηναίων είναι χτισμένα τα τελευταία 40. Εμείς είμαστε πιο πρωτευουσιάνοι. Και μετά τους φταίει το μαντρί ενώ οικοδόμησαν αυθαίρετα την ύπαιθρο της Αττικής.
Η δουλειά είναι από μόνη της δύσκολη αλλά στην Αθήνα για έναν λόγο παραπάνω. Δεν έχουμε λιβάδια, έχουμε πολλά αυτοκίνητα, εργοστάσια και δρόμους παντού. Πολλοί έρχονται από το κέντρο εδώ, που είναι λίγο πιο έξω, και πετούν μπάζα ενώ βλέπουν ότι είναι έκταση στην οποία μπορούν να υπάρχουν πρόβατα. Παρατούν κάθε Αύγουστο τα κατοικίδιά τους για να πάνε διακοπές και αυτά πεινάνε και επιτίθενται σε ζώα παραγωγής. Έχουμε και πολλά έξοδα εντός του στάβλου. Το να είσαι κτηνοτρόφος στην Αθήνα, όμως, έχει και θετικά. Πρώτα απ’ όλα είμαι στην πόλη και αν χρειαστώ κάτι μπορώ να πεταχτώ σπίτι μου ή οπουδήποτε, πράγμα που δεν θα γινόταν αν είχα τα ζώα στο βουνό. Συμβάλλουμε στην παραγωγή κι όχι μόνο. Αν η βόσκηση είναι ελεγχόμενη τα ζώα προσφέρουν, πέρα από φαγητό, μέχρι και προστασία για τις φωτιές γιατί τρώνε τα ξερά.
Το δέρμα το πετάμε. Το μαλλί επίσης δεν το αξιοποιούμε. Θα μπορούσαμε να το χρησιμοποιήσουμε σε μονωτικά υλικά ή σαν βιοκαύσιμα. Εδώ όμως λες τη λέξη κοπριά και ντρέπεσαι. Λες τη λέξη τσοπάνος και γελάνε. Αυτό πρέπει να σταματήσει και να ξεκινήσουμε να παράγουμε περισσότερο ως χώρα.
Τον περασμένο Μάρτιο με την καραντίνα ήταν η πρώτη χρονιά που πήραν λίγο παραπάνω τιμή το γάλα και το κρέας γιατί δεν έγιναν πολλές εισαγωγές και έτσι ο κόσμος έφαγε ελληνικό αρνί το Πάσχα. Βοήθησε μάλλον η πανδημία τα πιο μικρά τυροκομεία και τους Έλληνες παραγωγούς, τους έμαθε ο κόσμος. Διαφορετικά, αυτοί που εκτιμάνε την ποιότητα περισσότερο και είναι πιο ευαισθητοποιημένοι είναι κυρίως όσοι έχουν μικρά παιδιά ή πολλά κατοικίδια ή είναι σεφ. Κατά τα άλλα, έβγαζα το κοπάδι στους άδειους δρόμους πιο ξέγνοιαστα αφού έκαναν όλοι καραντίνα στο σπίτι.
Στην Αττική είναι καταγεγραμμένα
- 240.000 γιδοπρόβατα
- 3.000 βοοειδή
- 1800 κτηνοτροφικές μονάδες
- 2.500 κτηνοτρόφοι
Σε κάθε κρίση οι νέοι στρέφονται στον πρωτογενή τομέα, όταν όμως υπάρχει ύφεση θα διαλέξουν την εύκολη λύση, που, κακά τα ψέματα, η κτηνοτροφία δεν είναι. Είναι καλή ιδέα όμως ένα νέο παιδί να ασχοληθεί με την κτηνοτροφία. Να το ψάξει νωρίς, να μελετήσει πολύ και να επισκεφτεί κτηνοτροφικές μονάδες. Δεν χρειάζεται να ξεκινήσει με 400 ζώα. Περίπου 150 ζώα για αρχή θα του δώσουν καλύτερο μεροκάματο από τον μέσο όρο που βγάζει τώρα».
Τα αδέλφια από το Μενίδι με τα 80 ζώα
Η Μάγδα και ο Γιάννης Κοντογιάννης είναι δύο αδέρφια 4ης γενιάς κτηνοτρόφων. Το σπίτι τους είναι δίπλα στον στάβλο τους στο Μενίδι. Μας δέχτηκαν την ώρα του αρμέγματος και με το φρέσκο γάλα που έβγαλαν μας έφτιαξαν πρωινό. Σύμφωνα με τη Μάγδα οι κτηνοτρόφοι της Αθήνας τις τελευταίες δεκαετίες βιώνουν ένα είδος εκτοπισμού της κοινωνίας, γι’ αυτό και οργανώθηκαν προκειμένου να προστατεύσουν τον πολιτισμό τους.
