Στημένες δίκες που έμειναν στην ιστορία..

908
Είναι γεγονός πως στη διάρκεια των αιώνων η δικαιοσύνη χρησιμοποιήθηκε ουκ ολίγες φορές από τους ισχυρούς της εκάστοτε εποχής, για να καταδικάσουν ανθρώπους των οποίων οι πεποιθήσεις διέφεραν με εκείνες της εποχής…
Κανείς δε θα μάθει ποτέ την έκβαση της ιστορίας αν κάποιες ετυμηγορίες δεν είχαν ακουστεί ποτέ…
Γράφει η Μαρία Κοντογιάννη
Η δίκη του Σωκράτη
Η δίκη του Αθηναίου φιλοσόφου Σωκράτη, μιας από τις σημαντικότερες φυσιογνωμίες
του ελληνικού και παγκόσμιου πολιτισμού είναι σίγουρα μια απο τις πιο πολυσυζητημένες δίκες του παρελθόντος.
Το 399 π.Χ. ο Σωκράτης κατηγορήθηκε για ασέβεια προς τους θεούς και για διαφθορά των νέων μέσω της διδασκαλίας του.
Ο Σωκράτης καταδικάστηκε σε θάνατο από το δικαστήριο της Ηλιαίας τον Μάρτιο του 399 π.Χ.
Ως σκοπιμότητα της κατηγορίας θεωρήθηκε η διδασκαλία του, η οποία επιδρούσε στους νέους, και, με τον φιλελευθερισμό που τον διέκρινε, θεωρήθηκε ανατρεπτικός. Ουσιαστικό κίνητρο, όμως, υπήρξε η αντιζηλία του με σημαντικούς άνδρες της εποχής. Ενώ ένας από τους βασικούς λόγους για κατηγορία του, στην πραγματικότητα ήταν ότι ένας από τους μαθητές του, και μάλιστα από τους πιο σημαντικούς, είχε πάρει μέρος στην εξουσία των τυράννων.
Στη διάρκεια της δίκης ο Σωκράτης έδειξε θάρρος, ενώ η αναγγελία της ποινής δεν κατάφερε να τον βγάλει από τη «θεϊκή» του αταραξία. Μετά την καταδίκη του παρέμεινε στο δεσμωτήριο 30 μέρες, γιατί ο νόμος απαγόρευε την εκτέλεση της θανατικής ποινής πριν από την επιστροφή του ιερού πλοίου από τις γιορτές της Δήλου. Από τον διάλογο του Πλάτωνα Κρίτων μαθαίνουμε ότι ο Σωκράτης θα μπορούσε να σωθεί, αν ήθελε, αφού οι μαθητές του είχαν τη δυνατότητα να τον βοηθήσουν να αποδράσει. Ο Σωκράτης αρνήθηκε και, ως νομοταγής πολίτης και αληθινός φιλόσοφος, περίμενε τον θάνατο ειρηνικά και γαλήνια, και ήπιε το κώνειο, όπως πρόσταζε ο νόμος.
Η αποκατάσταση..
Παρ’ όλα αυτά, τον Μάιο του 2012, πραγματοποιήθηκε εκ νέου η δίκη του Σωκράτη από Συμβούλους του Αρείου Πάγου και γνωστούς δικηγόρους και δικαστές, χρησιμοποιώντας τους νόμους της εποχής εκείνης, και ως αποτέλεσμα ο Σωκράτης αθωώθηκε για τις κατηγορίες τις οποίες έφερε.
Η δίκη του Ντρέυφους
Η Υπόθεση Ντρέιφους ήταν στην πραγματικότητα ένα τεράστιο στρατιωτικοπολιτικό σκάνδαλο κατασκοπείας και ταυτόχρονα μία από τις μεγαλύτερες διεθνώς δικαστικές πλάνες που συντάραξε τη Γαλλία επί δώδεκα χρόνια, στα τέλη του 19ου και στις αρχές του 20ου αιώνα. Πρωταγωνιστής ήταν ο Γάλλος λοχαγός Άλφρεντ Ντρέιφους.
