Απαγορεύεται από το δίκαιο της Πνευμ. Ιδιοκτησίας η καθ΄οιονδήποτε τρόπο παράνομη χρήση/ιδιοποίηση του παρόντος, με βαρύτατες αστικές και ποινικές κυρώσεις για τον παραβάτη
Τι κρύβει η (προσωρινή) αφαίρεση του «Οσα παίρνει ο άνεμος» από την ιντερνετική πλατφόρμα του HBO – Ο χολιγουντιανός κανόνας με τα στερεότυπα της «Καλύβας του Μπαρμπα-Θωμά» και οι εξαιρέσεις
Γράφει ο Δημήτρης Δανίκας
Καθόλου παράδοξη και καθόλου εξωφρενική η (προσωρινή) αφαίρεση του εμβληματικού ρομάντζου «Οσα παίρνει ο άνεμος» από την πλατφόρμα του Ιντερνετ, HBO. Τι να έκαναν οι άνθρωποι; Οι φωτιές είχαν ανάψει. Το φάντασμα του Τζορτζ Φλόιντ ζητούσε εκδίκηση. Τα αλαλάζοντα πλήθη διψούσαν για «αίμα» λευκών ρατσιστών. Και κάμποσοι καθηγητές, με την ταμπέλα του προοδευτικού διανοούμενου, συνυπέγραφαν ετυμηγορία θανάτου για το «Gone with the Wind» του 1939 με το ανολοκλήρωτο ειδύλλιο του Ρετ Μπάτλερ και της Σκάρλετ Ο’Χάρα: το στόρι είναι ρατσιστικό επειδή οι παραγωγοί και οι σκηνοθέτες εξωραΐζουν μια θεοσκότεινη περίοδο του Νότου και της παρασιτικής ολιγαρχίας των λευκών υμνητών της Κου Κλουξ Κλαν. Η ταινία στην πυρά. Προσωρινά.
Η λευκή αμερικανική κοινωνία εδώ και περίπου τρεις αιώνες νοσεί. Και νοσεί βαθιά. Φανταστείτε ότι ο κατάλευκος κάτοικος της Μινεάπολις, Κρίστοφερ Μπεργκ, που πριν από εφτά χρόνια είχε βρεθεί αντιμέτωπος με τους ίδιους αστυνομικούς που δολοφόνησαν τον Τζορτζ Φλόιντ, δήλωσε πως αν ήταν μαύρος, πιθανότατα να ήταν κι εκείνος νεκρός. Ολα μα όλα κρίνονται από το χρώμα της επιδερμίδας. Το μότο γνωστό: Good Black is the Dead Black (Καλός Μαύρος ο νεκρός Μαύρος).
Η Βαϊόλα Ντέιβις, μέσα στις καλύτερες ερμηνεύτριες ταινιών του Χόλιγουντ και με ένα Οσκαρ στην προσωπική της συλλογή, ξεσπάει ως εξής: «Τι κι αν έχω μια καριέρα η οποία άνετα συγκρίνεται με αυτήν της Μέριλ Στριπ, της Σιγκούρνι Γουίβερ, της Τζούλιαν Μουρ; Και πάλι δεν είμαι πουθενά δίπλα τους. Ούτε καν κοντά τους. Ούτε σε ό,τι έχει να κάνει με τις αμοιβές, ούτε σε ό,τι έχει να κάνει με τις ευκαιρίες εργασίας. Δεν πλησιάζω καν σε όλα αυτά. Κάθε φορά έπρεπε να μπαίνω μέσα και να αποδεικνύω ξανά και ξανά την αξία μου»!
Μπείτε, σας παρακαλώ, στον κόπο να κατεβάσετε από το Netflix το ντοκιμαντέρ «Becoming» με πρωταγωνίστρια τη Μισέλ Ομπάμα. Για να καταφέρει να δρασκελίσει το κατώφλι δύο σπουδαίων πανεπιστημίων, του Γέιλ και του Χάρβαρντ, έπρεπε να καταβάλει δεκαπλάσια προσπάθεια από όλους του λευκούς συμφοιτητές της, γόνους σπουδαίων και ζάπλουτων οικογενειών. Ετσι κατάφερε, με το σπαθί της, να αποφοιτήσει με άριστα, με τον ίδιο ανώτερο βαθμό στη διδακτορική της διατριβή και να εξασφαλίσει πρώτης τάξεως θέση σε μία από τις μεγαλύτερες νομικές φόρμες των ΗΠΑ.
