Απαγορεύεται από το δίκαιο της Πνευμ. Ιδιοκτησίας η καθ΄οιονδήποτε τρόπο παράνομη χρήση/ιδιοποίηση του παρόντος, με βαρύτατες αστικές και ποινικές κυρώσεις για τον παραβάτη
Γράφει ο Γεράσιμος Χιόνης
Ενόσω οι αγορές μετοχών κατέρρεαν και οι «αρκούδες» έκαναν αισθητή την παρουσία τους για πρώτη φορά μετά από δύο ολόκληρα χρόνια, ορισμένοι επενδυτές άρχισαν να αναζητούν «κλαδιά» για να πιαστούν. Και δίπλα στον χρυσό, στα μέταλλα και τα υπόλοιπα παραδοσιακά «καταφύγια» βρήκαν και ένα καινούριο… κλαδί: τα αστραφτερά και ακριβά ρολόγια χειρός.
Ενα πέρασμα από τις διαδικτυακές πλατφόρμες πώλησης μεταχειρισμένων premium ρολογιών, όπως η chrono24.com, αρκεί για να αντιληφθεί κανείς τι ακριβώς συμβαίνει. Rolex, Patek Philippe, Panerai, Vacheron σε τιμές των 50.000 ή 60.000 ή και 70.000 ευρώ. Κι όλα αυτά, αν και πρόκειται για second hand προϊόντα, δηλαδή για ρολόγια τα οποία έχουν φορεθεί και σε άλλα χέρια.
Σύμφωνα με πηγές με γνώση επί της συγκεκριμένης αγοράς, οι τιμές των μεταχειρισμένων ρολογιών αυξάνονται πλέον σε εβδομαδιαίο -ή ακόμη και σε ημερήσιο- επίπεδο, κάτι που δημιουργεί τρελές αποδόσεις. Δεν υπάρχουν, εξάλλου, πολλές επενδύσεις που να αποφέρουν κέρδη έως και 65% μέσα σε λίγους μήνες.
Μάλιστα, το εντυπωσιακό της όλης υπόθεσης είναι ότι οι τιμές στην «γκρι αγορά» του Διαδικτύου είναι πολλαπλάσιες των τιμών καταλόγων των εταιρειών κατασκευής. Με λίγα λόγια, ενώ στα επίσημα κανάλια διάθεσης ένα Panerai Destro έχει τιμή πώλησης 10.000 ευρώ, στη second hand αγορά το ίδιο μοντέλο βρίσκεται σε τιμή έως και 30.000 ευρώ.
Το ίδιο παρατηρείται και με το Rolex Daytone Panda, που πωλείται 60.803 ευρώ, ενώ η αρχική τιμή πώλησής του είναι 10.000 ευρώ, με το Rolex Pepsi με 57.855 ευρώ αντί για 9.500 ευρώ, το Patek Philippe Neptune στα 42.000 ευρώ, με αρχική 19.500 ευρώ, και το Rolex Submariner με 15.550 ευρώ, ενώ έχει αρχική τιμή 5.000 ευρώ. Και εύλογα κάποιος θα αναρωτηθεί πώς είναι δυνατόν να συμβαίνει κάτι τέτοιο. Και η αιτιολογία είναι η εξής: για να προμηθευτείς ένα μοντέλο από τις επώνυμες εταιρείες, θα πρέπει να περιμένεις από αρκετούς μήνες έως και χρόνο. Αρα, γιατί να μη στραφείς στο Ιντερνετ προκειμένου να βρεις άμεσα και γρήγορα αυτό που επιθυμείς; Κι ας πληρώσεις κάτι… παραπάνω.
Φαινόμενο έξι ετών
Το όλο θέμα με τις συγκεκριμένες διαστάσεις του δεν «γεννήθηκε» μέσα στην τρέχουσα ρωσο-ουκρανική κρίση, αλλά κρατάει εδώ και περίπου έξι χρόνια, δηλαδή από το 2016. Τότε οι μεγαλύτερες εταιρείες του κλάδου αποφάσισαν (είτε αναγκαστικά, είτε σκοπίμως) να παγώσουν την παραγωγή, η οποία έκτοτε παραμένει στα ίδια επίπεδα. Την ίδια ώρα, όμως, η ζήτηση διαρκώς αυξανόταν, ιδίως όταν η παγκόσμια οικονομία ανεβάζει ρυθμούς, τα ΑΕΠ μεγεθύνονται, ενώ ολοένα περισσότεροι ευκατάστατοι πολίτες του αναπτυσσόμενου κόσμου υιοθετούν τις συνήθειες της Δύσης.
