Απαγορεύεται από το δίκαιο της Πνευμ. Ιδιοκτησίας η καθ΄οιονδήποτε τρόπο παράνομη χρήση/ιδιοποίηση του παρόντος, με βαρύτατες αστικές και ποινικές κυρώσεις για τον παραβάτη
Γράφει ο Θάνος Μακρογαμβράκης
Ως κόρη του «βασιλιά της αρτοβιομηχανίας» Νίκου Κατσέλη, έζησε από κοντά την άνοδο και την πτώση μιας θρυλικής εταιρείας, που από τα πρώτα κιόλας χρόνια της δημιουργίας της στα τέλη της δεκαετίας του՚’70, σύστησε στους καταναλωτές το πρώτο ελληνικό ψωμί για τοστ.
Η εταιρεία με τον διακριτικό τίτλο «Κατσέλης» και το γνώριμο λογότυπο με το στάχυ πίσω από το όνομά της για δεκαετίες πρωταγωνιστούσε στις πρώτες θέσεις των πωλήσεων στα είδη τροφίμων, με αποτέλεσμα ακόμα και μετά την οριστική πτώση της το 2013 να θεωρείται ένα δυνατό brand name. Δεν είναι τυχαίο που τον Νοέμβριο του 2015 σε πλειστηριασμό και μετά από σκληρή διεκδίκηση το σήμα της εταιρείας πέρασε στα χέρια της «Καραμολέγκος» για πολλά εκατομμύρια ευρώ, ενώ πριν από έναν χρόνο η εταιρεία «Τσατσαρωνάκης» κατάφερε να αποκτήσει με τον ίδιο τρόπο τις εγκαταστάσεις της «Κατσέλης» στις Αχαρνές Αττικής για πάνω από 6 εκατ. ευρώ.
Λένε πως οι γόνοι κάθε πλούσιας οικογένειας ξεκινούν την επαγγελματική τους σταδιοδρομία εξαιτίας του ονόματός τους με ένα τεράστιο «συν» σε σχέση με έναν αυτοδημιούργητο, ο οποίος χρειάζεται να καταβάλει δεκαπλάσια προσπάθεια μέχρι να καθιερωθεί. Στην περίπτωση της Ελένης Κατσέλη ο μύθος καταρρίπτεται κι αυτό γιατί εξαιτίας της οικονομικής κατάρρευσης της εταιρείας του πατέρα της, εκείνη χρειάστηκε να ξεκινήσει τον επαγγελματικό της βίο από το μηδέν παρά το βαρύ όνομά της.
Όπως εξομολογείται στο «ΘΕΜΑ», από το 2005 οπότε εμφανίστηκαν τα πρώτα σημάδια της οικονομικής κατάρρευσης της εταιρείας «Κατσέλης», όπου χρειάστηκε να βρεθεί το 2008 κάτω από την ομπρέλα του Ομίλου Δαυίδ ώστε να ξεπεράσει τον σκόπελο (εγχείρημα που απέτυχε), μέχρι και σήμερα, τίποτα δεν της έχει χαριστεί όπως θα περίμεναν πολλοί.
Η ίδια χρειάστηκε να δουλέψει σκληρά και σε διαφορετικά πόστα ως nail artist, προκειμένου να αποκτήσει τον περασμένο Σεπτέμβριο τη δική της επιχείρηση στην Κηφισιά για την περιποίηση των άνω και κάτω άκρων:
«Έχω σπουδάσει marketing και δημόσιες σχέσεις στο Αμερικανικό Κολλέγιο Deree, αλλά κάποια στιγμή αποφάσισα να ασχοληθώ με το χόμπι μου, που από μικρή ήταν η περιποίηση νυχιών. Δούλεψα για κάποια χρόνια στο κομμωτήριο μιας φίλης μου ως υπεύθυνη τόσο στο τμήμα των μαλλιών όσο και στα νύχια. Μου άρεσε η δουλειά αυτή και την έμαθα κι εγώ. Στα χρόνια που ασχολούμαι έχω αποκτήσει πια το δικό μου πελατολόγιο, το οποίο ολοένα και μεγαλώνει. Ό,τι έχει να κάνει με τη γυναίκα, πάντα θα δουλεύει» αναφέρει και προσθέτει:
«Ο,τι έχω πετύχει σήμερα το έχω καταφέρει μόνη μου. Πάντα ήμουν αποφασιστική, απλά την περίοδο που όλα στη ζωή μας ως οικογένεια κυλούσαν χωρίς δυσκολίες, δεν είχα να προβληματιστώ για κάτι. Ημουν ένα καλομαθημένο παιδί που κάτω από άλλες συνθήκες μπορεί να μην είχε ποτέ την ανάγκη να δουλέψει, όμως οι γονείς μου πάντα έλεγαν σ’ εμένα και τον αδελφό μου πως με ό,τι κι αν αποφασίζαμε να ασχοληθούμε θα έπρεπε να το αγαπήσουμε για να πετύχουμε».
