Πώς οργανώθηκε και υλοποιήθηκε η τοποθέτηση 750 κιλών εκρηκτικών κάτω από τη «Μεγάλη Βρεταννία» – Ο Τσόρτσιλ στην Αθήνα τα Χριστούγεννα του 1944 – Πώς αποφεύχθηκε την τελευταία στιγμή η πυροδότηση των εκρηκτικών – Η συνάντηση του Τσόρτσιλ με τις αντιμαχόμενες πλευρές στις 26 Δεκεμβρίου 1944- Η ταινία «Το Κόκκινο Τρένο» για το σαμποτάζ που δεν έγινε ποτέ
Με τη Συμφωνία της Καζέρτας στις 26 Σεπτεμβρίου 1944 εγκρίθηκε η παράδοση της ανώτατης διοίκησης όλων των τακτικών και αντάρτικων δυνάμεων του Στρατού της Ελλάδας, λίγο πριν την απελευθέρωσή της στον Βρετανό Στρατηγό Ronald Scobie. Ακολούθησε η Διάσκεψη της Μόσχας στις 9 Οκτωβρίου 1944, στην οποία ο Τσόρτσιλ επέμεινε, απέναντι στον Στάλιν στο ποσοστό επιρροής 90% – 10% στην Ελλάδα, προσφέροντας μεγαλύτερη επιρροή σε άλλες βαλκανικές χώρες (Ρουμάνια, Βουλγαρία), αλλά και την Ουγγαρία. Τη «συμφωνία της χαρτοπετσέτας ή των ποσοστών», όπως είναι γνωστή αυτή, αναφέρει μόνο ο Τσόρτσιλ στα Απομνημονεύματά του.
Σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις τον Σεπτέμβριο του 1944 είχε πραγματοποιηθεί στη Λισαβόνα της, ουδέτερης, Πορτογαλίας συνάντηση μεταξύ Βρετανών και Γερμανών, η μοναδική μάλιστα σε όλη τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, με θέμα την εγκατάλειψη της Ελλάδας από τους ναζί. Με βάση αυτή τη Συμφωνία οι Γερμανοί θα αποχωρούσαν ανενόχλητοι από την Ελλάδα, με μοναδική υποχρέωση να παραδώσουν αμαχητί τη Θεσσαλονίκη στους Βρετανούς, έτσι ώστε να εξασφαλιστεί η παραμονή της χώρας μας υπό βρετανική επιρροή. Οι πλέον σημαντικές αναφορές για τη συνάντηση αυτή έγιναν από τον Albert Speer, Υπουργό του Χίτλερ, λίγα χρόνια πριν πεθάνει, μετά την αποφυλάκισή του και από τον Alfred von Oven εκπρόσωπο Τύπου άλλου Γερμανού υπουργού.
Οι Γερμανοί (9 μεραρχίες) αποχώρησαν από την Αθήνα στις 12 Οκτωβρίου 1944 και λίγες μέρες αργότερα, στις 18 Οκτωβρίου, ο Γεώργιος Παπανδρέου σχημάτισε κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας. Στις 5 Νοεμβρίου ο Παπανδρέου ανακοίνωσε ότι μετά από συμφωνία με τον Scobie οι δυνάμεις του ΕΛΑΣ θα «αποστρατεύονταν» ως τις 10 Δεκεμβρίου 1944. Το ΚΚΕ που αγνοούσε τη συμφωνία της Μόσχας, αντέδρασε. Στις 2 Δεκεμβρίου οι έξι υπουργοί του ΕΑΜ αποχώρησαν από την Κυβέρνηση.
Την επόμενη μέρα χιλιάδες Αριστεροί συμμετείχαν σε ένα μεγάλο συλλαλητήριο στην Πλατεία Συντάγματος. Εκεί δέχτηκαν καταιγισμό πυρών από τις δυνάμεις ασφαλείας με αποτέλεσμα πολλοί να σκοτωθούν. Στις 4 Δεκεμβρίου 1944 μετά τις κηδείες των θυμάτων ξέσπασαν νέες πολύνεκρες συγκρούσεις με τη συμμετοχή και στρατιωτικών δυνάμεων του ΕΛΑΣ. Το ίδιο βράδυ ο Παπανδρέου παραιτήθηκε, όμως μεταπείστηκε από τον Scobie. Ο Βρετανός, έλαβε εντολή από τον Τσόρτσιλ να συμπεριφερθεί σαν σε κατακτημένη πόλη σε εξέγερση και να καταστρέψει τις μαχόμενες δυνάμεις της Αριστεράς.
