Ποιο διώροφο νεοκλασικό ήταν το ξενοδοχείο «Αίολος»; Ποιο είναι το Μέγαρο Θεοδωρίδη; Πού βρισκόταν το ιστορικό καφενείο «Ωραία Ελλάς» και πού στεγαζόταν το πρώτο φαρμακείο της Αθήνας;
Η οδός Αιόλου είναι ένας από τους πιο γνωστούς δρόμους του κέντρου και δύσκολα θα βρεθεί Αθηναίος που να μην τον έχει περπατήσει έστω και μία φορά. Τον 19ο και τον 20ο αιώνα ήταν το εμπορικό κέντρο της Αθήνας και πολλά από τα κτήρια που βρίσκονται μέχρι σήμερα κατά μήκος του, στέγαζαν κάποτε τα καλύτερα ξενοδοχεία της πόλης, γνωστά εμπορικά καταστήματα, σπίτια και στέκια της τότε αθηναϊκής ελίτ.
Ποιο διώροφο νεοκλασικό ήταν το ξενοδοχείο «Αίολος»; Ποιο είναι το Μέγαρο Θεοδωρίδη; Πού βρισκόταν το ιστορικό καφενείο «Ωραία Ελλάς» και πού στεγαζόταν το πρώτο φαρμακείο της Αθήνας;
Στην οδό Αιόλου ξεδιπλώνεται η ιστορία της Αθήνας
Μετά το 1834 που η Αθήνα έγινε πρωτεύουσα του ελληνικού κράτους, η εμπορική δραστηριότητα αναπτύχθηκε πολύ γρήγορα στην ευρύτερη περιοχή. Στη συμβολή των οδών Αιόλου και Πανδρόσου βρισκόταν το «Πάνω Παζάρι» της Παλιάς Αγοράς της Αθήνας.
Τις δεκαετίες που ακολούθησαν η Αιόλου έγινε το κέντρο της εμπορικής και κοινωνικής ζωής της πόλης. Ήταν ένας δρόμος για περίπατο, για αγορές, για διασκέδαση. Εκεί, μέχρι και τα μέσα του 19ου αιώνα, βρίσκονταν τα καλύτερα ξενοδοχεία της Αθήνας: «Αίολος», «Βύρων», «Αγγλία» κ.α. Στην Αιόλου άνοιξε επίσης το πρώτο φαρμακείο της πόλης, το πρώτο θέατρο, τα πρώτα πολυκαταστήματα, ενώ είναι και ο πρώτος δρόμος της Αθήνας που στρώθηκε με αμμοχάλικο το 1860 και ο πρώτος στην Ελλάδα, τμήμα του οποίου ασφαλτοστρώθηκε το 1906.
Από τα τέλη του 19ου αιώνα η Αιόλου άρχισε να μοιράζεται την εμπορική δραστηριότητα με τους γύρω δρόμους, την Ερμού, την Πανεπιστημίου, τη Σταδίου, ενώ ήδη από το 1884, η Παλιά Αγορά είχε μεταφερθεί στην οδό Αθηνάς. Σήμερα, παρότι εξακολουθεί να έχει εμπορικά καταστήματα και πάγκους με πλανόδιους, τα καταστήματα εστίασης έχουν κυριαρχήσει. Η εμπορική ταυτότητα, πάντως, του δρόμου δεν έχει εντελώς εξαφανιστεί και αυτό γιατί η ιστορία τόσων χρόνων αναδύεται από τα κτήρια και τις λίγες ξεχασμένες ταμπέλες παλιών καταστημάτων που έχουν κλείσει εδώ και χρόνια.
Η οδός Αιόλου έχει μήκος περίπου ένα χιλιόμετρο και περπατώντας την από την αρχή μέχρι το τέλος της μπορείς να ταξιδέψεις από την Αθήνα της αρχαιότητας, στην μετα-οθωμανική περίοδο και τον 20ο αιώνα.
Η οδός Αιόλου ξεκινά από το μνημείο «Αέρηδες» στην περιοχή της Πλάκας. Στη σκιά της Ακρόπολης, στο νούμερο 1, βρίσκεται ένα νεοκλασικό με εκλεκτικιστικά στοιχεία. Υπολογίζεται ότι κτίστηκε το δεύτερο μισό στου 19ου αιώνα και στο Αρχείο Νεότερων Μνημείων αναφέρεται ότι το 1930 υπήρχαν στο ισόγειο ένα σανδαλοπωλείο και ένα καφενείο. Το διώροφο κτήριο έχει ανακαινιστεί και στεγάζει πλέον την 3η Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων Αθηνών.
