Αυτοί είναι οι Έλληνες μάνατζερ των funds που κινούν €850 δισ.

203

Γράφει ο Σταύρος Γριμάνης

© Απαγορεύεται από το δίκαιο της Πνευμ. Ιδιοκτησίας η καθ΄οιονδήποτε τρόπο παράνομη χρήση/ιδιοποίηση του παρόντος, με βαρύτατες αστικές και ποινικές κυρώσεις για τον παραβάτη

Από το CVC Capital, το HIG και το Oaktree μέχρι το Farallon, το Fortress και το KKR – Ο πρώτος τη τάξει Νίκος Σταθόπουλος της BC Partners, ο Τρύφων Νάτσης του Brevan Howard και οι ξεχωριστές περιπτώσεις των SouthBridge και Ambrosia Capital

Θα μπορούσε να είναι μία ακόμη επιβεβαίωση του… αξιώματος ότι όποια πέτρα κι αν σηκώσεις σε ολόκληρο τον πλανήτη θα βρεις κι έναν Ελληνα. Κάτι που φτάνει μέχρι τον κόσμο των μεγάλων επενδυτικών κεφαλαίων τα οποία πρωταγωνιστούν στο διεθνές σκηνικό, ταυτόχρονα όμως έχουν συμπεριλάβει την Ελλάδα στην πλούσια επενδυτική τους ατζέντα.

Και εδώ, λοιπόν, το ελληνικό στοιχείο δίνει το δικό του «παρών» κατέχοντας θέσεις σε όλη την κλίμακα της ιεραρχίας μέσα στα funds, τα οποία γενικότερα συνιστούν πλέον τους καταλύτες για την κίνηση των τεκτονικών πλακών της σημερινής παγκοσμιοποιημένης οικονομίας.

Το CVC Capital, το HIG Capital, το Oaktree, το Fortress, το Farallon, ακόμη και το γιγαντιαίο KKR Group διαθέτουν στις τάξεις τους Ελληνες. Αυτά τα πανίσχυρα funds με συνολική δύναμη πυρός, δηλαδή υπό διαχείριση κεφάλαια, κοντά στο αστρονομικό νούμερο των 850 δισ. ευρώ -πάνω από πέντε φορές το ελληνικό ΑΕΠ-, έχουν ήδη προχωρήσει σε σημαντικές επενδυτικές τοποθετήσεις στη χώρα μας και ασφαλώς καταστρώνουν τα επόμενα σχέδιά τους, όσο η Ελλάδα κάνει βήματα εξόδου από την πανδημική κρίση και παράλληλα οικοδομεί σταδιακά ένα φιλικό προφίλ προσελκύοντας νέες ξένες επενδύσεις.

Στην προκειμένη περίπτωση, αυτές αφορούν κυρίως είτε απευθείας εξαγορές επιχειρήσεων, με τα σχετικά deals να πληθαίνουν την τελευταία διετία, είτε την εξαγορά δανείων και την απόκτηση ελέγχου σε ελληνικών συμφερόντων ομίλους, φέρνοντας αλλαγές στο εγχώριο επιχειρηματικό σκηνικό. Και, όπως όλα δείχνουν, έπεται μεγάλη συνέχεια. Βρισκόμαστε, με άλλα λόγια, μπροστά σε μια επενδυτική έκρηξη που λαμβάνει χαρακτηριστικά ιστορικής ευκαιρίας για τη χώρα, με τους Ελληνες managers και στελέχη να διαδραματίζουν τον δικό τους ρόλο σε κάποια από τα ισχυρότερα funds του κόσμου.

Η ελληνική εξάδα CVC

Το CVC Capital Partners, με κεφάλαια ύψους 165 δισ. δολαρίων, είναι ο μεγάλος πρωταγωνιστής, καθώς με αφετηρία τον Απρίλιο του 2017 και την εξαγορά του Metropolitan Hospital έχει πραγματοποιήσει μέχρι σήμερα μια επενδυτική επέλαση στη χώρα μας τοποθετώντας πάνω από 1,5 δισ. ευρώ και έχοντας πλάνο να ξεπεράσει τα 2 δισ. ευρώ το επόμενο διάστημα, ενώ συγκαταλέγεται πλέον ανάμεσα στους μεγαλύτερους ξένους επενδυτές στην Ελλάδα, μαζί με τις Fairfax, PSP και Fraport. Κατά τη διάρκεια της τελευταίας πενταετίας απέκτησε πληθώρα εταιρειών από διάφορους κλάδους, μεταξύ των οποίων της υγείας, των τροφίμων, του θαλάσσιου τουρισμού, του ηλεκτρονικού εμπορίου, των ασφαλειών και της ενέργειας.

