Ενα ολοκληρωμένο σύστημα παρακολούθησης των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής στις αρχαιότητες πρόκειται να εγκατασταθεί στο κυκλαδίτικο νησί, που είναι ένα από τα μνημεία Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς της UNESCO
Γιορτάζει φέτος τα 150 χρόνια από τη στιγμή που έγινε για δεύτερη φορά στην ιστορία της «φανερή», από τότε δηλαδή που η αρχαιολογική σκαπάνη άρχισε να φέρνει και πάλι κάτω από το λαμπερό φως του Αιγαίου ναούς και αγορές, πολυτελείς κατοικίες και μικρότερα ιερά – πολύτιμα ίχνη του ρόλου της ως του μεγαλύτερου πανελλήνιου ιερού του αρχαίου ελληνικού κόσμου, αλλά και της εξέλιξής της ως κορυφαίας παγκόσμιας αγοράς.
Και μπορεί η Δήλος – ο βράχος που έγινε φανερός όταν ο Ποσειδώνας τον στερέωσε με κρυστάλλινες κολόνες στον βυθό για να βρει τόπο να γεννήσει η Λητώ τους καρπούς του Διός, Απόλλωνα και Αρτεμη – να γιορτάζει το γεγονός με δύο εκθέσεις (μία στη Γαλλική Αρχαιολογική Σχολή που ολοκληρώθηκε πρόσφατα και μία που θα εγκαινιαστεί προσεχώς στο Αρχαιολογικό Μουσείο Μυκόνου), ωστόσο ο κώδων που κρούεται δεν έχει εορταστικό ρυθμό. Κάθε άλλο μάλιστα.
Στην έδρα του ΚΕΦΑΚ – το διαμέρισμα του ακαδημαϊκού Γεώργιου Αθανασιάδη Νόβα, επί της Βασιλίσσης Σοφίας – θα εγκατασταθεί ένας υπερυπολογιστής που θα ενσωματώνει τα δεδομένα που θα λαμβάνει σε πραγματικό χρόνο από τον αυτοματοποιημένο μετεωρολογικό σταθμό που τα τοποθετηθεί στη Δήλο και θα τα εντάσσει σε ειδική διαδικτυακή πλατφόρμα.
Κτίρια που πριν από μερικά χρόνια βρίσκονταν στη στεριά, σήμερα πλέον έχουν «καταληφθεί» από τη θάλασσα.
Ειδικές πλατφόρμες έχουν επιστρατευθεί για την τοποθέτηση αρχιτεκτονικών μελών ώστε να μη βυθιστούν στη λάσπη.
Και τα πιο χαμηλής στάθμης σημεία του νησιού, κοντά στην ακτή, μετατρέπονται σε λίμνη έπειτα από μια δυνατή νεροποντή.
Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι βάσει πρόσφατης μελέτης της Ακαδημίας Αθηνών βρίσκεται στη 14η θέση επί 244 κηρυγμένων στη Μεσόγειο ως μνημείων Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς της UNESCO που βρίσκονται σε κίνδυνο λόγω της κλιματικής αλλαγής, των σεισμών και των ακραίων καιρικών φαινομένων.
«Μια Κάντιλακ που θα δουλεύει για τη Δήλο»
Η εικόνα αυτή που ταλανίζει τη γενέτειρα των δύο θεών είναι και ο λόγος που ετοιμάζεται να λάβει ένα ακόμη δώρο: ένα ολοκληρωμένο σύστημα παρακολούθησης των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής στο περιβάλλον και στα μνημεία της, που θα πραγματοποιηθεί από το Κέντρο Ερεύνης Φυσικής της Ατμόσφαιρας και Κλιματολογίας της Ακαδημίας Αθηνών με την υποστήριξη της Πρωτοβουλίας ’21 και πολλών ιδιωτικών φορέων, σε συνεργασία με ερευνητές από το Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών και αρχαιολόγους.
«Μια Κάντιλακ που θα δουλεύει για τη Δήλο» χαρακτήρισε το πρόγραμμα που αναμένεται να ξεκινήσει στις αρχές του 2024 ο γενικός γραμματέας της Ακαδημίας Αθηνών και εθνικός εκπρόσωπος για την κλιματική αλλαγή Χρήστος Ζερεφός.
Στο πλαίσιο αυτό, η εμβληματική, όπως χαρακτηρίστηκε, πρωτοβουλία, που θα ολοκληρωθεί σε 24 μήνες από την έναρξή της (υπολογίζεται στο τέλος του 2025), θα απασχολήσει 16 επιστήμονες και θα κινηθεί σε πέντε πεδία: θα προχωρήσει σε κλιματολογική ανάλυση, σε ατμοσφαιρικές και θαλάσσιες μετρήσεις, σε τεκμηρίωση και αναγνώριση γεωδυναμικών κινδύνων, σε ανάπτυξη υπολογιστικών εφαρμογών και μοντέλων και τέλος στη διαχείριση και διάχυσή τους.
