Με αφορμή την νέα τρομοκρατική επίθεση στο Μάντσεστερ και τους τόσους αθώους ανθρώπους που πλήρωσαν με την ζωή τους την παράνοια κάποιου φανατικού, παρατήρησα κάτι που με έβαλε σε σκέψεις.
Άλλοτε τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης γέμιζαν σημαίες και εκφράσεις συμπαράστασης,αυτή τη φορά δεν είδα ούτε μια τέτοια ανάρτηση και ξέρετε γιατί? Επειδή δυστυχώς τις συνηθίσαμε πλέον τέτοιου είδους ειδήσεις. Στην αρχή μας πιάσαν απροετοίμαστους και σοκαρισμένους, τότε στο Παρίσι αν θυμάστε. Στην συνέχεια ακολούθησαν τόσες πολλές επιθέσεις σε Ευρωπαϊκό έδαφος, που τώρα δεν μας κάνει καμμιά αίσθηση.
Και στην απλή μας καθημερινότητα όμως, δείτε τι ωραία συνηθίσαμε τα λεγόμενα capital controls.Πάνε δυο χρόνια τώρα κι ούτε που μας νοιάζει για το όριο αναλήψεων,έτσι κι αλλιώς δεν έχουμε να σηκώσουμε και περισσότερα. Κι όμως στην αρχή χαλάγαμε τον κόσμο,τι θα κάνουμε, τι θα γίνει με τα λεφτά μας και γιατί να πρέπει να τρέχουμε κάθε τρεις και λίγο στην τράπεζα.
Το ίδιο γίνεται και στις οικογένειες, στις σχέσεις και στα επαγγελματικά μας. Πριν χρόνια όποιος μας έλεγε ότι θα δουλεύουμε 10ωρο για 480 ευρώ το μήνα, σίγουρα θα τον βγάζαμε τρελό, σήμερα όποιος κερδίζει από την δουλειά του 700, είναι προνομιούχος και δεν είναι πολύ καιρό πριν που μιλούσαμε απαξιωτικά για την γενιά των 700 ευρώ.
Προχθές μέσα στο σούπερ μάρκετ άκουσα άθελα μου την συζήτηση δυο γυναικών.Ρώτησε η μια την άλλη πως μπορεί κι ανέχεται αυτήν την κατάσταση κι η δεύτερη της απάντησε”Δεν με νοιάζει πια,απλά συνήθισα,μου αρκεί που είναι εντάξει τα άλλα.” Δεν ξέρω αν μιλούσαν σε οικογενειακό, προσωπικό ή επαγγελματικό επίπεδο, αλλά μου έκανε εντύπωση ο τρόπος που η γυναίκα είπε” το συνήθισα πια”.
Τελικά πολύ άτιμο πράγμα αυτή η συνήθεια. Γιατί κρύβει τεράστια δυναμική πίσω της. Για ότι μας συμβαίνει στην αρχή πάντα βάζουμε τις φωνές, στην συνέχεια μαλακώνουμε σε τέτοιο σημείο που αυτό για το οποίο φωνάζαμε, καταλήγει να γίνει δεύτερη φύση μας.Με αυτόν το τρόπο συνηθίσαμε σιγά σιγά καταστάσεις που ενώ κατά βάθος μας ενοχλούν, ταυτόχρονα μας αφήνουν αδιάφορους.
Έτσι συνηθίσαμε να μην μπορούμε να κοιμηθούμε τις ώρες κοινής ησυχίας γιατί πάντα κάποιος γείτονας εκείνες τις ώρες επιλέγει να κάνει τα μερεμέτια του σπιτιού του ή κάποιος μάστορας για να τους προλάβει όλους, δουλεύει μέσα στο μεσημέρι, για να μην σχολιάσω την ηχορύπανση από πειραγμένα μηχανάκια.
Συνηθίσαμε να περπατάμε δίπλα από σωρούς σκουπιδιών και να γυρίζουμε το κεφάλι κάνοντας ότι δεν τα βλέπουμε. Σε αυτούς τους σωρούς συνηθίσαμε -δυστυχώς- να βλέπουμε κι ανθρώπους να ψάχνουν για φαγητό.
Συνηθίσαμε να οδηγάμε στους δρόμους και να κόβουμε ταχύτητα στο πράσινο φανάρι γιατί ξέρουμε ότι από κάπου θα ξεπροβάλλει ο παλαβός που θα περάσει με κόκκινο επειδή νομίζει ότι είναι μάγκας.
Συνηθίσαμε την πρωτοτυπία της ελληνικής εκπαίδευσης που ενώ είναι δωρεάν, για να αποκτήσουν τα παιδιά μας γνώσεις ,τα ακουμπάμε χοντρά σε φροντιστήρια κι ιδιαίτερα μαθήματα κι επίσης συνηθίσαμε τα ναρκωτικά και τις σύριγγες στις αυλές των σχολείων.
Συνηθίσαμε την διαφθορά, τα λαμόγια, τους μιζαδόρους και δεν μας κάνει εντύπωση ότι όλοι αυτοί είναι έξω κι απολαμβάνουν την ζωή τους ενώ ο φτωχός κόσμος περνάει τα σίδερα της φυλακής για ψύλλου πήδημα.
Συνηθίσαμε την βία σε ανυπεράσπιστους και διαφορετικούς από εμάς ανθρώπους γιατί τι δουλειά έχουμε τώρα εμείς να μπλεκόμαστε σε τέτοιες καταστάσεις, όπως συνηθίσαμε την βία στα ζώα που είναι τα μόνα, τα οποία δεν μας φταίνε σε τίποτα.
Συνηθίσαμε τα πτώματα εκείνων των άμοιρων που προσπαθούν να περάσουν την Μεσόγειο και τα κορμιά τους τα καταπίνει η θάλασσα. Κάποιος μου είπε πριν λίγο καιρό”ας καθόντουσαν στα σπίτια τους.”
Συνηθίσαμε την χυδαιότητα, την αγένεια και την βαραβαρότητα σε κουβέντες, χειρονομίες και πράξεις. Την κατήφεια,την μελαγχολία και την παραίτηση στα πρόσωπα.
Συνηθίσαμε την τρόικα και τους λεγόμενους θεσμούς να έρχονται, να μας κουνούν το δάχτυλο, να δίνουν οδηγίες προς ναυτιλομένους και να μας αδειάζουν τις τσέπες.
Συνηθίσαμε να διαβάζουμε για αυτοκτονίες συνανθρώπων μας εμείς, που ήμασταν ο πιο ξένοιαστος λαός της Μεσογείου.
Συνηθίσαμε τις επαναλήψεις στην τηλεόραση σε τέτοιο βαθμό, που θα μπορούσαμε άνετα να παίξουμε τους ρόλους απέξω, μαζί με αυτό συνηθίσαμε να θεωρούμε ψυχαγωγική εκπομπή, μια ομάδα ανθρώπων που τσιρίζουν και σχολιάζουν χονδροειδώς οτιδήποτε πέρα από τους εαυτούς τους.
Όπως καταλαβαίνετε, φθάσαμε έτσι στο σημείο εμείς που δώσαμε τα φώτα του πολιτισμού στην Ευρώπη, να κατεβάζουμε σιγά σιγά τους διακόπτες και να συνηθίζουμε στο σκοτάδι…
Α.Μ