Η Μισέλ ανώτερη του Μπαράκ. Ομως εκείνος έγινε πρόεδρος. Πράγμα που επιβεβαιώνει πως ακόμα και σε αυτή την «καταδιωκόμενη ομάδα» των Αφροαμερικανών, εξακολουθεί να πρυτανεύει η φαλλοκρατία.
Ο Λένιν και ο Γκρίφιθ
Με πολλά πρόσωπα και πολλές παραλλαγές πορεύεται ο ρατσισμός. Οποιος πιστεύει στο «από δω οι καλοί μαύροι και από εκεί οι κακοί λευκοί» έχει υποβαθμίσει αυτό το κολοσσιαίο πολιτικό και κοινωνικό πρόβλημα στο επίπεδο καουμπόικης ταινίας.
Το 1915 ο Ντέιβιντ Γουόρκ Γκρίφιθ, πατέρας και θεμελιωτής του American Cinema, υπογράφει το τετράωρο έπος «Η γέννηση ενός έθνους». Εκτός των άλλων αποθεώνει και υμνεί τα κατορθώματα της Κου Κλουξ Κλαν. Μερικά χρόνια αργότερα ο Βλαντιμίρ Ιλιτς Λένιν, αρχιτέκτονας της εφόδου των μπολσεβίκων στα χειμερινά ανάκτορα του Τσάρου, ζητάει τα φώτα από τον ρατσιστή Γκρίφιθ, καλώντας τον στη Μόσχα ως «προπονητή» Ρώσων υποψήφιων σκηνοθετών.
Το παράδοξο δεν σταματάει εδώ. Ο Τσάρλι Τσάπλιν, εγνωσμένων αριστερών και φιλορωσικών «παρεκκλίσεων», συνάπτει επαγγελματική και επιχειρηματική σχέση με τον ίδιο «αρχι-ρατσιστή», με τελικό στόχο την ίδρυση μιας νέας εταιρείας με την πασίγνωστη ονομασία United Artists (Ενωμένοι Καλλιτέχνες).
Βεβαιωμένο πως οι αμοιβές των Αφροαμερικανών σταρ και λοιπών ηθοποιών είναι κατά το ήμισυ, ίσως και πιο κάτω από τις αντίστοιχες των λευκών. Κι όμως, ο Εντι Μέρφι, ο διάσημος κωμικός, κατάφερε να σκαρφαλώσει στο ρετιρέ του Χόλιγουντ. Με 20 εκατ. δολάρια για τον αξιοθρήνητο «Δάσκαλο για κλάματα» (Nutty Professor).
Το εξωτερικά παράδοξο αυτής της ιστορίας είναι πως με τον ρόλο του εξευτελίζει, διασύρει και διαπομπεύει τη φυλή του. Είναι παχύσαρκος σε βαθμό κακουργήματος. Είναι αχόρταγος. Είναι πρωταθλητής στο σπορ των πιο εκκωφαντικών πορδών. Και είναι κοπρολάγνος. Σε αυτή την τάχα μου κωμωδία οι πορδές και οι συχνές αφοδεύσεις πηγαίνουν σύννεφο.
Kill them all!
Το ακόμα πιο παράδοξο είναι πως στίφη Αφροαμερικανών ξεροστάλιαζαν στα ταμεία των αιθουσών. Προφανώς επειδή στην περίπτωση αυτού του παχύσαρκου «δάσκαλου» αναγνώριζαν τον εαυτό τους. Ετσι, αυτή η καραφαρσάρα λειτουργεί ως επιχείρημα υπέρ φυλετικών διακρίσεων και ανωτερότητας της λευκής φυλής.