Στόχος μεταξύ άλλων είναι ο προσδιορισμός τρωτότητας και κινδύνου λαμβάνοντας υπόψη τόσο τους δείκτες κλιματικής επικινδυνότητας, όσο και τις ειδικές ιδιότητες των μνημείων και του τοπίου, όπως επί παραδείγματι η ακτογραμμή της Δήλου, ώστε να διαμορφωθεί ένα σχέδιο διαχείρισης και λύσεων.
Για τις ανάγκες του προγράμματος δε, στην έδρα του ΚΕΦΑΚ – το διαμέρισμα του ακαδημαϊκού Γεώργιου Αθανασιάδη Νόβα, επί της Βασιλίσσης Σοφίας – θα εγκατασταθεί ένας υπερυπολογιστής που θα ενσωματώνει τα δεδομένα που θα λαμβάνει σε πραγματικό χρόνο από τον αυτοματοποιημένο μετεωρολογικό σταθμό που τα τοποθετηθεί στη Δήλο και θα τα εντάσσει σε ειδική διαδικτυακή πλατφόρμα.
Παράλληλα στο λιμάνι του νησιού θα εγκατασταθεί παλιρροιογραφικός σταθμός για τη μακροπρόθεσμη παρακολούθηση της στάθμης της θάλασσας και του ύψους των κυμάτων.
Εργαλείο πρόληψης και διαχείρισης των κινδύνων
Μπορεί να λύσει τα προβλήματα που έχουν εδώ και χρόνια εμφανιστεί στη Δήλο από τις συνέπειες της κλιματικής αλλαγής;
«Πρόκειται για ένα πολύτιμο εργαλείο που έρχεται να προστεθεί ήδη σε όσα έχουμε εγκαταστήσει στη Δήλο, τα οποία όμως δεν είναι τόσο εξειδικευμένα και αφορούν μετρήσεις θερμοκρασίας, ταχύτητας του ανέμου, των μικροσωματιδίων του αέρα κ.λπ. Πολλά από όσα θα μάθουμε μέσω του προγράμματος τα γνωρίζουμε εμπειρικά. Ξέρουμε, για παράδειγμα, ότι τα μνημεία διαβρώνονται από αλατονέφωση. Αρκεί να δείτε πόσο περισσότερο φθαρμένοι είναι οι Ναξιακοί Λέοντες, οι οποίοι έχουν μεταφερθεί στο μουσείο πριν από δύο και πλέον δεκαετίες, συγκριτικά με έναν εξ αυτών που εκλάπη από τους Βενετούς και βρίσκεται στο Αρσενάλε της πόλης. Δεν γνωρίζουμε όμως την ακριβή σύσταση της αλατονέφωσης. Με τα νέα δεδομένα οι συντηρητές μας θα είναι σε θέση να φροντίσουν καλύτερα τα μνημεία. Θα έχουμε στα χέρια μας ένα εργαλείο πρόληψης και διαχείρισης κινδύνων», εξηγεί στα «ΝΕΑ» στο περιθώριο της επίσημης παρουσίασης ο διευθυντής της Εφορείας Αρχαιοτήτων Κυκλάδων Δημήτρης Αθανασούλης.
Εγκατάσταση δύο πρότυπων σεισμολογικών σταθμών
Αν και η Δήλος βρίσκεται στη χαμηλότερη ζώνη κινδύνου από σεισμό, όπως ανέφερε χαρακτηριστικά ο διευθυντής Ερευνών του Γεωδυναμικού Ινστιτούτου του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών Νίκος Μελής, προβλέπεται στο νέο πρόγραμμα η εγκατάσταση δύο πρότυπων σεισμολογικών σταθμών για την καταγραφή σεισμών, γεγονός που θεωρείται εξέχουσας σημασίας για δύο λόγους: πρώτον διότι ως τώρα δεν υπάρχουν ενόργανες μετρήσεις για την περιοχή και δεύτερον διότι θα δημιουργηθεί μια παρακαταθήκη, ένα εργαλείο, της σεισμικής εδαφικής κίνησης του νησιού.
«Είναι πολύ σημαντικό να μπορούμε να σχεδιάζουμε την προστασία των μνημείων μας όχι βάσει των σεισμών της Ιαπωνίας, αλλά της Ελλάδας, βάσει δηλαδή πραγματικών δεδομένων», προσέθεσε ο κ. Μελής και έφερε ως παράδειγμα τους 11 σεισμογράφους που έχουν ήδη τοποθετηθεί στους κίονες του Παρθενώνα από το 2008.
Τα αποτελέσματά τους – ακόμη κι αν αφορούν σεισμούς της τάξης των 4,5 βαθμών της κλίμακας Ρίχτερ που γίνονται ακόμη και 150 χλμ. μακριά από την Αθήνα – συμβάλλουν σημαντικά στις εκτιμήσεις των αναστηλωτικών εργασιών.
Τέλος, τονίζεται ότι το έργο περιλαμβάνει και την παρακολούθηση της εξέλιξης της τρωτότητας και των κινδύνων που απειλούν τη Δήλο στις προσεχείς επτά δεκαετίες.