Με την εξαγορά του Ομίλου Υγεία καθώς και περιφερειακών κλινικών έχει ήδη χτίσει τον ισχυρότερο πόλο ιδιωτικών υπηρεσιών υγείας στην Ελλάδα, το Hellenic Healthcare Group. Παράλληλα, ελέγχει τον μεγαλύτερο όμιλο τροφίμων, τη Vivartia, μετά την εξαγορά της από τη MIG, τη γαλακτοβιομηχανία Δωδώνη, την D Marinas Hellas, η οποία διαθέτει τρεις από τις σημαντικότερες μαρίνες (Γουβιά Κέρκυρας, Λευκάδα και Ζέα στον Πειραιά), ενώ πρόσφατα κάλυψε το 25,5% της ΑΜΚ της ΔΕΗ εισφέροντας 343,8 εκατ. ευρώ και αποκτώντας ποσοστό 10%.

Ταυτόχρονα, διαθέτει μειοψηφική συμμετοχή στη Skroutz και βρίσκεται σε αναμονή της έγκρισης της DG Comp για την εξαγορά της Εθνικής Ασφαλιστικής. Στο CVC Capital έχουν μεγαλύτερο ή μικρότερο ρόλο έξι ελληνικής καταγωγής στελέχη του. O πιο υψηλόβαθμος και διακριτός είναι ο κ. Αλεξ Φωτακίδης, που εδρεύει πλέον στην Αθήνα από το Λονδίνο και έχει αναλάβει επικεφαλής του CVC Greece εποπτεύοντας όλες τις επενδυτικές κινήσεις του στη χώρα. Ο κ. Φωτακίδης μετράει ήδη 15 χρόνια στο CVC, από το 2006 όταν μεταπήδησε εκεί από το CIBC World Markets.

Στο γραφείο της Αθήνας, επί της λεωφόρου Κηφισίας στο Μαρούσι, πλαισιώνεται από αρκετούς συνεργάτες του, καθώς και δύο στελέχη που αποτελούν πρόσφατες μεταγραφές του fund. Ο ένας είναι ο κ. Κωστής Ρόκας (με ιδιότητα Managing Director) που ήρθε στο CVC μόλις πέρυσι, αλλά διαθέτει 15ετή εμπειρία στον τομέα των private equity και των τραπεζών, έχοντας θητεύσει σε βαριά ονόματα όπως Goldman Sachs, Lazard και McKinsey, καθώς και στο Ontario Teachers’ Pension Plan. Είναι απόφοιτος του Γέιλ και του περίφημου Harvard Business School.

Ο δεύτερος είναι ο Investment Executive Νικόλας Σερέτης, ο οποίος και αυτός ήρθε στο CVC το 2021, ενώ προηγουμένως εργαζόταν από το 2014 στην Goldman Sachs. Μετά την αποφοίτησή του από το Κολλέγιο Αθηνών ακολούθησαν οι σπουδές του στα Πανεπιστήμια της Οξφόρδης και του Λονδίνου. Υπάρχουν όμως και άλλοι τρεις Ελληνες σε διάφορα πόστα του CVC Capital. Ο πιο υψηλόβαθμος είναι ο κ. Tζέιμς (Δημήτρης) Xριστόπουλος, Senior Managing Director στον τομέα των βιομηχανικών επενδύσεων, που εδρεύει στη Νέα Υόρκη. Εντάχθηκε στο δυναμικό του fund το 2014 ενώ προηγουμένως ήταν για δέκα χρόνια στην Investcorp International, Inc., με κύριο αντικείμενο τις επενδύσεις σε εταιρείες παροχής υπηρεσιών, αλλά και στη UBS. Ο κ. Χριστόπουλος έχει μία ακόμη ενδιαφέρουσα ιδιότητα, καθώς από τον περσινό Αύγουστο είναι ανεξάρτητο μη εκτελεστικό μέλος του Δ.Σ. της φαρμακευτικής Lavipharm, συμφερόντων της οικογένειας Λαβίδα.

