Οι περισσότεροι πέρασαν το 2020 κλεισμένοι μέσα στα σπίτια τους, λόγω των lockdowns της πανδημίας. Λίγοι, όμως, επέλεξαν να ακολουθήσουν διαφορετικό δρόμο.
Καθώς η τηλεργασία έγινε καθεστώς, μάζεψαν τα πράγματά τους και μετακόμισαν με μακρινά μέρη. Είναι οι ψηφιακοί νομάδες, τους οποίους προσπαθεί να προσελκύσει η Ελλάδα, αλλά και άλλες χώρες.
Έναν χρόνο αργότερα, μερικοί από αυτούς περιγράφουν την εμπειρία τους και το πώς άλλαξε η ζωή τους στο CNBC.
Ένας από αυτούς είναι ο Peter Despotopoulos, που δούλευε σε μία εταιρεία με ξύλινα κουφώματα, όταν άφησε τη Νέα Υόρκη για την Ελλάδα.
«Αποφάσισα να μετακομίσω γιατί ήμουν πραγματικά δυστυχισμένος στη Νέα Υόρκη. Πάντα ένιωθα εξαντλημένος και κουρασμένος. Μισούσα τη δουλειά μου και τον κλάδο στον οποίο δούλευα», λέει.
«Κυρίως, ένιωθα ότι το κόστος ζωής δεν ανταποκρινόταν στην ποιότητα ζωής. Πνιγόμουν στα χρέη γιατί όλα όσα μου άρεσε να κάνω -παιχνίδια των Knicks, καλά εστιατόρια, συναυλίες- ήταν ακριβά», εξηγεί. «Η πανδημία αποκάλυψε ότι η Νέα Υόρκη είναι μία πραγματικά ακριβή, πυκνοκατοικημένη περιοχή χωρίς φυσική ομορφιά και με περιορισμένες επιλογές για απλές απολαύσεις».
Στη Νέα Υόρκη, ο Despotopoulos νοίκιαζε ένα διαμέρισμα ενός υπνοδωματίου στον υψηλότερο όροφο ενός νέου, πολυτελούς κτιρίου στην Αστόρια. Τώρα, νοικιάζει ένα διαμέρισμα δύο υπνοδωματίων σε ένα μοντέρνο κτίριο στη Βούλα. «Έχω πισίνα και η παραλία είναι σε μικρή απόσταση με τα πόδια», λέει.
Και το κόστος ζωής στην Ελλάδα είναι πολύ φθηνότερο από ό,τι ήταν στη Νέα Υόρκη. Στις ΗΠΑ, είχε πάγια έξοδα περίπου 4.500 δολαρίων τον μήνα, στα οποία περιλαμβάνονταν 2.500 δολάρια για ενοίκιο και 680 δολάρια για αυτοκίνητο. Και αυτά, χωρίς να υπολογίζει το κινητό, την ασφάλεια υγείας και τη βενζίνη, τα οποία πληρώνονταν από την εταιρεία του.
Το διαμέρισμά του στην Αθήνα κοστίζει 1.300 ευρώ τον μήνα (1.520 δολάρια) και τα πάγια έξοδά του έχουν μειωθεί στο μισό.
Το χειρότερο πράγμα στην Ελλάδα, λέει ο Despotopoulos, είναι η τιμή της βενζίνης, που είναι διπλάσια σε σχέση με τη Νέα Υόρκη.
Τώρα, δουλεύει εξ αποστάσεως ως marketing director σε μία αμερικανική ιστοσελίδα επίπλων και όπως λέει, η δουλειά του είναι λιγότερο αγχωτική. Λόγω της διαφοράς ώρας με τις ΗΠΑ, η δουλειά του ξεκινά στις 3 το μεσημέρι και συνήθως τελειώνει στις 10 το βράδυ. Όμως καθώς όλοι τρώνε και μένουν ως αργά έξω το βράδυ, δεν τον πειράζει, όπως λέει. Πριν από τη δουλειά του, πηγαίνει στην παραλία και τα βράδια, απολαμβάνει τα καλά εστιατόρια και τη νυχτερινή ζωή της πόλης.
Αντικατέστησε τους αγώνες των Knicks που αγαπούσε με εκείνους του Παναθηναϊκού και τα Σαββατοκύριακα κάνει αποδράσεις στα κοντινά νησιά.
«Σχεδόν έναν χρόνο αργότερα, πιστεύω ότι πήρα μία σωστή απόφαση. Εάν βγάζεις καλά χρήματα στην Ελλάδα, αυτό το μέρος είναι παράδεισος», λέει στο CNBC. Και με δεδομένο ότι έχει ελληνική καταγωγή και μιλά τη γλώσσα, ήξερε τι να περιμένει όταν ερχόταν.
moneyreview.gr με πληροφορίες από CNBC