Αρχές Νοεμβρίου του 1894 ο Ντρέιφους οδηγήθηκε ενώπιον του Στρατοδικείου, που συνήλθε στο Παρίσι με τη σε βάρος του κατηγορία της προδοσίας που βασίστηκε σε απλές υποψίες. Αντί λοιπόν να ξεκινήσει η δίκη μετά τη μελέτη του όλου μέχρι τότε συγκεντρωθέντος ανακριτικού υλικού, παραδίδεται στο στρατοδικείο ένας “μυστικός φάκελος” που περιελάμβανε κάποια προσεκτικά επιλεγμένα έγγραφα “ντοκουμέντα” που στόχευαν στην επιβεβαίωση σχέσεων του Ντρέιφους με Γερμανούς ακολούθους. Συνέχεια δε αυτού ήταν επιπλέον και η απαγόρευση στην υπεράσπιση του Ντρέιφους να λάβει γνώση του περιεχομένου του μυστικού φακέλου.
Συνέπεια αυτών ήταν επόμενο η δίκη να εξέλθει των ορίων της νομιμότητας και να καταστεί τελικά μια κατευθυνόμενη διεργασία προαποφασισμένης καταδίκης με τελείως απαράδεκτους σχετικά με τη στρατιωτική δικαιοσύνη χειρισμούς. Συνεπώς, έξω από τα νόμιμα όρια, ούτε στρατοδικείο ήταν αυτό που εκδίκασε την υπόθεση, αλλά ούτε και δίκη συνέβη. Έτσι, παρά τις αντιφατικές μαρτυρίες και τα ελλειπή στοιχεία, μια ομάδα από στρατοδίκες υπό μορφή απόφασης, ούτε λίγο ούτε πολύ, δημοσιοποίησε την “ετυμηγορία”, ο Ντρέιφους καταδικάστηκε σε καθαίρεση του βαθμού του και ισόβια κάθειρξη σε καθεστώς πλήρους απομόνωσης σε στρατιωτικό φρούριο. Η ατιμωτική καθαίρεση του Α. Ντρέιφους έλαβε χώρα στον περίβολο της Στρατιωτικής Σχολής με θραύση του ξίφους του στις 5 Ιανουαρίου 1895.
Ύστερα από αυτήν την αποτρόπαιη τελετή, ο Ντρέιφους στάλθηκε, στις 13 Απριλίου 1895, στο Νησί του Διαβόλου (τόπος εξορίας) στη Γαλλική Γουιάνα για να εκτίσει την ποινή του.
Η αποκατάσταση..
Τον Ιούνιο του 1899 ο Ντρέιφους ήλθε από το Νησί του Διαβόλου για τη δίκη και εμφανίστηκε μπροστά σε ένα νέο στρατιωτικό δικαστήριο στην πόλη Ρεν (7 Αυγούστου – 9 Σεπτεμβρίου 1899). Καταδικάστηκε και πάλι, όμως με ελαφρυντικά. Δέκα μέρες μετά τη δίκη, ο Γάλλος πρόεδρος Εμίλ Λουμπέ, επιθυμώντας να δώσει τέλος στην υπόθεση, του απένειμε χάρη. Ο Ντρέιφους δέχθηκε την πράξη επιείκειας, αλλά διατήρησε το δικαίωμα να κάνει ό,τι είναι δυνατόν για να αποδείξει την αθωότητά του.
Τον Ιούλιο του 1906 το εφετείο απαλλάσσει τον Ντρέιφους και αναιρεί όλες τις προηγούμενες καταδίκες. Η Βουλή ψηφίζει νόμο με τον οποίο αποκαθιστά πλήρως τον Ντρέιφους και σβήνει κάθε αμφιβολία για την αθωότητά του. Στις 22 Ιουλίου του απονεμήθηκε το μετάλλιο της Λεγεώνας της Τιμής. Κατόπιν μικρής θητείας στον στρατό, όπου πήρε το αξίωμα του ταγματάρχη, αποστρατεύθηκε. Κλήθηκε ξανά κατά τη διάρκεια του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου και ως αντισυνταγματάρχης διοίκησε μια φάλαγγα πυρομαχικών. Πέθανε στο Παρίσι στις 12 Ιουλίου 1935 σε ηλικία 76 ετών.
Η δίκη των Έξι
Το 1922, λίγο μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή, η επαναστατική κυβέρνηση του Ελευθέριου Βενιζέλου έθεσε τους θεωρούμενους ως υπεύθυνους σε δίκη. Τι επιζητούσε όμως το δικαστήριο; Είχε ως στόχο την απονομή δικαιοσύνης ή μήπως αποζητούσε την καταδίκη των κατηγορουμένων, ώστε να ισχυροποιηθεί η θέση του Ελευθέριου Βενιζέλου και της επανάστασης; Η απάντηση δόθηκε ξεκάθαρα από την ίδια την επαναστατική επιτροπή : “Η επανάσταση προϋποθέτει ενότητα, αλλά η ενότητα αυτή θα είναι ανήθικη αν παραβλέψει κανείς τους υπεύθυνους και μπερδέψει τους αθώους με τους ένοχους. Για αυτό η παραδειγματική τιμωρία των εχθρών της χώρας κρίνεται απαραίτητη!”
Έτσι, μπροστά απο το έκτακτο στρατοδικείο που στήθηκε για την περίσταση παρουσιάστηκαν οι : Δημήτριος Γούναρης (πρώην πρωθυπουργός), Γεώργιος Χατζανέστης (διοικητής στρατού), Νικόλαος Στράτος  και Πέτρος Πρωτοπαπαδάκης  (πρώην πρωθυπουργοί), Νικόλαος Θεοτόκης και Γεώργιος Μπαλτατζής (υπουργοί της κυβέρνησης Γούναρη), Μιχαήλ Γούδας (υποναύαρχος και πρώην υπουργός) και Ξενοφών Στρατηγός (υποστράτηγος και πρώην υπουργός).
Αν και οι δυο τελευταίοι καταδικάστηκαν σε ισόβια κάθειρξη, οι υπόλοιπη Έξι καταδικάστηκαν σε θάνατο και έκτελεστηκαν άμεσα.
 Η αποκατάσταση…
Το 2008, ο Μιχαήλ Πρωτοπαπαδάκης, εγγονός του Πέτρου Πρωτοπαπαδάκη, προσέφυγε στον Άρειο Πάγο ζητώντας την ακύρωση της απόφασης του στρατοδικείου με το αιτιολογικό της ύπαρξης νέων στοιχείων. Το ποινικό τμήμα του Αρείου Πάγου (3 προς 2) δέχθηκε τους ισχυρισμούς του και παρέπεμψε το θέμα στην Ολομέλεια για την οριστική απόφαση. Τον Δεκέμβριο του 2009, η Ολομέλεια του Αρείου Πάγου τάχθηκε υπέρ της επανάληψης της «δίκης των έξι», σε διάσκεψη κεκλεισμένων των θυρών, κάνοντας δεκτή εισήγηση του αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου, Αθανασίου Κονταξή. Τον Οκτώβριο του 2010, το ανώτατο δικαστήριο έκρινε αθώους τους καταδικασθέντες, κάνοντας δεκτή την αίτηση του Μιχάλη Πρωτοπαπαδάκη.
Η δίκη του Γαλιλαίου
Ο Γαλιλαίος ήταν Ιταλός αστρονόμος, φιλόσοφος και φυσικός.
Επειδή ο Γαλιλαίος τόλμησε ν’ αντιταχθεί στην παραδεδεγμένη διδασκαλία, δημιούργησε πολλούς εχθρούς και τον θεώρησαν αιρετικό. Η σύγκρουσή του με τη Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία αναφέρεται πολλές φορές ως παράδειγμα σύγκρουσης της εξουσίας με την ελευθερία της σκέψης και ειδικά με την επιστήμη στη Δυτική κοινωνία, αν και στην πραγματικότητα, μετά την κατασκευή του τηλεσκοπίου από τον Γαλιλαίο το 1609 και τις παρατηρήσεις του, ο διωγμός, πρωτογενώς, εξυφάνθηκε στον χώρο των αριστοτελικών επιστημόνων του Πανεπιστημίου της Πάδοβας, που αμφέβαλαν για την εγκυρότητα των αστρονομικών του ανακαλύψεων και αγωνίστηκαν να συγκεντρώσουν υποψίες για το άτομο του στα μάτια των εκκλησιαστικών αρχών.
