Γράφει Εύη Σαλτού
Λίγες μέρες πριν φύγει η χρονιά, με τον απαραίτητο κινητό εξοπλισμό και τις ξυριστικές μηχανές στο χέρι, η ομάδα των εθελοντών κομμωτών του Δήμου Αθηναίων κινήθηκε σε δρόμους του κέντρου, στο Μοναστηράκι και στα Πετράλωνα, προσφέροντας τις υπηρεσίες της – κυρίως κούρεμα και ξύρισμα – σε αστέγους. Δεν είναι η πρώτη φορά που οι εθελοντές βρίσκονται δίπλα σε ανθρώπους που έχουν ανάγκη τις υπηρεσίες τους, ανθρώπους οι οποίοι είδαν τη στρωμένη ζωή τους να καταρρέει σαν χάρτινος πύργος.
Επιχειρηματίες οι οποίοι εν μια νυκτί έχασαν τα καταστήματά τους. Οικογένειες, ζευγάρια και ηλικιωμένοι οι οποίοι ζουν στο όριο της φτώχειας ή σε συνθήκες αστεγίας: όλοι ωφελούμενοι του Κέντρου Υποδοχής και Αλληλεγγύης του Δήμου Αθηναίων, που εδώ κι έναν χρόνο κάνουν χρήση και του Κοινωνικού Κομμωτηρίου.
Τρέχοντας να καλύψουν βασικές ανάγκες, άφησαν στην άκρη τη φροντίδα του εαυτού τους. Αυτή η φροντίδα και η ενίσχυση της αυτοεκτίμησης ήταν, άλλωστε, και ο στόχος του Κοινωνικού Κομμωτηρίου του Δήμου Αθηναίων, όταν ξεκινούσε πέρυσι κι επαγγελματίες κομμωτές άρχισαν να προσφέρουν αφιλοκερδώς υπηρεσίες περιποίησης.
Καταπολέμηση ανισοτήτων
Τον πρώτο, λοιπόν, χρόνο λειτουργίας του Κοινωνικού Κομμωτηρίου, το οποίο στεγάζεται στον Κόμβο Αλληλοβοήθειας Πολιτών και λειτουργεί κάθε Δευτέρα και Τετάρτη, κλείστηκαν 900 ραντεβού και εξυπηρετήθηκαν 740 πολίτες από 85 επαγγελματίες κομμωτές. Ομάδες εθελοντών κομμωτών επισκέφθηκαν όλο αυτό το διάστημα δομές φιλοξενίας ηλικιωμένων και αστέγων της πόλης (Πολυδύναμο Κέντρο Αστέγων, Εστία των Αθηνών, Γηροκομείο Αθηνών).
Καθιερώθηκαν, μάλιστα, και οι ημέρες κοινωφελούς προσφοράς για πολίτες που διαμένουν σε δομές φιλοξενίας. Η υπηρεσία αυτή, μάλιστα, βρήκε γρήγορα μιμητές καθώς από τον περασμένο Ιούνιο και ο Δήμος Χανίων άνοιξε το δικό του Κοινωνικό Κομμωτήριο, το οποίο παρέχει δωρεάν υπηρεσίες για κοινωνικά και οικονομικά ευάλωτες οικογένειες.
«Το Κοινωνικό Κομμωτήριο έχει αναδειχθεί σε ένα σημαντικό εργαλείο στη συνολική μας προσπάθεια για συμπερίληψη και καταπολέμηση ανισοτήτων. Είναι μια κοινωνική δομή με διπλή σημασία: μέσω των υπηρεσιών της ενισχύει την αυτοεκτίμηση και την αξιοπρέπεια των δικαιούχων μας και μέσα από τη δράση των εθελοντών κομμωτών εμπεδώνει την αλληλεγγύη και καλλιεργεί την αξία της συμμετοχής στην κοινότητα.
Είναι ένα πρωτοποριακό μοντέλο, που με χαρά βλέπουμε να διευρύνεται και να μεγαλώνει, αγκαλιάζοντας περισσότερους πολίτες», σημειώνει στα «ΝΕΑ» η πρόεδρος του Κέντρου Υποδοχής και Αλληλεγγύης Δήμου Αθηναίων (ΚΥΑΔΑ) Μελίνα Δασκαλάκη. Αξίζει να σημειωθεί πως η συγκεκριμένη υπηρεσία πραγματοποιείται με την υποστήριξη του Κλάδου Επαγγελματικών Προϊόντων L’Oréal Hellas και σε συνεργασία με τον κομμωτή Αναστάσιο Σταυρόπουλο.
Το κάνουμε εθελοντικά
Από την πρώτη στιγμή η Αγγελική Κανακάρη αγκάλιασε αυτή την πρωτοβουλία. Η ίδια με 30 χρόνια στον χώρο της κομμωτικής, τα τελευταία χρόνια ασχολείται ενεργά με την κοινωνική κομμωτική. «Αισθάνομαι χρήσιμη, νιώθω ότι με αυτό που προσφέρω είναι σαν να δίνω σε αυτούς τους ανθρώπους μια αγκαλιά», εξηγεί στα «ΝΕΑ» η Αγγελική Κανακάρη, η οποία μέσα σε αυτόν τον χρόνο επισκέφθηκε και δομές αστέγων, προκειμένου να παρέχει μαζί με άλλους εθελοντές αφιλοκερδώς κούρεμα και χτένισμα.
«Ολοι οι ωφελούμενοι μπαίνουν στον χώρο του Κοινωνικού Κομμωτηρίου σκεφτικοί, προβληματισμένοι, κάποιοι ακόμη και θλιμμένοι. Το σίγουρο είναι πως φεύγουν από εμάς με ένα χαμόγελο. Ξέρετε, πολλοί ρωτούν εμάς τους κομμωτές αν πληρωνόμαστε γι’ αυτό που κάνουμε. Οταν τους απαντάμε πως το κάνουμε εθελοντικά, τους φαίνεται παράξενο, πρωτόγνωρο». Προσθέτει, δε, πως κάποιοι άνθρωποι που έκαναν χρήση της υπηρεσίας ήταν και οι ίδιοι κομμωτές με δικά τους κομμωτήρια, στα οποία όμως λόγω οικονομικής κρίσης έβαλαν λουκέτο.
Σύμφωνα με την κοινωνική λειτουργό του ΚΥΑΔΑ Μαρίνα Πανταζή, Ελληνες και μετανάστες, άνδρες, γυναίκες αλλά και παιδιά είναι οι ωφελούμενοι, οι οποίοι λαμβάνουν τη συγκεκριμένη υπηρεσία. «Η φροντίδα αυτή που τους παρέχεται έχει θετικό αντίκτυπο στην ψυχολογία τους. Μην ξεχνάμε πως οι ωφελούμενοι είναι άνθρωποι στα όρια της φτώχειας, άστεγοι ή σε συνθήκες αστεγίας, ζουν δηλαδή σε αποθήκες ή σε χώρους χωρίς ρεύμα».
Έντυπη έκδοση «ΤΑ ΝΕΑ»