Με γνώμονα την αγάπη για τη δουλειά της και τον σεβασμό προς όλους εκείνους που την εμπιστεύονται, η Ελένη Κατσέλη προσπαθεί να καθιερωθεί σε έναν άκρως ανταγωνιστικό χώρο, με τις επιχειρήσεις περιποίησης άκρων να ανοίγουν συνεχώς η μία μετά την άλλη:
«Από την εποχή που βγήκα στη δουλειά ως υπάλληλος και υπεύθυνη αγάπησα όλους τους χώρους όπου βρέθηκα. Πάντα έδινα και δίνω το 100% των δυνατοτήτων μου. Έχω περάσει απ’ όλα τα στάδια της δουλειάς χωρίς καμία ντροπή. Ποτέ δεν μεγαλώσαμε θεωρώντας πως είμαστε κάτι ξεχωριστό επειδή φέρουμε το επίθετο “Κατσέλης” ή ότι είμαστε πιο πάνω από άλλους. Ο πατέρας μου είναι από τους πιο καλόψυχους ανθρώπους που έχω γνωρίσει και ήθελε τα παιδιά του να έχουν μια σωστή συμπεριφορά και να πατούν γερά πάνω στη γη. Έτσι το μόνο που κάναμε μετά την περιπέτεια με την εταιρεία, ήταν να εφαρμόσουμε απλά τις αρχές που είχαμε διδαχτεί μέσα στο σπίτι μας. Χάνεις κάτι στη ζωή, κερδίζεις κάτι άλλο, στο χέρι του κάθε ανθρώπου είναι ν’ αρπάξει τις ευκαιρίες που θα του δοθούν και να τα καταφέρει».
Κάνοντας ένα ταξίδι στον χρόνο η επιχειρηματίας κάνει μια στάση στα παιδικά της χρόνια και στην εποχή που τα ελληνικά ως γλώσσα τα διδάχτηκε στο σπίτι της στην Εκάλη κάνοντας ιδιαίτερα μαθήματα, αλλά και στα αμέτρητα ταξίδια της οικογένειας Κατσέλη στο εξωτερικό:
«Δεν έχω πάει ποτέ σε ελληνικό σχολείο, για τα ελληνικά κάναμε ιδιαίτερα. Έχω τελειώσει το γερμανικό σχολείο και το αμερικανικό ACS, από το οποίο αποφοίτησα. Τόσο εγώ όσο και ο αδελφός μου χρωστάμε πολλά στους γονείς μας και κυρίως στον πατέρα μας. Από εκείνον άλλωστε κουβαλάμε ένα βαρύ επίθετο με ιστορία στον χώρο του ψωμιού. Το brand name της εταιρείας “Κατσέλης” μέχρι και σήμερα όλοι το ξέρουν και το εμπιστεύονται. Για τον λόγο αυτό προσπαθώ να του μοιάσω. Μας μεγάλωσε με όλες τις ανέσεις, η αλήθεια είναι αυτή, με πολλά και συχνά ταξίδια στο εξωτερικό, με σπουδές στα καλύτερα σχολεία και ό,τι μπορεί να φανταστεί κάποιος. Η αλήθεια είναι πως εκείνη την εποχή ένα ταξίδι-αστραπή στην Αμερική για τρεις-τέσσερις μέρες φάνταζε ως κάτι φυσιολογικό, δεν μας έκανε και τόσο εντύπωση. Στη συνέχεια μαθαίνεις να εκτιμάς τα πάντα. Αλλιώς είναι στα 18, στα 25, στο τώρα».