Ακόμα πιο παράδοξο, το γεγονός ότι ο κατάλευκος σκηνοθέτης Κουέντιν Ταραντίνο γύρισε τη μοναδική, τόσο άγρια, τόσο ανελέητη και τόσο αιματηρή αντιρατσιστική εκδικητική ταινία «Django ο τιμωρός». Οπου ο Τζέιμι Φοξ με τα κουμπούρια του καθαρίζει κάθε ίχνος άθλιου, νοσηρού, ψυχωτικού ρατσιστή. Kill them all!
Κοντά σε αυτά τα παράδοξα και οι αμοιβές δύο ακόμα διάσημων Αφροαμερικανών. Οπως του Ντένζελ Ουάσινγκτον με περίπου 20, μέχρι ακόμα και 40 εκατ. δολάρια. Καθώς και του Μόργκαν Φρίμαν με τον εμβληματικό ρόλο του στο «Seven» του (Λευκού) Ντέιβιντ Φίντσερ. Αυτός, ο μαύρος αστυνομικός επιθεωρητής, είναι απείρως πιο συγκροτημένος, μορφωμένος, καλλιεργημένος, ψύχραιμος και ορθολογιστής από τον διαρκώς ταραγμένο, επιπόλαιο και βίαιο Μπραντ Πιτ.
Και οι μαύροι έχουν ψυχή
Αυτές οι δύο περιπτώσεις, τόσο του Κουέντιν Ταραντίνο όσο και του Ντέιβιντ Φίντσερ, είναι εξαιρέσεις ενός γενικού κανόνα του Χόλιγουντ που παραπέμπει στην αναπαραγωγή όλων των στερεοτύπων της «Καλύβας του μπάρμπα-Θωμά».
Οπως λόγου χάρη στο «12 χρόνια σκλάβος» του μαύρου σκηνοθέτη Στιβ ΜακΚουίν (αγγλικής καταγωγής). Οι μαύροι είναι σκλάβοι και τα αφεντικά μαστιγώνουν και ταυτόχρονα βιάζουν τις γυναίκες και τα κορίτσια τους. Ιστορίες που κατά βάθος επιχειρούν να πείσουν τους θεατές για το αυτονόητο. Και να αποσπάσουν από αυτούς μερικά δάκρυα συμπάθειας και αλτρουισμού. Πως και οι μαύροι έχουν ψυχή. Και οι μαύροι είναι καλοί. Ελα!
Το ίδιο συμβαίνει και στο «Πράσινο βιβλίο» που το 2019 είχε κερδίσει Οσκαρ Καλύτερης Ταινίας με ήρωα Αφροαμερικανό μουσικό, ανώτερο όλων. Είναι αριστοκράτης και μέγας καλλιτέχνης. Το προνόμιο τεχνών και γραμμάτων δεν είναι αποκλειστικό της Λευκής φυλής. Δηλαδή τα αυτονόητα.
Πάνω-κάτω στα χνάρια του «Μπάρμπα Θωμά» και το θρυλικό «Πράσινο μίλι» από το ομότιτλο μυθιστόρημα του Στίβεν Κινγκ. Με έναν αθώο γίγαντα, προορισμένο να καθίσει στην ηλεκτρική καρέκλα. Και παρ’ όλα αυτά, εκείνος ακόμα και μέσα από το κελί του εξακολουθεί να κάνει θαύματα και να «θεραπεύει» τους εκτελεστές του!
Επίσης το παράδοξο σε αυτό τον πλανήτη Χόλιγουντ, που κατηγορείται για ρατσισμό, είναι η συστηματική προσπάθεια λευκών σκηνοθετών και παραγωγών να στρατευτούν υπέρ ισοτιμίας και ατομικών ελευθεριών. Οπως συμβαίνει με την κλασική ιστορία «Οταν σπάσαμε τις αλυσίδες», με τον (Λευκό) Τόνι Κέρτις και τον (Μαύρο) Σίντνεϊ Πουατιέ δεμένους και εξαρτημένους από τις ίδιες αλυσίδες. Και όπως συμβαίνει με την αστυνομική περιπέτεια «Η ιστορία ενός εγκλήματος» με τον (Λευκό) Ροντ Στάιγκερ σε ρόλο καράβλαχου αστυνομικού και τον (Μαύρο) Σίντνεϊ Πουατιέ με κοστούμι και γραβάτα σε ρόλο πρωτευουσιάνου πράκτορα του FBI.
