Δεν γινόταν αλλιώς, (θα) σταματούσες. Έπρεπε. Να σταματήσεις. Κάτι σαν προσκύνημα, τάμα. Δεν υπήρχε καν δίλημμα. Μόνο που το «στόμα με στόμα» της φήμης δεν γιγαντώθηκε λόγω μιας κάποιου είδους υποχρεωτικότητας με την κακή έννοια του όρου. Το μόνο που σε «υποχρέωνε» ήταν το «θέλω» σου να είσαι κι εσύ μέρος του φαινομένου. Ήταν η πιο θρυλική στάση στην ιστορία της ελληνικής Εθνικής οδού. Ο Levendi’s, με το όνομα!
Μια επιχείρηση πρωτοποριακή για τα τότε δεδομένα. Δεν έβρισκες κάτι παρόμοιο στα μέρη μας. Άνοιξε πρώτη φορά το 1962 και αμέσως έγινε σημείο αναφοράς για τους διερχόμενους οδηγούς. Μέχρι το 1990 βρισκόταν στο ρεύμα προς Λαμία, στο ύψος του Αγίου Κωνσταντίνου. Εκείνη τη χρονιά, μεταφέρθηκε στο απέναντι κομμάτι του δρόμου, σε νέα μεγαλύτερα και πιο σύγχρονα κτίρια, μαζί με ένα μοτέλ. Όλα κυλούσαν κατ’ ευχήν.
Τις ημέρες του «όλα καλά όλα ανθηρά» το μαγαζί λειτουργούσε 24 ώρες το 24ωρο και οι (ως και 105 κάποια στιγμή!) υπάλληλοι τελείωναν ξεθεωμένοι τη βάρδια τους έχοντας νωρίτερα τρέξει να εξυπηρετήσουν τους πελάτες, που έρχονταν ασταμάτητα. Υπολογίζεται πως περισσότεροι από 10.000 άνθρωποι περνούσαν ημερησίως από του Λεβέντη τις περιόδους αιχμής, ξέρετε, αυτές που οι δημοσιογράφοι περιγράφουν ως «μεγάλη έξοδος των εκδρομέων». Η ΛΕΑ (Λωρίδα Έκτακτης Κυκλοφορίας) γέμιζε από αυτοκίνητα και ο κόσμος περίμενε καρτερικά τη σειρά του για να εξυπηρετηθεί.
Τι το έκανε όμως τόσο ξεχωριστό; Σίγουρα η ποιότητα των παρεχόμενων προϊόντων και υπηρεσιών. Η διαφορετικότητα, επίσης. Ήταν ένα «φαστφουντάδικο» στα πρότυπα του εξωτερικού, σε εποχή που τέτοιου είδους μαγαζιά οι ντόπιοι το άκουσαν μόνο από τις διηγήσεις όσων είχαν πάει εκτός συνόρων. Τα παιδιά πετούσαν από χαρά στη σκέψη για το τι καλούδια τους περιμένουν. Και οι μεγάλοι, βεβαίως βεβαίως κι ας το έπαιζαν…cool. Ήταν και ο χώρος πολύ όμορφος. Μες το πράσινο, δίπλα στη θάλασσα, πραγματικά φόρτιζες μπαταρίες, σωματικά και ψυχικά, για να συνεχίσεις το ταξίδι σου. Σε ένα ιδανικό σημείο, χρονικά και χωροταξικά, πάνω που είχες περάσεις κοντά 2 ώρες στο αμάξι – αν ερχόσουν από Αθήνα όπως ήταν πολύ πιθανό – και κάτι για να «στυλωθείς» ή/και να πας τουαλέτα.
Και τι πήγε στραβά; Η εξέλιξη. Τόσο κυνικά. Όσο τα χρόνια περνούσαν, ο Levendi’s έπαψε να είναι το κάτι διαφορετικό. Ίσα ίσα, είχε μείνει πίσω στις θρυλικές εποχές του, δίχως να μπορεί να προσαρμοστεί στις νέες απαιτήσεις, δίχως να καταφέρνει να συμβαδίζει με τις προσταγές των καιρών.
Και το 2008 ήρθε η χαριστική βολή. Η ολοκλήρωση της νέας Εθνικής οδού έκοψε την πρόσβαση στους περαστικούς. Και, μεταξύ μας, καλώς συνέβη η αλλαγή. Μιλάμε για ένα από τα χειρότερα σημεία Εθνικής οδού που έχουν υπάρξει. Αν η παλιά Αθηνών-Πατρών ήταν ο εφιάλτης των απανταχού οδηγών, το πέταλο του Μαλιακού, όπου βρισκόταν ο Levendi’s, δεν ήταν διαφορετικό. Με απότομες στροφές και ανάποδες κλίσεις, χωρίς προστατευτική μπάρα και μιάμιση λωρίδα όλη κι όλη, ήταν «καρμανιόλα».
Βέβαια δεν το βλέπουν έτσι όσοι είχαν επιχειρήσεις που βρισκόντουσαν στο παλιό εκείνο κομμάτι του δρόμου. Αυτοί καταδικάστηκαν στο μαρασμό, στον αφανισμό. Οκτώ μήνες αφότου ο νέος δρόμος δόθηκε σε κυκλοφορία, ήρθε το λουκέτο για το θρυλικό Levendi’s.
Σήμερα από εκεί περνούν μόνο οι ντόπιοι, αυτοί που θέλουν να ρίξουν καμιά βουτιά στις γύρω παραλίες ή να θυμηθούν τα παλιά. Όσοι όμως έκαναν άλλοτε στο ταξίδι στην παλαιά Αθηνών-Λαμίας θυμούνται σίγουρα με νοσταλγία αυτή τη στάση, τις παρακάτω λέξεις: «Πάμε Λεβέντη;».