Η κατάσταση δεν άλλαξε ούτε με την πανδημική κρίση, η οποία όχι μόνο δεν οδήγησε σε κατάρρευση της ζήτησης, αλλά αντίθετα είχε ως αποτέλεσμα τα ακριβά και επώνυμα ρολόγια να καταστούν ακόμη ελκυστικότερα, λειτουργώντας ως ένα μέσο «θωράκισης» έναντι της πτώσης των μετοχών. Οπως ακριβώς, δηλαδή, λειτουργεί και ο χρυσός, τον οποίο όλοι σπεύδουν να αγοράσουν σε περιόδους έντονων αναταράξεων. «Ωστόσο τα premium ρολόγια είναι ακόμη καλύτερα γιατί και τα ευχαριστιέσαι από τη στιγμή που τα φοράς και σου αποφέρουν κέρδος, πουλώντας τα», εξηγεί χαρακτηριστικά πηγή που έχει άριστη γνώση της κατάστασης.
Με τη ζήτηση σε πολύ υψηλά επίπεδα, πολλοί θα περίμεναν ότι οι εταιρείες κατασκευής θα αναγκάζονταν να αυξήσουν την παραγωγή για να ωφεληθούν απ’ αυτό το αγοραστικό ρεύμα. Ωστόσο, αυτό δεν έγινε ποτέ. Και οι λόγοι ποικίλλουν.
Από τη μία, κάποιοι κάνουν λόγο για την πρόκληση μιας τεχνητής έλλειψης προκειμένου να ανεβούν οι τιμές και να διευρυνθεί η ζήτηση σε όλο το προϊοντικό χαρτοφυλάκιο της εκάστοτε εταιρείας. Για παράδειγμα, εφόσον ο πελάτης δεν μπορεί να βρει εύκολα το τελευταίο μοντέλο Daytona της Rolex, το οποίο έχει πάντα υψηλή ζήτηση, τότε θα στραφεί σε κάποιο άλλο μοντέλο της ίδιας μάρκας. Ετσι, δημιουργείται μια αλυσιδωτή αύξηση της ζήτησης που ενισχύει οριζόντια τις πωλήσεις όλων των προϊόντων.
Μια δεύτερη ερμηνεία του προβλήματος συνίσταται στο γεγονός ότι πράγματι οι εταιρείες δεν μπορούν να αυξήσουν την παραγωγή. Το έλλειμμα σε ένα συγκεκριμένο κράμα μετάλλου, στο οποίο βασίζεται η κατασκευή των premium ρολογιών, φαίνεται ότι αποτελεί τον Νο 1 παράγοντα, ο οποίος δεν επιτρέπει στις εταιρείες να ανεβάσουν ρυθμούς στα εργοστάσιά τους. Μετά την υγειονομική κρίση, δηλαδή τα τελευταία δύο χρόνια, στα ήδη υπάρχοντα προβλήματα ήρθαν να προστεθούν και οι αναταραχές στις παγκόσμιες εφοδιαστικές αλυσίδες, οι οποίες αδυνατούν να αντεπεξέλθουν στη γρήγορη ανάκαμψη της κατανάλωσης, όπως αποτυπώνεται σε μια σειρά αγορών και προϊόντων (πέραν αυτής των ρολογιών).