Στα γραφεία του Λονδίνου εργάζεται ως Investment Director ο κ. Mόρις Nαχμίας, που εντάχθηκε στο δυναμικό του CVC 2018, προερχόμενος από την JP Morgan. Είναι απόφοιτος του Κολλεγίου και του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών και έκανε μεταπτυχιακά στο LSE. Την ελληνική ομάδα του CVC συμπληρώνει μία γυναίκα, η κυρία Σουζάνα Πάπας, που εντάχθηκε στο fund το 2020 και έκτοτε εδρεύει στο Τέξας. Προηγουμένως ήταν αντιπρόεδρος με αρμοδιότητα τις διεθνείς πωλήσεις της Reltio.

Το υπερδραστήριο HIG Capital

Πλούσια συμμετοχή έχει το ελληνικό στοιχείο και στο HIG Capital, το αμερικανικό fund με υπό διαχείριση κεφάλαια 47 δισ. δολαρίων, που ανακάλυψε επενδυτικά τη χώρα μας από το μακρινό και σκοτεινό 2014. Τότε και με αφετηρία τη διάσωση της Μαΐλλης άρχισε σταδιακά να κλιμακώνει τις κινήσεις του εστιάζοντας στον τουρισμό, στα logistics, στην ανάπτυξη ακινήτων, στη ναυτιλία κ.ά.

Ετσι, σήμερα ελέγχει περισσότερα από 11 ξενοδοχεία, αρχής γενομένης από την απόκτηση της Τουριστικές Επιχειρήσεις Νότου Α.Ε. του ομίλου Aldemar και τις μονάδες «Amilia Mare» και «Paradise Village» στη Ρόδο, για να ακολουθήσουν η Mayor Hotels & Resorts (της Γ.E. Δημητρίου), που διαθέτει τέσσερα μεγάλα ξενοδοχεία στην Κέρκυρα, και πολύ πρόσφατα μέσω της εξαγοράς δανείων του ομίλου Κυπριώτη με πέντε μονάδες στην Κω. Παράλληλα, συνεργάζεται επενδυτικά με την Dimand, ενώ αντίστοιχη δυναμική επέδειξε και στον τομέα των logistics (πλειοψηφική συμμετοχή στη Makios Logistics κ.α.), όπου μέσω του σχεδίου εξυγίανσης της Χαλυβουργίας Ελλάδος σκοπεύει να αναπτύξει στο ακίνητο του πρώην εργοστασίου της στον Ασπρόπυργο μεγάλο εμπορευματικό κέντρο.

Στο HIG Capital τρεις Ελληνες κατέχουν υψηλές θέσεις. Ο κ. Στέλιος Θεοδοσίου, ανώτερο στέλεχος της HIG Europe Realty, με έδρα στο Λονδίνο, είναι ο άμεσα υπεύθυνος για τις επενδύσεις του fund στη χώρα μας. Διαθέτει 15ετή εμπειρία στην αγορά ακινήτων και τις εξαγορές και αναδιαρθρώσεις προβληματικών επιχειρήσεων. Πριν από το HIG είχε περάσει από αντίστοιχα πόστα στην Deutsche Bank. Στο Λονδίνο βρίσκεται και η έδρα του κ. Mιχάλη Ποθητού, διευθυντή του Τμήματος Υποδομών, ενώ προηγουμένως εργάστηκε επί τέσσερα χρόνια στο HIG Europe Buyouts Private Equity Group και νωρίτερα στην Parthenon EY ως σύμβουλος στρατηγικής.

Ο κ. Τζόναθαν Κόντος είναι Managing Director στα γραφεία του HIG στο Σαν Φρανσίσκο. Είναι υπεύθυνος για όλες τις πτυχές της επενδυτικής διαδικασίας, συμπεριλαμβανομένων της χρηματοδότησης και της εκτέλεσης στρατηγικών ανάπτυξης μετά το κλείσιμο συμφωνιών. Ο κ. Κόντος πριν από το HIG είχε θητεύσει στην American Infrastructure Funds, στην TPG Capital και τη Morgan Stanley.

Oι Greeks του Oaktree

Κορυφαία θέση ανάμεσα στα funds που επέλεξαν την Ελλάδα ως επενδυτικό προορισμό εδώ και πολλά χρόνια κατέχει το Oaktree Capital Management, με υπό διαχείριση κεφάλαια 158 δισ. δολαρίων. Το αμερικανικό fund διατηρεί τις θέσεις του στην Ελλάδα και, σύμφωνα με πληροφορίες, ήδη εξετάζει νέες τοποθετήσεις σε «πατημένα» και «φρέσκα» πεδία βάζοντας τον πήχη των επενδύσεων στη χώρα μας στα επίπεδα του 1 δισ. ευρώ.