Στο νούμερο 3, βρισκόταν το ξενοδοχείο «Αίολος», το πρώτο κτήριο της Αθήνας που εξ αρχής κατασκευάστηκε για ξενοδοχειακή χρήση. Τα σχέδια έκανε ο Σταμάτης Κλεάνθης, διέθετε 25 δωμάτια και οικοδομήθηκε το διάστημα 1835-1837. Από την αναφορά της Λίζας Μιχέλη στο βιβλίο της «Η Αθήνα των Ανωνύμων» γνωρίζουμε ότι το ξενοδοχείο είχε έπιπλα ευρωπαϊκού στιλ, οινοπνευματώδη ποτά προς πώληση, ενώ διέθετε και πρόγευμα για τους επισκέπτες.
Στο νούμερο 9 ένα κτήριο κομψό, με εμφανή νεοκλασικά στοιχεία. Είναι το Μέγαρο Θεοδωρίδη που μέχρι και σήμερα διατηρείται σε άψογη κατάσταση. Το όνομά του το πήρε από τον πρώτο του ιδιοκτήτη και ευεργέτη του νοσοκομείου «Ευαγγελισμός», Δημήτρη Θεοδωρίδη.
Στην ίδια πλευρά του δρόμου, στην Αιόλου 15, βρίσκεται η οικία Καβάκου, ένα τριώροφο κτήριο με δώμα. Οικοδομήθηκε γύρω στο 1870 και σύμφωνα με το Αρχείο Υποθηκοφυλακείου Αθηνών άνηκε αρχικά στον Θωμά Καβάκο και παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τα εκλεκτικιστικά αρχιτεκτονικά του στοιχεία.
Στη συμβολή με την οδό Ερμού (Αιόλου 32), το διώροφο νεοκλασικό έχει ιστορία 150 χρόνων. Οικοδομήθηκε το 1870 και στέγασε πολλά και διαφορετικά καταστήματα, όπως τα αρτοποιεία των Καραούλη και Κομματσέλη το 1900, το χρυσοχοείο του Κολιόπουλου την ίδια περίοδο, το υποδηματοποιείο του Δ. Βενιζέλου το 1930, ένα μαγαζί με γυναικεία υφάσματα μετέπειτα. Το κτήριο χαρακτηρίστηκε έργο τέχνης από το Υπουργείου Πολιτισμού το 1980 και διατηρητέο από το Υ.ΠΕ.ΧΩ.ΔΕ πέντε χρόνια αργότερα. Το 1999 ολοκληρώθηκε η ολική αποκατάσταση και ανακαίνισή του βάσει μελέτης του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου.
Στη συμβολή, επίσης, της Αιόλου με την Ερμού, στο ισόγειο της οικίας Βρυζάκη, υπήρχε και ένα από τα πιο γνωστά και πολυτελή καφενεία του 19ου αιώνα, στέκι για δημοσιογράφους, πολιτικούς, δικαστές και ποιητές. Ήταν το ιστορικό καφενείο «Ωραία Ελλάς» που πρωτολειτούργησε το 1836 ο Ιταλός Μπρινταρέλι. Στη συνέχεια πέρασε στην ιδιοκτησία του Παναγή Βενετσάνου, μέχρι και το 1879 που έκλεισε οριστικά.
Περνώντας την Αθηναΐδος, στο νούμερο 36 της Αιόλου συναντάμε την εκκλησία της Αγίας Ειρήνης και την ομώνυμη πλατεία. Αρχικά στο σημείο υπήρχε ο μεσαιωνικός ναός της Αγίας Ειρήνης ο οποίος μετά την Επανάσταση του 1821 και την ανακήρυξη της Αθήνας ως πρωτεύουσα του ελληνικού κράτους, έγινε ο σημαντικότερος ναός της Αθήνας. Εκεί τελούνταν όλες οι επίσημες εκκλησιαστικές τελετές, μέχρι και το 1862 που ολοκληρώθηκε η οικοδόμηση του μητροπολιτικού ναού στην πλατεία Μητροπόλεως. Στην εκκλησία της Αγίας Ειρήνης το 1838 γιορτάστηκε για πρώτη φορά η 25η Μαρτίου ως ημέρα εθνικής επετείου και πέντε χρόνια αργότερα, τον Φλεβάρη του 1843, έγινε η κηδεία του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη. Ο ναός τα επόμενα χρόνια ανοικοδομήθηκε βάσει σχεδίων του αρχιτέκτονα Λύσανδρου Καυταντζόγλου και απέκτησε τη σημερινή του όψη.
Απέναντι ακριβώς από το ναό της Αγίας Ειρήνης, στο νούμερο 27, υπήρχε το ξενοδοχείο «Εμπορικόν». Το τριώροφο νεοκλασικό κτήριο που κάποτε έσφυζε από ζωή είχε για χρόνια αφεθεί στην τύχη του. Μία δεκαετία περίπου πριν, ολοκληρώθηκαν οι εργασίες αποκατάστασής του και πλέον στεγάζει και πάλι ξενοδοχείο και μάλιστα με το ίδιο όνομα: «Εμπορικόν».
