Γράφουν: Ματίνα Ηρειώτου/ Παναγιώτης Βλαχουτσάκος
Ονόματα και διευθύνσεις συγκεκριμένων προσώπων της «μαφίας της Μυκόνου», που δρουν οργανωμένα γύρω από την τουριστική δραστηριότητα του νησιού, έχουν στη διάθεσή τους οι διωκτικές αρχές. Τη δράση αυτών των κυκλωμάτων ανέδειξε η δολοφονία του τοπογράφου Παναγιώτη Στάθη, αφού όλα τα στοιχεία που έχουν έως τώρα συγκεντρωθεί δείχνουν ότι το κίνητρο του προσώπου που παρήγγειλε την εκτέλεση του 54χρονου σχετίζεται με το real estate στο νησί. Ο συγκεκριμένος τομέας μάλιστα εξελίσσεται σε νέο πεδίο δράσης οργανωμένων συμμοριών, με πρωταγωνίστρια τη Μύκονο και άλλα νησιά των Κυκλάδων να ακολουθούν.
Η σύλληψη του 44χρονου που προφυλακίστηκε μετά την απολογία του για τη δολοφονία του Παναγιώτη Στάθη οδηγεί σε συγκεκριμένους δρόμους για την αναζήτηση του ηθικού αυτουργού και ήδη στο κάδρο έχουν μπει τρία πρόσωπα που συναντήθηκαν στην επαγγελματική τους διαδρομή στη Μύκονο με το θύμα. Ωστόσο, η Αστυνομία δρα με υπομονή και χωρίς βιασύνη, αφού η έρευνα έχει ανοίξει σε πολλά επίπεδα.
Το πρώτο είναι τα στοιχεία που αναμένονται από τα εγκληματολογικά εργαστήρια, από τα κινητά τηλέφωνα και τις επικοινωνίες του κατηγορούμενου, από την ανάλυση των βίντεο και του υπόλοιπου υλικού που έχει ήδη συγκεντρωθεί στο πρώτο μέρος της έρευνας και οδήγησε ήδη στη σύλληψη του 44χρονου.
Ο ίδιος εξακολουθεί να αρνείται κάθε εμπλοκή στο έγκλημα, όμως τα στοιχεία που ήδη υπάρχουν σε βάρος του κρίθηκαν επαρκή από τη Δικαιοσύνη ώστε να αποφασιστεί η προφυλάκισή του. Ο κατηγορούμενος φέρεται να υποστηρίζει ότι τα ίχνη πυρίτιδας που εντοπίστηκαν σε ζώνη του σχετίζονται με το γεγονός ότι κάνει σκοποβολή, ενώ προαναγγέλλεται από την πλευρά του μαρτυρία προσώπου που θα του δίνει άλλοθι για το κρίσιμο διάστημα που δολοφονήθηκε ο 54χρονος τοπογράφος.
Το δεύτερο μέτωπο είναι οι έρευνες από την Αρχή για το Ξέπλυμα Μαύρου Χρήματος. Αρχικά είχε παρέμβει προκειμένου να ελεγχθούν τα οικονομικά στοιχεία του θύματος και προσώπων που σχετίζονταν επαγγελματικά μαζί του και ακολούθως, μετά τη σύλληψη του 44χρονου κατηγορούμενου ως δολοφόνου, διερευνώνται και οι δικές του οικονομικές δοσοληψίες και δεδομένα, παράλληλα με ενός ακόμη προσώπου που φέρεται να ανήκει στον κύκλο των επαφών τόσο του δράστη όσο και του θύματος.
Το τρίτο μέτωπο -που θεωρείται το πλέον κομβικό- είναι η έρευνα που διεξάγεται από το Οργανωμένο Εγκλημα, υπό την εποπτεία του αρμόδιου εισαγγελέα μετά την παραγγελία της εισαγγελέως του Αρείου Πάγου Γεωργίας Αδειλίνη με αφορμή τη δολοφονία Στάθη.
Η συγκεκριμένη παραγγελία, βασισμένη σε στοιχεία και καταγγελίες, ορισμένες εκ των οποίων έγιναν στην Ασφάλεια από στόματα που άνοιξαν μετά το έγκλημα στο Νέο Ψυχικό, αντιμετωπίζει στην ουσία τη δολοφονία του τοπογράφου ως κομμάτι σε ένα ευρύτερο παζλ εγκληματικών δραστηριοτήτων με «μήτρα» τη Μύκονο και βασικό τομέα δράσης όχι πλέον την «προστασία» σε καταστήματα εστίασης και αναψυχής, τη διακίνηση ναρκωτικών και την πορνεία, αλλά το real estate.
Αλλωστε, στο μικροσκόπιο έχουν μπει συγκεκριμένες αγοραπωλησίες ακινήτων στο νησί από τον 54χρονο τοπογράφο που, σύμφωνα με τις έως τώρα πληροφορίες, αποτελούν «φιλέτα» τα οποία κι άλλοι επεδίωκαν διακαώς να αποκτήσουν.