Ο επικεφαλής του Oaktree για την ελληνική αγορά και την ευρύτερη περιοχή είναι ο κ. Σπύρος Σπυρόπουλος ως ανώτερος σύμβουλος, ο οποίος βρίσκεται πίσω από όλες τις κινήσεις του fund, είτε αυτές αφορούν τον χώρο της ναυτιλίας, όπως οι επενδυτικές συμμαχίες με τους εφοπλιστές Κωστή Κωνσταντακόπουλο και Πέτρο Παππά, είτε τα ανοίγματα στον τουρισμό, με την οικοδόμηση του ομίλου Sani/Ikos με τους αδελφούς Ανδρεάδη, είτε την είσοδο στον χώρο της υγείας με την εξαγορά του Ομίλου Ιασώ, το οποίο ενισχύθηκε πρόσφατα και με τη Μαιευτική Κλινική «Γαία».

Ο κ. Σπυρόπουλος εντάχθηκε στον ευρωπαϊκό βραχίονα του Oaktree το 2012 και στη διάρκεια της 20ετούς οικονομικής σταδιοδρομίας του έχει κλείσει συμφωνίες συνολικής αξίας άνω των 20 δισ. ευρώ. Πριν από την ένταξή του στο αμερικανικό fund θήτευσε στην BNP Paribas Greece, καθώς και στις Goldman Sachs, Bank of America και Bear Stearns. Είναι απόφοιτος του ΕΜΠ (μηχανικός υπολογιστών) και κάτοχος MBA στα Χρηματοοικονομικά από το Columbia Business School. Ο δεύτερος Ελληνας του Oaktree είναι ο κ. Ιάσονας Βασιλειάδης, που ηγείται του Transportation Innovation Group με αρμοδιότητα σε επενδύσεις για τους κλάδους των υποδομών και των κατασκευών.

Στο Oaktree εντάχθηκε το 2018 και προηγουμένως ήταν υπεύθυνος για projects πολλών δισεκατομμυρίων δολαρίων στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα. Σχετικά νέος στο Oaktree (από το 2020) είναι ο κ. Νίκος Παπαδάκης, αντιπρόεδρος του GFI Energy Group, που εστιάζει σε επενδυτικές κινήσεις στον χώρο της ενέργειας. Εχει θητεύσει στο παρελθόν στη SoftBank Vision Fund, στη Marlin Equity Partners και την JP Morgan.

Oι άνθρωποι του KKR

Ελληνες δίνουν το «παρών» και στο γιγαντιαίο KKR Group, που διαχειρίζεται κεφάλαια ύψους 459 δισ. δολαρίων. Το αμερικανικό mega fund δραστηριοποιήθηκε προ ετών στην Ελλάδα στο κομμάτι των «κόκκινων» επιχειρήσεων μέσω της ευρωπαϊκής πλατφόρμας του Pillarstone. Στο πλαίσιο αυτό, είχε αναλάβει την εξυγίανση σημαντικών ομίλων όπως η Famar, η Καλλιμάνης κ.ά. Η Pillarstone, ωστόσο, αποχώρησε αιφνιδιαστικά από τα ελληνικά επιχειρηματικά δρώμενα. Το KKR διατηρεί θέσεις στη χώρα μας, και κυρίως στην Upfield, που εξαγόρασε από τη Unilever τον κλάδο των μαργαρινών (στην Ελλάδα την Ελαΐς).

Μεταξύ αυτών που χειρίστηκαν το συγκεκριμένο deal ήταν και ο κ. Σταύρος Μερκούρης, βασικό στέλεχος του ευρωπαϊκού βραχίονα (European Private Equity platform), με έδρα στο Λονδίνο και κεντρική αρμοδιότητα τον χώρο της υγείας. Ο κ. Μερκούρης εντάχθηκε στο KKR το 2014 μεταπηδώντας από τη McKinsey. Ο κ. Λέων Μιχαλάκος εντάχθηκε στην KKR το 2019 και εδρεύει στη Νέα Υόρκη, εστιάζοντας στις δραστηριότητες της εισηγμένης KKR Real Estate Finance Trust Inc. Προηγουμένως είχε περάσει από τις Terra Capital Partners, JP Morgan και Morgan Stanley. Σχετικά πρόσφατη μεταγραφή είναι η κυρία Τζώρζια Παππά, που εντάχθηκε στο KKR το 2020 και εργάζεται στη Νέα Υόρκη με επίκεντρο τις επενδύσεις και τα στρατηγικά προϊόντα και υπηρεσίες. Διαθέτει πλούσια εμπειρία έχοντας θητεύσει στο παρελθόν στις CPP Investments, BlackRock, Swiss Re, AlpInvest Partners και Goldman Sachs.

