Του Γιώργου Λαμπίρη
Οριστικά στον Βενέτη μετά τις τελικές υπογραφές περιήλθε η εταιρεία Δωδώνη Παγωτά, όπως ανέφερε ο διευθύνων σύμβουλος της πρώτης, Παναγιώτης Μονεμβασιώτης. Οι μετοχές της όπως ανέφερε ο κύριος Μονεμβασιώτης βρίσκονταν μέχρι πρότινος σε κυπριακή εταιρεία, πριν μεταβιβαστεί στον όμιλο Βενέτη. Ο ίδιος επισήμανε ότι χρειάστηκε πολύς χρόνος για να γίνει η διευθέτηση των δανείων της εταιρείας, συνολικού ύψους 40 εκατομμυρίων ευρώ. Η εξαγορά πραγματοποιήθηκε κατά 50% από ίδια κεφάλαια και κατά 50% μέσω τραπεζικής χρηματοδότησης, όπως είπε ο επιχειρηματίας.
Στην επόμενη διετία η εταιρεία πρόκειται να επενδύσει συνολικά 10 εκατομμύρια ευρώ για την ενίσχυση της παραγωγής και του δικτύου της καθώς και για νέα προϊόντα, κάτι που θα τρέξει παράλληλα με τη διαδικασία εξυγίανσης που θα εξελιχθεί κατά το ίδιο χρονικό διάστημα με αντικείμενο την αναγέννηση της Δωδώνη Παγωτά.
Η συγκεκριμένη κίνηση του Παναγιώτη Μονεμβασιώτη αποσκοπεί αφενός στην ανασύσταση της εταιρείας, η οποία τα προηγούμενα χρόνια αντιμετώπισε σοβαρά οικονομικά προβλήματα, αφετέρου διότι ο ίδιος εκμυστηρεύθηκε ότι διατηρεί συναισθηματικό δέσιμο με την εταιρεία, στην οποία είχε εργαστεί κατά την περίοδο 1984-1985 ως πωλητής σε ένα από τα καταστήματά της.
Στα 170 εκατ. ευρώ η αξία της αγοράς παγωτού στην Ελλάδα
Το 2020 οι πωλήσεις παγωτού σε αξία στην Ελλάδα 150 εκατ. ευρώ από 300 εκατ. ευρώ που ήταν προ πανδημίας. Αυτή τη στιγμή η αξία της αγοράς παγωτού στην Ελλάδα ανέρχεται σε περίπου 170 εκατομμύρια ευρώ, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Δωδώνη Παγωτά και του διευθύνοντος συμβούλου της, Χαράλαμπου Σαββίνου. Περίπου το 30% της αγοράς αντιστοιχεί σε πωλήσεις χύμα παγωτού, 30% το προέρχεται από πωλήσεις συσκευασμένου παγωτού που πωλείται μέσω σούπερ μάρκετ και το υπόλοιπο 40% αντιστοιχεί στην παραδοσιακή αγορά πώλησης παγωτού.
Σύμφωνα με τον κύριο Μονεμβασιώτη η Δωδώνη Παγωτά θα παραμείνει βιοτεχνική εταιρεία και δεν θα εξελιχθεί σε βιομηχανία, δίνοντας έμφαση στην παραγωγή ποιοτικών προϊόντων. Επίσης θα προχωρήσει στην εξαγορά φάρμας για να διασφαλίσει την πρώτη ύλη που έχει ανάγκη για την παραγωγή της και θα προσθέσει σύγχρονο εξοπλισμό, προχωρώντας ταυτόχρονα στην αναβάθμιση των καταστημάτων του δικτύου σε συνεργασία με τους δικαιοδόχους. Η φάρμα βρίσκεται στην περιοχή της Βοιωτίας, όπου ο επιχειρηματίας επιδιώκει να δημιουργήσει στο μέλλον βιομηχανική μονάδα τόσο για τη Βενέτης όσο και για τη Δωδώνη, έχοντας ήδη κάνει κινήσεις προς αυτή την κατεύθυνση, οι οποίες προς το παρόν δεν έχουν καρποφορήσει. Επίσης θα αναπτύξει ένα concept καταστημάτων, που θα διασφαλίζει τη βιωσιμότητά τους. Σε αυτά θα προσφέρονται εκτός από παγωτό, γαλακτοκομικά προϊόντα αλλά και προϊόντα ζαχαροπλαστείου.
Στόχος είναι να λειτουργήσουν έως και 3 νέα εταιρικά καταστήματα το προσεχές διάστημα, προκειμένου να συστήσουν το νέο concept της εταιρείας. Αυτή τη στιγμή από τα 40 καταστήματα που λειτουργούν, τα 39 τελούν υπό το καθεστώς franchise και το 1 είναι εταιρικό. Σε ό,τι αφορά το concept Cremeria Βενέτη που είχε ξεκινήσει η Βενέτης, ανοίγοντας καταστήματα υπό το συγκεκριμένο brand, επιδίωξη ήταν να δημιουργήσει νεά προϊόντα για τη Δωδώνη και προσεχώς θα μετατραπούν και αυτά σε καταστήματα Δωδώνη.
