Έχει πάρει τον τίτλο της «Νονάς» αλλά και αυτόν την «Μαύρης Χήρας». Ο λόγος για την βασίλισσα της κοκαΐνης, Γκριζέλντα Μπλάνκο, της πιο γνωστής εμπόρου ναρκωτικών στον κόσμο.
Ήταν ένα ήσυχο απόγευμα Δευτέρας σε ένα προάστιο της Μεντεγίν της Κολομβίας, όταν ένας άνδρας με μοτοσικλέτα σταμάτησε έξω από το κρεοπωλείο Καρντίσο. Με την μηχανή ακόμη αναμμένη, μπήκε μέσα και έφτασε σε μια ηλικιωμένη γυναίκα που καθόταν σε έναν πάγκο αφότου είχε συγκεντρώσει την εβδομαδιαία παραγγελία της.
Ο άντρας πυροβόλησε δύο φορές στη γυναίκα προτού επιστρέψει στην μοτοσικλέτα του και φύγει.
Καθώς οι άνθρωποι έφευγαν πανικόβλητοι από το κατάστημα, η νύφη του 69χρονου θύματος, Γιεσίκα Τρουγίλο, που πλήρωνε εκείνη την ώρα για την παραγγελία, γονάτισε μπροστά στη γυναίκα που πέθαινε. Σε έναν περαστικό, η σκηνή μπορεί να έμοιαζε με μία ληστεία που είχε πάει κατά διαόλου, αλλά η Γιεσίκα ήξερε την αλήθεια –ήταν δολοφονία. Η νεκρή γυναίκα δεν ήταν μια τυχαία –ήταν η διαβόητη «θεά της κοκαΐνης» Γκριζέλντα Μπλάνκο.
Τόσο κινηματογραφική ήταν η ζωή της που 7 μήνες πριν από την δολοφονία της, τον Σεπτέμβριο του 2012, η Μπλάνκο έκλεισε μια συμφωνία με μια εταιρεία παραγωγής του Χόλιγουντ για να πει την ιστορία της. Με τίτλο «Cocaine Godmother» και την Κάθριν Ζέτα Τζόουνς στον πρωταγωνιστικό ρόλο, θα κάνει πρεμιέρα σε λίγο καιρό.
«Προσπάθησα να μην την ομογενοποιήσω ή να βρω κάποιο συμπαθητικό στοιχείο επάνω της, γιατί δεν νομίζω ότι είχε» δήλωσε η Κάθριν Ζέτα Τζόουνς για την ταινία στις Κάννες, τον περασμένο μήνα. «Υπάρχει κάτι το φανταστικό στο πώς ήταν το αφεντικό σε έναν επικίνδυνο ανδρικό κόσμο. Πρέπει να της το αναγνωρίσουμε αυτό».
Μιλώντας για τη μεταμόρφωσή της για να υποδυθεί την βασίλισσα της κοκαΐνης, η ηθοποιός πρόσθεσε: «Πήρα βάρος κι αν είχα αρχ@@@@, θα τα έπιανα ανά διαστήματα. Νόμιζε ότι ήταν όμορφη. Ήταν η πρωταγωνίστρια στην δική της ταινία. Δεν την ένοιαζε τίποτα».
Είναι τόσο δραματική η ιστορία της ανόδου και της πτώσης της Μπλάνκο που υπάρχει κι άλλη βιογραφία της από το κανάλι HBO – αυτή την φορά με την Τζένιφερ Λόπεζ στον πρωταγωνιστικό ρόλο ως βαρόνη των ναρκωτικών.
«Έχω γοητευτεί από την ζωή αυτής της διεφθαρμένης και περίπλοκης γυναίκας εδώ και πολλά χρόνια» είπε η τραγουδίστρια πέρυσι ανακοινώνοντας το έργο.
Η ίδια η φύση της δολοφονίας της είναι αυτή που εξιτάρει τον κόσμο όπως επίσης και η ζωή της, με το καρτέλ ναρκωτικών της να βγάζει περίπου 70 εκατομμύρια δολάρια κάθε μήνα από το εμπόριο κοκαΐνης. «Μερικοί άνθρωποι πίστευαν ότι η Μπλάνκο έπρεπε να είναι πιο βίαιη γιατί ήταν μια γυναίκα σε έναν ανδρικό κόσμο, αλλά εγώ δεν το πιστεύω» λέει ο Αλ Σίγκλετον, ένας αποστρατευμένος αστυνομικός στο Μαϊάμι, που ήταν μέρος της ομοσπονδιακής task force που είχε στόχο την βασίλισσα των ναρκωτικών όταν ήταν στα πιο ισχυρά της. «Μου έχουν πει άνθρωποι από το κοντινό της περιβάλλον ότι αυτή ήταν απλά η φύση της Γκριζέλντα Μπλάνκο».
