Γράφει : Συμέλα Τουχτίδου
Το «αστέρι» της διεθνούς αγοράς μελιού προέρχεται από τη Νέα Ζηλανδία. Ονομάζεται Manuka, από τον ομώνυμο θάμνο τα άνθη του οποίου επικονιάζουν οι μέλισσες, και οφείλει τη φήμη του στις αντιβακτηριδιακές, αντιφλεγμονώδεις και αντιοξειδωτικές του ιδιότητες.
«Σε έρευνα του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης διαπιστώθηκε ότι το ελληνικό μέλι βελανιδιάς/ πεύκου/ καστανιάς περιέχει μεγαλύτερη συγκέντρωση θρεπτικών συσταστατικών από το περίφημο Manuka» αναφέρει στο newmoney ο Αναστάσιος Ποντίκης, πρόεδρος της Ομοσπονδίας Μελισσοκομικών Συλλόγων Ελλάδος (ΟΜΣΕ).
Η μοναδικότητα του ελληνικού μελιού
Στην Ελλάδα παράγονται, περίπου, 22.000 τόνοι μέλι ετησίως (στοιχεία FAO). Περίπου το 60-65% είναι πευκόμελο.
«Το πευκόμελο είναι ένα είδος μελιού που παράγεται μόνο στην Ελλάδα και στη Μικρά Ασία» τονίζει ο Α. Ποντίκης. «Είναι μοναδικό σε αρωματικά, γευστικά και ποιοτικά χαρακτηριστικά και αυτό οφείλεται στον τρόπο παραγωγής του. Στην Ελλάδα, οι περίοδοι «νεκταρο- έκρυσης» περιορίζονται σε ένα μήνα ή και λιγότερο για κάθε περιοχή. Ο Έλληνας μελισσοκόμος αναγκάζεται να ακολουθεί την αλλαγή του κλίματος και μεταφέρει τα μελίσσια του από τόπο σε τόπο, ακολουθώντας τη νεκταρο- έκρυση, γεγονός που αυξάνει κατακόρυφα την ποιότητα του μελιού. Και αυτό γιατί σε μία περιοχή συνυπάρχουν, ταυτόχρονα, μαζί με τα δέντρα, και διαφορετικά βότανα από τα οποία οι μέλισσες συλλέγουν πολύ διαφορετικά λουλούδια. Οι μέλισσες παρασκευάζουν, ουσιαστικά, ένα φυσικό μείγμα από συστατικά διαφορετικών φυτών. Αυτό κάνει το ελληνικό μέλι μοναδικό και θα μπορούσε, με την κατάλληλη στήριξη, να κατακτήσει τις διεθνείς αγορές.»
Όπως, όμως, αναφέρει ο πρόεδρος της Ομοσπονδίας Μελισσοκομικών Συλλόγων αυτή η στήριξη δεν υπάρχει. Οι προωθητικές ενέργειες για την αύξηση των εξαγωγών είναι ελάχιστες και αποτελούν μεμονωμένες πρωτοβουλίες συγκεκριμένων φορέων, όπως για παράδειγμα της περιφέρειας Ηπείρου.
«Χρειαζόμαστε περισσότερες μελέτες που θα πιστοποιούν αυτό που εμείς στην Ελλάδα γνωρίζουμε, δηλαδή τις ευεργετικές ιδιότητες του ελληνικού μελιού. Με τέτοιες μελέτες μπορούμε να κοινοποιήσουμε στους καταναλωτές του εξωτερικού τα ποιοτικά χαρακτηριτικά που έχει το μέλι μας» σημειώνει ο Α. Ποντίκης.
Εκτός από το μέλι, οι Έλληνες παραγωγοί διαθέτουν μία σειρά προϊόντων μοναδικής ποιότητας, όπως ο βασιλικός πολτός, η πρόπολη, το κερί ακόμα και το δηλητήριο της μέλισσας.
Προς το παρόν, η Ελλάδα εξάγει μικρές ποσότητες μελιού, κυρίως στη Γερμανία, την Ιταλία και τη Γαλλία. Όπως, όμως, δείχνει ο Πίνακας 1, υπάρχουν μεγάλες δυνατότητες εξαγωγών όχι μόνο στην Ευρώπη, αλλά και εκτός Ε.Ε. εκεί όπου οι τιμές κιλού είναι υπερδιπλάσιες. Είναι χαρακτηριστικό ότι, στην παρούσα φάση, οι ελληνικές εξαγωγές κατευθύνονται κυρίως στην Ιταλία, με τιμή κάτω από 3 ευρώ το κιλό, όπου μεταποιούνται και επαναπωλούνται στην ιταλική και διεθνή αγορά.
-
Εξαγωγές ελληνικού μελιού, 2021 (πηγή: eurostat)
ΧΩΡΑ |
ΚΙΛΑ |
ΤΙΜΗ ΚΙΛΟΥ σε ευρώ |
Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα |
6.436 |
12,03 |
Αυστρία |
245.639 |
4,24 |
Αυστραλία |
30.378 |
7,12 |
Βέλγιο |
316.922 |
3,36 |
Καναδάς |
314.126 |
4,12 |
Κίνα |
8.114 |
8,14 |
Γερμανία |
1.305.679 |
4,39 |
Ισπανία |
287.750 |
2,54 |
Γαλλία |
420.214 |
4,79 |
Ηνωμένο Βασίλειο |
244.933 |
7,24 |
Ιταλία |
1.441.659 |
2,63 |
Ιαπωνία |
5.135 |
10,13 |
Νότια Κορέα |
49.783 |
15,24 |
Σουηδία |
50.087 |
5,63 |
Σιγκαπούρη |
7.914 |
7,97 |
Ηνωμένες Πολιτείες |
297.175 |
6,26 |
Πίνακας 1: Εξαγωγές ελληνικού μελιού, 2021
Πυρκαγιές και κλιματική αλλαγή
Οι εξαγωγές προϋποθέτουν αρκετή παραγωγή. H Ελλάδα κατέχει τον τρίτο μεγαλύτερο αριθμό κυψελών στην Ε.Ε (ποσοστό 11% του συνόλου, βλέπε Πίνακας 2) . Ωστόσο, είναι πέμπτη σε εξαγωγές προς τρίτες χώρες (Πίνακας 3)
Προς το παρόν, οι ποσότητες μελιού που παράγονται στην χώρα καλύπτουν οριακά την εσωτερική ζήτηση και κάθε χρόνο μειώνονται σημαντικά. Αιτία είναι οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής.
«Η ταχύτητα με την οποία μεταβάλλονται οι καιρικές συνθήκες έχει αλλάξει δραματικά» εξηγεί ο Α. Ποντίκης. «Η μέλισσα δεν είναι εύκολο να προσαρμοστεί σε αυτές τις αλλαγές. Την μία ημέρα έχουμε 20 βαθμούς και την επόμενη μπορεί να έχουμε 30 βαθμούς Κελσίου. Αυτές οι απότομες μεταβολές επηρεάζουν πάρα πολύ τον τρόπο λειτουργίας της κυψέλης. Επίσης, οι παρατεταμένες περίοδοι ανομβρίας, κυρίως στα νησιά, προκαλούν μεγάλο πρόβλημα στον κλάδο. Μειώνεται ο χρόνος που μπορούμε να ασκούμε την δραστηριότητά μας και για αυτό συνολικά η παραγωγή έχει μειωθεί αισθητά».
Στην Ελλάδα, υπήρχαν, μέχρι πέρυσι, τρία πολύτιμα «κέντρα» παραγωγής του περίφημου πευκόμελου: Εύβοια, Θάσος και Χαλκιδική. Από αυτά, το δάσος της Εύβοιας υπέστη τεράστια καταστροφή, πέρυσι, από τις πυρκαγιές.
«Η καταστροφή που έγινε στην Εύβοια θα αναγκάσει σε μεγάλη συγκέντρωση κυψελών στα πευκοδάση Θάσου και Χαλκιδικής» σημειώνει ο Α. Ποντίκης, προσθέτοντας ότι αυτό θα έχει αρνητικές επιπτώσεις στις ποσότητες μελιού που θα παραχθούν και επαναλαμβάνοντας την ανάγκη στήριξης σε έναν κλάδο που θα μπορούσε να αποτελεί σημείο – αναφοράς για τα ελληνικά προϊόντα στο εξωτερικό.
«H μελισσοκομία στην Ελλάδα ασκείται από τα αρχαία χρόνια» τονίζει «και υπάρχει μία τεχνογνωσία που μεταφέρεται από γενιά σε γενιά και αναπροσαρμόζεται ανάλογα με τις εποχές και τις εξελίξεις. Η μοναδικότητα του ελληνικού μελιού οφείλεται στις κλιματολογικές συνθήκες και στη βιοποικιλότητα που υπάρχει στην Ελλάδα και δεν πρέπει να την αφήσουμε να χαθεί.»