Το «Φρούριο» του Ντιν Ντακόλια

Από τα πλέον υψηλόβαθμα στελέχη ελληνικής καταγωγής σε ξένα funds είναι ο κ. Ντιν Ντακόλιας, Managing Partner του Fortress. Η θητεία του στο fund ξεκίνησε πριν από 20 χρόνια (από το 2001) και είναι αυτός που έχει διαχειριστεί όλες τις επενδυτικές κινήσεις του στην Ελλάδα.

Θεωρείται ο αρχιτέκτονας των συμφωνιών για τα χαρτοφυλάκια Pillar και Cairo της Eurobank με την εξαγορά της FPS που εξελίχθηκε σε doValue με χαρτοφυλάκιο NPLs 26 δισ. ευρώ. Το Fortress έπαιξε σε πολλά πιθανολογούμενα deals, ωστόσο λίγα προχώρησαν.

Μεταξύ αυτών ήταν η δανειοδότηση της Τεχνικής Ολυμπιακής (οικογένεια Στέγγου) για τη στήριξη του «Πόρτο Καρράς». Αυτή την περίοδο το Fortress, με υπό διαχείριση κεφάλαια 54,2 δισ. δολαρίων, σχεδιάζει επενδυτική επανάκαμψη στην Ελλάδα. Γι’ αυτό και ο κ. Ντακόλιας, που διαθέτει και εξοχικό στη Μεσσηνία, είχε επισκεφτεί την Αθήνα τον περασμένο Οκτώβριο όπου είχε επαφές με κυβερνητικούς παράγοντες. Εκπρόσωπος του Fortress στην Ελλάδα είναι ο κ. Σάμι Δαυίδ. Το τελευταίο διάστημα έχει δώσει μεγάλη έμφαση στον τομέα των κόκκινων δανείων και έχει κάνει συναλλαγές μεγάλου ύψους με τις ελληνικές τράπεζες.

O Mr Farallon

Ενα ακόμη ισχυρό fund που δραστηριοποιείται επενδυτικά στην Ελλάδα είναι το Farallon Capital με υπό διαχείριση κεφάλαια 35 δισ. ευρώ.

Το Farallon είναι περισσότερο γνωστό από την εμπλοκή του στην υπόθεση της Euromedica όπου μέσω της Healthcare Investors έχει αναλάβει ρόλο στρατηγικού επενδυτή με στόχο την ανάταξη του ομίλου διαγνωστικών κέντρων.

Παράλληλα, είναι το fund που δάνεισε 50 εκατ. ευρώ στους αδελφούς Καλλιτσάντση την εποχή της μεγάλης μάχης για τον μετοχικό και διοικητικό έλεγχο της Ελλάκτωρ. Και στις δύο περιπτώσεις κρίσιμο ρόλο για λογαριασμό του διαδραμάτισε ο κ. Τάκης Δουμάνογλου, έμπειρο στέλεχος της αγοράς που θεωρείται ο άνθρωπος του Farallon στην Ελλάδα.

Hines Greece

Ιδιαίτερα ενεργή συμμετοχή στο εγχώριο real estate, έχοντας ολοκληρώσει μεγάλα deals στη χώρα μας, έχει και ο κ. Πολ Γομόπουλος, Senior Managing Director και επικεφαλής της Hines Greece.

Η αμερικανική εταιρεία έχει παρουσία στη χώρας μας εδώ και αρκετά χρόνια, άνοιξε γραφείο στην Αθήνα το 2014 και λίγο αργότερα υλοποίησε σειρά εξαγορών που περιλαμβάνουν την απόκτηση (σε συνεργασία με τη Henderson Park) του ξενοδοχείου «Ledra Marriott» στη λεωφόρο Συγγρού, νυν «Grand Hyatt Athens».

Ακολούθησε η αγορά και άλλων ακινήτων, όπως το «Odeon Starcity», επίσης στη λεωφόρο Συγγρού, χαρτοφυλάκιο πέντε ξενοδοχείων στην Κρήτη σε συνεργασία με τη Henderson Park και το ηχηρό deal της απόκτησης του «Out of the Blue Capsis Elite Resort».

Σημειωτέον, η Hines μαζί με τη Ηenderson Park σχεδιάζουν και το το μεγάλο οικιστικό project στη Bούλα με πάνω από 350 κατοικίες.

Ο κ. Γομόπουλος με σπουδές στα Οικονομικά από το Πανεπιστήμιο του Σικάγου και MBA από το Harvard Business School είναι στέλεχος της Hines από το 2006, ενώ νωρίτερα είχε εργαστεί για την EBRD.

O μοναδικός Νίκος Σταθόπουλος

Ξεχωριστή περίπτωση αποτελεί αναμφισβήτητα ο κ. Νίκος Σταθόπουλος της BC Partners, καθώς δεν είναι στέλεχος αλλά επικεφαλής και βασικός μέτοχος ενός από τα μεγαλύτερα ιδιωτικά επενδυτικά κεφάλαια παγκοσμίως, με υπό διαχείριση κεφάλαια άνω των 25 δισ. ευρώ και επενδύσεις σε 18 χώρες και 124 εταιρείες η αξία των οποίων υπερβαίνει τα 161 δισ. ευρώ. Είναι ο μόνος Ελληνας που ηγείται παγκόσμιου private equity fund την πορεία του οποίου έχει σφραγίσει τα τελευταία 25 χρόνια μέσα από εμβληματικά deals. Οι «Financial Times» τον έχουν κατατάξει στο Hall of Fame των private equities, ενώ πέρυσι, για δεύτερη συνεχή χρονιά, ανακηρύχθηκε ένας από τους 50 πιο επιδραστικούς deal makers στην Ευρώπη στη σχετική λίστα των «Financial News». Η πορεία του ξεκίνησε από την Ελλάδα, όπου και γεννήθηκε.

Απόφοιτος του Κολλεγίου Αθηνών, αριστούχος του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών, συνέχισε τις σπουδές του με υποτροφία στο φημισμένο Harvard Business School, όπου απέκτησε MBA. Αρχισε την καριέρα του ως Management Consultant στην Boston Consulting Group στο Λονδίνο και ακολούθησε μια οκταετής θητεία στην Apax Partners (επίσης στο Λονδίνο), όπου διετέλεσε και partner. Τα τελευταία 26 χρόνια ζει και εργάζεται στο Λονδίνο, αλλά πολύ συχνά τα καλοκαίρια, και όχι μόνο, επιστρέφει στην Ελλάδα. Ο κ. Σταθόπουλος, ως επικεφαλής της BC Partners, βρίσκεται τα τελευταία 15 χρόνια πίσω από επενδύσεις ύψους 4 δισ. ευρώ στη χώρα μας, που περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, από τη Pharmathen μέχρι τη Forthnet και πρόσφατα τη Wind Hellas. Στο δυναμικό της BC Partners εντάσσονται, επίσης, δύο ακόμη Ελληνες.

Ο κ. Μιχάλης Φρουζής, γιος του κ. Κωνσταντίνου Φρουζή, πρώην επικεφαλής της Novartis στην Ελλάδα, εργάζεται από πέρυσι στο Λονδίνο. Αποφοίτησε από τη Σχολή Ηλεκτρολόγων Μηχανικών και Μηχανικών Υπολογιστών του ΕΜΠ το 2014 και στη συνέχεια εργάστηκε για τρία χρόνια στη McKinsey στην Ελλάδα και τη Γερμανία. Προτού ξεκινήσει να εργάζεται στον χώρο των επενδύσεων, ολοκλήρωσε το μεταπτυχιακό του στη Διοίκηση Επιχειρήσεων (Master of Business Administration) στο Harvard Business School. Ενεργή εμπλοκή στα τελευταία deals της BC Partners είχε ένα ακόμη ελληνικής καταγωγής στέλεχος.