Γεννημένη σε συνθήκες ακραίας φτώχειας στην Κολομβία, μεγάλωσε στο Μπάριο Τρινιντάντ –μία από τις πιο περιβόητες φτωχογειτονιές έξω από την Μεντεγίν – προτού φύγει από το σπίτι της σε ηλικία μόλις 14 ετών.
Απελπισμένη να ξεφύγει από την σωματική κακοποίηση των συντρόφων της μητέρας της, έζησε στους δρόμους, κλέβοντας πορτοφόλια, λεηλατώντας και -όταν τα πράγματα έφταναν σε απελπιστικό σημείο– πουλώντας το κορμί της για σεξ.
Στα τέλη της δεκαετίας του ‘20, η Μπλάνκο γνώρισε τον Αλμπέρτο Μπράβο, έναν γνωστό διακινητή κοκαΐνης για το καρτέλ της Μεντεγίν –τον μεγαλύτερο και πιο διάσημο έμπορο ναρκωτικών στον κόσμο.
Ο Μπράβο την προσέλαβε για να αγοράζει για λογαριασμό του ανεπεξέργαστη κοκαΐνη, την οποία θα επεξεργαζόταν ο ίδιος σε άδεια εργοστάσια ενδυμάτων που είχε μετατρέψει σε εργαστήρια. Το ζευγάρι σύντομα ερωτεύτηκε.
Οι δυο τους έφτιαξαν γρήγορα μια επιτυχημένη επιχείρηση ναρκωτικών και έζησαν καλά με τα κέρδη της. Ωστόσο, τόσο ο Μπράβο όσο και η Μπλάνκο ήξεραν πως προκειμένου να βγάλουν καλά λεφτά έπρεπε να είναι στη Νέα Υόρκη, όπου η αγορά κοκαΐνης άξιζε εκατομμύρια.
«Μετακόμισαν στο Κουίνς και παντρεύτηκαν» λέει ο καθηγητής Μπρους Μπάγκλεϊ, συγγραφέας του βιβλίου « Drug Trafficking In The Americas». «Εκεί, το ζευγάρι μεταμφιέστηκε σε εισαγωγείς ρούχων, γνωρίζοντας πως με τις κολομβιανές διασυνδέσεις τους θα μπορούσαν να κατακτήσουν ένα τεράστιο μερίδιο της αγοράς, υποτιμώντας την ιταλική μαφία, που εκείνη την εποχή ήλεγχε την διανομή στην πόλη».
Δεν της πήρε πολύ χρόνο και το 1971, μαζί με τον σύζυγό της, η Μπλάνκο έγινε η πρώτη Κολομβιανή άρχοντας ναρκωτικών που εξήγαγε το προϊόν του καρτέλ της Μεντεγίν στις Ηνωμένες Πολιτείες, χρόνια προτού ο Πάμπλο Εσκομπάρ ακολουθήσει τα βήματά της.
Και δεν ήταν ο μόνος τρόπος που η Μπλάνκο έβγαζε χρήματα. Υπήρξε πρωτοπόρος στην χρήση νεαρών γυναικών ως διακινητές ναρκωτικών, που έπειθαν τους μνηστήρες που ήθελαν να κερδίσουν χρήματα και να δουλέψουν για την «La Madrina» (την «Νονά») – αυτό ήταν το παρατσούκλι που της έδωσαν οι εκατοντάδες εγκληματίες που είχε προσλάβει.
«Ήταν αρκετά καινοτόμα» προσθέτει ο Μπρους. «Η Μπλάνκο πρότεινε την ιδέα της δημιουργίας ειδικών σουτιέν και κορσέδων με κρυφές τσέπες για την κοκαϊνη. Επίσης, ίδρυσε ένα εξειδικευμένο κατάστημα εσωρούχων στη Μεντεγίν, με μοναδικό σκοπό του να φτιάχνει τα εσώρουχα του λαθρεμπορίου ναρκωτικών, έτσι ώστε ο στρατός των κοριτσιών της να μπορεί να περάσει το προϊόν του καρτέλ στις ΗΠΑ».
Το 1971, ένας από τους διαβόητους κορσέδες της βρέθηκε εγκαταλελειμμένος σε μια γυνακεία τουαλέτα στο αεροδρόμιο του Μαϊάμι. Περιείχε 3 κιλά του ναρκωτικού που ήταν ραμμένο σε 58 διαφορετικές θήκες.
Τα ψεύτικα στήθη ήταν γεμάτα με δύο μεγάλα πακέτα κοκαΐνης. Ένα χρόνο αργότερα, μία από τις διακινήτριες της Μπλάνκο, η 33χρονη Μαριέλα Ζαπάτα, συνελήφθη από τους τελωνειακούς υπαλλήλους στο ίδιο αεροδρόμιο με δύο κιλά καθαρής κοκαΐνης στο εσώρουχό της –με εμπορική αξία πάνω από 400.000 δολάρια.
Παρόλο που η Ζαπάτα κατηγορήθηκε για παράνομη εισαγωγή κοκαΐνης και απελάθηκε σε φυλακή της Κολομβίας, αρνήθηκε να αποκαλύψει το αφεντικό της. Τόση ήταν η πίστη που η Μπλάνκο είχε ενσταλάξει στις διακινήτριές της.
Ωστόσο, για κάθε μία που συλλαμβάνονταν, εκτιμάται ότι μέχρι και 10 ξέφευγαν κάτω από τις μύτες των Αμερικανών τελωνειακών πρακτόρων. Στο αποκορύφωμά τους, στις αρχές της δεκαετίας του ‘70, οι δραστηριότητες της Μπλάνκο και του Μπράβο έφερναν περίπου 1.5 τόνο κοκαϊνης στην Αμερική. Η επιχείρηση του ζευγαριού ήταν τόσο πετυχημένη ώστε συμφωνήθηκε πως ο Μπράβο θα επέστρεφε στην Κολομβία για να αναδιαρθρώσει και να αναλάβει την επιχείρηση από την Μεντεγίν, ενώ η Μπλάνκο θα έμενε στην Νέα Υόρκη για να διευρύνει την αυτοκρατορία και να κρατήσει τον ανταγωνισμό στο ελάχιστο.
Ωστόσο, μόνη της στις ΗΠΑ, η Μπλάνκο άρχισε να αυξάνει την δόση των ναρκωτικών που έπαιρνε η ίδια, και άρχισε να καπνίζει μεγάλες ποσότητες μη επεξεργασμένης κοκαΐνης που ονομάζεται «μπαζούκα».
Ο αυξανόμενος εθισμός της, τροφοδότησε μια παράνοια. Η Μπλάνκο άρχισε να πιστεύει ότι ο σύζυγός της την απάτησε τόσο προσωπικά όσο και επιχειρηματικά, καθώς και ότι η επιχείρησή της βρέθηκε υπό επιτήρηση. Ηταν τέτοια η παράνοιά της, που η Μπλάνκο ετοίμασε ένα σχέδιο διαφυγής που περιελάμβανε ένα πλήρως εφοδιασμένο ιδιωτικό αεροπλάνο να περιμένει σε 24ωρη κατάσταση αναμονής στο αεροδρόμιο του Μαϊάμι.
Και μπορεί τα… φαντάσματα που έβλεπε η Μπλάνκο να οφείλονταν στα ναρκωτικά, αλλά η πραγματικότητα, λίγα λόγια χρόνια αργότερα, την επιβεβαίωσε: Οι φόβοι της έγιναν πραγματικότητα το 1975, όταν μια κοινή έρευνα του αστυνομικού τμήματος της Νέας Υόρκης και του Τμήματος Ναρκωτικών, με το όνομα «Operation Banshee» -από τον αριθμό των γυναικών της που βρίσκονταν υπό επιτήρηση– της χτύπησε την πόρτα.
Ήταν η μεγαλύτερη επιχείρηση καταπολέμησης κυκλώματος κοκαΐνης στην ιστορία, ωστόσο οι αξιωματούχοι ήρθαν πολύ αργά –το ιδιωτικό αεροπλάνο της Μπλάνκο είχε αποχωρήσει για την πρωτεύουσα της Κολομβίας, Μπογκοτά, λίγες ημέρες πιο πριν.
Η Μπλάνκο εντωμεταξύ, ήταν σίγουρη πως ο σύζυγός της είχε αρχίσει να συνομωτεί εναντίον της με τον ανερχόμενο Πάμπλο Εσκομπάρ. Ήταν τέτοια η δυσπιστία της που, επιστρέφοντας στη Μπογκοτά, προτίμησε να τον συναντήσει σε δημόσιο χώρο, πλαισιωμένοι με σωματοφύλακες, σε ένα πάρκινγκ νυχτερινού κέντρου στην Μπογκοτά και όχι πχ στο… σπίτι τους!
Τα πράγματα στη συνάντηση αυτή, όμως, πήγαν άσχημα για τον Μπράβο. Με το που έφθασε η Μπλάνκο, άρχισε να την κοροϊδεύει για τον τίτλο της «Νονάς». Εκείνη έγινε έξαλλη, άρπαξε το πιστόλι από την μπότα της και πυροβόλησε τον άντρα της. Ο Μπράβο έπεσε νεκρός.
Η ψυχρή δολοφονία τής έδωσε ένα νέο παρατσούκλι: Αυτό της «Μαύρης Χήρας». Με κανέναν να μην στέκεται πλέον εμπόδιο στο δρόμο της, δεν άργησε να πάρει τον πλήρη έλεγχο της αυτοκρατορίας κοκαΐνης που είχαν δημιουργήσει με τον σύζυγό της και άρχισε να διοικεί την επιχείρηση από την Κολομβία, όπου ήταν σίγουρη ότι δεν μπορούσαν να την εντοπίσουν οι αμερικανικές αρχές.
«Η θέση της ενισχύθηκε ακόμη περισσότερο όταν παντρεύτηκε και πάλι το 1978» εξηγεί ο Μπρους, αναφερόμενος στον γάμο της με τον κλέφτη τραπεζών Ντάριο Σεπουλβέντα, του οποίου ο αδερφός εργαζόταν ως ένας από τους δολοφόνους που χρησιμοποιούσε η ίδια. Εκείνη τη χρονιά, το ζευγάρι απέκτησε έναν γιο, τον Μάικλ Κορλεόνι Μπλάνκο, που ονομάστηκε έτσι προς τιμή του χαρακτήρα του Αλ Πατσίνο στην ταινία «Ο Νονός».
Με σύζυγο και γιο πλέον, η Μπλάνκο επέστρεψε τελικά στο Μαϊάμι μέσω του Μεξικού, με διαβατήριο Βενεζουέλας. Αλλά αυτό που έκανε την είσοδό της πιο εύκολη ήταν η αλλαγή στην εμφάνισή της από την χρόνια χρήση κοκαΐνης. Παρόλο που ήταν ακόμη στα 30 της, το φουσκωμένο πρόσωπό της την έκανε να δείχνει πιο μεγάλη σε ηλικία.
Στο Μαϊάμι, η Μπλάνκο σπάνια άφηνε το πολυτελές –με 6 υπνοδωμάτια- σπίτι της στην περιοχή Biscayne Bay. Ωστόσο, κατάφερε να ενορχηστρώσει μια θανατηφόρα εκστρατεία βίας, χρησιμοποιώντας έναν στρατό Κολομβιανών και Κουβανών για να την απαλλάξει από οποιονδήποτε ανταγωνισμό για τον έλεγχο της πόλης.
Από μικρή ηλικία, ο γιος της Μάικλ είδε από πρώτο χέρι την αδίστακτη φύση της μητέρας του, ενώ ήταν μάρτυρας δολοφονίας από το πρωτοπαλίκαρο της Μπλάνκο, Χορχέ Αγιάλα, όταν ήταν μόλις 3 ετών.
Αλλά τα χειρότερα δεν είχαν έρθει ακόμη – το 1983, σε ηλικία μόλις 5 ετών, ο πατέρας του δολοφονήθηκε ακριβώς μπροστά του. Δεν ήξερε τότε ότι η μητέρα του είχε διατάξει την δολοφονία του, αφότου ο γάμος της με τον Σεπουλβέντα είχε διαλυθεί έναν χρόνο νωρίτερα και είχε απαγάγει τον Μάικλ, παίρνοντάς τον μαζί του στην Κολομβία.
Απελπισμένη να πάρει πίσω τον γιο της, οι δικοί της άνθρωποι ντυμένοι ως αστυνομικοί ανάγκασαν τον Σεπουλβέντα να σταματήσει το όχημά του την ώρα που επέστρεφε στο σπίτι του. Ο Μάικλ βρισκόταν στο πίσω μέρος του αυτοκινήτου, ουρλιάζοντας να σταματήσουν καθώς αυτοί πυροβολούσαν τον πατέρα του. Τον άρπαξαν και τον μετέφεραν κατευθείαν πίσω στο Μαϊάμι για να είναι και πάλι μαζί με την μητέρα του.
Με την επιχείρησή της ακόμα ευημερούσα, η Μπλάνκο είχε γίνει διάσημη για τα όργια με κοκαΐνη που έκανε στο αρχοντικό της. Στο σπίτι το οποίο φύλασσε και την τεράστια συλλογή της από προϊόντα πολυτελείας, ακριβά κοσμήματα και συλλεκτικά αντικείμενα. Σε αυτήν περιλαμβάνονταν τα μαργαριτάρια που κάποτε ανήκαν στην Πρώτη Κυρία της Αργεντινής, την Εύα Περόν, ένα σετ τσαγιού από την βασίλισσα Ελισάβετ και ένα πολυβόλο Mac-10 με χρυσό και σμαράγδια.
Ωστόσο, η βασιλεία της ως «Νονά» της κοκαΐνης σταμάτησε ξαφνικά τον Φεβρουάριο του 1985, όταν συνελήφθη για ναρκωτικά στο σπίτι της στην Καλιφόρνια.
«Ήταν στο κρεβάτι και διάβαζε την Βίβλο» δήλωσε ο ντετέκτιβ Μπομπ Παλόμπο, ένας από τους πράκτορες της τότε ομάδας δίωξης ναρκωτικών (DEA), σε συνέντευξη εκείνη την εποχή, προσθέτοντας «Αρχικά ξαφνιάστηκε μόλις μας είδε».
Κι ενώ στην Μπλάνκο επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης 15 χρόνια για διακίνηση ναρκωτικών, η DEA ήθελε απελπισμένα να την κάνει να πληρώσει για όλα αυτά που είχε κάνει. Ετσι ξεκίνησε μια νέα έρευνα, επανεξετάζοντας όλες τις υποθέσεις που θεωρούσαν ότι πρωταγωνιστούσε η Μπλάνκο.
Μέχρι το 1994, όταν ήδη βρισκόταν στην φυλακή για περίπου μία δεκαετία, κατόρθωσαν να κατηγορήσουν την Μπλάνκο για τρεις φόνους πρώτου βαθμού.
«Όταν της εξηγήσαμε ότι κάθε κατηγορία επέφερε μια πιθανή θανατική ποινή, απλά έφτυσε» θυμάται ο ντετέκτιβ Σίγκλετον. «Δεν υπήρχε τίποτα το προκλητικό σε αυτήν – πραγματικά φαινόταν σαν να ήταν μια αξιολύπητη γριά».
Προορισμένη για την ηλεκτρική καρέκλα, η Μπλάνκο εξαπάτησε τον θάνατο ακόμη μία φορά. Ο μάρτυρας κατηγορίας και το πρώην πρωτοπαλίκαρό της Χόρχε Αγιάλα, αποκαλύφθηκε πως είχαν εμπλακεί σε τηλεφωνικό σεξουαλικό σκάνδαλο με γραμματείς του Γραφείου Εισαγγελέα στο Μαϊάμι. Τελικά της δόθηκε μια επιπλέον ποινή 20 ετών, από την οποία εξέτισε τα 9 χρόνια.
Η 61χρονη Νονά βγήκε τελικά από την φυλακή τον Ιούνιο του 2004 και απελάθηκε στην Κολομβία. Μία από τις τελευτίες γνωστές φωτογραφίες της, την δείχνουν να μεταφέρεται στο αεροδρόμιο της Μπογκοτά με ένα απλό πουκάμισο και τζιν.
Μέχρι τότε η επιχείρηση ναρκωτικών της Μπλάνκο είχε προχωρήσει χωρίς την ίδια και βρισκόταν πλέον στα χέρια νεαρών, πιο πεινασμένων και πιο φιλόδοξων συμμοριών. Η βασίλισσα της κοκαΐνης έπρεπε να περάσει τα υπόλοιπα χρόνια της ζωής της με τα κέρδη από διάφορα ακίνητα μέσα και γύρω από την Μεντεγίν που είχε στην κατοχή της για δεκαετίες. Ο αγαπημένος της γιος παρέμεινε στις ΗΠΑ, εκμεταλλευόμενος το όνομα και την φήμη της Μπλάνκο.
«Τελικά, η εξουσία και τα χρήματά της εξαφανίστηκαν και είχε λεγεώνες εχθρών που την περίμεναν» λέει ο Μπρους.
Και ήταν ένας από εκείνους τους εχθρούς, που μπήκαν στο κρεοπωλεία εκείνη την ημέρα του Σεπτεμβρίου του 2012. Η Γκριζέλα Μπλάνκο δεν θα μπορέσει ποτέ να δει την διαβόητη ζωή της στην μεγάλη οθόνη.