Απαγορεύεται από το δίκαιο της Πνευμ. Ιδιοκτησίας η καθ΄οιονδήποτε τρόπο παράνομη χρήση/ιδιοποίηση του παρόντος, με βαρύτατες αστικές και ποινικές κυρώσεις για τον παραβάτη
Γράφει Διονύσης Θανάσουλας
Ενίοτε ταξιδεύει στη Θεσσαλονίκη για να ενημερώσει από το προξενείο των ΗΠΑ τον σταθμό της CIA στην Αθήνα περί των πεπραγμένων του και επιστρέφει στην Καβάλα.
Οταν μετατίθεται στον σταθμό της Υπηρεσίας που στεγάζεται μέσα στο κτίριο της πρεσβείας των ΗΠΑ το 1973, δεν μπορεί να φανταστεί ότι 65 χρόνια μετά, στο λυκόφως της ζωής του, η δολοφονία του Γουέλς τον ακολουθεί ακόμη.
Μιλώντας στον δημοσιογράφο Τζέιμς Ρίζεν, συγγραφέα του βιβλίου «The last honest man», ο Εστές δηλώνει ξεκάθαρα ότι η δική μας Κεντρική Υπηρεσία Πληροφοριών (ΚΥΠ) διέρρευσε την ιδιότητα του Ρίτσαρντ Γουέλς ως σταθμάρχη της CIA στην Αθήνα στην αγγλόφωνη εφημερίδα «Athens News» και στην «Ελευθεροτυπία» τον Νοέμβριο του 1975.
Στο βιβλίο, σε συνέντευξη που παραχώρησε πέρυσι τον Αύγουστο στο YouTube, αλλά και προ ημερών στην ιστοσελίδα The Intercept που ειδικεύεται σε θέματα που άπτονται των υπηρεσιών ασφαλείας, το πρώην επιτελικό στέλεχος της CIA αποκαλύπτει άγνωστες πτυχές της υπόθεσης που σήμανε την εμφάνιση της 17Ν. Ανάμεσα σε αυτές είναι μια συνάντηση που είχε με τον τότε υποδιοικητή της ΚΥΠ, λίγο καιρό πριν από τη δολοφονία Γουέλς, όπου ο Ελληνας αξιωματούχος ρώτησε αν οι σχέσεις των δύο υπηρεσιών ήταν αρμονικές.
Είχε διαπιστώσει μαζί με τον τότε διοικητή Κωνσταντίνο Φέτση ότι οι Αμερικανοί δεν ήταν πλέον τόσο συνεργάσιμοι. Ο Εστές απάντησε διπλωματικά, κρατώντας για τον εαυτό του ότι η διαρροή της ιδιότητας του Γουέλς αλλά και άλλων Αμερικανών που δούλευαν στην πρεσβεία της Αθήνας μπορούσε να γίνει μόνο από την ΚΥΠ.
Στην ερώτηση γιατί να ισχύει κάτι τέτοιο, η απάντηση για τον Εστές είναι απλή, αφού όλα τα ονόματα Αμερικανών που διέρρευσαν και δημοσιοποιήθηκαν είχαν επαφές μόνο με αξιωματούχους της δικής μας ΚΥΠ.
Ο Ιωαννίδης και η εκδίκηση για την Κύπρο
Ο Ρον Εστές θεωρείται ένας από τους πιο ικανούς πράκτορες της CIA και ανέλαβε επιτελικές θέσεις μέχρι να συνταξιοδοτηθεί. Μέχρι πρότινος ελάχιστα ήταν γνωστά για τη δράση του, αφού δεν είχε μιλήσει ποτέ, ειδικά για τη δολοφονία του Γουέλς.
Μετά τους 16 μήνες στην Καβάλα, υπηρέτησε στον σταθμό της CIA στην Αθήνα για τρία χρόνια, αφού μιλούσε τέλεια την ελληνική γλώσσα, και συμπλήρωσε το πρώτο του tour στην Ελλάδα το 1960-61.
Η ένταση μεταξύ Κυπρίων και Τουρκοκυπρίων ανέβαινε μετά την απελευθέρωση του νησιού από τους Αγγλους και τον Δεκέμβριο του 1963 οι ταραχές που ξέσπασαν στη Λευκωσία ήταν βίαιες, με αγριότητες να λαμβάνουν χώρα και από τις δύο πλευρές.