Οι λευκοί με λευκές, οι μαύροι με μαύρες
Τίποτα δεν είναι τόσο απλοϊκό και τόσο μα τόσο οργανωμένα ρατσιστικό. Ομως σπανίως Αφροαμερικανός θα πέσει στο κρεβάτι με θηλυκό της λευκής φυλής. Συνήθως, να μην πω διαρκώς, οι Λευκοί με Λευκές και οι Μαύρες με Μαύρους.
Ο διαχωρισμός σαφής και κρυστάλλινος. Ο λόγος απλός. Ακόμα και σήμερα το πλήθος των Αμερικανών θεατών αρνείται να αφομοιώσει εικόνες επιμειξίας των δύο (διαφορετικών) φυλών. Κι όμως, στην κοσμοπολίτικη περιπέτεια «Focus» του 2015 ο «κατάμαυρος» Γουίλ Σμιθ, επίσης αλμυρά αμειβόμενος σταρ του Planet Hollywood, συνάπτει ερωτική και καυτή σεξουαλική σχέση με την κατάξανθη και άκρως ερεθιστική Μάργκοτ Ρόμπι. Οι εξαιρέσεις επιβεβαιώνουν τον κανόνα.
Οι παραγωγοί του Χόλιγουντ μονίμως και αθεράπευτα στοχοπροσηλωμένοι στα εισιτήρια και τις εισπράξεις. Και επειδή πληθυσμιακά οι Λευκοί υπερέχουν συγκριτικά με τους Μαύρους, γι’ʼ αυτό υποκλίνονται στις προκαταλήψεις και τις εμμονές των «πελατών» τους. Γι’ αυτό οι Μαύροι συνήθως είναι ρεμάλια, αλήτες, κακοποιοί, αμόρφωτοι, παχύσαρκοι, θρασείς, επιθετικοί, βίαιοι, ναρκομανείς, ανεγκέφαλοι και ρατσιστές.
Οσο κι αν ακούγεται εξωφρενικό και παράδοξο, ο λευκός ρατσισμός τροφοδοτεί αντίστοιχο και μερικές φορές πιο ακραίο μαύρο ρατσισμό. Εντελώς κοινότοπη η φράση «You White Boy». Πλήθος κινηματογραφικών ιστορικών αναπαράγει τα ίδια στερεότυπα. Ο Λευκός για τον Μαύρο είναι εισβολέας, εχθρός και αρπαχτικό. Και αντιστοίχως ο Μαύρος, κάθε Μαύρος, για τον Λευκό είναι κλεφτρόνι, βαποράκι, αμόρφωτος, κατώτερος και κακοποιός. Πάνω σε αυτό το στερεότυπο πάτησε η νοσηρή περίπτωση των αστυνομικών που κυριολεκτικά στραγγάλισαν με τα γόνατα τον δύστυχο Τζορτζ Φλόιντ. Σαν σκηνή χολιγουντιανής περιπέτειας.
Ενας ακήρυχτος πόλεμος
Ομως καθόλου παράδοξη η διαπίστωση πως το πολιτικό κλίμα και η ατμόσφαιρα που επικρατούν στον Λευκό Οίκο επηρεάζουν τη γνώμη και τις ψήφους των «ακαδημαϊκών» των Οσκαρ.
Η επικράτηση του Μπαράκ Ομπάμα άνοιξε αντιρατσιστικούς δρόμους. Κάπως έτσι το «12 χρόνια σκλάβος» σκαρφάλωσε στο ρετιρέ των προτιμήσεων του «θείου Οσκαρ». Και κάπως έτσι, λόγω ενός ακήρυχτου πολέμου ανάμεσα στον Τραμπ και το Χόλιγουντ, πολλά Οσκαρ κατέληξαν τα τελευταία χρόνια στις προσωπικές συλλογές Αφροαμερικανών και «τριτοκοσμικών» Μεξικανών.