Κατά τα λεγόμενα «Δεκεμβριανά», όπως είναι γνωστό, αρχικά όλη σχεδόν η Αθήνα βρισκόταν υπό τον έλεγχο του ΕΛΑΣ. Από τις αρχές του δεύτερου δεκαπενθήμερου του Δεκεμβρίου οι ελλείψεις σε πυρομαχικά και εφόδια άρχισαν να δημιουργούν προβλήματα στους Ελασίτες, οι οποίοι όμως εξακολουθούσαν να έχουν επιτυχίες, όπως η σύλληψη εκατοντάδων Άγγλων αξιωματικών και στρατιωτών που έδωσε τη δυνατότητα στον ΕΛΑΣ να εξοπλιστεί με πυρομαχικά και μεταφορικά μέσα και ανάγκασε τον Τσόρτσιλ να αποφασίσει να έρθει στην Ελλάδα για να δώσει τέλος στην εμφύλια διαμάχη, καθώς οι Βρετανοί κινδύνευαν να χάσουν την επιρροή της εξουσίας που είχαν συμφωνήσει με τον Στάλιν.
Το παράτολμο σχέδιο του ΕΑΜ για ανατίναξη του ξενοδοχείου «Μεγάλη Βρεταννία»
Παρά τη συνεχιζόμενη αντίσταση και τις σποραδικές επιτυχίες η αριστερή ηγεσία αποφάσισε ότι η τελευταία ελπίδα για κατάληψη της πόλης ήταν η καταστροφή της «Μεγάλης Βρεταννίας»,του εμβληματικού ξενοδοχείου στην Πλατεία Συντάγματος. Εκεί διέμεναν τότε οι περισσότεροι πολιτικοί, τα μέλη των διπλωματικών αποστολών, το Γενικό Βρετανικό Επιτελείο και οι στρατιωτικές αποστολές ΕΣΣΔ και Η.Π.Α.
Φαίνεται ότι αυτή η σκέψη υπήρχε στην ηγεσία της Αριστεράς από καιρό, καθώς είχε προμηθευτεί τα σχεδιαγράμματα των υπονόμων της Αθήνας από τον αρχιμηχανικό του Δήμου Αθηναίων. Αφού το μελέτησαν διεξοδικά κατέληξαν σε δυο πιθανές υπόγειες διαδρομές που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν ως το ξενοδοχείο. Τις περιγράφει με εξαιρετικό τρόπο ο Παναγιώτης Δευτεραίος στο βιβλίο του «ΥΠΟΓΕΙΑ ΑΘΗΝΑ» (3η έκδοση), μαζί με πολλές ακόμα πληροφορίες για το τι κρύβεται κάτω από την πρωτεύουσα. Σύμφωνα λοιπόν με όσα αναφέρει ο Π. Δευτεραίος, η πρώτη διαδρομή ξεκινούσε από εκεί που η κεντρική γαλαρία του χείμαρρου Κυκλοβόρου κατέληγε στο ρέμα του Προφήτη Δανιήλ, ακολούθως διερχόταν από τον Κεραμεικό και το Μοναστηράκι, διέτρεχε υπόγεια την Ερμού και έφτανε μέχρι τα θεμέλια του ξενοδοχείου. Είχαν εντοπιστεί και ενδιάμεσα φρεάτια που χρησιμοποιήθηκαν ως σημεία πρόσβασης, κοντά στην εκκλησία του Προφήτη Δανιήλ και στην περιοχή των οδών Θερμοπυλών και Πλαταιών στο Μεταξουργείο.
Μια δεύτερη πιθανή θέση πρόσβασης στο Μεταξουργείο ήταν στην περιοχή των οδών Αχιλλέως και Λένορμαν και οδηγούσε είτε στη διακλάδωση της οδού Πλαταιών (και στη συνέχεια της πρώτης διαδρομής) είτε σε μια δεύτερη, διαφορετική διαδρομή.
Η διαδρομή αυτή περνούσε κάτω από τις οδούς Δεληγιώργη, Ζήνωνος, Πειραιώς και Σταδίου και κατέληγε επίσης κάτω από το ξενοδοχείο.