Πρόκειται για τον κ. Στέλιο Ηλία, ο οποίος είναι μέλος της επενδυτικής ομάδας της BC Partners τα τελευταία 12 χρόνια, αρχικά ως Αssociate και πλέον από τη θέση του Managing Director. Με σπουδές Μηχανολογίας στο Cambridge University, ξεκίνησε την καριέρα του στη McKinsey στο Λονδίνο ως σύμβουλος εταιρειών. Το 2008 προσελήφθη από την BC Partners, πήρε sabbatical το 2011 για να ολοκληρώσει τις μεταπτυχιακές σπουδές του (MBA) στο Harvard Business School με την υποστήριξη της BCP και στη συνέχεια επέστρεψε στην εταιρεία για να ενταχθεί στο «team Stathopoulos». Εχει τοποθετηθεί στα Δ.Σ. τόσο της Pharmathen όσο και της United Group. Προ διετίας ψηφίστηκε από το Financial News ως ένας από τους ανερχόμενους πρωταγωνιστές στον χώρο των ιδιωτικών επενδυτικών κεφαλαίων στην Ευρώπη.

Τρύφων Νάτσης και Brevan Howard

Ξεχωριστή είναι και η περίπτωση του κ. Τρύφωνα Νάτση, συνιδρυτή του Brevan Howard Asset Management, από τα κορυφαία hedge funds της Ευρώπης, με υπό διαχείριση 20 δισ. δολαρίων. Ο ίδιος δηλώνει περήφανος που γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Ελλάδα και συναισθηματικά εξαρτημένος από τη χώρα μας και την ιδιαίτερη πατρίδα του, τη Θεσσαλονίκη.

Αποφοίτησε από το Αριστοτέλειο και μετά το Ph.D. του στα Οικονομικά στο City University του Λονδίνου ακολούθησε ακαδημαϊκή καριέρα. Ωστόσο βρήκε τον πραγματικό προορισμό του όταν μπήκε στην τράπεζα Salomon Brothers το 1993. Μετά την εξαγορά της από τη Citigroup, πέρασε στο hedge fund Endeavour. Το κομβικό σημείο της πορείας του, όμως, ήταν η συνάντηση με τον κ. Αλαν Χάουαρντ στην Credit Suisse First Boston.

Οι δυο τους μαζί με τον κ. Κρις Ρόκος και τους Τζέιμς Βέρνον και Ζαν-Φιλίπ Μπλοσέ, έκαναν το μεγάλο βήμα το 2002 ιδρύοντας το Brevan Howard. Ο κ. Νάτσης, ένας από τους πλουσιότερους Ελληνες της Αγγλίας, χαρακτηρίζεται ιδιαίτερα ταλαντούχος και απαιτητικός στις business του, αλλά και άνθρωπος με υψηλά γούστα -λάτρης της όπερας- και αλλεργικός με τη δημοσιότητα. Η επενδυτική επανάκαμψή του στην Ελλάδα έγινε με την απόκτηση συμμετοχής στην εταιρεία Π. Πετρόπουλος μέσω του Brevan Howard Greek Opportunities Fund, που έφτασε σταδιακά μέχρι και το 16,32%.

Στη συνέχεια αποεπέδνυσε από την Πετρόπουλος, αλλά ταυτόχρονα πόνταρε στην αγορά ακινήτων με όχημα την Orilina ΑΕΕΑΠ (ελέγχεται από την OPH Ltd., εταιρεία του Brevan Howard), που ιδρύθηκε τον Δεκέμβριο του 2018 με αρχικό μετοχικό κεφάλαιο ύψους 105 εκατ. ευρώ. Στο χαρτοφυλάκιό της περιλαμβάνονται μέχρι τώρα εννέα εμπορικά ακίνητα (ποιοτικά κτίρια γραφείων, καταστημάτων και μεικτής χρήσης) αγοραίας αξίας 83,7 εκατ. ευρώ. Μεταξύ αυτών το κτίριο γραφείων της Ελλάκτωρ στη Νέα Κηφισιά, καταστήματα και γραφεία στην Ερμού, στη Βασ. Σοφίας, στη Μητροπόλεως στην Αθήνα, αλλά και στην Τσιμισκή στη Θεσσαλονίκη. Τον Ιούλιο του 2020 το Brevan Howard και το ζεύγος Τρύφωνα και Δέσποινας Νάτση απέκτησαν ποσοστό 6,36% στη Lamda Development.

SouthBridge και Ambrosia

Το ημερολόγιο έγραφε 2014 όταν μια ομάδα Ελλήνων, αφού αποχώρησε από τη Eurobank, δημιούργησε στο Λονδίνο το SouthBridge, που ξεκίνησε τη δραστηριότητά της με το fund Εurope Mezzanine 1 και με κεφάλαια 65 εκατ. ευρώ. Οι τρεις συνιδρυτές είναι η κυρία Εύη Ανδριανού και οι κύριοι Γιώργος Μαυρίδης και Μίλτος Κορνάρος.

Το SouthBridge I πέτυχε υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης σε όλες τις εταιρείες του χαρτοφυλακίου του που περιλαμβάνει συμμετοχές στις HotelBrain, Αλφα Διανομές / ΙΝΚΑΤ, Cosmos Yachting, Manifest, στον Ομιλο Katikies, στις Diakinisis, Arivia, καθώς και στην κορυφαία ελληνική πλατφόρμα ηλεκτρονικού εμπορίου Skroutz. Από αυτές το fund έχει αποεπενδύσει με ιδιαίτερη επιτυχία σε δύο περιπτώσεις, με την πώληση της παραγωγού τυριού φυτικής προέλευσης Arivia στον πολυεθνικό όμιλο τροφίμων Upfield, καθώς και με τη μερική πώληση της Skroutz στο CVC Capital.

Το περασμένο φθινόπωρο οι τρεις συνεργάτες έκαναν την επόμενη κίνηση στη σκακιέρα που αποδείχθηκε ματ. Προχώρησαν στην έναρξη λειτουργίας του νέου επενδυτικού κεφαλαίου SouthBridge Europe Mezzanine II συγκεντρώνοντας 174 εκατ. ευρώ στο πρώτο closing, καθιστώντας τη SouthBridge Advisors το μεγαλύτερο σήμερα ελληνικό κεφάλαιο επιχειρηματικών συμμετοχών. Το SouthBridge Europe Mezzanine II έχει έδρα στο Λουξεμβούργο, υποστηρίζεται από ιδιώτες και θεσμικούς επενδυτές -Ευρωπαϊκό Ταμείο Επενδύσεων (EIF), Ευρωπαϊκή Τράπεζα Ανασυγκρότησης και Ανάπτυξης (EBRD) και Ελληνική Αναπτυξιακή Τράπεζα Επενδύσεων (ΕΑΤΕ, πρώην ΤΑΝΕΟ)- και αναμένεται να ακολουθήσει την ίδια επενδυτική στρατηγική του SouthBridge I. Ο πρώτος κρίκος στη νέα επενδυτική αλυσίδα του SouthBridge ΙΙ ήταν η απόκτηση ποσοστού στο Βιολογικό Χωριό, τη μεγαλύτερη και αναπτυσσόμενη αλυσίδα καταστημάτων λιανικής πώλησης βιολογικών προϊόντων στην Ελλάδα, ενώ στα σκαριά βρίσκονται πεντέξι επόμενα χτυπήματα που αφορούν εταιρείες διαφόρων κλάδων.

Ιδιαίτερη κινητικότητα αναπτύσσει και η Ambrosia Capital, boutique χρηματιστηριακή και επενδυτική εταιρεία με έδρα στο Λονδίνο, που εστιάζει κυρίως σε projects στην Ελλάδα. Η Ambrosia, με επικεφαλής τους κυρίους Τάσο Αστυφίδη και Σταύρο Ανάγνου, από τον Μάρτιο του 2021 πήρε άδεια λειτουργίας από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς για την παροχή επενδυτικών υπηρεσιών και δραστηριοτήτων μέσω της θυγατρικής Ambrosia Capital Hellas ΑΕΠΕΥ, ενώ συμμετείχε σε πολλές από τις μεγάλες τελευταίες εκδόσεις ομολόγων, όπως της ΔΕΗ και τώρα της Premia, αλλά και παλαιότερα της Ελλάκτωρ, της Τράπεζας Πειραιώς, της Frigoglass κ.ά.

Ειδικεύεται στη μεσολάβηση μεταξύ μεγάλων διεθνών επενδυτών και εταιρειών, ενώ έχει διαδραματίσει καίριο ρόλο στο κλείσιμο επιχειρηματικών deals. Ο κ. Αστυφίδης ήταν επί σειρά ετών διαχειριστής κεφαλαίων στην Deutsche Bank, ενώ ο κ. Ανάγνου έχει θητεύσει στην Credit Agricole και την NBGI.

 

Ακολουθήστε το kefaloniapress.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις