Η κυρία Καούρ από τη Βομβάη ετοιμαζόταν να μαγειρέψει το φαγητό για την οικογένεια της. Είχε τοποθετήσει τα υλικά στον πάγκο και ήθελε να πιάσει άλλο ένα βαζάκι που βρισκόταν ψηλότερα.
Τεντώθηκε μα δεν τα κατάφερε, επιχείρησε λοιπόν να ανέβει σε ένα σκαμπό. Μόλις ανέβηκε ένιωσε έναν ίλιγγο και καθώς προσπαθούσε να κατέβει παραπάτησε και έπεσε. Από την πτώση χτύπησε το κεφάλι της κάπου και ένιωσε ένα οξύ πόνο αλλά δεν έδωσε σημασία. Επιχείρησε να σηκωθεί αλλά το κεφάλι πονούσε και το ένιωθε βαρύ. Με το χέρι της το ψηλάφισε και διαπίστωσε ότι είχε καρφωθεί επάνω στο κεφάλι της, το καπάκι της χύτρας.
Επιχείρησε να το τραβήξει μα τότε κατάλαβε ότι το τραύμα δεν είναι επιφανειακό αλλά το καπάκι είχε καρφωθεί βαθιά μέσα στο κρανίο.
Πήγε αμέσως στο νοσοκομείο μόνη της με το καπάκι να είναι σφηνωμένο στο κεφάλι της.
Οι γιατροί που την είδαν τρελάθηκαν. Και όταν την έβαλαν να ξαπλώσει και της έκαναν ακτινογραφία, τρελάθηκαν ακόμη περισσότερο. Το καπάκι της χύτρας είχε χωθεί βαθύτερα από όσο περίμεναν. Έφτανε μέχρι τη μέση του εγκεφάλου. Τότε η κυρία Καούρ κατέρρευσε και οι γιατροί την έβαλαν στο χειρουργείο για να της αφαιρέσουν το καπάκι, πράγμα που ύστερα από δυο ώρες κατάφεραν με επιτυχία. Επικεφαλής ήταν ο νευροχειρουργός Μπατούκ Ντιγιόρα.
Οι γιατροί λένε ότι η κυρία Καούρ ήταν εξαιρετικά τυχερή που μπορεί ακόμη να σκέφτεται να μιλάει και να ακούει.