Αρχικά επιλέχθηκε η πρώτη διαδρομή με πρόσβαση από τα φρεάτια του Μεταξουργείου και εξερευνήθηκε από ειδικούς. Σύμφωνα με το στέλεχος του ΚΚΕ Νίκο Κυριακίδη οι χάρτες των υπονόμων μελετήθηκαν από δυο «συντρόφους»: έναν μηχανικό ειδικευμένο στους υπονόμους του Βελγίου και έναν Υπολοχαγό του Μηχανικού, ειδικευμένο στα εκρηκτικά. Οι πρώτοι που κατέβηκαν για εξερεύνηση διέσχισαν τη διακλάδωση της οδού Πλαταιών, που τους οδήγησε κάτω από την Ερμού και στη συνέχεια κάτω από το ξενοδοχείο. Τη συνέχιση της αποστολής ανέλαβε η «Ομάδα 17» με τη συμμετοχή τουλάχιστον 80 ατόμων, με τη συνεργασία ειδικών δυναμιτιστών του ΕΛΑΣ. Η πορεία που ακολούθησαν στους υπονόμους ήταν κάτω από τις οδούς Αχιλλέως, Πλαταιών, Κεραμεικού, Σαλαμίνος, συνέχιζε κάτω από τους Αγίους Ασωμάτους, έφτανε στην Ερμού, περνούσε κάτω από την Καπνικαρέα και κατέληγε ακριβώς κάτω από το ξενοδοχείο. Η υπόγεια διαδρομή ήταν πολύ δύσκολη καθώς στις στοές υπήρχαν βρόμικα νερά και σε πολλά σημεία τα περάσματα ήταν τόσο χαμηλά που ανάγκαζαν όσους συμμετείχαν να έρπουν. Επίσης, τα εκρηκτικά δεν έπρεπε να βραχούν.
Αναλυτική περιγραφή για την επεισοδιακή και δύσκολη επιχείρηση της τοποθέτησης των εκρηκτικών κάνει ο Γάλλος Dominique Eudes στο, σπάνιο σήμερα, βιβλίο «Οι Καπετάνιοι» που εκδόθηκε το 1970. Παρά το ότι κάποια στοιχεία απ’ όσα παραθέτει δεν είναι επαληθεύσιμα, όσα γράφει είναι ιδιαίτερα ενδιαφέροντα, καθώς προέρχονται από μαρτυρίες καπετάνιων της Αντίστασης. Γράφει λοιπόν ο Eudes (σελ. 274-275):
«Εκλέγεται η πρώτη διαδρομή. Τα εκρηχτικά μεταφέρονται τη νύχτα της 23ης προς την 24η. Το μηχάνημα της ηλεκτρικής πυροδότησης στήνεται σ’ ένα σπίτι κοντά στην είσοδο του υπονόμου. Τη στιγμή που φτάνουν τα εκρηκτικά που θα διοχετευθούν υπογείως, οι Άγγλοι κάνουν μία φοβερή επίθεση στη συνοικία. Η επιχείρηση μεταφέρεται την επομένη στη δεύτερη διαδρομή. Μία μέρα χαμένη της οποίας κανένας δεν υποψιάζεται ακόμα τις συνέπειες.
Στις 24, στις 9 το βράδυ, οι άντρες του Βρατσάνου και τέσσερις τεχνικοί του ΕΛΑΣ μπαίνουν πρώτοι από μία είσοδο του υπονόμου, πίσω από την εκκλησία του Προφήτη Δανιήλ. Το παγωμένο νερό τους έρχεται μέχρι τη μέση, αλλά στην αρχή οι σωληνώσεις είναι φαρδιές και καινούριες. Ύστερα από μιάμιση ώρα πορείας, φτάνουν στο θολό λαβύρινθο της Ομόνοιας. Η συνέχεια της διαδρομής γίνεται μέσα από παλιούς και στενούς σωλήνες που αναδίνουν μία ανυπόφορη μυρουδιά. Ευτυχώς ο καιρός είναι ξηρός και δεν τρέχει πολύ νερό. Τηλεφωνικά καλώδια απλώνονται κατά μήκος των πλευρών. Κρέμονται πάνω στους τοίχους από μεταλλικούς γάντζους που στενεύουν ακόμη περισσότερο το πέρασμα. Οι δυναμιτιστές συνοδεύονται από δεκαπέντε ενόπλους. Πίσω τους, καμμιά εξηνταριά αντάρτες, άντρες και γυναίκες, αρχίζουν να μεταφέρουν του πυροδοτήρες, τα καλώδια και τα εκρηκτικά. 750 κιλά νιτροτολουόλη: όση χρειάζεται για να κονιορτοποιηθεί το Σύνταγμα. Οι σάκοι πιάνονται στα τηλεφωνικά καλώδια. Οι άντρες πρέπει κάπου κάπου να μπουσουλάνε με την κοιλιά μέσα στις ακαθαρσίες, σπρώχνοντας με τα χέρια το φορτίο. Φτάνοντας κάτω από τα θεμέλια του ξενοδοχείου, ξαναφεύγουν προς την αντίθετη κατεύθυνση ξετυλίγοντας τα καλώδια. Το πηγαινέλα κρατάει όλη τη νύχτα. Στις 7 το πρωί έξι άντρες και μια γυναίκα βγαίνουν στα πόδια του Προφήτη Δανιήλ: είναι οι τελευταίοι. Τρέμουν και είναι κατάκοποι.
Το Γενικό Αγγλικό Επιτελείο, οι στρατιωτικές αποστολές Ρωσίας και Αμερικής, τα περισσότερα μέλη του διπλωματικού σώματος και των πολιτικών, κοιμούνται πάνω σε 750 κιλά νιτροτολουόλης συνδεδεμένα με καλώδια σ’ ένα μηχάνημα ηλεκτρικής πυροδότησης. Μεταξύ τους, μία ελληνική προσωπικότητα που έφτασε στις 18, ύστερα από αίτηση του Παπανδρέου, μ’ ένα βρετανικό υποβρύχιο: ο στρατηγός Πλαστήρας».
Την παραμονή των Χριστουγέννων του 1944 ο Τσόρτσιλ «αρπάζει τον Ίντεν (υπουργός Εξωτερικών τότε) από το οικογενειακό χριστουγεννιάτικο δέντρο του, διατάζει να ετοιμάσουν ένα Skymaster στο διάδρομο του Νόρθολπ και πετάει για την Αθήνα μέσω Νάπολης», γράφει ο D. Eudes.
Ο Τσόρτσιλ στην Αθήνα, απεγνωσμένες ενέργειες από τον ΕΛΑΣ για να μην πυροδοτηθούν τα εκρηκτικά
Τα Χριστούγεννα του 1944 ο Τσόρτσιλ φτάνει στην Ελλάδα. Το αεροπλάνο του προσγειώνεται στο αεροδρόμιο των Μεγάρων, κατά τον Eudes, στο Ελληνικό (Χασάνι), σύμφωνα με άλλη εκδοχή. Ωστόσο, είναι βέβαιο ότι σκόπευε να καταλύσει στο ξενοδοχείο «Μεγάλη Βρεταννία». Το αεροδρόμιο όπου έφτασε ο Τσόρτσιλ ήταν φρουρούμενο από 2.000 άνδρες σε κατάσταση συναγερμού. Στο αεροπλάνο του δέχθηκε τον Στρατάρχη Αλεξάντερ, τον Μακ Μίλαν και τον πρεσβευτή Λίπερ, οι οποίοι του υπέβαλαν έκθεση για την κατάσταση. Ο Τσόρτσιλ αποφάσισε την τελευταία στιγμή να μην μεταβεί στο ξενοδοχείο, αλλά στο ελαφρό θωρηκτό «Αjax» («Αίας») στο Φάληρο. Τη μέρα των Χριστουγέννων, άνδρες του ΕΛΑΣ ςπου δεν είχαν ενημερωθεί για την άφιξη του Τσόρτσιλ κατέβηκαν πάλι στους υπονόμους για να ελέγξουν την κατάσταση των εκρηκτικών. Γράφει σχετικά ο Eudes:
«Την ίδια μέρα (σημ: των Χριστουγέννων), οι άντρες του Βρατσάνου, οδηγούμενοι από τον Χρήστο Μηλιώνη, ξανά κατεβαίνουν στον υπόνομο για να ελέγξουν την κατάσταση των εκρηκτικών και των αγωγών. Προτού φτάσουν στον στόχο τους, γύρω από την Ομόνοια επισημαίνονται από μια βρετανική περίπολο που αρχίζει να τους πετάει χειροβομβίδες από τα φρεάτια των υπονόμων. Ευτυχώς, η δραστικότητα των εκρήξεων περιορίζεται σημαντικά από τις ακαθαρσίες και οι άντρες καταφέρνουν να υποχωρήσουν. Τα εκρηκτικά μένουν στη θέση τους, τρομαχτική απειλή, καταχωνιασμένη και κανένας δεν υποπτεύεται την ύπαρξή τους».
Τα εκρηκτικά συνδέθηκαν με ειδικό ηλεκτρικό μηχάνημα (ηλεκτρογεννήτρια) μέσω ηλεκτρικού σύρματος. Το αυτοκίνητο με την ηλεκτρογεννήτρια θα έδινε στην κατάλληλη στιγμή τον σπινθήρα στα εκρηκτικά που ήταν τοποθετημένα στα θεμέλια και τα υπόγεια της «Μεγάλης Βρεταννίας».
Το νέο της άφιξης του Τσόρτσιλ και η αρχική επιλογή του ξενοδοχείου ως τόπος διαμονής του μαθεύτηκε τη μέρα των Χριστουγέννων. Όταν ενημερώθηκε η Κ.Ε. του Κ.Κ.Ε. ότι όλα ήταν έτοιμα για την ανατίναξη της «Μεγάλης Βρεταννίας» και ο Τσόρτσιλ σκόπευε να μείνει εκεί επικράτησε πανικός. Στάλθηκε εσπευσμένα ο Σ. Καλοδίκης με τη μοτοσικλέτα του εκεί που βρισκόταν ο χειριστής της ηλεκτρογεννήτριας. Έξαλλος άρχισε να φωνάζει: «Σταματήστε! Σβήστε τη γεννήτρια αμέσως. Σταματήστε! Η ανατίναξη δεν θα γίνει. Ήρθε ο Τσόρτσιλ στη ‘‘Μεγάλη Βρεταννία’’. Σταματήστε». Η ηγεσία του Κ.Κ.Ε., από τη στιγμή που υπήρχε έστω και ως πιθανότητα, η διαμονή του Τσόρτσιλ στη «Μεγάλη Βρεταννία», δεν θα έδινε ποτέ εντολή πυροδότησης των εκρηκτικών, καθώς κάτι τέτοιο θα είχε παγκόσμιο αντίκτυπο και ανυπολόγιστες συνέπειες διεθνώς…
Η απογοήτευση των «υπονομευτών» και η ανακάλυψη των εκρηκτικών
Ο Ν. Κυριακίδης, ένας από αυτούς που συμμετείχαν στην τοποθέτηση των εκρηκτικών αφηγείται το κλίμα που επικράτησε μετά τη ματαίωση της επιχείρησης σε όσους συμμετείχαν σε αυτή: «Όλοι όσοι βρεθήκαμε εκεί και πήραμε μέρος στην επιχείρηση, βρεγμένοι ως το κόκαλο από τα νερά των υπονόμων, αισθανθήκαμε αγανάκτηση για τη ματαίωση αυτής της ανατίναξης». Έφυγαν από τους υπονόμους και άφησαν τα εκρηκτικά στα θεμέλια του ξενοδοχείου, τα οποία βρέθηκαν, σύμφωνα με τα αρχεία της Διεύθυνσης Ιστορίας Στρατού (ΔΙΣ) του ΓΕΣ στις 7.00 της 26ης Δεκεμβρίου 1944. Ο Παναγιώτης Μεγαλοοικονόμου, ο οπλίτης του 143 Τάγματος Εθνοφυλακής και μέλος της οργάνωσης «Χ» του Γεώργιου Γρίβα σε μαρτυρία του περιγράφει πώς εντόπισε τα εκρηκτικά: «Μια ομάδα του λόχου μου είχε τη φύλαξη του κεντρικού υπονόμου των Αθηνών. Πάντα τρεις φύλαγαν. Στη γωνία Πανεπιστημίου και Β. Σοφίας, κάτω από τη ‘‘Μεγάλη Βρεταννία’’, οι Εγγλέζοι είχαν βάλει κάγκελα και συρματοπλέγματα. Μια ομάδα του ΕΛΑΣ κατάφερε κάποια στιγμή να διαφύγει της προσοχής των ανδρών που φύλαγαν τον κεντρικό υπόνομο και τοποθέτησε εκρηκτικά, προκειμένου κάποια στιγμή να τα πυροδοτήσουν. Στη βάρδιά μου, παρέα μ’ έναν Άγγλο στρατιώτη, τα εντοπίσαμε και αμέσως καλέσαμε τους πυροτεχνουργούς, οι οποίοι τα εξουδετέρωσαν». Η αφήγηση υπάρχει στο βιβλίο του Φ. Χαμόδρακα, «Θησείο, Ιούνιος 1941- Δεκέμβριος 1944», Έκδοση 2009.
Ο Σόλων Γρηγοριάδης στην «Ιστορία της σύγχρονης Ελλάδας (1941- 1974)» γράφει: «…η υπηρεσία ασφαλείας του στρατηγείου της Μεγάλης Βρεταννίας είχε υπόψη της το ενδεχόμενο σαμποτάζ διαμέσου του δικτύου υπονόμων. Και κάθε πρωί έκανε έρευνα στους αγωγούς αποχέτευσης του κτιρίου. Έτσι, με έκπληξη ανακάλυψε τα ξημερώματα της 26ης Δεκεμβρίου την τεράστια εκείνη ποσότητα εκρηκτικών υλών, για την οποία ο Τσόρτσιλ, σε επιστολή που έστειλε προς τη σύζυγό του αυθημερόν, έγραφε: «Θα έχεις αναγνώσει σχετικώς με τη συνωμοσία της ανατινάξεως του Γενικού Στρατηγείου στο Ξενοδοχείο της Μεγάλης Βρεταννίας. Δεν νομίζω πως ήταν για το καλό μου. Ένας τόνος δυναμίτιδος είχε τοποθετηθεί στους υπονόμους από χέρια πολύ επιδέξια και με γερμανικό μηχανισμό (πυροκροτήσεως) στο χρονικό διάστημα μεταξύ της στιγμής που εγνώσθη η άφιξίς μου και της ελεύσεως της ημέρας».
Βέβαια ο Τσόρτσιλ κάνει λάθος, γιατί η τοποθέτηση των εκρηκτικών είχε ξεκινήσει πριν την άφιξή του στην Αθήνα και η πυροδότησή τους ματαιώθηκε, ακριβώς γιατί ήρθε ο ίδιος στην πρωτεύουσα. Φυσικά ο Τσόρτσιλ δεν πήγε ποτέ στο ξενοδοχείο, αλλά έφτασε με θωρακισμένο αυτοκίνητο στη βρετανική πρεσβεία. Το απόγευμα της ίδιας μέρας παρευρέθηκε στη σύσκεψη που έγινε στο Ελληνικό Υπουργείο Εξωτερικών.
Η σύσκεψη στο Υπουργείο Εξωτερικών
Στις 6 το απόγευμα της 26ης Δεκεμβρίου 1944 σε μια παγερή και σκοτεινή αίθουσα, νεοκλασικού στυλ, του Υπουργείου Εξωτερικών άρχισαν οι εργασίες της σύσκεψης με τον Τσόρτσιλ, τους εκπροσώπους των άλλων Συμμάχων, του Αρχιεπισκόπου και υποψήφιου Αντιβασιλέα Δαμασκηνού και αντιπροσωπείες όλων των κομμάτων. Οι εκπρόσωποι του ΕΑΜ καθυστέρησαν καθώς τους δόθηκαν λαθεμένες πληροφορίες για τον τόπο του ραντεβού και πέρασαν από εξονυχιστικούς ελέγχους πριν μπουν στην αίθουσα της σύσκεψης. Εκτός από τους Τσόρτσιλ, Αλεξάντερ και Ίντεν, παρόντες ήταν οι Lincoln Mac Leagh, πρέσβης των Η.Π.Α., Jean Baelen, Γάλλος πρόξενος και ο Gregory Popov, Αντισυνταγματάρχης και αρχηγός της σοβιετικής αποστολής. Στην αίθουσα βρέθηκαν οι εξής Έλληνες πολιτικοί: Γονατάς, Τσαλδάρης, Σοφιανόπουλος, Μάξιμος, Καφαντάρης, Δραγούμης, Π. Ράλλης, Κανελλόπουλος, Αλεξανδρής, Θεοτόκης, Πλαστήρας και ο πρωθυπουργός Γ. Παπανδρέου.
Ο Τσόρτσιλ αναφέρει ότι ήρθε στην Αθήνα μετά από συνεννόηση με τον πρωθυπουργό. Ανακοινώνει την πρόθεση των Βρετανών να αποσυρθούν, αφήνοντας τους Έλληνες να συζητήσουν μόνοι τους. Παράλληλα, τονίζει ότι ήρθε στην Ελλάδα με την επιδοκιμασία των Ρούσβελτ και Στάλιν. Η αντιπροσωπεία του ΕΑΜ (Σιάντος, Παρτσαλίδης, Μάντακας) μπήκε στην αίθουσα λίγο πριν το τέλος της ομιλίας του Τσόρτσιλ και ενημερώθηκε από τον μεταφραστή για το τι είχε πει ο Βρετανός πρωθυπουργός. Ο Αλεξάντερ πήρε στη συνέχεια το λόγο εξυμνώντας τους Βρετανούς στρατιώτες. Ακολούθησαν οι Μάξιμος και Παπανδρέου. Στη συνέχεια, πήρε τον λόγο ο Παρτσαλίδης που διαβεβαίωσε ότι το ΕΑΜ ήταν αποφασισμένο να καταλήξει σε μια διαπραγματευτική λύση. Τέλος, ο Ίντεν κλείνοντας τη διάσκεψη έπλεξε το εγκώμιο του Τσόρτσιλ για την πρωτοβουλία της σύγκλησης της διάσκεψης.
Ο Τσόρτσιλ επέστρεψε στη βρετανική πρεσβεία όπου «διπλάρωσε» μια σόμπα πετρελαίου γράφει ο Eudes και τηλεγράφησε στη σύζυγό του:
«… η συνδιάσκεψις, εις το ελληνικόν υπουργείον Εξωτερικών είχε ένα χαρακτήρα εντόνως δραματικόν, με όλα εκείνα τα ταλαιπωρημένα πρόσωπα γύρω από το τραπέζι και τον αρχιεπίσκοπον του οποίου ηδυνήθημεν να τοποθετήσωμεν ως πρόεδρον, και ο οποίος πρέπει να είναι το ολιγότερον δύο μέτρα, με την πελώριαν κόμην του… Κατόπιν σκέψεως έδωσα την χείρα εις τους αντιπροσώπους του ΕΛΑΣ, οι οποίοι, εάν κρίνει κανείς από τον τρόπον με τον οποίον ανταπέδωσαν τον χαιρετισμόν εκολακεύθησαν πολύ. Ούτοι ευρίσκονται καθ΄ ολοκληρίαν επικεφαλής του κινήματος. Τώρα τους αφήσαμεν να τα συζητήσουν μεταξύ των, εφόσον πρόκειται περί συναντήσεως μεταξύ Ελλήνων».
Τελικά, στις 31 Δεκεμβρίου 1944 ο Αρχιεπίσκοπος Δαμασκηνός χρίστηκε Αντιβασιλέας και την ίδια μέρα ο Γεώργιος Παπανδρέου υπέβαλε την παραίτησή του. Οι Βρετανοί αυτή τη φορά τη δέχτηκαν και διόρισαν νέο πρωθυπουργό τον Νικόλαο Πλαστήρα.
Αντώνης Αγγελούλης (Βρατσάνος): ο κορυφαίος σαμποτέρ της Εθνικής Αντίστασης
Ο Αντώνης Αγγελούλης, γνωστότερος ως Βρατσάνος από το όνομα του Ψαριανού ήρωα του 1821 γεννήθηκε στη Λάρισα το 1919. Στον ελληνικοϊταλικό πόλεμο υπηρέτησε ως Έφεδρος Ανθυπολοχαγός, ενώ μετά τη γερμανική εισβολή εντάχθηκε στο ΕΑΜ και υπήρξε κορυφαίος σαμποτέρ του ΕΛΑΣ. Σημαντικότερη ενέργειά του ήταν η ανατίναξη του εχθρικού τρένου στην Κοιλάδα των Τεμπών.
Συνέχισε τη δράση του και στη διάρκεια του Εμφυλίου ως Αντισυνταγματάρχης Μηχανικού του ΔΣΕ. Μετά το τέλος του Εμφυλίου έζησε ως πολιτικός πρόσφυγας στην Τασκένδη του Ουζμπεκιστάν και τη Ρουμανία. Το 1956 διαφώνησε με την επέμβαση ξένων κομμουνιστικών κομμάτων στα εσωτερικά του ΚΚΕ και την απομάκρυνση Ζαχαριάδη. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα τη διαγραφή του από τη νέα ηγεσία του ΚΚΕ.