Παράλληλη αγορά
Ολη αυτή η κατάσταση είχε ένα βασικό αποτέλεσμα: όποιος επιθυμούσε να αγοράσει ένα επώνυμο ρολόι, θα έπρεπε να περιμένει έως εννιά, δέκα ή και δώδεκα μήνες στη λίστα αναμονής των εταιρειών. Αλλωστε, όπως προαναφέρθηκε, η ζήτηση παραμένει υψηλή και η παραγωγή στάσιμη. Ωστόσο, γιατί κάποιος -ιδίως έχοντας την οικονομική άνεση- να περιμένει τόσους πολλούς μήνες, ενώ μπορεί να παραλάβει το αγαπημένο του ρολόι, παρακάμπτοντας το επίσημο κανάλι πώλησης;
Κάπως έτσι γεννήθηκε και «γιγαντώθηκε» αυτή η second hand αγορά του Διαδικτύου, όπου ο υποψήφιος ευκατάστατος πελάτης έχει τη δυνατότητα να αγοράσει το ρολόι που επιθυμεί, αρκεί να είναι διατεθειμένος να πληρώσει κάτι παραπάνω. Για την ακρίβεια, πολύ παραπάνω. Και λαμβάνοντας υπόψη τα υψηλά επίπεδα της ζήτησης, το έλλειμμα στο ισοζύγιο της ελεύθερης αγοράς συνεχίζει έως σήμερα να συντηρεί τη «γκρι αγορά», η οποία βλέπει τις τιμές να αυξάνονται διαρκώς και με κλιμακούμενο ρυθμό.
Αύξηση, φυσικά, παρατηρείται και στις τιμές καταλόγου, δηλαδή στις επίσημες τιμές πώλησης των μεγάλων εταιρειών. Για παράδειγμα, από το 2021 έως το 2022, η τιμή του Submariner 124060 στο επίσημο κανάλι της Rolex αυξήθηκε από τα 8.100 δολάρια στα 8.950 δολάρια, ήτοι κατά 10,5%. Βέβαια, αυτή η αύξηση δεν μπορεί να συγκριθεί με την αντίστοιχη στις διαδικτυακές πλατφόρμες αγοραπωλησιών, στις οποίες οι πελάτες δεν χρειάζεται να περιμένουν τόσους πολλούς μήνες ώστε να προμηθευτούν ό,τι αγόρασαν. Το παραλαμβάνουν άμεσα, αρκεί να καταβάλουν περισσότερα από 15.000 ευρώ.
Η δημιουργία πλούτου
Η σταδιακή αποσύνδεση των τιμών καταλόγου από τις τιμές στη «γκρι αγορά» δημιουργεί τεράστιο περιθώριο κέρδους για όσους είχαν την ευφυΐα να προβλέψουν εγκαίρως το τι μέλλει γενέσθαι. Αξιοποιώντας την αδυναμία κάλυψης της ζήτησης και τις μακροχρόνιες λίστες αναμονής, σπεύδουν να πουλήσουν τα ρολόγια, τα οποία είχαν αγοράσει από τις επώνυμες εταιρείες, αποκομίζοντας σημαντικά κέρδη.
Με τις τιμές, δε, σε σταθερά ανοδική τροχιά και την παραγωγή «κολλημένη» δεν είναι λίγοι όσοι πηγαίνουν και ένα βήμα παρακάτω. Τι κάνουν; Αγοράζουν premium μεταχειρισμένα ρολόγια στις διάφορες πλατφόρμες του Διαδικτύου, περιμένουν λίγους μήνες και στη συνέχεια πουλάνε σε πολύ υψηλότερες τιμές, εξασφαλίζοντας τεράστιες αποδόσεις. Αποτέλεσμα είναι σήμερα ένα Destro να κοστίζει 10.000 ευρώ στον επίσημο κατάλογο της Rolex, ενώ την ίδια στιγμή στη second hand αγορά να συναντάται σε τιμή έως και 30.000 ευρώ.
Αυτή τη στιγμή, παράλληλα, στην πλατφόρμα του chrono24.com (μία από τις πλέον δημοφιλείς) μπορεί κάποιος να βρει ένα γνήσιο Daytona Panda 116500LN του 2017 στην τιμή των 49.900 ευρώ, αλλά και ένα Pepsi White Gold 126719BLRO του 2021 στην τιμή των 57.000 ευρώ.