Στη βόρεια γωνία της πλατείας Αγίας Ειρήνης με την Αιόλου (Αιόλου 38), υπήρχε ένα ακόμα ξενοδοχείο με την επωνυμία «Βύρων». Το κτήριο υπολογίζεται ότι κτίστηκε τη δεκαετία του 1830 και θεωρείται ένα από τα πιο παλιά σωζόμενα κτήρια της Αιόλου. Η αρχιτεκτονική του χαρακτηρίζεται αυστηρή και λιτή. Αρχικά το ξενοδοχείο είχε την επωνυμία «Ανατολή», ενώ για ένα διάστημα στα μέσα του 19ου αιώνα στεγάστηκε εκεί το Παρατηρητήριο και ο Μετεωρολογικός Σταθμός του Αστεροσκοπείου Αθηνών. Το κτήριο έχει χαρακτηριστεί διατηρητέο και την περίοδο αυτή γίνονται έργα αποκατάστασης.
Διατηρητέο έχει χαρακτηριστεί και το κτήριο στο νούμερο 52 της Αιόλου. Υπολογίζεται ότι κτίστηκε γύρω στο 1850 και άνηκε αρχικά στον εκδότη Μιχαήλ Σαλιβέρο. Για χρόνια στο ισόγειο στεγάζονταν το κατάστημα παιδικών ειδών «Τσόκας».
Το διώροφο στο νούμερο 61 οικοδομήθηκε το 1870 και για έναν περίπου αιώνα, μέχρι και το 2021, στέγαζε αδιάκοπα το κατάστημα με είδη οικιακής χρήσης «Σγούρδας», πριν αυτό μεταφερθεί σε άλλη περιοχή. Η ταμπέλα με την επωνυμία του καταστήματος αχνοφαίνεται ακόμα.
Απέναντι από το κατάστημα «Σγούρδας» βρίσκεται ο Ναός της Παναγίας της Χρυσοσπηλιώτισσας. Μεταξύ των αρχιτεκτόνων που ανέλαβαν την επίβλεψη για την ανέγερσή του ήταν και ο Τσίλλερ, του οποίου τα σχέδια για τον τρούλο της εκκλησίας τον έφεραν σε ρήξη με τους ενορίτες. Ο Τσίλλερ παραιτήθηκε και τα σχέδια ολοκλήρωσε ο πολιτικός μηχανικός και τότε δήμαρχος Αθηναίων, Δημήτριος Σούτσος.
Στο νούμερο 64 της Αιόλου, το κτήριο στέγαζε από τις αρχές του 20ου αιώνα στο ισόγειο το πιλοπωλείο «Τσίλιας».Το κατάστημα με την ταμπέλα πάνω από την είσοδο του καταστήματος αποτυπώνεται σε φωτογραφία της δεκαετίας του 1900.
Στην Αιόλου 77, στο νεοκλασικό που κτίστηκε το 1850 εγκαταστάθηκε το 1877 το «αρχαιότερον εν Ελλάδι Μέγα Εργοστάσιο Ομβρελλών» του Ζήση Τσιμωνίδη. Η όψη του κτηρίου τότε ήταν πολύ διαφορετική από τη σημερινή. Στην στέψη υπήρχαν αγάλματα και στο άκρο του κτηρίου προς την οδό Ευρυπίδου υπήρχε βιομηχανική καμινάδα. Από το 1908 μέχρι και τα τέλη της δεκαετίας του 1950 στο κτήριο στεγαζόταν εκτός από το ομπρελοποιείο και το κατάστημα οικιακών σκευών «Παπαθανασίου». Το κτήριο χαρακτηρίστηκε διατηρητέο 1985. Τη δεκαετία του 1990 έγιναν εργασίες αποκατάστασης, και έκτοτε ανά περιόδους έχει στεγάσει διάφορους χώρους εστίασης: ζαχαροπλαστεία, καφετέριες, εστιατόρια.
Φτάνοντας στην πλατεία Κοτζιά, συναντάμε το Μέγαρο Εμπορικής Τραπέζης. Βρίσκεται στη γωνία Αιόλου και Σοφοκλέους (Αιόλου 80) και οικοδομήθηκε το διάστημα 1955-1959 σε σχέδια του αρχιτέκτκονα Κώστα Κιτσίκη. Σήμερα στεγάζει γραφεία της τράπεζας Alpha Bank.
Στην Αιόλου 86, επί της πλατείας Κοτζιά, δεσπόζει το εντυπωσιακό Μέγαρο της Εθνικής Τραπέζης. Πριν το 1900 ήταν δύο διαφορετικά κτήρια: η αριστοκρατική οικία Δομνάδου και το πολυτελές ξενοδοχείο «Αγγλία». Και τα δύο είχαν οικοδομηθεί το 1840. Ο ιδρυτής της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδας, Γεώργιος Σταύρου, αγόρασε τα δύο κτήρια, τα οποία ενοποιήθηκαν, ανακαινίστηκαν, ενώ προστέθηκαν και ένας επιπλέον όροφος, νέα πτέρυγα και ενιαία πρόσοψη.
Πριν την οικοδόμηση της οικίας Δομνάδου και του ξενοδοχείου «Αγγλία», στο σημείο αυτό της Αιόλου λειτούργησε το 1832 το πρώτο θέατρο της Αθήνας. Ήταν γνωστό ως θέατρο Σκοντζοπούλου και ήταν ουσιαστικά ένα ξύλινο κτίσμα, χωρίς σκεπή, με χωμάτινη πλατεία και δεκαπέντε σειρές ξύλινων καθισμάτων. Το τέλος του θεάτρου και του επιχειρηματία Σκοντζόπουλου ήταν άδοξο, καθώς το μεν θέατρο έκλεισε μετά από μόλις 15 μήνες λειτουργίας λόγω χρεών και ο επιχειρηματίας πέθανε πάμφτωχος.
Στην Αιόλου 93 και Κρατίνου 1, επί της πλατείας Κοτζιά επίσης, βρίσκεται ένα ακόμα εντυπωσιακό κτήριο, το Μέγαρο Μελά. Κατασκευάστηκε το 1874 σε σχέδια του Τσίλλερ κατόπιν παραγγελίας του Βασιλείου Μελά, θεμελιωτή του θεσμού των Νηπιαγωγείων. Ήταν το μεγαλύτερο ιδιωτικό κτήριο της εποχής και αρχικά στέγασε το Grand Hotel d’ Athens. Το 1881 στέγασε το Χρηματιστήριο Αθηνών και από το 1888 έως το 1894 την Αθηναϊκή Λέσχη, το μακροβιότερο και πιο αυστηρό «κλειστό» ανδρικό κλαμπ της Αθήνας. Το 1900 μισθώθηκε από το Υπουργείο Συγκοινωνιών και μέχρι το 1973 αποτέλεσε την έδρα του Κεντρικού Ταχυδρομείο των Αθηνών. Το κτήριο ξεχωρίζει για τις για τις αρχιτεκτονικές του λεπτομέρειες, όπως οι διακοσμητικές Καρυάτιδες και τα κυκλικά μετάλλια με τις κεφαλές του Ερμή. Σήμερα έχει αποκατασταθεί πλήρως και στεγάζει υπηρεσίες της Εθνικής Τράπεζας.
Στο νούμερο 88 της Αιόλου βρίσκεται η οικία Σίμου, ένα διώροφο κτήριο με δώμα, το οποίο ήταν το σπίτι του βουλευτή και πρεσβευτή Ευσταθίου Σίμου. Οικοδομήθηκε το 1850 σε σχέδια του Σταμάτη Κλεάνθη και τον 20ο αιώνα λειτούργησε για ένα διάστημα ως ξενοδοχείο, πρώτα με την επωνυμία «Ιωάννινα» κι έπειτα ως «Ηνωμέναι Πολιτείαι». Σήμερα διατηρεί τη γοητεία του παρότι τα σημάδια εγκατάλειψης είναι εμφανή.
Στο νούμερο 87, άνοιξε το 1836 (ή το 1837) το πρώτο φαρμακείο της Αθήνας από τον φαρμακοποιό Σταμάτη Κρίνο. Το κτήριο πουλήθηκε το 1923 στον Μηνά Κασιμάτη ο οποίος άνοιξε ζαχαροπλαστείο με την επωνυμία «Κρίνος». Το ζαχαροπλαστείο λειτουργεί μέχρι σήμερα και είναι διάσημο για τους λουκουμάδες του.
Στο νούμερο 91 υπήρχε το πολυκατάστημα του Δραγώνα. Άνοιξε για το κοινό το 1908 και ήταν το πρώτο πολυκατάστημα που καθιέρωσε τις εκπτώσεις. Οι διαφημιστικές του καμπάνιες και οι στολισμένες βιτρίνες του άφησαν εποχή. Το 1981 έπαθε σοβαρές ζημίες από πυρκαγιά και έκλεισε οριστικά έξι χρόνια αργότερα.
Στη συμβολή με την Πανεπιστημίου τελειώνει ο άλλοτε πιο εμπορικός δρόμος των Αθηνών, με την ιστορία του, τα κτήριά του και την εμπορική του φυσιογνωμία.