Άλλαξε χώρα και όνομα μετά το «κανόνι»: Η εξαφάνιση του βασιλιά της κοσμικής Αθήνας που παραμένει 16 χρόνια άφαντος
Στις αρχές της δεκαετίας του ’90 η κοσμική Αθήνα, σχεδόν στο σύνολό της, δίνει δυναμικό «παρών» στα εγκαίνια ακόμη ενός πολυτελούς καταστήματος της οικογένειας Βουράκη. Ενός brand που στην Ελλάδα ήταν συνώνυμο του χλιδάτου κοσμήματος. Τα φλας των φωτογραφικών μηχανών δεν σταματούν ούτε λεπτό να απαθανατίζουν τα μέλη της αθηναϊκής high society, ενώ το ζεύγος του Γιάννη και της Τζένη Βουράκη πίσω από τα αστραφτερά χαμόγελά του κρύβει τα οικονομικά προβλήματα που ήδη είχαν εμφανιστεί, χωρίς κανένας άλλος να τα γνωρίζει.
Ελάχιστα χρόνια μετά από εκείνο το βράδυ στην οδό Βουκουρεστίου, κάτω από πλήρη μυστικότητα, οι δυο τους θα πάρουν όσα μετρητά και τιμαλφή μπορούν και θα εξαφανιστούν μέσα σε μια νύχτα από το πρόσωπο της γης. Το επόμενο πρωί, τον Μάρτιο του 1996, πιστωτές, πελάτες, συνεργάτες αλλά και… τοκογλύφοι κλαίνε τα λεφτά τους. Ο Γιάννης Βουράκης, συνεχιστής της δυναστείας που είχε ιδρύσει ο παππούς του Ιωάννης και πρωτότοκος γιος του Χρήστου Βουράκη και της Μαρίας Κολυμπάδη, αποχωρεί από την Ελλάδα έχοντας γεμίσει με «φέσια» την αγορά. Το «κανόνι» είναι πρωτοφανές και σοκαριστικό, αναγκάζοντας τον Τύπο της εποχής να ασχοληθεί εκτεταμένα με αυτό.
Όσο για το σημείο του πλανήτη στο οποίο κατευθύνθηκε, οι περισσότεροι θα πόνταραν τα χρήματά τους στην Αϊτή. Στο μακρινό νησιωτικό κράτος της Καραϊβικής στην άλλη άκρη του κόσμου όπου ο Γιάννης Βουράκης είχε γνωρίσει νωρίτερα εκείνη που θα γινόταν αργότερα η γυναίκα του. Η εξωτική Ζενεβιέβ Μπαλτάσαρ, κόρη εύπορου εμπόρου, δυναμική και εύστροφη, ερωτεύεται τον Έλληνα επιχειρηματία ο οποίος είχε ταξιδέψει εκεί για δουλειές. Επιστρέφει όχι μόνο με μια συμφωνία αλλά και με την μελλοντική σύζυγό του. Η Ζενεβιέβ γίνεται… Τζένη και πλέον οι δυο τους λειτουργούν ως ένα άτομο. Ο Γιάννης εμπιστεύεται την κρίση και το γούστο της και ζητά την γνώμη της για κάθε ένα από τα επόμενα βήματά του.
Σύμφωνα με τις φήμες εκείνου του καιρού, η υπόλοιπη οικογένεια δεν μοιράζεται την ίδια άποψη για τον έρωτα του Βουράκη. Πολλά μέλη της θεωρούν ότι αυτή η εξάρτηση που δείχνει να έχει ο Γιάννης δεν είναι και ό,τι καλύτερο για έναν επιχειρηματία που δραστηριοποιείται σε έναν κλάδο τόσο ιδιαίτερο όσο είναι αυτός του κοσμήματος. Ανεξάρτητα πάντως από τον βαθμό στον οποίο έπαιξαν κάποιο ρόλο τα συναισθήματα, μάλλον ορμώμενοι από ψυχρή λογική, τα άλλα μέλη της δυναστείας αποφασίζουν να χαράξουν διαφορετικούς δρόμους.
Ο εξάδελφός του, Αντώνης Βουράκης, ο οποίος αρχικά διατηρούσε το 40% της «Selection Vourakis» αποφασίζει να απεμπλακεί, βλέποντας το μεγάλο άνοιγμα στα οικονομικά, και μένει με το ιστορικό κατάστημα της Βουκουρεστίου, μακριά από τον Γιάννη. Ανάλογα θα πράξει και η ίδια η αδελφή του, Λιάνα, που ρευστοποιεί το δικό της μερίδιο και ξεκινά μια δική της διαδρομή, εντελώς διαφορετική αλλά άκρως επιτυχημένη, όπως θα αποδειχθεί τα επόμενα χρόνια.
Ο Γιάννης Βουράκης και η Τζένη πλέον «παίζουν» μόνοι τους το όνομα και την φήμη της οικογένειας. Τα σχέδιά τους είναι πολύ φιλόδοξα και περιλαμβάνουν «επιθετικές» κινήσεις στην αγορά, οι οποίες βέβαια έρχονται με μεγάλο κόστος. Σύμφωνα με όσα είχαν γραφτεί τότε, το ενοίκιο για το «Selection Vourakis» ήταν πάνω από 2.000.000 δραχμές τον μήνα, ενώ για να το «κλείσει» χρειάστηκε να δαπανήσει πάνω από 70.000.000 για τον «αέρα»! Και σαν να μην έφτανε αυτό, η απόφασή του να ανακαινίσει το κομμάτι που στις βιτρίνες του φιλοξενούσε μερικά μοναδικά κομμάτια της συλλογής «Tiffany & co», μόνο, έδωσε άλλα 150.000.000 δραχμές…
Αυτή ήταν και η αρχή του τέλους για τον Γιάννη Βουράκη που βρίσκεται αντιμέτωπος με μια οδυνηρή πραγματικότητα. Πλέον τα ρευστά διαθέσιμα που διαθέτει δεν επαρκούν για να υλοποιήσει τα μεγαλεπήβολα πλάνα του. Αφού πουλά κάποια ακίνητα, παραμένει στην ίδια δύσκολη θέση και κάνει το μοιραίο λάθος να απευθυνθεί σε τοκογλύφους. Σε ανθρώπους, δηλαδή, που δεν αστειεύονται όταν χάνουν λεφτά. Φοβούμενο ακόμη και για την ζωή του, το ζευγάρι θα εξαφανιστεί μέσα στη νύχτα αφήνοντας ανυπολόγιστα χρέη.
Όπως προκύπτει από το ρεπορτάζ των εφημερίδων, τερματικός σταθμός του ταξιδιού τους είναι η Αϊτή. Στην πρωτεύουσα Πορτ-Ο-Πρενς ξεκινούν μια δεύτερη ζωή και κατορθώνουν να σταθούν ξανά στα πόδια τους, αλλάζοντας εκτός από χώρα και όνομα. Την ίδια ώρα, εξ αποστάσεως και άγνωστο με ποιον τρόπο, έρχονται σε επαφή με τους πιστωτές που σταδιακά λαμβάνουν χρήματα που προορίζονται για την αποπληρωμή των οφειλών. Τουλάχιστον σε εκείνους που δεν φαίνονταν σε αποδείξεις και τιμολόγια. Οι υπόλοιποι, οι νόμιμοι, συμβιβάστηκαν με την εκποίηση περιουσιακών στοιχείων μετά από διαρκείς κατασχέσεις.
Κι ενώ όλα έδειχναν πως οι δύσκολες ημέρες βρισκόνταν πλέον πίσω τους, ο Γιάννης Βουράκης και η σύζυγός του, Τζένη, το 2010 θα δουν τα πάντα να διαλύονται (κυριολεκτικά) μπροστά στα μάτια τους. Ο μεγάλος σεισμός των 7 Ρίχτερ ταρακουνά την χώρα και ισοπεδώνει τα πάντα προκαλώντας μια αδιανόητη καταστροφή. Εκεί, ανάμεσα στα συντρίμμια, στριμώχτηκαν και οι ελπίδες του κάποτε «βασιλιά» του κοσμήματος στην Ελλάδα να ορθοποδήσει. Αν και η αλήθεια είναι ότι κανείς ποτέ δεν έμαθε με απόλυτη βεβαιότητα το αν και το πόσο επηρεάστηκε τελικά από την εκδικητική μανία της φύσης…