O ρόλος του πολέμου
Το εν λόγω φαινόμενο, δε, απέκτησε ακόμη μεγαλύτερη ορμή κατά τη διάρκεια του τελευταίου εξαμήνου, όταν και ο γεωπολιτικός κίνδυνος περιόρισε τη διάθεση για ρίσκο και αύξησε τις επενδύσεις σε ασφαλή «καταφύγια». Παλιά ήταν ο χρυσός και τα εμπορεύματα. Τώρα είναι και τα επώνυμα ρολόγια. «Με τον πόλεμο, οι επενδυτές σταμάτησαν από τις μετοχές και πήγαν σε commodities, σε χρυσό και ακριβά ρολόγια», εξηγεί χαρακτηριστικά στέλεχος της αγοράς που παραδέχεται ότι το τελευταίο διάστημα παρατηρείται έντονη κινητικότητα και στην Ελλάδα. «Πριν από λίγο καιρό, οι τιμές ανέβαιναν κάθε μήνα, τώρα βλέπεις την αύξηση από μέρα σε μέρα».
Είναι χαρακτηριστικό ότι ένα Pepsi της Rolex μόλις τον περασμένο Σεπτέμβριο κόστιζε 18.990 ευρώ. Σήμερα, η τιμή του αγγίζει τα 32.400 ευρώ, αποφέροντας κέρδος της τάξης του 65%. Αυτή η φρενήρης αύξηση της αξίας των ρολογιών παρατηρείται πρωτίστως σε μοντέλα της Rolex και δευτερευόντως σε μοντέλα των Patek Philippe, Panerai και Vacheron. To 2021, το πράσινο Ηulk της Rolex κόστιζε 18.400 ευρώ. Σήμερα η τιμή ανέρχεται σε έως και 35.000 ευρώ, δηλαδή σχεδόν διπλάσιο ποσό.
Το 2018, η τιμή του Panda άγγιζε τα 12.000 ευρώ, ενώ σήμερα ξεπερνάει τα 40.000 δολάρια. Πριν από τρία χρόνια, το Aqua της Patek πουλιόταν περίπου 18.000-19.000 ευρώ, ενώ τώρα φτάνει τα 75.000 ευρώ! Εξίσου υψηλές αποδόσεις προσφέρουν κι άλλα μοντέλα. Για παράδειγμα, το Marina Militare της Panerai μέσα σε 12 μήνες εμφανίζει άνοδο της τάξης του 15%. To Flyback, δε, καταγράφει αύξηση 15% μέσα σε λιγότερο από τρεις μήνες. Ταυτόχρονα, το Deep Blue, ενώ το 2019 κόστιζε 12.500 ευρώ και τον Σεπτέμβριο του 2021 περίπου 14.000 ευρώ, σήμερα ξεπερνάει τα 19.000 ευρώ.
Τι μέλλει γενέσθαι;
Το επόμενο ερώτημα, το οποίο πρέπει να απαντηθεί είναι το εξής: Για πόσο ακόμη θα βλέπουμε να εξελίσσεται αυτό το φαινόμενο; Η απάντηση σίγουρα δεν ικανοποιεί: «Κανείς δεν μπορεί να ξέρει», δεδομένου ότι δεν είναι ένα ζήτημα το οποίο προέκυψε τους τελευταίους μήνες (αν και γιγαντώθηκε μέσα σε αυτό το διάστημα) και άρα θα εξαλειφθεί μόλις φύγει η αβεβαιότητα.
Ακόμη κι αν, για παράδειγμα, τελειώσει ο πόλεμος αύριο το πρωί και επιστρέψει η διάθεση για αγορές μετοχών, το φαινόμενο της «γκρι αγοράς» δεν πρόκειται να εξαλειφθεί. Ναι μεν σε βάθος τριμήνου – τετραμήνου θα επιβραδυνθεί ο ρυθμός αύξησης των τιμών, αλλά είναι βέβαιο ότι δεν θα υπάρξουν μειώσεις, όπως δηλώνουν εμφατικά πηγές με γνώση της αγοράς.
Την ίδια ώρα, η δεδηλωμένη πρόθεση της Rolex να αγοράσει αυτό το τεράστιο απόθεμα μεταχειρισμένων προκειμένου να το διαχειρίζεται η ίδια, εκτιμάται ότι θα ασκήσει περαιτέρω πιέσεις στις τιμές. «Δεν θα μου έκανε έκπληξη κάποια στιγμή οι τιμές να έφταναν έως και τα 100.000 – 150.000 ευρώ», τονίζει η ίδια πηγή, δηλώνοντας άγνοια για το πώς ακριβώς μπορεί να εξελιχθεί το φαινόμενο.