Στην έρευνα μάλιστα επικεφαλής, εκ της θέσεώς του, είναι ο κ. Φώτης Τζελέπης, ένας αξιωματικός που ξέρει καλά τη Μύκονο και τις «κακοτοπιές» της, αφού είναι ο ίδιος που πριν από τρία χρόνια είχε επιλεγεί από τον κ. Μιχάλη Χρυσοχοΐδη στην προηγούμενη θητεία του στο υπουργείο Προστασίας του Πολίτη για να οργανώσει την αστυνόμευση στη Μύκονο και να αντιμετωπίσει την ανεξέλεγκτη δράση τοπικών μαφιών. Πλέον, ο κ. Τζελέπης βρίσκεται επικεφαλής της Δίωξης Οργανωμένου Εγκλήματος στην Ασφάλεια Αττικής και η γνώση της ανθρωπογεωγραφίας του Νησιού των Ανέμων του δίνει χρονικό πλεονέκτημα για την εξέλιξη της έρευνας.
Ηδη, πάντως, έχουν ανασυρθεί φάκελοι που αφορούν υποθέσεις ξυλοδαρμού προσώπων που δραστηριοποιούνται στον τομέα της κτηματαγοράς. Θύμα ξυλοδαρμού είχε πέσει και ο τοπογράφος και πλέον αυτή η επίθεση «διαβάζεται» από την Αστυνομία ως προειδοποίηση στον άνθρωπο που πλέον έχει δολοφονηθεί. Στο ίδιο πλαίσιο, το ενδιαφέρον των αστυνομικών τράβηξε εκ νέου ο άγριος ξυλοδαρμός επιχειρηματία του real estate στο νησί. Ο φυσικός αυτουργός μάλιστα ήταν ο Αλβανός κρατούμενος στις Φυλακές Κορυδαλλού που δολοφονήθηκε προ ημερών από συγκρατούμενό του στη διάρκεια καβγά.
Εως τώρα, πάντως, δεν υπάρχουν στοιχεία που να δείχνουν ότι οι δύο δολοφονίες συνδέονται με οποιονδήποτε τρόπο. Η επέκταση της «μαφίας της Μυκόνου» και στην οικοδομική – κατασκευαστική δραστηριότητα και τις αγοραπωλησίες ακινήτων δεν είναι κάτι εντελώς καινούριο. Αλλωστε η Πολεοδομία του νησιού έχει κλείσει δύο φορές στο παρελθόν, με τις αρμοδιότητές της να μεταφέρονται στη Σύρο μετά τη διαπίστωση κρουσμάτων εκτεταμένης διαφθοράς.
Ομως, αυτό που διαπιστώνεται πλέον είναι ότι όσο μεγαλώνει ο τζίρος της κτηματαγοράς τόσο στο συγκεκριμένο νησί όσο και σε άλλα μεγάλα νησιά των Κυκλάδων, όπως η Πάρος, στην οποία μόνο φέτος έχουν εκδοθεί περί τις 350 οικοδομικές άδειες, μεγαλώνει και το ενδιαφέρον των οργανωμένων κυκλωμάτων να μπουν σε ένα παιχνίδι με τεράστια ποσά, άρα και αναμενόμενα κέρδη.
Στο επίκεντρο των ερευνών
Σε τρία πρόσωπα που δραστηριοποιούνται στο κοσμοπολίτικο νησί της Μυκόνου εστιάζονται οι έρευνες της ΕΛ.ΑΣ. για τη λύση του μυστηρίου γύρω από τον ηθικό αυτουργό της άγριας δολοφονίας του 54χρονου τοπογράφου Παναγιώτη Στάθη στο Νέο Ψυχικό.
Στο μικροσκόπιο των ερευνητών του Τμήματος Ανθρωποκτονιών έχουν μπει δύο επιχειρηματίες και ένας εργολάβος, άτομα με τα οποία το θύμα φέρεται να είχε κατά το παρελθόν προστριβές για θέματα επαγγελματικής φύσεως. Καλά ενημερωμένες πηγές ανέφεραν πως μέχρι και τη στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές δεν υφίστανται ισχυρά στοιχεία για κανέναν από αυτούς, προσθέτοντας πως αυτό που υπάρχει είναι κάποιες αναφορές που τοποθετούν το θύμα σε θέση αντιδικίας μαζί τους.
Ειδικότερα, άτομα από το περιβάλλον του Στάθη ανέφεραν στις Αρχές ότι ο τοπογράφος είχε καβγά στο παρελθόν με έναν εργολάβο του νησιού και θεωρούσε ότι ο συγκεκριμένος άνθρωπος βρισκόταν πίσω από την επίθεση που είχε γίνει σε βάρος του έξω από το σπίτι του στο Χαλάνδρι το 2021.
Επιπλέον αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι, όπως ανέφερε στους αστυνομικούς η σύντροφος του 44χρονου που συνελήφθη ως φυσικός αυτουργός της δολοφονίας, λίγους μήνες πριν από το έγκλημα ο συλληφθείς και η ίδια είχαν μεταβεί δύο φορές στη Μύκονο, όπου, μεταξύ άλλων, ο κατηγορούμενος είχε συναντήσει τον συγκεκριμένο εργολάβο.