Ανάπτυξη 15% στο πεντάμηνο του 2024
Στο πεντάμηνο η Δωδώνη παρουσιάζει αύξηση πωλήσεων κατά 12% σε οργανική βάση όπου σε συνδυασμό με την αύξηση τιμών στα επίπεδα του 3%, το ποσοστό αύξησης του τζίρου ανέρχεται στο 15% σε σύγκριση με το πεντάμηνο του 2023. Από τα 7 εκατ. ευρώ που ήταν ο τζίρος του 2023 η εταιρεία εκτιμάται θα φτάσει φέτος στα 7,7 εκατ. ευρώ. Το EBITDA στο τέλος του 2023 ήταν 150.000 ευρώ.
Θυμίζουμε ότι την εταιρεία είχε προσπαθήσει να αποκτήσει προηγουμένως, επιχείρηση First Runner του ομίλου ΕΛΓΕΚΑ, συμφερόντων του Αλέξανδρου Κατσιώτη, η οποία είχε συμμετάσχει στη σχετική διαδικασία που έτρεξε η Grant Thornton. Ωστόσο η συγκεκριμένη κίνηση από πλευράς της δεν ολοκληρώθηκε, με τη Βενέτης να διατηρεί το ενδιαφέρον της για τα Παγωτά Δωδώνη και εν τέλει να προχωράει στην απόκτησή της.
H “περιπέτεια” της Δωδώνη Παγωτά
H Δωδώνη ιδρύθηκε το 1967 από δύο συγχωριανούς που κατάγονταν από την Ήπειρο και δημιούργησαν γαλακτοπωλείο στην Κυψέλη. Την ίδια εποχή δημιουργήθηκε στην Ήπειρο ο Γαλακτοκομικός Συνεταιρισμός Δωδώνη. Ο διευθύνων σύμβουλος της Παγωτά Δωδώνη, Χ. Σαββίνος, ανέφερε ότι συχνά υπήρξε σύγχυση μεταξύ της Παγωτά Δωδώνη και της γαλακτοβιομηχανίας Δωδώνη, η οποία δεν έχει επιλυθεί.
Το 1984 παρουσιάστηκε το πρώτο κατάστημα πώλησης παγωτού Δωδώνη με διάθεση χύμα παγωτού. Η αποδοχή του σηματοδότησε την εκρηκτική ανάπτυξη της εταιρείας. Τον επόμενο χρόνο λειτούργησε το πρώτο κατάστημα franchise. Στο τέλος της δεκαετίας του ’80 είχε ήδη 10 καταστήματα. Χρυσή δεκαετία ήταν αυτή του 1990, όταν αναβάθμισε την παραγωγική της διαδικασία, ενώ εφάρμοσε συστήματα διασφάλισης ποιότητας, πραγματοποιώντας εκτεταμένο πρόγραμμα επικοινωνίας των προϊόντων της με το μότο “Θεϊκό Παγωτό”. Το 1999 το fund της Global Finance εξαγόρασε τη Δωδώνη από τους ιδρυτές της, έχοντας ήδη 80 καταστήματα. Την ίδια χρονιά λάνσαρε το συσκευασμένο παγωτό Δωδώνη με αποδέκτες τα σούπερ μάρκετ και τα μικρά σημεία λιανικής.
Τα πρώτα προβλήματα βιωσιμότητας
Σταδιακά η εταιρεία άρχισε να παρουσιάζει ζητήματα στη βιωσιμότητας των καταστημάτων, λόγω του μεγάλου αριθμού καταστημάτων αλλά και του ισχυρού ανταγωνισμού. Ταυτόχρονα το ατομικό παγωτό διανεμόταν σε όλη την Ελλάδα σε πάνω από 200.000 σημεία, ενώ το 20% της κατανάλωσης παγωτού πέρασε στα σούπερ μάρκετ, με αποτέλεσμα να κλονιστεί η κερδοφορία των καταστημάτων. Η εταιρεία για να αντιμετωπίσει το ζήτημα βιωσιμότητας, εισήγαγε νέα προϊόντα όπως συνοδευτικά του καφέ και σνακ, γεγονός που τόνωσε για ένα διάστημα την κίνηση στα καταστήματα. Το 2007 η Δωδώνη έφτασε στο αποκορύφωμα της πορείας της με πάνω από 180 καταστήματα στην ελληνική αγορά, διατηρώντας παρουσία στην αγορά HoReCa. Το 2007 κατέγραψε ρεκόρ πωλήσεων με κύκλο εργασιών 15 εκατ. ευρώ και EBITDA στα 4,5 εκατ. ευρώ.