Το γεγονός είναι ένα: σε όλες τις λίστες του «Forbes» για τις καλύτερα αμειβόμενες γυναίκες και τους καλύτερα αμειβόμενους άνδρες του Χόλιγουντ ούτε μία Μαύρη και ελάχιστοι Αφροαμερικανοί. Ανάμεσά τους ο Γουίλ Σμιθ. Ακόμα, γεγονός είναι πως το Χόλιγουντ εξακολουθεί να παράγει ταινίες αποκλειστικά με Μαύρους και αποκλειστικά προορισμένες για το κοινό μαύρων θεατών. Οι διακρίσεις συνεχίζονται σε όλα τα επίπεδα.
Το πρώτο, οι αμοιβές. Το δεύτερο, No Sex ανάμεσα στις δύο φυλές. Το τρίτο, η παραγωγή ταινιών αποκλειστικά για μαύρους θεατές. Και το τέταρτο, η θλιβερή μειοψηφία βραβευμένων με Οσκαρ μαύρων καλλιτεχνών. Ακόμα χειρότερα, ακόμα πιο υποβιβασμένη η κατηγορία των μαύρων σκηνοθετών.
Κι όμως, αρκετοί γνωστοί λευκοί ηθοποιοί μιλάνε για ρατσισμό. Οπως ο Αγγλος Ντάνιελ Ράντκλιφ (Χάρι Πότερ) με τη φράση «το Χόλιγουντ είναι αδιαμφισβήτητα ρατσιστικό». Συμπληρώνοντας: «Μας αρέσει να πιστεύουμε ότι είμαστε σε μια πολύ, πολύ προοδευτική βιομηχανία, όμως υπολειπόμαστε σε όλους τους τομείς».
Από κοντά και ο κωμικός Κρις Ροκ: «Πρόκειται για μια βιομηχανία των Λευκών. Οπως το NBA είναι μια βιομηχανία Μαύρων, έτσι ένα πράγμα. Δεν θέλω να πω ότι είναι κάτι κακό. Αλλά αυτή είναι η αλήθεια. Πού είναι το μεγάλο πρακτορείο για τις σχέσεις με τον Τύπο για Μαύρους; Πού είναι οι μεγάλοι μαύροι ατζέντηδες; Πού είναι οι μεγάλοι παραγωγοί για ταινίες με Μαύρους;».
Εδώ που τα λέμε, κάθε φορά που κάποιος Μαύρος λαμβάνει Οσκαρ γίνεται ντόρος. Ελα, κοίτα τόλμη! Από το 1939 που η Χάτι ΜακΝτάνιελ πήρε βραβείο Β’ Γυναικείου Ρόλου για το «Οσα παίρνει ο άνεμος» ως σήμερα. Η μακαρίτισσα Χάτι ΜακΝτάνιελ σε ρόλο ταπεινής, υποταγμένης, καλοκάγαθης οικιακής βοηθού. Δηλαδή η κουζίνα. Αντε τυχερούλα, πάρε κι εσύ ένα αγαλματίδιο,, να λυτρωθείς και στον κύκλο σου να υπερηφανευτείς.
Οι ρόλοι για τους Blacks είναι καθορισμένοι και πάντα συγκεκριμένοι. Είτε είναι υπαρκτά πρόσωπα. Από βιογραφίες. Είτε αθλητές, μουσικοί, οικιακό προσωπικό, εργάτες λευκών εργοδοτών, μαύροι δημόσιοι υπάλληλοι, αστυνομικοί ή πράκτορες. Ολοι προσδιορισμένοι από τους συναδέλφους τους βάσει χρώματος. Συνήθως μπάρμπα-Θωμάδες. Συνήθως μάγισσες, μέντιουμ, λάτρεις βουντού, μέλη συμμοριών, γυναίκες εκρηκτικές, «μπαλκονάτες» ή θυμωμένες που διαρκώς ουρλιάζουν.
Στη μακροχρόνια ιστορία των Οσκαρ ούτε είκοσι οι Μαύροι με επίχρυσο αγαλματάκι όλων των κατηγοριών και όλων των «ειδών». Μόνο ο Ντένζελ Ουάσινγκτον το έχει πάρει δύο φορές: Β’ ρόλου για το «Γκλόρι, ο δρόμος για τη δόξα» το 1989 και Α’ ρόλου το 2002 για την «Ημέρα εκπαίδευσης». Οπως είχε πει ο Τζορτζ Κλούνεϊ, «από τη δεκαετία του 2000 μια ανάσα αλλαγής είχε όντως φανεί».
Από το 1940 που η Χάτι ΜακΝτάνιελ έλαβε Οσκαρ θα περνούσαν αρκετά χρόνια ως το 1964, οπότε ο Σίντνεϊ Πουατιέ απέσπασε Οσκαρ Α’ Ρόλου για το «Κάτω από το βλέμμα του Θεού». Σιωπή για ακόμη 18 χρόνια έως το 1982, όταν ο Λου Γκόσετ Τζούνιορ κέρδισε το Β’ Ρόλου για το «Ιπτάμενος και τζέντλεμαν». Μία δεκαετία αργότερα η Γούπι Γκόλντμπεργκ θα κερδίσει το Β’ Ρόλου για τον «Αόρατο εραστή» (1990) και στην ίδια δεκαετία μόλις ένας ακόμη μαύρος ηθοποιός, ο Κούμπα Γκούντινγκ Τζούνιορ, θα κερδίσει Οσκαρ για το «Τζέρι Μαγκουάιρ».
.
Το 2002 η Χάλι Μπέρι με τον «Χορό των τεράτων» γράφει ιστορία ως η πρώτη μαύρη ηθοποιός που κερδίζει το Οσκαρ Α’ Γυναικείου Ρόλου. Στην ίδια δεκαετία ακολούθησε ο Μόργκαν Φρίμαν για το «Million Dollar Baby», ο Τζέιμι Φοξ για το «Ray», ο Φόρεστ Γουίτακερ για τον «Τελευταίο βασιλιά της Σκωτίας», η Τζένιφερ Χάντσον για το «Dreamgirls», η Μο Νικ για το «Precious», η Οκτάβια Σπένσερ για τις «Υπηρέτριες», η Λουπίτα Νιόνγκο για το «12 χρόνια σκλάβος» και πάει λέγοντας.
Τι συμβαίνει; Μα είναι απλό. Οι Blacks είναι μειοψηφία. Και όχι μόνο. Τα περισσότερα μέλη της αφροαμερικανικής κοινότητας διαβιούν κάτω από υποδεέστερες εργασιακές και μορφωτικές συνθήκες. Ο ρατσισμός έχει πολλά πρόσωπα. Και ένα εξ αυτών αφορά το ελληνικό κοινό. Κάθε ταινία με μαύρους ηθοποιούς καταλήγει στην αχρηστία των ταμείων.
Ο μέσος Ελληνας θεατής δεν θέλει να βλέπει μαύρους ηθοποιούς. Αδιαμφισβήτητη η υπεροχή της λευκής, κατάξανθης φυλής. Ποια Μαύρη μπορεί να συγκριθεί και να εκτοπίσει μια Μόνικα Μπελούτσι, μια Σαρλίζ Θερόν και μια Σκάρλετ Γιόχανσον; Καμία. Ισως η Τζένιφερ Λόπεζ. Ομως ακόμα και εκείνη είναι λάτιν.
Το συμπέρασμα, μελαγχολικό. Μετά από τόσα χρόνια, τόσες προσπάθειες, τόσες απόπειρες, τόσους νόμους, τόσους δημοκρατικούς προέδρους, κι όμως μέχρι σήμερα, ακόμα και αύριο, είμαι σίγουρος γι’ αυτό, το Χόλιγουντ παρέα με το αμερικανικό κοινό θα βλέπουν τον κόσμο και την πραγματικότητα σαν ασπρόμαυρη ταινία. Black and White.