Πάντως, όπως εξήγησαν στο «ΘΕΜΑ» πηγές με γνώση της υπόθεσης, «είναι άλλο να ακούγεται ότι ο δολοφονηθείς είχε κόντρες με δύο-τρεις συγκεκριμένους ανθρώπους και άλλο να υπάρχουν αποδείξεις πως κάποιος πλήρωσε για την εξόντωσή του. Ο Στάθης ασχολούνταν με το real estate στο νησί και αναδείχθηκε σε έναν τομέα όπου κυριαρχούν συγκεκριμένοι άνθρωποι που έχουν μεγάλα συμφέροντα. Οπως φαίνεται, κάποιος ενοχλήθηκε πολύ από τις δραστηριότητές του και θέλησε να τον βγάλει από τη μέση».
Αυτό που αναζητούν οι αστυνομικοί είναι ένα αδιάσειστο στοιχείο που να συνδέει τον ηθικό αυτουργό με το έγκλημα, στοιχείο που πιστεύουν πως θα εντοπίσουν στα δύο εκ των τεσσάρων κινητών που βρέθηκαν στην κατοχή του 44χρονου συλληφθέντος, ο οποίος πλέον κρατείται στις Φυλακές Κορυδαλλού. Πρόκειται για τα δύο κινητά που είχε βάλει σε μια κρύπτη στο ταβάνι του σπιτιού όπου έμενε με τη σύντροφό του.
Στη συγκεκριμένη κρύπτη, εκτός από τα κινητά, τα στελέχη της ΕΛ.ΑΣ. εντόπισαν επίσης μία κάρτα SIM, καθώς και μια συσκευή GPS, με αστυνομικές πηγές να εκτιμούν πως ο 44χρονος, λίγο προτού συλληφθεί, σχεδίαζε να ξεφορτωθεί τα εν λόγω αντικείμενα χωρίς τελικά να προλάβει. Παράλληλα, οι ίδιες πηγές θεωρούν πως η απάντηση στο ποιος κρύβεται τελικά πίσω από τη μαφιόζικη εκτέλεση του τοπογράφου βρίσκεται στα δεδομένα των δύο αυτών συσκευών είτε με τη μορφή κάποιου μηνύματος, είτε με τη μορφή κάποιας κλήσης, κάτι που μένει να αποδειχθεί έπειτα από τη σχετική ανάλυση.
Στο Αγρίνιο
Σύμφωνα με εκτιμήσεις, η δολοφονία του Στάθη πληρώθηκε κοντά στα 100.000 ευρώ, ως εκ τούτου οποιαδήποτε συναλλαγή ή επένδυση του 44χρονου συλληφθέντος που να είναι κοντά σε αυτό το ποσό κρίνεται ως ύποπτη. Πάντως, με βάση τα όσα έχουν περιέλθει ήδη ως πληροφορίες στους αστυνομικούς, ο κατηγορούμενος φαίνεται να είναι μέτοχος σε διάφορες εταιρείες και μία από αυτές να βρίσκεται στο Αγρίνιο. Σύμφωνα με πληροφορίες, αστυνομικοί μετέβησαν στην επαρχιακή πόλη για να ελέγξουν αν πράγματι υπήρχε εταιρεία, ωστόσο αυτή αποδείχθηκε «φάντασμα». Επιπλέον, όπως διαπιστώθηκε, η μηχανή μεγάλου κυβισμού που κατείχε ήταν στο όνομα άσχετου προσώπου, που φέρεται μάλιστα να είναι τοξικομανής.
Από τη μεριά του, ο 44χρονος αρνείται την εμπλοκή του στην υπόθεση επικαλούμενος άλλοθι. Σε δηλώσεις του ο δικηγόρος του, κ. Νικόλας Αλετράς, ανέφερε ότι ο εντολέας του έδωσε κατά την απολογία του τις απαντήσεις που του ζητήθηκαν και παραπέμφθηκε επί ενδείξεων. Ακόμη, ο κ. Αλετράς ανέφερε πως ο εντολέας του δεν είχε επιχειρηματική δραστηριότητα στη Μύκονο και πως η σύνδεση του ονόματός του με το νησί προκαλεί και σε εκείνον απορία.
Αυτό ωστόσο που, σύμφωνα με την ΕΛ.ΑΣ., τον διαψεύδει και αποδεικνύει πέραν πάσης αμφιβολίας την εμπλοκή του είναι το δρομολόγιο που ακολούθησε με το σκούτερ που φέρεται να χρησιμοποίησε στο χτύπημα. Διαδρομή που έχει αποτυπωθεί καρέ-καρέ από πολυάριθμες κάμερες, οι οποίες και οδήγησαν στο υπόγειο πάρκινγκ ενός συγκροτήματος διαμερισμάτων στο Μαρούσι. Σημείο από το οποίο εξέρχεται και εισέρχεται το σκούτερ με τον δράστη την ημέρα της δολοφονίας, αλλά και μία ημέρα πριν.