Κύρια κατηγορία για την καταδίκη του Γαλιλαίου το 1633 ήταν η αθέτηση του Διατάγματος του Καταλόγου Απαγορευμένων που δημοσιεύτηκε στις 6 Μαρτίου του 1616. Σύμφωνα με αυτό, δόθηκε εντολή στον Γαλιλαίο να μην υποστηρίξει, ούτε να υπερασπιστεί, ούτε να διδάξει με οποιονδήποτε τρόπο την άποψη της ακινησίας του Ήλιου και της κίνησης της Γης. Έχοντας τότε, χωρίς δεύτερη σκέψη, υποσχεθεί να υπακούσει, αφέθηκε ελεύθερος και απέφυγε τον κίνδυνο να λογοκριθεί ή να απαγορευτεί κάποιο από τα βιβλία του. Μέχρι τότε, είχε δώσει μεγάλο αγώνα (κυρίως γραφειοκρατικό), έχοντας βέβαια υποστηρικτές και τη στήριξη πνευματικών ανθρώπων της εποχής, ώστε να πείσει για την εγκυρότητα του Kοπερνίκιου δόγματος (του ότι ο Ήλιος στέκει ακίνητος, έχοντας τη Γη να περιστρέφεται γύρω του, εκτελώντας διπλή κίνηση). Το αμέλημα λοιπόν που έφερε στο προσκήνιο το Διάταγμα του 1616 ήταν η δημοσίευση του Διαλόγου περί των δύο Μεγίστων Συστημάτων του Κόσμου το 1632, το οποίο σύμφωνα με τους αρμόδιους του Ιεροδικείου παραβαίνει ρητά την παραπάνω εντολή (Διάταγμα του 1616).
Ο Γαλιλαίος κλήθηκε στο Ιεροδικείο στη Ρώμη το 1633, φυλακίστηκε τυπικά, και αφού αρνήθηκε πως μέσα από τον Διάλογο κηρύσσει το δόγμα του Κοπέρνικου ως αστρονομική αλήθεια, κάτι το οποίο δεν γίνεται δεκτό από τους δικαστές, τελικά αποκηρύσσει τις ιδέες του όσον αφορά την κίνηση της Γης. Αυτουργός της απόφασης των δικαστών φαίνεται να είναι ο τότε πάπας Ουρβανός Η’, ο οποίος ενοχλήθηκε που, κατά τη γνώμη του, ο Διάλογος δεν αναδείκνυε τη θεία παντοδυναμία έναντι της επιστημονικής-φυσικής αλήθειας, όπως ο ίδιος είχε συμφωνήσει με τον Γαλιλαίο.
Σύμφωνα με τον μύθο, ο Γαλιλαίος φεύγοντας από την Ιερά Εξέταση επέμεινε στην άποψη του αναφωνώντας “Και όμως γυρίζει
Η αποκατάσταση..
Την ποινή φυλάκισης του Γαλιλαίου μετέτρεψε σε κατ’ οίκον περιορισμό ο Πάπας Ουρβανός Η΄, ενώ τρεις από τους δέκα καρδινάλιους δικαστές αρνήθηκαν να υπογράψουν την καταδίκη του.
Την 1η Δεκεμβρίου, το Ιεροδικείο έδωσε την άδεια στον Γαλιλαίο να επιστρέψει στη Φλωρεντία, όπου έμενε πριν την κλήση του Ιεροδικείου, και να εγκατασταθεί στο Αρτσέτρι, όπου πέθανε τη νύχτα μεταξύ 8ης και 9ης Ιανουαρίου 1642 όσο διαρκούσε η σωφρονιστική ποινή του.
Η πραγματική αποκατάσταση της φήμης του Γαλιλαίου είναι η παρακαταθήκη της δουλειάς του, που άφησε σε όλες τις επόμενες γενιές.
Ακολουθήστε το kefaloniapress.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις