Θέμα εβδομάδων, το οποίο βρίσκεται πλέον στα χέρια της Επιτροπής Ανταγωνισμού της Ευρωπαϊκής Ενωσης, είναι η έγκριση των συμφωνιών μεταξύ Δημοσίου και των παραχωρησιούχων του Διεθνούς Αερολιμένα Αθηνών (ΔΑΑ) και των 14 περιφερειακών αεροδρομίων για τη στήριξή τους κατόπιν των ζημιών που υπέστησαν ως αποτέλεσμα των περιορισμών που επέβαλε η κυβέρνηση λόγω της πανδημίας.
Κυβερνητικοί αξιωματούχοι εκτιμούν πως το θέμα θα κλείσει μέχρι τα τέλη Ιουνίου, ενδεχομένως με κάποιες μικρές προσαρμογές που πιθανόν να ζητήσει η DG Comp, ξεκαθαρίζοντας ότι αυτό το χρονικό περιθώριο περιλαμβάνει και την ψήφιση από τη Βουλή των τροποποιητικών συμβάσεων μέσω των οποίων θα ανασταλεί η καταβολή του ετήσιου ανταλλάγματος ή και ορισμένες άλλες πληρωμές, για χρονικό διάστημα ικανό να καλύψει τις υπολογισθείσες ζημίες που υπέστησαν οι παραχωρησιούχοι. Στην περίπτωση των 14 περιφερειακών αεροδρομίων, το ποσό αυτό φαίνεται να κινείται στα επίπεδα των 120 εκατ. ευρώ και να περιλαμβάνει τόσο τις ζημίες κατά το 2020 όσο και κατά το τρέχον έτος. Αντίστοιχης τάξης μεγέθους είναι, κατά πληροφορίες, και η ρύθμιση για τον ΔΑΑ.
Και οι δύο πλευρές, Δημόσιο και παραχωρησιούχοι, ξεκαθαρίζουν πως δεν προβλέπεται καταβολή χρημάτων από τον κρατικό προϋπολογισμό, απλώς θα περιοριστούν/ανασταλούν πληρωμές προς το Δημόσιο που προβλέπονταν από σχετικές συμβάσεις για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα. Ακριβώς επειδή ο διακανονισμός απαιτεί τροποποίηση των συμβάσεων, υπόκειται σε έγκριση της ευρωπαϊκής Επιτροπής Ανταγωνισμού, η οποία, υπενθυμίζεται, έχει λάβει από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο σχετικές οδηγίες στο πλαίσιο της πανδημίας ώστε να επιτρέπει υπό προϋποθέσεις κρατική στήριξη.
Η ανάγκη ύπαρξης συμφωνίας προκύπτει από το γεγονός ότι οι συμβάσεις παραχώρησης προβλέπουν αποζημιωτικό δικαίωμα των παραχωρησιούχων σε περιπτώσεις που υφίστανται ζημία εξαιτίας ενεργειών και αποφάσεων του Δημοσίου. Ετσι, τόσο ο ΔΑΑ όσο και η Fraport έχουν νομικό έρεισμα για τις τροποποιήσεις των συμβάσεων παραχώρησης. Στην περίπτωση της Fraport Greece, η σύμβαση παραχώρησης που έχει υπογράψει με το ελληνικό Δημόσιο για τα 14 περιφερειακά αεροδρόμια της παρείχε το δικαίωμα να διεκδικήσει τα διαφυγόντα της έσοδα, αλλά η εταιρεία επέλεξε να επιδιώξει λύση χωρίς να χρειαστεί να προσφύγει στις πρόνοιες της διαιτησίας και των άλλων έννομων μέσων που προβλέπονται, καθώς δεν επιθυμούσε να έρθει σε αντιπαράθεση με το ελληνικό Δημόσιο.
Ετσι πραγματοποιήθηκαν αλλεπάλληλες παρουσιάσεις σε υπηρεσίες του υπουργείου Οικονομικών αλλά και στον υπουργό Επικρατείας Γιώργο Γεραπετρίτη που χειρίστηκε το όλο ζήτημα, στο πλαίσιο διαδικασίας που προβλέπεται από τις πρόνοιες κατανομής κινδύνων, όπως αυτού της πανδημίας, στη σύμβαση παραχώρησης. Η κατανομή κινδύνων που προβλέπει η σύμβαση παραχώρησης προκύπτει μέσα από τη σχετική αναφορά της σύμβασης σε γεγονότα ανωτέρας βίας. Πρόκειται για μια πολύ συγκεκριμένη διαδικασία που αποσκοπεί στο να βρεθεί μια κοινά αποδεκτή λύση που θα ρυθμίζει τις συνέπειες της πανδημίας COVID-19 στην εκτέλεση της σύμβασης.
Με βάση τα όσα αυτή αναφέρει, «γεγονός ανωτέρας βίας σημαίνει: (α) όλα εκείνα τα γεγονότα ή τα περιστατικά ή τις συνέπειές τους που δεν υπόκεινται στον έλεγχο ή στην επιρροή των μερών και που δεν θα μπορούσαν να προβλεφθούν ή να αποτραπούν ή να παρεμποδιστούν, ακόμα και αν τα μέρη είχαν επιδείξει ιδιαίτερη σύνεση, και (β) κάθε συμβάν ή περιστατικό για την επέλευση του οποίου κανένα μέρος δεν είναι υπόλογο». Αντίστοιχες πρόνοιες έχει και η σύμβαση του Διεθνούς Αερολιμένα Αθηνών.
Αμφότερες οι πλευρές, παραχωρησιούχοι και κυβέρνηση, προέταξαν την επίτευξη φιλικού διακανονισμού αποφεύγοντας κάθε εισήγηση για προσφυγή στη διαιτησία, υποστηρίζουν νομικές πηγές. Υπενθυμίζεται ότι η συμφωνία με τη Fraport Greece κυοφορείται ήδη εδώ και ένα χρόνο και μάλιστα στα τέλη Σεπτεμβρίου επισφραγίστηκε η κατ’ αρχήν συμφωνία για αμοιβαίως επωφελή συμβιβασμό μεταξύ Fraport και Δημοσίου, σε συνάντηση του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη με τον πρόεδρο της Fraport AG, Stefan Schulte, και τον διευθύνοντα σύμβουλο της Fraport Greece, Alexander Zinell. Σε εκείνη τη συνάντηση μάλιστα «εκφράστηκε ικανοποίηση για την εξεύρεση αμοιβαία επωφελούς λύσης για τα εκκρεμή ζητήματα και καταγράφηκε κοινή κατανόηση για τη συνέχιση και τη διεύρυνση των σχετικών επενδύσεων, ενώ ο Κυριάκος Μητσοτάκης τόνισε ότι οι αναπτυξιακές προοπτικές της ελληνικής οικονομίας και το γεγονός ότι η Ελλάδα διαθέτει μια φιλοεπενδυτική και μεταρρυθμιστική κυβέρνηση διασφαλίζουν όλες τις προϋποθέσεις για την ενίσχυση των μεγάλων ξένων επενδύσεων στη χώρα», όπως ανέφερε η σχετική ανακοίνωση του Μαξίμου. Παράλληλα, είχαν ήδη αρχίσει οι συζητήσεις και με τον Διεθνή Αερολιμένα Αθηνών, στον οποίον υπενθυμίζεται πως το ελληνικό Δημόσιο κατέχει πλειοψηφικό ποσοστό αλλά όχι και το μάνατζμεντ.
Μεγάλο πλήγμα
Η κατάρρευση της επιβατικής κίνησης στα ελληνικά αεροδρόμια ανέστειλε πέρυσι τη διαδικασία πώλησης ποσοστού του Δημοσίου σε ιδιώτες επενδυτές από το ΤΑΙΠΕΔ, υπονομεύοντας τα έσοδα του προγράμματος αποκρατικοποιήσεων. Για να γίνει αντιληπτό το εύρος των ζημιών που υπέστησαν τα ελληνικά αεροδρόμια το 2020 και συνεχίζουν να υφίστανται μέχρι στιγμής και το 2021, αξίζει να αναφερθεί πως η επιβατική κίνηση στα 14 περιφερειακά αεροδρόμια που διαχειρίζεται η Fraport υποχώρησε κατά 71,4% στα 8,6 εκατομμύρια επιβάτες, από 30,1 εκατ. το 2019. Στον ΔΑΑ η επιβατική κίνηση υποχώρησε κατά 68,4%, στα 8,07 εκατ. από 25,5 εκατ. επιβάτες το 2019. Οι δραματικές αυτές επιδόσεις συνεχίστηκαν και κατά το πρώτο τρίμηνο του 2021, κατά το οποίο στο αεροδρόμιο της Αθήνας η επιβατική κίνηση υποχώρησε κατά 80,7%, σε 671.000 επιβάτες από 3,4 εκατ. την αντίστοιχη περίοδο του 2020, στα δε 14 περιφερειακά αεροδρόμια υποχώρησε κατά 78,8% και συγκεκριμένα σε 320.700 επιβάτες από
1,5 εκατομμύριο.