«Είμαστε 365 μέρες τον χρόνο στο μαντρί που είναι μπροστά στο σπίτι. Θέλαμε να είναι μαζί γιατί πιστεύουμε ότι πρέπει να είμαστε κοντά στην εκτροφή μας, να έχουμε τον νου μας σε περίπτωση που συμβεί κάτι. Χριστούγεννα, Πάσχα τα γιορτάζουμε μέσα στον στάβλο. Έρχονται οι φίλοι μας εδώ, τρώμε και πίνουμε.
Ξυπνάμε στις 5.00 το πρωί. Τα καλοκαίρια νωρίτερα για να προλάβουμε τον ήλιο και τη ζέστη. Κάνουμε τον έλεγχο στα ζώα, έχουμε 80 στο σύνολο, και μετά σειρά έχει το τάισμα, το άρμεγμα και η βοσκή. Το αγαπημένο μου σε όλο αυτό είναι η γέννα, να βλέπεις τη ζωή να έρχεται. Το χειρότερο είναι η ασθένεια ενός ζώου, η αναμονή και η ψυχική ταλαιπωρία που μας δημιουργεί. Μετά, είναι ο καιρός. Φαντάσου τώρα βαριές κτηνοτροφικές εργασίες μέσα στη βαρυχειμωνιά και την παγωνιά.
Έχουμε τις παραδόσεις μας και τον πολιτισμό μας η φυλή των κτηνοτρόφων. Όταν είναι να κουρέψουμε είθισται να έρχονται κι άλλοι κτηνοτρόφοι μαζί για παραπάνω βοήθεια και τότε στήνουμε γλέντια. Ετοιμάζουμε πίτες, τυριά, ζεστά ψωμιά, σούβλες. Παλαιότερα στήναμε κανονικό χορό, γιορτάζαμε μέχρι και τον ερχομό των χελιδονιών. Το κατεξοχήν φαγητό μας είναι η προβατίνα, στα κάρβουνα ή στη σούβλα, και η γίδα, βραστή ή κοκκινιστή. Με το γάλα που αρμέγουμε κάνουμε κρέμα με σιμιγδάλι, χυλοπίτες και τραχανά. Οι κτηνοτρόφοι έχουμε αυτάρκεια στις τροφές μας.
Ο βοσκός στην Αθήνα θα μπορούσε να έχει καλύτερη ζωή αλλά η εξάπλωση του οικιστικού ιστού εις βάρος μας και το κοινωνικό bullying κάνουν τα πράγματα πιο ζόρικα. Υπάρχουν παλιές φωτογραφίες με πρόβατα στο Κολωνάκι και μαρτυρίες με βοσκούς στο κέντρο της Αθήνας αλλά οι αστοί τώρα πια δεν αποδέχονται τη βουκολική ζωή. Μια κοπέλα τον κτηνοτρόφο δεν θα τον κοιτάξει για σύντροφο, θα σκεφτεί στερεοτυπικά ότι είναι ακαλλιέργητος ή αντικοινωνικός. Από την άλλη είναι δύσκολο να είναι κάποια γυναίκα σύζυγος, μητέρα και κτηνοτρόφος. Αλλά η γυναικεία κτηνοτροφική επιχειρηματικότητα και ο ρόλος της στην αγροτική κοινωνία είναι μεγάλος και είναι κάτι που πρέπει να έρθει στο προσκήνιο.
Οργανωθήκαμε σε σύλλογο για να περιορίσουμε την ημιμάθεια, να προσεγγίσουμε τους παραγωγούς της Αθήνας, να εκπαιδευτούμε, και να προωθήσουμε την εξωστρέφεια των κτηνοτρόφων. Μετράμε πάνω από 300 σχετικές εκδηλώσεις και δράσεις. Παρακολουθούμε σεμινάρια, μελετάμε το νομοθετικό κομμάτι αλλά αλλαγή μεγάλη χωρίς εκπρόσωπό μας στη Βουλή δεν γίνεται. Ένας από τους στόχους μας είναι να φέρουμε συμβολικά τα ζώα για να καταναλώσουν τα χόρτα που βρίσκονται στους αρχαιολογικούς χώρους, όπως στην Ακρόπολη και πέριξ. Θέλουμε να κάνουμε εκδηλώσεις στη Διονυσίου Αρεοπαγίτου για να δείξουμε τον πολιτισμό μας, να κουρέψουμε δημόσια το μαλλί, να γευτούμε τα προϊόντα που προφέρουν τα ζώα.
Συνηθίσαμε να είμαστε κτηνοτρόφοι στην πόλη, να τα έχουμε όλα δίπλα, δεν θα πηγαίναμε πιο έξω ή στα χωριά. Το 1964 ήρθαμε στο Μενίδι όταν έφυγε ο πατέρας μας από το Περιστέρι. Τότε τα πράγματα ήταν πιο ελεύθερα, πηγαίναμε μόνοι μας στο σχολείο μικρά παιδάκια, χαζεύαμε από μακριά τα φώτα της πόλης. Αργότερα το Μενίδι έγινε σαν πόλη και μάλιστα “Τέξας”».