Οι Αμερικανοί πολίτες εγκατέλειψαν το νησί, αλλά ο Εστές έμεινε στον σταθμό της CIA στη Λευκωσία, μέσα στη βομβαρδισμένη πρεσβεία, ώστε να συντονίζει τη δράση των πρακτόρων της Υπηρεσίας. Χάθηκε με τον Γουέλς για τα επόμενα δέκα χρόνια, παίρνοντας μεταθέσεις σε χώρες που ενδιέφεραν πολύ τις ΗΠΑ και το 1970 υπηρέτησε στη Βηρυτό για τρία χρόνια.
Δεν ξέχασε ποτέ την ημέρα που του ανακοίνωσαν ότι επέστρεφε στην Αθήνα το 1973 ως αναπληρωτής σταθμάρχης πλέον, ενώ σχεδόν δύο χρόνια μετά ο Ρίτσαρντ Γουέλς μετατίθεται στην πρωτεύουσα ως σταθμάρχης της CIA.
Οταν ο Εστές συναντάει τον δικτάτορα Δημήτρη Ιωαννίδη το καλοκαίρι του 1974 η κατάσταση στην Κύπρο είναι έκρυθμη, κάτι που διαπιστώνει ο Αμερικανός πράκτορας λίγο πριν από το πραξικόπημα της χούντας που ανέτρεψε τον Μακάριο.
Με βάση την πληροφόρηση που είχε ο Εστές ρωτάει τον δικτάτορα αν έχει αποφασίσει να επέμβει στην Κύπρο και αν σκέφτεται τις συνέπειες που θα έχει μια τέτοια κίνηση. Ο Ιωαννίδης τού λέει ότι δεν το έχει αποφασίσει και τον ρωτά αν οι συνέπειες έχουν να κάνουν με τις σχέσεις Αμερικής και Ελλάδας. «Μιλάω για τους Τούρκους», απαντά ο Αμερικανός πράκτορας, και τότε ο Ιωαννίδης έξαλλος ξεσπάει με φωνές: «Τους Τούρκους; Σε τρεις μέρες θα είμαι στην Κωνσταντινούπολη!». Ο Εστές καταλαβαίνει ότι μιλάει με έναν άνθρωπο που δεν αντιλαμβάνεται τι θα συμβεί, σηκώνεται να φύγει και κοιτώντας τον ψύχραιμα απαντά με τέσσερις λέξεις: «Θα είσαι, αλλά αιχμάλωτος».
Μετά το πραξικόπημα και την εισβολή των Τούρκων στην Κύπρο οι σχέσεις ΗΠΑ – Ελλάδας βρίσκονται στο ναδίρ, κάτι που συμβαίνει και με τις μυστικές υπηρεσίες των δύο χωρών. Η χούντα πέφτει, αλλά κάποιοι από την ΚΥΠ, σύμφωνα με τον Εστές, θέλουν να εκδικηθούν τους Αμερικανούς για την προδοσία της Κύπρου και έτσι δίνουν ονόματα πρακτόρων του σταθμού της CIA στην Αθήνα, σύμφωνα με όσα είπε ο Εστές στο βιβλίο, αλλά και στη συνέντευξη που παραχώρησε στο Intercept.
Στις αρχές του 1975 η ΚΥΠ έχει διοικητή τον μυστακοφόρο αντιστράτηγο Κωνσταντίνο Φέτση. Είναι άγνωστο αν γνώριζε τις προθέσεις κάποιων στελεχών της Υπηρεσίας να διαρρεύσουν ονόματα πρακτόρων της CIA σε ελληνικά ΜΜΕ.
Οπως θυμάται ο Ρον Εστές, κάποια στιγμή ο υποδιοικητής της ΚΥΠ ζήτησε να τον συναντήσει σε μπαρ του ξενοδοχείου «Χίλτον» και όταν πήγε, συζήτησαν για τις σχέσεις ανάμεσα στις Υπηρεσίες τους.
Τον Νοέμβριο της ίδιας χρονιάς η ιδιότητα του Γουέλς και η διεύθυνση της κατοικίας του στο Ψυχικό διαρρέει στην αγγλόφωνη εφημερίδα «Athens News» και στην «Ελευθεροτυπία», κάτι που ανησυχεί τον Εστές.
Του προτείνει να αλλάξει κατοικία, αλλά μετά από μια συζήτηση οι δύο άνδρες καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι «οι πολιτικές δολοφονίες δεν αποτελούσαν μέρος του ιστού της Ελληνικής Ιστορίας και κουλτούρας».
«Δεν εκτιμήσαμε καθόλου σωστά την κατάσταση», θα επισημάνει δεκαετίες μετά.
Η δολοφονία, ο εκτελεστής της ΕΟΚΑ Β’ και η αναφορά
Το Παλαιό Ψυχικό τη νύχτα είναι συνήθως ένα έρημο προάστιο, ειδικά τον χειμώνα, αφού οι κάτοικοι κλείνονται από νωρίς στα σπίτια τους. Κάτι που δεν συνέβαινε με τρεις ανθρώπους που περίμεναν μέσα σε ένα πράσινο Simca εκείνο το βράδυ του Δεκέμβρη πριν από 48 χρόνια.
Ηταν Τρίτη 23 Δεκεμβρίου, αργά το βράδυ, σε έναν δρόμο του αριστοκρατικού προαστίου όπου δέσποζε η βίλα που διέμενε παραδοσιακά ο εκάστοτε σταθμάρχης της CIA, τον οποίο περίμενε η τριάδα λίγα μέτρα μακριά από την είσοδο της κατοικίας του.
Στόχος τους ήταν ο Ρίτσαρντ Γουέλς, ένας επιτελικός αξιωματούχος της CIA που διηύθυνε τον σταθμό της Υπηρεσίας στην Αθήνα. Σε μια Ελλάδα όπου μόλις είχε επανέλθει η Δημοκρατία και προσπαθούσε να συνέλθει από την επταετία των συνταγματαρχών και την εισβολή στην Κύπρο, οι τρεις άντρες επέλεξαν ένα εντυπωσιακό χτύπημα.
Ο ένας από αυτούς έσφιγγε στο χέρι του ένα 45άρι Colt, γεμάτο και ελεγμένο εξονυχιστικά ώστε να μη συμβεί τίποτε όταν θα πάταγε τη σκανδάλη.
Ο Γουέλς είχε πάει μαζί με τη δεύτερη σύζυγό του Κίκα σε ένα χριστουγεννιάτικο κάλεσμα του Αμερικανού πρέσβη και παρότι είχε αντιληφθεί ότι το τελευταίο διάστημα κάποιοι τον παρακολουθούσαν, δεν ανησυχούσε. Πίστευε ότι πιθανόν να ήταν πράκτορες της KGB, αλλά φυσικά έκανε λάθος. Τη στιγμή που η λιμουζίνα στην οποία επέβαινε έφτασε στην είσοδο της κατοικίας του, οι τρεις βγήκαν από το αυτοκίνητο και επιτάχυναν το βήμα τους.
Η ώρα ήταν περίπου δέκα, φορούσαν όλοι κουκούλες και μόλις πλησίασαν τον στόχο τους, οι δύο απομάκρυναν τη σύζυγο και τον οδηγό του Γουέλς, ενώ ο τρίτος τού είπε να σηκώσει ψηλά τα χέρια.
H εκτέλεση
Οταν ο Γουέλς απάντησε «Τι;» στα αγγλικά, ο εκτελεστής πυροβόλησε τρεις φορές τον σταθμάρχη της CIA, που έπεσε αμέσως νεκρός αφού η μία σφαίρα πέτυχε την αορτή της καρδιάς, την πρώτη και κυρίαρχη αρτηρία του σώματος.
Το θρυλικό στα χρόνια που ακολούθησαν 45άρι Colt της 17Ν, αυτό που δεν έχει βρεθεί μέχρι σήμερα -όπως δεν έχει βρεθεί και ο εκτελεστής του Αμερικανού σταθμάρχη- είχε «πιάσει» δουλειά, και η τρομοκρατική οργάνωση μόλις ξεκινούσε τη ματωμένη πορεία της.
Η τριάδα απομακρύνθηκε με γρήγορα βήματα αλλά χωρίς να τρέχει, μπήκε στο πράσινο Simca και αναπτύσσοντας ταχύτητα χάθηκε μέσα στους δρόμους του Ψυχικού, την ίδια στιγμή που οι κραυγές της κυρίας Γουέλς θρυμμάτιζαν την ηρεμία της νύχτας.
Λίγα λεπτά αργότερα, ο οδηγός του σταθμάρχη χτύπησε την πόρτα του διαμερίσματος όπου έμενε η αρραβωνιαστικιά του Ρον Εστές, ξέροντας ότι ήταν εκεί. Εφυγαν μαζί και φτάνοντας στο σημείο, ο Εστές γονάτισε και είδε το πρόσωπο του Ντικ πλημμυρισμένο στο αίμα, διαπιστώνοντας ταυτόχρονα ότι ήταν νεκρός.
«Δεν χρειάστηκε να ψάξω για σφυγμό», είπε στο Intercept για το βράδυ που δεν ξέχασε ποτέ, για το πώς συνόδευσε τον νεκρό φίλο του στο νοσοκομείο συνοδεία ενός περιπολικού, καθώς και το σμάρι των δημοσιογράφων που κατέφτασε. Ανάμεσά τους ήταν και ο Στίβεν Ρόμπερτς, ανταποκριτής των «New York Times» στην Αθήνα, και όπως διαπίστωσε ο Εστές, δεν ήταν ο μόνος που ήξερε την ιδιότητα του Γουέλς.
Φρόντισε να φύγει αμέσως για την πρεσβεία προκειμένου να ενημερώσει τα κεντρικά της Υπηρεσίας στο Λάνγκλεϊ για τη δολοφονία μιλώντας από «ασφαλή γραμμή». Μίλησε με ανώτατο στέλεχος της CIA το οποίο του ζήτησε να στείλει άμεσα αναφορά για το συμβάν ώστε να ενημερωθεί ο πρόεδρος Τζέραλντ Φορντ.
Την επόμενη μέρα το πρωί o Εστές, που δεν είχε κλείσει μάτι, ενημέρωσε τους πράκτορες που είχαν μαζευτεί στο γραφείο του Γουέλς για όσα είχαν γίνει. Κάνα δυο άρχισαν να κλαίνε, ένας πήγε να πάρει πιστόλι για να σκοτώσει τον σταθμάρχη της KGB στην Αθήνα, και από εκείνη τη στιγμή σχεδόν όλες οι επιχειρήσεις πέρασαν σε δεύτερη μοίρα. Πρωταρχικό μέλημα των Αμερικανών ήταν να βρουν τον δολοφόνο του Ντικ, οπότε άρχισε το κυνήγι συλλογής πληροφοριών από πηγές στην Ελλάδα.
Κανείς δεν ήξερε τίποτε για τη 17Ν, μια νεοσύστατη τρομοκρατική οργάνωση που ανέλαβε την ευθύνη για το χτύπημα, ενώ οι έρευνες των ελληνικών αρχών ήταν εντελώς άστοχες και χωρίς προσανατολισμό.
Ο Εστές και το κλιμάκιο της CIA στην Αθήνα πληροφορήθηκαν για έναν εκτελεστή της ΕΟΚΑ Β’ ο οποίος βρισκόταν στην πρωτεύουσα και αναχώρησε για την Κύπρο το πρωί μετά τη δολοφονία του Γουέλς. Τον εντόπισαν μέσω ενός «συναδέλφου» του, επίσης Κύπριου, και όταν ρωτήθηκε αν ήξερε τίποτε, αρνήθηκε οποιαδήποτε εμπλοκή του και ζήτησε να περάσει από ανιχνευτή ψεύδους της CIA. Αποδείχτηκε καθαρός και μετά από μήνες ερευνών ο Ρον Εστές συνέταξε μια εκτενή αναφορά για τη δολοφονία του Ρίτσαρντ Γουέλς, στην οποία επεσήμανε ότι η διαρροή των στοιχείων του σταθμάρχη έγινε από την ΚΥΠ ως κίνηση εκδίκησης της Ελλάδας για την πολιτική των ΗΠΑ στην Κύπρο που μέτραγε τις πληγές του «Αττίλα».