Για τουλάχιστον μια εικοσαετία η Ελένη Κατσέλη έζησε ως παιδί μια πλούσια ζωή, με ό,τι αυτό συνεπάγεται και πάντα κοντά στους γονείς της, καθώς ο Νίκος Κατσέλης, όπως λέει η κόρη του, πάντα ήταν παραδοσιακός ως πατέρας και πάντα προστατευτικός, ακόμα και στα δύσκολα:
«Ο πατέρας μου ήταν ο εμπνευστής και δημιουργός της εταιρείας “Κατσέλης”. Είχε μάθει τη δουλειά από τον παππού μου, ο οποίος είχε φούρνο στο Μαρούσι. Ετσι ήρθε σε επαφή με τα προϊόντα άρτου, τα οποία αγάπησε και θέλησε να τα καθιερώσει στο ελληνικό κοινό. Τα κατάφερε, παρά τα όσα συνάντησε στη διαδρομή. Οι πρώτες δυσκολίες ξεκίνησαν, αν θυμάμαι καλά, το 2005, όμως ποτέ ο πατέρας μου δεν μετέφερε τα επαγγελματικά του προβλήματα στο σπίτι. Οχι ότι δεν γνωρίζαμε τι γίνεται, απλά μας κρατούσε σ’ ένα πιο προστατευμένο περιβάλλον» αναφέρει και συνεχίζει:
«Από μικρά παιδιά και εγώ και ο αδελφός μου είχαμε διαμορφώσει τον δικό μας χαρακτήρα. Δεν επαναπαυόμασταν στη δουλειά του πατέρα μας, αν και κάτω από άλλες συνθήκες θα ήμασταν εμείς οι συνεχιστές του. Αλλωστε και οι σπουδές μας αυτή την κατεύθυνση είχαν. Πέρα όμως από αυτό και οι δυο μας είχαμε κι άλλες ασχολίες, ο αδελφός μου αγαπούσε τη μουσική γι’ αυτό και σήμερα εργάζεται σε μια εταιρεία, και εγώ τη μόδα».
Το 2005 και η συλλογή με πανάκριβες τσάντες
Η ζωή κρύβει ανατροπές κι εκπλήξεις κι αυτό είναι κάτι που το ξέρει καλά η κόρη του «βασιλιά» του βιομηχανοποιημένου ψωμιού, αφού από τη μια μέρα στην άλλη τα πάντα άλλαξαν για εκείνη και την οικογένειά της, μετά την πτώχευση της «Κατσέλης»:
«Θα πρέπει να καταλάβουμε όλοι πως ποτέ δεν μπορείς να είσαι σίγουρος για όσα έχεις αποκτήσει, γιατί τα πάντα μπορεί ξαφνικά ν’ αλλάξουν από άσπρο σε μαύρο. Εμείς αυτό ήταν κάτι που το νιώσαμε, ωστόσο δεν το βάλαμε κάτω, γιατί από τους γονείς μου είχαμε τις αρχές να συνεχίσουμε στη ζωή και να παλέψουμε».Την εποχή εκείνη μάλιστα λεγόταν πως η ίδια είχε φτάσει στο σημείο να πουλάει την πανάκριβη συλλογή από τσάντες που είχε στην κατοχή της, κάτι που διαψεύδει:
«Πάντα αγαπούσα και αγαπώ τα καλά πράγματα. Ακόμα και τώρα προσπαθώ να προσφέρω στον εαυτό μου το καλύτερο χωρίς να πρέπει να το επιδεικνύω δεξιά κι αριστερά. Δεν μου λείπει κάτι, τα είχα όλα και τα έχω όλα. Ακόμα και τις επώνυμες τσάντες που λέγανε πως είχα πουλήσει για λίγα ευρώ, τις έχω ακόμα γιατί απλά ποτέ δεν μπήκα σε τέτοια διαδικασία».
Το 2005 εκτός από τη σταδιακή οικονομική κατάρρευση της εταιρείας η οικογένεια βίωσε και μια μεγάλη ανθρώπινη απώλεια και μάλιστα με τον πιο βίαιο τρόπο:
«Το 2005 είναι μια θολή χρονιά για μένα, γιατί τότε συνέβησαν όλα. Σε μια οικονομική περιπέτεια του πατέρα μου χάσαμε τη μητέρα μου, που σημαίνει πως μπροστά σε αυτό τα υπόλοιπα είναι σχεδόν λεπτομέρειες. Τη μαμά μου την έχουμε χάσει από τα Χριστούγεννα του 2005 σε δυστύχημα.
Ήταν πεζή στην Κηφισίας και προσπάθησε να περάσει στο απέναντι πεζοδρόμιο όταν τη χτύπησε μηχανή και δυο ώρες μετά κατέληξε στο ΚΑΤ. Ημουν 22 χρόνων τότε, που αυτό σημαίνει πολλά. Μου έχει λείψει να πάω για ψώνια με τη μαμά μου, να περάσουμε μαζί μια κοριτσίστικη μέρα. Ηθελε χρόνο όλο αυτό για να το διαχειριστούμε κι εγώ και ο αδελφός μου, δεν ήταν εύκολα για μας».