Μεταξύ του 1950 και του 1960 η κυβέρνηση του Καναδά έπρεπε να βρει έναν τρόπο να θωρακιστεί απέναντι σε όλα τα θέματα εθνικής ασφάλειας που δημιουργούσε ο Ψυχρός Πόλεμος.

Ο 20ος αιώνας ήταν μια δύσκολη περίοδος για τους ομοφυλόφιλους που βρίσκονταν στο περιθώριο για τις σεξουαλικές επιλογές τους. Ο Καναδάς θεωρούσε πως όσοι έλκονταν σεξουαλικά από το ίδιο φύλο χαρακτηρίζονταν από αδύναμο χαρακτήρα και είχαν πάντα κάτι να κρύψουν. Η ομοφυλοφιλία δεν ήταν μόνο ταμπού, ήταν και παράνομη μέχρι τον Ιούνιο του 1969 όπου και νομιμοποιήθηκε στη συγκεκριμένη χώρα.

Αυτοί, λοιπόν, οι αδύναμοι χαρακτήρες -ανώμαλοι και συχνά ψυχικά ασθενείς όπως τους αποκαλούσαν- γίνονταν, σύμφωνα με την κυβέρνηση της χώρας, οι πιο εύκολοι στόχοι για τους Ρώσους πράκτορες και τα πιο εύκολα θύματα εκβιασμού καθώς θα μπορούσαν να αποκαλύψουν πληροφορίες και κρατικά μυστικά με αντάλλαγμα να μην γνωστοποιηθεί η ομοφυλοφιλία τους.

Η Καναδική Βασιλική Χωροφυλακή (RCMP) έπρεπε να εφαρμόσει ένα σχέδιο το οποίο θα αποκάλυπτε τον σεξουαλικό προσανατολισμό των πολιτών με στόχο να εξαλειφθούν οι ομοφυλόφιλοι που δούλευαν στον δημόσιο τομέα, στον στρατό και στην Αστυνομία και συνιστούσαν απειλή για την εθνική ασφάλεια. Υπό την σκέπη της Αστυνομίας συγκροτήθηκε μια ειδική ομάδα εντοπισμού των ομοφυλόφιλων με τελικό σκοπό τη διαχείριση της «απειλής».

Αρχικά η ομάδα παρακολουθούσε όλα τα μέρη που σύχναζαν οι γκέι για να βρουν ταίρι, κυρίως τα μπαρ, και τους φωτογράφιζε. «Ξέραμε ότι στο μπαρ πάντα θα καθόταν κάποιος αστυνομικός. Έβλεπες έναν άντρα να κάθεται και να διαβάζει εφημερίδα και αν κοιτούσες λίγο πιο προσεχτικά θα διαπίστωνες ότι πίσω από την εφημερίδα υπήρχε μια φωτογραφική μηχανή» είχε πει ένας ομοφυλόφιλος σύμφωνα με το thecanadianencyclopedia.ca.

Εκτός από τα μπαρ οι αστυνομικοί σύχναζαν και στα πάρκα που πήγαιναν οι γκέι για να βρουν ταίρι και να κάνουν σεξ. Συχνά παρίσταναν τους ομοφυλόφιλους και τους παγίδευαν, ενώ δεν ήταν λίγες οι φορές που γκέι και λεσβίες στρατολογήθηκαν ως μυστικοί πληροφοριοδότες. Το 1963 η Καναδική Βασιλική Χωροφυλακή προσπάθησε να φτιάξει έναν χάρτη και να οριοθετήσει τα μέρη που σύχναζαν τα μέλη της κοινότητας των LGBTQ. Σύντομα όμως η προσπάθεια εγκαταλείφθηκε καθώς ο χάρτης γέμισε κουκίδες και η παρακολούθηση των ομοφυλόφιλων ήταν αδύνατη.

Μεταξύ 1964-1965 εντοπίστηκαν από τη Βασιλική Χωροφυλακή 6.000 γκέι υπάλληλοι. Τον επόμενο χρόνο ο αριθμός σκαρφάλωσε στις 7.500 και μεταξύ 1967-68 οι έρευνες γέμισαν τους φακέλους της Αστυνομίας με 9.000 ονόματα, εκ των οποίων οι 3.000 ήταν δημόσιοι υπάλληλοι.

Τα μέχρι τότε σχέδια έπεσαν στο κενό. Έπρεπε να υπάρξει ένας πιο επιστημονικός τρόπος εντοπισμού των ομοφυλόφιλων και απομάκρυνσής τους από όλες τις θέσεις εργασίας σε δημόσιο, στρατό και αστυνομία. Η κυβέρνηση του Καναδά χρηματοδοτήθηκε και επιστράτευσε τον καναδό καθηγητή ψυχολογίας Robert Wake που έκανε μια έρευνα διάρκειας ενός έτους. Όταν επέστρεψε από την Αμερική το σχέδιο ήταν έτοιμο. Και το όνομα αυτού «φρουτομηχανή» – fruit machine (φρούτο ήταν ένας υποτιμητικός χαρακτηρισμός για τους ομοφυλόφιλους).

Με μια πρώτη ματιά το μηχάνημα έμοιαζε με καρέκλα οδοντιατρείου. Αντί για τα συνηθισμένα εργαλεία βέβαια του γιατρού υπήρχε στερεωμένη μια κάμερα. Η διαδικασία ήταν απλή. Οι εξεταζόμενοι έβλεπαν μια σειρά φωτογραφιών με ημίγυμνους άνδρες και γυναίκες σε τολμηρές πόζες, ενώ η κάμερα κατέγραφε τις αντιδράσεις τους. Αν η κόρη του ματιού διαστελλόταν, το άτομο που εξεταζόταν ίδρωνε και οι καρδιακοί παλμοί αυξάνονταν τότε αυτά τα στοιχεία αποτελούσαν τρανές αποδείξεις ομοφυλοφιλίας.

Εκτός από τα επιστημονικά σφάλματα που υπήρχαν πίσω από τον σχεδιασμό του μηχανήματος υπήρχαν και άλλα προβλήματα. Με κάθε φωτογραφία, για παράδειγμα, διαφοροποιούνταν η ποσότητα του φωτός που κατέληγε στο μάτι του εξεταζόμενου. Εάν η διαφορά του φωτός από τη μία φωτογραφία στην επόμενη ήταν μεγάλη αυτό θα επηρέαζε το μέγεθος της κόρης, ανεξαρτήτως του περιεχόμενου, δίχως παρόλα αυτά να λαμβάνεται υπόψη στο τελικό πόρισμα.

Τις περισσότερες φορές όσοι έκαναν το τεστ δεν ήξεραν περί τίνος πρόκειται καθώς οι υπεύθυνοι τους έλεγαν ότι ήταν ένα τεστ ρουτίνας που θα έδειχνε απλά τα επίπεδα άγχους τους. Η χρήση της «φρουτομηχανής» στοίχισε τη δουλειά σε αρκετούς ομοφυλόφιλους πολίτες του Καναδά αν και πολύ σύντομα κρίθηκε αναποτελεσματική.

Μετά την κατάργηση της «φρουτομηχανής» ήρθε μια άλλη μέθοδος εντοπισμού των γκέι, με τον ίδιο στόχο: το «καθάρισμα» του Δημοσίου, του στρατού και της αστυνομίας. Αυτή τη φορά το μηχάνημα ονομάστηκε «πληθυσμογράφος πέους» και μετρούσε τη ροή του αίματος στα γεννητικά όργανα όταν ο εξεταζόμενος έβλεπε ερωτικές φωτογραφίες. Η μέθοδος θεωρήθηκε πιο αποτελεσματική σε σχέση με τη «φρουτομηχανή» αλλά όχι τόσο για να εξάγει ασφαλή συμπεράσματα. Έτσι το πρόγραμμα εντοπισμού και απόλυσης των ομοφυλόφιλων από το καναδικό Δημόσιο τερματίστηκε.

Όταν η ιστορία αυτή έγινε δημοσίως γνωστή το 1922 ο τότε πρωθυπουργός του Καναδά Brian Mulroney την καταδίκασε ως «μία από τις μεγαλύτερες παραβιάσεις της θεμελιώδους ανθρώπινης ελευθερίας».

Το 2017 ο σημερινός πρωθυπουργός Τζαστίν Τριντό απολογήθηκε στη Βουλή των Κοινοτήτων για διακρίσεις που έγιναν ή εγκρίθηκαν από την ομοσπονδιακή κυβέρνηση εναντίον μελών της κοινότητας LGTBQ. Η απολογία ήρθε μαζί με ένα πακέτο αποζημίωσης ύψους 145 εκατ. δολαρίων, εκ των οποίων τα 110 εκατ. θα έπρεπε να καταβληθούν ως μέρος ενός νομικού διακονισμού που αφορούσε δημοσίους υπαλλήλους οι οποίοι υπέφεραν στην εργασία τους εξαιτίας των διακρίσεων εναντίον τους.

Ο Τριντό, που είναι ένθερμος υποστηρικτής των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, υπήρξε ο πρώτος πρωθυπουργός του Καναδά που πόζαρε για το εξώφυλλο του βρετανικού περιοδικού για ομοφυλόφιλους «Attitude» με τις περισσότερες πωλήσεις και ο πρώτος ηγέτης της χώρας που πήρε μέρος σε gay parade.

Ακολουθήστε το kefaloniapress.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις