TΗΣ ΛΟΥΚΙΑΣ ΧΡΥΣΟΒΙΤΣΑΝΟΥ
“…Τα κόκκινα, τα πράσινα, τα μπλε σου τα βραχιόλια, τρελάναν τα Πετράλωνα και ‘καψαν τα Σεπόλια” τραγούδησε πριν από έξι δεκαετίες, ο Δημήτρης Χορν στην ταινία «Η Αθήνα τη νύχτα».
Σήμερα, εάν υπάρχει ένα αστικό κομμάτι της Πρωτεύουσας, που εξακολουθεί όχι απλά να συντηρεί αλλά να αναζωοπυρώνει την ατμόσφαιρα της παλιάς ασπρόμαυρης Αθήνας, αυτό μπορεί κανείς να το αναζητήσει, και μάλιστα στην απόλυτη αυθεντικότητά του, μόνο στα στενά των Πετραλώνων: Από το παλιό Πιλοποιείο του Πουλόπουλου με τη χαρακτηριστική ομώνυμη γέφυρα και τον Λόφο του Φιλοπάππου και από την καταπράσινη αυλή του Ζέφυρου μέχρι την ιστορική γειτονιά του Ασυρμάτου, που πήρε το όνομά της από την Ναυτική Σχολή Πολέμου (Σχολή Ασυρμάτου).
Ο θαυμαστός κόσμος των Πετραλώνων κινείται εδώ και χρόνια, σε μια πραγματικότητα δύο ταχυτήτων που όμως είναι απόλυτα εξοικειωμένη με αυτή τη διπολική της υπόσταση.
Από τη μία, τα παλιά, γραφικά ουζερί και ταβερνάκια στα σοκάκια και στους πεζοδρόμους που συνεχίζουν να μοσχοβολούν ζουμπούλι και βασιλικό και από την άλλη η χιπστερική ανασύνθεση μίας πόλης που κινείται με φόρα στο μέλλον. Ευτυχώς όμως, εδώ, η στερεοτυπική έννοια της παλιάς αθηναϊκής γειτονιάς έχει παραμείνει άφθαρτη στο χρόνο. Και αυτό είναι κάτι που φαίνεται, στα τραπέζια των παραδοσιακών καφενείων αλλά και κάποιων πιο νέων που όμως κουβαλούν την αίγλη της μεταπολεμικής Αθήνας, στα μπαλκόνια των νεοκλασικών που ακόμα στολίζονται από ολάνθιστα περβάζια και από υπερήλικες που σε καλημερίζουν με ένα φλιτζάνι ελληνικού καφέ στο χέρι, στις πλατείες που γεμίζουν από τους «βετεράνους» της γειτονιάς, στα νέο-παραδοσιακά παντοπωλεία που κερνούν γλυκά του κουταλιού, χύμα όσπρια, μέχρι και «ψαγμένες» vegan λιχουδιές.
Όλοι και όλα, αναχρονιστικά και εκσυγχρονισμένα, χωρούν στη φιλοσοφία των Πετραλώνων. Παρελθόν και μέλλον μαζί, τίποτα δε λείπει, τίποτα δεν περισσεύει, γιατί όπως είπε και ο σπουδαίος Γιώργος Σεφέρης «σβήνοντας ένα κομμάτι από το παρελθόν είναι σαν να σβήνεις κι ένα αντίστοιχο κομμάτι από το μέλλον».
Ραντεβού στα Άνω Πετράλωνα, εκεί που ο χρόνος σταματά
Ανατολικά, πάνω από τις γραμμές του Ηλεκτρικού Σιδηροδρόμου εκτείνονται, τα αρχοντικά, Άνω Πετράλωνα. Παρεϊστικα μαγαζάκια με αυλές και τραπεζάκια στους ήσυχους πεζόδρομους της γειτονιάς, ντελικάτα μπαράκια, παλιοί καφενέδες και παραδοσιακά ουζερί, συνθέτουν το πολυσυλλεκτικό και μποέμ προφίλ της πλευράς αυτής των Πετραλώνων, σε ένα αστικό περιβάλλον που πλαισιώνεται από χαμηλές οικοδομές με λουλουδιασμένες γλάστρες στα μπαλκόνια, σπίτια ερειπωμένα και πλατείες μικρές όμως όμορφα γεμάτες από ανθισμένες νεραντζιές και παιδικές φωνούλες. Σημείο αναφοράς, ο λόφος Δεξαμενής, στη διασταύρωση των οδών Κοίλης και Καλλιρόης, κάτω από τον οποίο ρέει υπογείως ο Ιλισός ποταμός.
Στα «πόδια» αυτού του λόφου, το ρετρό μπαράκι «Επί της Δεξαμενής» ( Ιολάου 29) με τις τζαμαρίες να αγκαλιάζουν περιμετρικά τις καμπυλόγραμμες φόρμες του κτιρίου του και με την παρεϊστικη old fashioned μπάρα του σερβίρει καλοφτιαγμένα κοκτέιλς σε χαλαρούς, πάντα, ρυθμούς.
Από την άλλη, η οδός Κοίλης, γνωστή για τα λαοφιλή μεζεδοπωλεία, τα συνοικιακά μαγαζάκια και τα Κρητικόφιλα στέκια της, αλλά και η οδός Τρώων με ατμόσφαιρα και αισθητική της παλιάς Αθήνας που προσφέρεται ιδανικά για χαλαρές βόλτες με τα πόδια ή το ποδήλατο -στο πεζοδρομημένο τμήμα της-, είναι δύο από τους πλέον χαρακτηριστικούς δρόμους των Άνω Πετραλώνων.
Στο νούμερο 36, άλλωστε, της οδού Τρώων, εδρεύει από το 1938, ο ιστορικός κινηματογράφος Ζέφυρος, ένα από τα πρώτα σινεμά της πρωτεύουσας που ξεκίνησε ως χώρος παρουσίασης θεάτρου σκιών και βαριετέ και μετέπειτα εξελίχθηκε σε αίθουσα προβολής κινηματογραφικών ταινιών.
Η πλατεία Μερκούρη κάποτε “γήπεδο” για τους πιτσιρικάδες που έπαιζαν μπάλα με τον φόβο μήπως το τρόλεϊ Πετράλωνα-Κυψέλη τους πατήσει τη μπάλα, έχει σήμερα μεταμορφωθεί σε κλειστού τύπου αποικία των Εξαρχείων με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την εικόνα και την ατμόσφαιρά της, αλλοιώνοντας έτσι την παραδοσιακή αίσθηση της ανοιχτής σε όλους γειτονιάς.
Πολύ κοντά και πάνω στον ίδιο δρόμο (στη συμβολή με την οδό Ιώνων), βρίσκεται και η διάσημη για τα μερακλίδικα κεφτεδάκια της, ταβέρνα Αστέρ, αγαπημένο στέκι τόσο των locals όσο και των τουριστών, καθώς και το πιο νέο στη γειτονιά, Sole Giaguaro (Τρώων 66) του γνωστού από το Master chef, Ιταλού chef, Giovanni Scaraggi.
Στα Άνω Πετράλωνα και στην Τριών Ιεραρχών, βρίσκεται και το fine dining εστιατόριο “Herve” με δημιουργικά πιάτα που μαρτυρούν τις καταβολές του φημισμένου του Γάλλου σεφ του, Herve Pronzato. Στον ίδιο δρόμο και το σοφιστικέ wine bar «Το Κοπερτί» που ενώνει στα τραπέζια του, τις οινοφιλικές παρέες της γειτονιάς.
Ωστόσο, «βασίλισσα» στην πιάτσα των Άνω Πετραλώνων παραμένει η ιστορική, πλέον, Ταβέρνα του Οικονόμου (Τρώων 41) που άνοιξε τις πόρτες της το 1930 και έκτοτε δε σταμάτησε να ελκύει φανατικούς καλοφαγάδες στη σάλα της που έρχονταν ακόμα και από πολύ μακριά, μόνο και μόνο, για να γευτούν τα κορυφαία λαδερά και τις παραδοσιακές λιχουδιές που μαγείρευε στις κατσαρόλες της.
Και μετά το φαγητό, μία βόλτα στα μπαράκια της πλατείας Μερκούρη (δημοφιλές τοπόσημο, και αυτή, των Άνω Πετραλώνων), εκεί όπου, μεταξύ άλλων, βρίσκεται ένα ακόμα προσφιλές σημείο της περιοχής, θαρρεί πλέον κανείς, ταυτόσημο με το πορεία της γειτονιάς στον χρόνο, το παντοπωλείο «Συνοικία το όνειρο». Δε χρειάζεται να είναι κανείς λάτρης του παλιού καλού ελληνικού κινηματογράφου για να καταλάβει ότι το μαγαζί πήρε το όνομά του από την ομώνυμη θρυλική ταινία του Αλέκου Αλεξανδράκη (στην πρώτη του σκηνοθετική απόπειρα) που γυρίστηκε στα Ατταλιώτικα και συγκεκριμένα στη σημερινή οδό Υπερίωνος.
Τα Ατταλιώτικα, δυτικά του Φιλοπάππου, ήταν ο συνοικισμός που έγινε γνωστός και πήρε το όνομά του από τους χιλιάδες πρόσφυγες, που έφυγαν από την Αττάλεια και την Αλάια της Μ. Ασίας και κατέκλυσαν την Πρωτεύουσα μετά τη Μικρασιατική καταστροφή του 1922, χτίζοντας εκεί τα παραπήγματά τους με λαμαρίνες και πέτρες.
Στην πιο σύγχρονη ιστορία, το όνομα που έμεινε πλέον, να συνοδεύει τον συνοικισμό, είναι αυτό του Ασυρμάτου, εξ’ ου και η περίφημη συνοικία του Ασυρμάτου, που πήρε το όνομά της από τη Σχολή Ασυρμάτου του Πολεμικού Ναυτικού.
Στα μέσα της δεκαετίας του ’50 η συνοικία αναβαθμίστηκε, καθώς στη θέση των παραπηγμάτων που κατεδαφίστηκαν -ύστερα από εντολή της βασίλισσας Φρειδερίκης- χτίστηκαν 150 νέες πέτρινες κατοικίες που άλλαξαν εντελώς το σκηνικό της περιοχής και έμειναν γνωστές στην πρόσφατη ιστορία ως «Πέτρινα». Εκεί και η πολυκατοικία του Ασυρμάτου που χτίστηκε το 1967 σε σχέδια της αρχιτέκτονος Έλλης Βασιλικιώτη με σκοπό τη στέγαση οικογενειών με χαμηλά εισοδήματα.
Κάτω Πετράλωνα ή αλλιώς, επιστροφή στο μέλλον
Με πυκνότερη δόμηση, ψηλότερες πολυκατοικίες, λιγότερους ελεύθερους χώρους και χώρους πρασίνου αλλά και με πιο ζωηρή καθημερινότητα -ίσως και με πιο ενδιαφέρουσα βραδινή ζωή-, τα Κάτω Πετράλωνα διαχωρίζουν το αισθητικό τους προφίλ από αυτό των Άνω Πετραλώνων, κυρίως λόγω του ότι ξεκίνησαν το αστικό τους ταξίδι λίγο μετά τα μέσα της δεκαετίας του ’60, τότε δηλαδή που η οικοδόμηση της σύγχρονης Αθήνας άρχισε να θεριεύει.
Στην αρχή, και μέχρι το 1925, όπερ και απαγορεύτηκε δια νόμου η κυκλοφορία κατσικιών στην περιοχή, η συνοικία των Κάτω Πετραλώνων έφερε την ονομασία «Κατσικάδικα» καθότι εκεί έβοσκαν οι βοσκοί τα κοπάδια τους. Σήμερα και με την εικόνα που εμφανίζει το κομμάτι αυτό των Πετραλώνων, δύσκολα ο νους μπορεί να συνδυάσει την εποχή που εδώ έστεκαν οι στάνες των βοσκών, με το τώρα που οι δρόμοι έχουν γεμίσει από «ψαγμένα» μπαράκια, μοντέρνα εστιατόρια και προσεγμένα καφέ.
Σήμα κατατεθέν της περιοχής η παλιά νηματουργία Μέντης-Αντωνόπουλος (Πολυφήμου 6), μία από τις παλαιότερες βιοτεχνικές και εμπορικές επιχειρήσεις της Ελλάδας στο χώρο της επεξεργασίας νημάτων και παραγωγής ειδών passementerie (γαλόνια, τρέσες, σιρίτια, κορδόνια, φράντζες, φούντες κλπ), που πέρασε, πριν από χρόνια, με δωρεά, στην ιδιοκτησία του Μουσείο Μπενάκη για να μεταμορφωθεί σε εργαστήριο-μουσείο παραδοσιακών τεχνικών κλωστοϋφαντουργίας.
Στην οδό Αλκμήνης και σε μία παλιά αποθήκη κάρβουνου, στεγάζεται από τα μέσα της δεκαετίας του ’90, το ομώνυμο θέατρο, σταθερή αξία στις προτιμήσεις του θεατρόφιλου κοινού της Αθήνας. Στον ίδιο δρόμο και το καφέ-μεζεδοπωλείο «Το Λαμπόρι» (Αλκμήνης 23-25) με κρεατομεζέδες, κρασοκατάνυξη και live ρεμπέτικες και λαϊκες βραδιές που τιμούν ιδιαίτερα οι φοιτητοπαρέες του Κέντρου. Μερικά νούμερα πιο πάνω και στον αριθμό 7, το μαξιμαλιστικό Upupa Epops, το δημοφιλές και πέρα των κατοίκων της γειτονιάς, μπαράκι με το ευφάνταστο όνομα (προκύπτει από την επιστημονική ορολογία του τσαλαπετινού) που ένωσε τρία μεσοπολεμικά κτίσματα σε ένα οικόπεδο και έφτιαξε έναν χώρο που αποτυπώνει τον δυναμισμό του Μεξικάνικου στυλ και συγχρόνως την ατμόσφαιρα των αυλών του εξωτικού Μαρόκου.
Η οδός Κειριαδών, που εκτείνεται παράλληλα με τις γραμμές του τρένου και κάπου μεταξύ Κεραμικού και Κάτω Πετραλώνων μπορεί για πολλούς να είναι άγνωστη, για εκείνους όμως που αγαπούν τις βόλτες στα στενά των Πετραλώνων είναι κάτι παραπάνω από γνώριμη.
Εκεί, βρίσκεται το ρετρό Σπιρτόκουτο, ένας all day χώρος με χαλαρή, απροσποίητη ατμόσφαιρα, ποπ αισθητική, D.I.Y décor και εξωστρεφή μπάρα για παρεϊστικες συναντήσεις με περιποιημένους καφέδες, μπύρες και κοκτέιλς. Στον ίδιο δρόμο και συγκεκριμένα στη συμβολή των οδών Κειριαδών και Ιπποθοντίδων, γράφεται εδώ και χρόνια μια ακόμα, βαθιά νόστιμη, μαγειρική ιστορία, στην κουζίνα του εστιατορίου Βόλτα με τίμια πιάτα που αγαπούν τα αγνά ελληνικά υλικά, τις χειροποίητες παρασκευές και τις αυθεντικές ελληνικές συνταγές.
Σε εντελώς διαφορετική φιλοσοφία και σε περιβάλλον που εκπέμπει party vibes, coolness και ερωτισμό, το bar-restaurant Andaman (Αλόπης 65). Δυνατά του χαρτιά, η εκπληκτική, καταπράσινη ταράτσα του, η πλουραλιστική σάλα του ντυμένη σε θερμούς τόνους αλλά και τα γεμάτα χρώμα και εξωτισμό πιάτα και κοκτέιλς του που ταξιδεύουν τους θαμώνες, στη μεθυστική γοητεία της μακρινής Ταϊλάνδης.
Λίγα μέτρα πιο πάνω και στον βιομηχανικό χώρο ενός παλιού εργοστασίου που έγινε γνωστός στο ευρύ κοινό ως πολυχώρος της γκαλερί Ζουμπουλάκη, στεγάζεται το δημοφιλές bar, Line (Αγαθοδαίμονος 37 και Ορέστου 1), το οποίο πρόσφατα κέρδισε τον τίτλο του «Καλύτερου Νέου Κοκτέιλ Μπαρ Παγκοσμίως». Στην ανήσυχη μπάρα του, στη λιτή αλλά εμπνευσμένη σάλα του αλλά και στη μικρή καταπράσινη αυλή του που κρύβεται στο βάθος, κυκλοφορούν homemade κοκτέιλς, νομαδικές μπύρες, προζυμένια ψωμιά και προσεγμένο bar food, όλα αυτά υπό τις dance μουσικές της πάντα ανεβαστικής κονσόλας του.