Το 2007 η Global Finance και κοινοπραξία επενδυτών ανακοίνωσαν την αποεπένδυσή τους από την εταιρεία Παγωτά Δωδώνη με την πώληση της τελευταίας στην NBGI Private Equity Fund, που λειτουργούσε ως ο διεθνής επενδυτικός βραχίονας της Εθνικής Τράπεζας στην Ευρώπη, οδηγώντας το δίκτυο σε 190 σημεία. Το fund παράλληλα απέκτησε και το frozen yogurt brand Chillbox που αργότερα εξαγοράστηκε από την Kayak.
Το 2010 με την είσοδο στην εποχή της οικονομικής κρίσης, το παγωτό γνωρίζει μεγάλη κρίση. Η NBGI ανακοίνωσε ότι δεν μπορούσε να βοηθήσει πλέον το διοικητικό συμβούλιο της εταιρείας και αποσύρθηκε από την εταιρεία.
Το 2012 ξέσπασε φωτιά στις εγκαταστάσεις της Παλλήνης λόγω της πυρκαγιάς που είχε κατέκαιγε την περιοχή με αποτέλεσμα την καταστροφή της παραγωγικής μονάδας. Η εταιρεία ανακοίνωσε ότι αδυνατεί να πληρώσει τα δάνεια, οι τράπεζες υποθήκευσαν τις μετοχές και τα κτίριά της και διέκοψαν κάθε πιστωτική γραμμή προς την εταιρεία. Προτεραιότητα της διοίκησης ήταν να καλύψει τις υποχρεώσεις προς το κράτος και τους προμηθευτές, για να συνεχίσει να λειτουργεί. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να μην μπορεί πλέον να στηρίξει το δίκτυο των καταστημάτων, ενώ οι διαπραγματεύσεις με τις τράπεζες έπεσαν στο κενό. Η ζημιά από την πυρκαγιά ανήλθε στα 2 εκατ. ευρώ ωστόσο υπήρχε πλήρης ασφαλιστική κάλυψη και το ποσό των απωλειών καλύφθηκε σχεδόν εξολοκλήρου από την ασφαλιστική εταιρεία.
O πρώτος διαγωνισμός για την πώληση
Το 2016 η NBGI εξαγοράστηκε από τη Stage Capital (επενδυτικό βραχίονα της Goldman Sachs και της Deutsche Bank), η οποία ωστόσο δεν ενδιαφερόταν να επενδύσει στην εταιρεία. Το 2018 προκηρύχθηκε διαγωνισμός, αλλά σύμφωνα με τον κύριο Σαββίνο, με ευθύνη των τραπεζών δεν υπήρξε συμφωνία για τον προτιμητέο επενδυτή. Θυμίζουμε ότι ανάμεσα στους ενδιαφερόμενους ήταν τόσο η Γρηγόρης όσο και ο όμιλος Quest.
Το 2020 ακολούθησε η πανδημία με αποτέλεσμα τη διακοπή λειτουργίας της εστίασης και την κατάρρευση της εταιρείας. Ταυτόχρονα, η Chillbox, θυγατρική της Stage Capital, την οποία είχε δημιουργήσει η Δωδώνη και παρήγαγε παγωτά για λογαριασμό της, πουλήθηκε στην Kayak, με αποτέλεσμα να χάσει το 25% των πωλήσεών της προς αυτήν. Το 2020 η εταιρεία κατήλθε σε τζίρο 4 εκατ. ευρώ και μηδενικό EBITDA, λαμβάνοντας ενίσχυση από τις κρατικές επιχορηγήσεις λόγω πανδημίας, διασφαλίζοντας την επιβίωσή της.
Ο δεύτερος διαγωνισμός
Το 2021 ξεκίνησε νέος διαγωνισμός από τις τράπεζες, ο οποίος μετά από τρία χρόνια ανέδειξε ως προτιμητέο επενδυτή τον όμιλο Βενέτη – αρχικά είχε αναδειχθεί από τη διαδικασία η First Runner της ΕΛΓΕΚΑ -, ο οποίος κατάφερε να ελαφρύνει την εταιρεία από τραπεζικά δάνεια. Σήμερα η εταιρεία έχει μηδενικό τραπεζικό δανεισμό μετά τη συμφωνία του Παναγιώτη Μονεμβασιώτη με τις τράπεζες, να αγοράσει τα δάνεια της εταιρείας. Το 2023 η Δωδώνη Παγωτά είχε τζίρο 7 εκατ. ευρώ, με 40 καταστήματα στο δίκτυό της, πραγματοποιώντας πωλήσεις σε 1.500 σημεία HoReCa.