Στη διάρκεια της Χούντας ανέπτυξε αντιδικτατορική δράση και συνεργάστηκε ,μεταξύ άλλων και με τον μετέπειτα Πρόεδρο της Δημοκρατίας Κάρολο Παπούλια, ο οποίος τον τίμησε το 2007. Ο Αντώνης Αγγελούλης πέθανε στις 25 Νοεμβρίου 2008. Τον Απρίλιο 2017 παρουσία του τότε πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα, δόθηκε σε μια από τις σήραγγες των Τεμπών το όνομα «Βρατσάνος» προς τιμήν του.
Ο Τάσος Βουρνάς για το σαμποτάζ που δεν έγινε και την επίσκεψη Τσόρτσιλ στην Αθήνα
Ο Τάσος Βουρνάς που σίγουρα δεν μπορεί να χαρακτηριστεί αντικομμουνιστής γράφει για τα γεγονότα που αναφέραμε: «Στη σύσκεψη εκείνη (ενν. με τη συμμετοχή του Τσόρτσιλ) οι εκπρόσωποι του ΕΑΜ/ΕΛΑΣ πήγαν με ύφος νικητού ενώ η στρατιωτική κατάρρευση του ΕΛΑΣ ήταν επί θύρας. Και αντί να επωφεληθούν της θαυμάσιας ευκαιρίας της παρουσίας του Τσόρτσιλ και να επιτύχουν μια αξιοπρεπή λύση που θα έθετε τέρμα στα μετέπειτα δεινά της Ελλάδας και μάλιστα σε μια καίρια στιγμή που ο Άγγλος πρωθυπουργός είχε χρησιμοποιήσει τον Γ. Παπανδρέου μέχρι τρυγός και ετοιμαζόταν να τον αντικαταστήσει ζητώντας μια ήπια πολιτική λύση, αυτοί όχι μόνο απέκρουσαν κάθε προσφορά με ύφος Λεωνίδα («Μολών λαβέ»!) αλλά και εσχεδίασαν μια κυριολεκτικά παράφρονα επιχείρηση, μεταφέροντας μυστικά ένα τόνο δυναμίτιδας δια των αθηναϊκών υπονόμων στα θεμέλια της «Μεγάλης Βρετανίας» για ν’ ανατινάξουν το αγγλικό στρατηγείο, ενδεχομένως μαζί με τον Τσόρτσιλ, χωρίς καν να υπολογίζουν το μέγεθος του πλήγματος που θα καταφερόταν στη συμμαχική παράταξη. Ευτυχώς που τα ξημερώματα της 26ης Δεκεμβρίου η υπηρεσία Ασφαλείας του στρατηγείου ανακάλυψε και εξουδετέρωσε την τρομακτική εκείνη ποσότητα εκρηκτικών υλών στους αποχετευτικούς αγωγούς της «Μεγάλης Βρεταννίας».
«Το Κόκκινο Τρένο»: η ταινία του 1982 για το σαμποτάζ που δεν έγινε ποτέ
Η ιστορία με το σαμποτάζ που δεν έγινε ποτέ στο ξενοδοχείο «Μεγάλη Βρεταννία» το 1944 έγινε και κινηματογραφική ταινία σε σενάριο του αξέχαστου Νίκου Φώσκολου (1927-2013) και σκηνοθεσία Τάκη Σιμονετάτου (1940-2007) με τίτλο «Το Κόκκινο Τρένο». Στην ταινία πρωταγωνιστούσαν σπουδαίοι ηθοποιοί: Λάκης Κομνηνός, Βασίλης Διαμαντόπουλος, Νίκος Γαλανός, Σπύρος Καλογήρου, Στέφανος Στρατηγός, Νίκος Λυκομήτρος (που υποδύεται τον «Βρατσάνο» κ.ά.). Έκπληξη προκαλεί η συμμετοχή στην ταινία της Τίνας Σπάθη και του Νότη Πιτσιλού, πρωταγωνιστών πολλών ερωτικών ταινιών τη δεκαετία του 1970. «Το Κόκκινο Τρένο» έκοψε στην πρώτη προβολή 50.925 εισιτήρια (26η σε 33 ταινίες).