Ήταν ο πλουσιότερος άνθρωπος στην ιστορία, ένας Αφρικανός αυτοκράτορας ονόματι Μάνσα Μούσα, κάτοχος αμύθητης περιουσίας που δεν έχει προηγούμενο στα χρονικά.
Ακόμη και στην εποχή μας τα περιουσιακά στοιχεία των 131 δισ. δολαρίων του ιδρυτή της Amazon, Τζεφ Μπέζος, ούτε κατά προσέγγιση δεν πλησιάζουν το βιος του Μάνσα Μούσα.
Βασιλιάς του Μάλι τον 14ο αιώνα ο Μούσα ήταν πλουσιότερος από ό,τι μπορεί κανείς να περιγράψει, σύμφωνα με το Time, καθώς η περιουσία του ήταν ασύγκριτα μεγαλύτερη από εκείνη των 4,6 τρισ. δολαρίων (όπως υπολογίζεται σε σημερινές τιμές) του δεύτερου πλουσιότερου ανθρώπου όλων των εποχών, του Ρωμαίου αυτοκράτορα Ιουλίου Αυγούστου Καίσαρα. Ο Μούσα ήταν τόσο πλούσιος, που όπως αναφέρουν ιστορικοί, παραλίγο να καταστρέψει την οικονομία της Αιγύπτου με την ελεημοσύνη που μοίραζε σε πτωχούς κατά τη διέλευσή του από το Κάιρο.
Αλλά αυτή η γενναιοδωρία και οι αχαλίνωτες δαπάνες του Μάνσα Μούσα ήταν που σφράγισαν τη μοίρα του βασιλείου του, οδηγώντας το τελικά στην παρακμή.
Ο πλούτος του Μάνσα Μούσα πέρα από κάθε φαντασία
«Φανταστείτε όσο περισσότερο χρυσό νομίζετε ότι μπορεί να είχε στην κατοχή του ένας άνθρωπος και διπλασιάστε το. Είναι ο πλουσιότερος άνθρωπος που συνάντησε ποτέ κανείς», σχολιάζει ο επίκουρος καθηγητής Ιστορίας του Πανεπιστημίου του Μίσιγκαν, Ρούντολφ Γουέρ.
Ο Μάνσα Μούσα ανέβηκε στο θρόνο του Μάλι στη δυτική Αφρική το 1312 όταν ο προκάτοχός του, Αμπού Μπακρ Β΄ χάθηκε στη θάλασσα στη διάρκεια ενός ταξιδιού για να βρει την άκρη του Ατλαντικού Ωκεανού. Ο Αμπού Μπακρ Β΄ ξεκίνησε την αποστολή του μ’ έναν στόλο 2.000 πλοίων και χιλιάδες άνδρες και γυναίκες και σκλάβους, αλλά δεν επέστρεψε ποτέ.
Ο Μάνσα Μούσα κληρονόμησε το πλούσιο σε φυσικές πηγές, κυρίως χρυσό, βασίλειο σε μια περίοδο που τα ευρωπαϊκά έθνη σπαράσσονταν από εμφυλίους πολέμους και αντιμετώπιζαν μεγάλη φτώχεια λόγω έλλειψης πόρων. Επί των ημερών του η αυτοκρατορία του τριπλασιάστηκε σε μέγεθος καλύπτοντας μια έκταση 3.200 χλμ. από τις ακτές του Ατλαντικού, όπου σήμερα βρίσκονται εννέα κράτη της δυτικής Αφρικής: Μάλι, Μαυριτανία, Σενεγάλη, Γκάμπια, Γουινέα, Μπουρκίνα Φάσο, Νίγηρας, Νιγηρία και Τσαντ. Ενώ προσάρτησε και 24 πόλεις, μεταξύ των οποίων το Τιμπουκτού, σημαντικότατο εμπορικό κόμβο της εποχής εκείνης.
Κι όσο επεκτεινόταν η αυτοκρατορία του Μάνσα Μούσα, τόσο αύξανε κι ο πλούτος του, καθώς σύμφωνα με υπολογισμούς του Βρετανικού Μουσείου κατείχε τότε σχεδόν τον μισό χρυσό του πλανήτη.
«Ως ηγέτης του Μάλι ο Μάνσα Μούσα είχε σχεδόν απεριόριστη πρόσβαση στην μεγαλύτερη πηγή πλούτου στη διάρκεια του μεσαίωνα. Στην επικράτειά του βρίσκονταν τα μεγάλα εμπορικά κέντρα που συναλλάσσονταν σε χρυσό και άλλα αγαθά κι έτσι ο Μούσα αύξανε τον πλούτο του απ’ αυτό το εμπόριο», λέει η Κάθλιν Μπίκφορντ Μπέρζοκ, ειδική στην Αφρικανική Τέχνη του Πανεπιστημίου Northwestern.
Το προσκύνημα του Μάνσα Μούσα στη Μέκκα
Μια γεύση από τα αμύθητα πλούτη του Μάνσα Μούσα πήρε ο υπόλοιπος κόσμος το 1324 μ.Χ. όταν ο πιστός μουσουλμάνος αυτοκράτορας ξεκίνησε για προσκύνημα στη Μέκκα επικεφαλής ενός καραβανιού 60.000 ανδρών! Πήρε μαζί του όλους τους αυλικούς και τους αξιωματούχους του, στρατιώτες, κήρυκες, γελωτοποιούς, εμπόρους, οδηγούς καμηλών και 12.000 σκλάβους κι όλοι τους ήταν ντυμένοι στο μετάξι και ενδύματα με χρυσά μπροκάρ, ενώ στα χέρια κρατούσαν χρυσά ραβδιά.
Όλο αυτό το πλήθος που συνόδευε τον Μάνσα Μούσα προχωρούσε δίπλα σε καμήλες και άλογα που μετέφεραν μεγάλες ποσότητες χρυσού, αλλά και πρόβατα και κατσίκες που χρησίμευαν για τη σίτισή τους.
Ένας από τους συνοδούς του Μάνσα Μούσα στο ταξίδι είπε στον ιστορικό Ιμπν Χαλντούν ότι «σε κάθε στάση μας μοίραζε σπάνια τρόφιμα και γλυκίσματα. Όλα τα μαγειρικά σκεύη, πιάτα, ποτήρια κλπ μετέφεραν 12.000 σκλάβες, ντυμένες κι αυτές στο μετάξι και τα μπροκάρ».
Πώς ο Μάνσα Μούσα «γονάτισε» την αιγυπτιακή οικονομία
Φθάνοντας στο Κάιρο ο σουλτάνος Αλ Μαλίκ αλ Νασίρ τον κάλεσε να συναντηθούν, αλλά ο Μάνσα Μούσα αρνήθηκε αρχικά γιατί σύμφωνα με την εθιμοτυπία θα έπρεπε να φιλήσει το έδαφος και το χέρι του σουλτάνου. Όσο διάστημα έμεινε εκεί ο Μάνσα Μούσα συνέχισε τις σπατάλες, αγοράζοντας με το χρυσάφι του αγαθά και μοιράζοντας χρυσά δώρα στους φτωχούς και τους ζητιάνους του Καϊρου.
Αλλά η γενναιοδωρία του προκάλεσε υποτίμηση του πολύτιμου μετάλλου στην Αίγυπτο, η οικονομία της οποίας δέχθηκε ισχυρό πλήγμα -κάπου 1,5 δισ. δολάρια απώλειες σύμφωνα με εκτιμήσεις της αμερικανικής εταιρείας τεχνολογίας SmartAsset- και χρειάστηκε 12 χρόνια για να συνέλθει.
Κατά την επιστροφή του στα πάτρια ο Μάνσα Μούσα προσπάθησε να στηρίξει την αιγυπτιακή οικονομία επαναγοράζοντας πολύ ακριβά κάποιο μέρος του χρυσού που είχε ξοδέψει. Μαρτυρίες αναφέρουν ότι μέχρι να γυρίσει πίσω στο Μάλι ξόδεψε όλο το χρυσάφι που είχε πάρει μαζί του προκαλώντας αντιδράσεις μεταξύ των ανθρώπων του και του λαού, που θεωρούσαν ότι όλη αυτή η περιουσία θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί μέσα στην αυτοκρατορία.
Ο Μάνσα Μούσα μετέτρεψε το Τιμπουκτού σε «Ελ Ντοράντο» της Αφρικής
Στο ταξίδι του αυτό ο Μάνσα Μούσα κατάφερε, πάντως, να επεκτείνει τα εδάφη του μέχρι το νότιο άκρο της Σαχάρας κατά μήκος του Νίγηρα ποταμού. Αλλά απ’ όλες τις κατακτήσεις του εκείνη για την οποία καμάρωνε περισσότερο ήταν το Τιμπουκτού, το «Ελ Ντοράντο» της Αφρικής όπως το αποκαλούν ιστορικοί, καθώς προσήλκυε ανθρώπους από διάφορα μέρη, που επιθυμούσαν να θαυμάσουν τα πλούτη του κι ακόμη και μισή χιλιετία αργότερα, τον 19ο αιώνα, διατηρούσε τη φήμη μιας χαμένης πόλης χρυσού στην άκρη του κόσμου, πόλος έλξης για εξερευνητές και χρυσοθήρες.
Κατά την επιστροφή του από τη Μέκκα ο Μάνσα Μούσα έφερε μαζί του αρκετούς μουσουλμάνους λόγιους καθώς και τον αρχιτέκτονα και ποιητή Αμπού Ες Χακ ες Σαχελι, από την Ανδαλουσία, στον οποίο φέρεται να κατέβαλε 200 κιλά χρυσό (!) για τον σχεδιασμό ενός φημισμένου τεμένους στο Τιμπουκτού. Παράλληλα έχτισε σχολεία και βιβλιοθήκες στην πόλη, μετατρέποντάς την σε κέντρο εκπαίδευσης που προσήλκυε σπουδαστές από διάφορα μέρη του κόσμου.
Μετά το θάνατο του Μάνσα Μούσα σε ηλικία 57 ετών το 1337 την πελώρια αυτοκρατορία του κληρονόμησαν οι γιοι του, αλλά δεν μπόρεσαν να την κρατήσουν ενωμένη με αποτέλεσμα να διασπαστεί σε μικρότερα τμήματα και τελικά να καταρρεύσει. Αλλά μέχρι σήμερα ορθώνονται αγέρωχα στον πετροκαταλύτη χρόνο μεγαλόπρεπα μαυσωλεία και τζαμιά -μάρτυρες της χρυσής εποχής του φημισμένου αυτοκράτορα του Μάλι.