Γράφει Παναγιώτης Ρηγόπουλος
Η ζωή του, θα μπορούσε να αποτελέσει σενάριο περιπετειώδους κινηματογραφικής ταινίας. Οι Πατρινοί, αν και τον συναντούν καθημερινά κατά το πέρασμά τους στις πλέον πολυσύχναστες οδούς της πόλης, δεν μπορούν να γνωρίζουν την ιστορία του. Και όσοι ακόμα κοντοστέκονται να απολαύσουν τη μουσική του και αυτοί μετά από λίγο ανυποψίαστοι τον προσπερνούν, γλιστρώντας μέσα στη χοάνη του πλήθους…
Ο 68χρονος Κώστας Μαλκάς, ομογενής από τη Βόρειο Ηπειρο, βρίσκεται στην Πάτρα εδώ και 25 χρόνια. Τα τελευταία 5 έτη παίζει σαξόφωνο ως πλανόδιος μουσικός. Εως το 1997 όμως, η ζωή του ήταν εντελώς διαφορετική…
Ποιος θα μπορούσε να φανταστεί, ότι αυτός ο άνθρωπος υπήρξε μέλος της Κρατικής Ορχήστρας της Αλβανίας, με έδρα το Τεπελένι και ότι παράλληλα ήταν υπεύθυνος του μοναδικού κινηματογράφου στην ίδια περιοχή; Κρατικού βεβαίως σινεμά, αφού όλα τότε ήταν υπό τον έλεγχο του κομμουνιστικού καθεστώτος της χώρας.
Τότε ήταν, που ήρθε η οικονομική κατάρρευση της χώρας με τη «φούσκα» των πυραμίδων, που έφερε και τα πάνω-κάτω στη ζωή του. Εγκατέλειψαν αναγκαστικά με τη σύζυγό του Στέλλα και τα δύο παιδιά τους την Βόρεια Ηπειρο και έφθασαν στην Πάτρα. Αναγκάστηκε να δουλέψει ως οικοδόμος για να ζήσει την οικογένειά του, αν και ως καλλιτέχνης δεν είχε καμία σχέση με το επάγγελμα αυτό.
Το 1999 νυμφεύθηκε με θρησκευτικό γάμο τη σύζυγό του στον Ι.Ν. Αγ. Νικολάου και ταυτόχρονα βαπτίστηκαν χριστιανοί ορθόδοξοι. Βλέπετε, στην Αλβανία είχαν παντρευτεί μόνο με πολιτικό γάμο, αφού το καθεστώς απαγόρευε τη λειτουργία των εκκλησιών. Λίγο αργότερα, βάπτισαν χριστιανούς και τα παιδιά τους, τον Βασίλη (τότε 15 χρονών) και την Μαρία (τότε 8 ετών), στην Ι.Μ. Γηροκομείου.
«ΛΑΤΡΕΥΟΥΜΕ ΤΗΝ ΠΑΤΡΑ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΠΑΤΡΙΝΟΥΣ!»
Λάτρεψε την αχαϊκή πρωτεύουσα: «Οι Πατρινοί είναι πολύ καλοί άνθρωποι και τους αγαπήσαμε πολύ! Κάποιοι, μας βοήθησαν σαν να ήταν συγγενείς μας! Η Πάτρα είναι η ομορφότερη πόλη!» μας λέει με συγκίνηση και συμπληρώνει με σεμνότητα: «Ο κόσμος με συγχαίρει στον δρόμο που με ακούει, αυτό μου φτάνει…».
Το 2010 σταμάτησε την οικοδομή, απόρροια της οικονομικής κρίσης. Αρχισε να παίζει μουσική. Πέρασε για τρία χρόνια και από την Μπάντα του Δήμου Πατρέων. Επαιζε αφιλοκερδώς: «Θέλω να ευχαριστήσω τον μαέστρο Χρήστο Λούκα που με αγκάλιασε και με βοήθησε. Και όλους τους μουσικούς! Ολοι τους, με αγάπησαν πολύ!»
Τα τελευταία 5 χρόνια, παίζει μουσική στους δρόμους της Πάτρας, αλλά και σε διάφορες εκδηλώσεις όπου καλείται. Ο κόσμος του προσφέρει κέρματα, εκδηλώνοντας με τον τρόπο αυτό τη συμπάθειά του για τη δεξιοτεχνία του. Τα 15 ευρώ που κατά μέσο όρο συγκεντρώνει καθημερινά, είναι ο μοναδικός πόρος για τον ίδιο και τη γυναίκα του. Τα παιδιά τους, εργάζονται μακριά: Ο γιος στην Κύπρο σαν σεφ και η κόρη στην Αθήνα, ως κομμώτρια. Τους έχουν χαρίσει και δύο εγγονάκια: «Είμαστε ευτυχισμένοι!» δηλώνουν με μια φωνή ο Κώστας και η Στέλλα, καθώς δύο ανέσπερα χαμόγελα «φωταγωγούν» τα πρόσωπά τους…
«ΘΕΛΩ ΝΑ ΠΕΘΑΝΩ ΠΑΙΖΟΝΤΑΣ ΣΑΞΟΦΩΝΟ!»
Η κ. Μαλκάς συνεχίζει και παίζει σαξόφωνο, αν και όμως δεν θα έπρεπε: Αντιμετωπίζει βαρύτατα καρδιολογικά προβλήματα, ενώ μία κεντρική αρτηρία του είναι ολοκληρωτικά βουλωμένη: «Ομως, αν σταματήσω να παίζω σαξόφωνο, θα σταματήσω και να ζω! Θέλω να πεθάνω παίζοντας σαξόφωνο!» μας λέει με τρεμάμενη φωνή και τα δάκρυα «πνίγουν» τα μάτια του…
Δεν είναι όμως τα μόνα προβλήματα που αντιμετωπίζει: Κάποιοι καταστηματάρχες -ευτυχώς λίγοι- καλούν την αστυνομία για να τον απομακρύνουν από τα στέκια του, παρά το γεγονός ότι ο σχετικός νόμος προστατεύει την παρουσία των πλανόδιων μουσικών.
Παράλληλα δεν διαθέτει σύνταξη, ενώ εξαιτίας γραφειοκρατικών κωλυμάτων δεν έχει καταφέρει με τη γυναίκα του να εκδώσουν ελληνικές ταυτότητες, παρά το γεγονός ότι υποβάλλουν ανελλιπώς φορολογικές δηλώσεις στην χώρα μας. Αυτό όμως δεν τον εμποδίσει να πει: «Ζω στην Ελλάδα και μου αρέσει, νιώθω και είμαι Ελληνας. Ενώ στην Αλβανία, νιώθω ξένος…»
Η αγαπημένη του μουσική είναι η τζαζ και η ρομαντική: «Αγαπάω το ισπανικό, το γαλλικό, το ιταλικό και βέβαια το ελληνικό πεντάγραμμο»
Οταν βρέθηκε τρεις μήνες στην Κω ως μουσικός, τον πλησίασε κάποιος φιλόμουσος να τον συγχαρεί. Κρατάει σαν παράσημο στο μυαλό του, αυτό που του είπε: «Ο τρόπος που παίζεις, ηρεμεί τη θάλασσα!».
Ισως τελικά, κάπως έτσι είναι και η ίδια του η ζωή: Μια φουρτούνα, που τη διασχίζει με μόνη βαρκούλα, το σαξόφωνό του…