Η συνοικία με τα κόκκινα φανάρια («Red Light District») στο Άμστερνταμ, που αποτελεί μια από τις πλέον δημοφιλείς ατραξιόν στη χώρα και επί μακρόν μια από τις πιο φημισμένες εστίες συγκέντρωσης ιερόδουλών και οίκων ανοχής στον κόσμο, ανοίγει και πάλι.
Τα πράγματα όμως δεν είναι ακριβώς τα ίδια όπως πριν το lockdown που είχε επιβληθεί προς αναχαίτιση της εξάπλωσης της πανδημίας κορονοϊού. Όπως στην Ελλάδα αλλά και σε άλλες χώρες, εργαζόμενες στον κλάδο όσο και πελάτες θα πρέπει να ακολουθήσουν συστάσεις και κανόνες που συνοδεύουν την επαναλειτουργία των οίκων ανοχής, προκειμένου να περιοριστεί κατά το δυνατόν η εξάπλωση του κορονοϊού.
Η Ρουμάνα Φελίσια Άννα, 34 ετών είναι εργάτρια του σεξ και επίσης πρόεδρος του συνδικάτου Red Light United. Όπως λέει «αισθάνθηκε πολύ καλά» που επέστρεψε στη δουλειά της. «Κατά τη διάρκεια του lockdown πολλές εργαζόμενες στο χώρο αντιμετώπισαν οικονομικά προβλήματα, οπότε είμαστε πολύ χαρούμενές που μπορούμε τελικά να πιάσουμε ξανά δουλειά».
Φυσικά, όπως λέει, υπήρχε ο φόβος ότι οι πελάτες θα ήταν λιγοστοί αφού ένας μεγάλος αριθμός αυτών είναι τουρίστες και η Ολλανδία συνεχίζει να απαγορεύει τα ταξίδια από και προς αρκετές χώρες. Ωστόσο «ρώτησα συναδέλφους και μέχρι στιγμής η δουλεία είναι ικανοποιητική».
«Είμαι τελείως κλεισμένη» για την Τετάρτη λέει η Φόξι, μιας συνάδελφός της και ακτιβίστρια η οποία βοηθά και στο Κέντρο Πληροφοριών για την πορνεία στο Άμστερνταμ. «Είχα ένα μικρό πάρτι» λέει, όταν άκουσε στις 24 Ιουνίου πως αποφασίστηκε να τους επιτραπεί ξανά να εργαστούν.
Η ίδια ενοικιάζει ένα δωμάτιο έξω από την συνοικία με τα κόκκινα φανάρια.
Σύμφωνα με το νέο καθεστώς λειτουργίας των οίκων ανοχής, θα πρέπει πριν την παροχή των υπηρεσιών να επιβεβαιώνεται, στον βαθμό του εφικτού, πως ο πελάτης δεν είναι φορέας.
«Πριν κλείσω ένα ραντεβού, θα πρέπει να τσεκάρω πως ο πελάτης αισθάνεται καλά, πως δεν παρουσιάζει συμπτώματα και πως δεν παρουσιάζει συμπτώματα και κάποιος άλλος από το στενό του περιβάλλον» εξηγεί η Φόξι.
Μεταξύ των άλλων προληπτικών μέτρων που λαμβάνονται είναι «η απολύμανση και το πλύσιμο των χεριών, ο καθαρισμός των σεντονιών μετά από κάθε ραντεβού. Αυτές είναι οι βασικές ανάγκες. Αλλά ευτυχώς δεν χρειάζεται να φορέσουμε μάσκες προσώπου κατά τη διάρκεια των παιχνιδιών».
Επίσης «οι περισσότερες από εμάς θα αποφύγουμε να ερχόμαστε πρόσωπο με πρόσωπο με τον πελάτη, οπότε το δεν θα υπάρχει φιλί».
Όπως εξηγεί η Φελίσια Άννα, μιλώντας στο Γαλλικό Πρακτορεία Ειδήσεων «αφού ο πελάτης φύγει από το δωμάτιο, θα απολυμάνουμε όλα όσα μπορεί να έχει αγγίξει, κρεβάτι, νεροχύτη, τουαλέτα, τις πόρτες, τα πάντα» και προσθέτει πως η εφαρμογή κανόνων υγιεινής ήταν πάντα κάτι που πρόσεχαν ιδιαίτερα όσοι εργάζονται στον κλάδο. Και φυσικά «έχουμε ήδη αντιμετωπίσει πολύ πιο σοβαρές ασθενείς από τον κορονοϊό».
Ο αντιπρόεδρος της Κυβέρνησης της Ολλανδίας, Χούγκο ντε Τζόνγκ δήλωσε την Τετάρτη ότι «ξεκινά μια νέα φάση στην προσέγγιση του κορονοϊού», αλλά παρότρυνε τους πολίτες να είναι σε εγρήγορση.
Η ιδιαιτερότητα της περιοχής
Σημειώνεται πως η Ολλανδία νομιμοποίησε την πορνεία το 2000 και η απασχόληση στον κλάδο προϋποθέτει εγγραφή στο τοπικό εμπορικό επιμελητήριο και φυσικά τα έσοδα υπόκεινται σε φόρο εισοδήματος.
Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, στον κλάδο απασχολούνται περί τα 7.000 άτομα.
Όπως εξηγεί πάντως η Φελίσια Άννα η συνοικία των κόκκινων φαναριών σίγουρα επηρεάζεται πολύ από την πανδημία αφού πολλοί εργαζόμενοι στα διάσημα πορνεία της περιοχής ήταν από χώρες της Ανατολικής Ευρώπης και της Νοτίου Αμερικής και επέστρεψαν στις πατρίδες τους κατά τη διάρκεια του lockdown. Τώρα όμως δεν επιτρέπεται να ταξιδέψουν προς Ολλανδία.
Η ιστορία της «Κόκκινης Συνοικίας» ( De Rosse Buurt/De Wallen of De Walletjes, δηλαδή «η περιοχή με τα μικρά τοιχάκια ή τις μικρές τοίχινες αποβάθρες») πηγαίνει πίσω στον 14ο αιώνα και αρχικά ήταν θρησκευτικό κέντρο και εστία μικρό μοναστικών κοινοτήτων (διόλου τυχαίο πως στην περιοχή βρίσκεται η παλαιότερη ίσως εκκλησία της πόλης).
Οι πρώτοι οίκοι ανοχής εμφανίστηκε τον 16ο αιώνα και επέζησαν επί αιώνες μέχρι που την περίοδο του μεσοπολέμου τα σπιτάκια στην περιοχή κατεδαφίστηκαν. Τότε άρχισε η πορνεία στο δρόμο ενώ λίγο μετά, την δεκαετία του 1930 εμφανίστηκε οι πρώτες βιτρίνες που έχουν πλέον καθιερωθεί.
Σήμερα υπάρχουν περί τα 300 σπιτάκια, κατά βάση μεγάλα δωμάτια ενοικιαστές των οποίων είναι σεξεργάτριες οι οποίες συνεχίζουν να «εκτίθενται» πίσω από μεγάλη γυάλινη προθήκη ενώ κυριαρχεί ο κόκκινος φωτισμός).
Η ολλανδική ονομασία για το συγκεκριμένο είδος πορνείας είναι raamprostitutie, που σημαίνει κυριολεκτικά «πορνεία του παράθυρου/βιτρίνας».
Όλες οι εργαζόμενες είναι νόμιμες ενώ ενώ υπάρχει ιδιαίτερη φροντίδα γαι την αισθητική συνολικά της περιοχής και των χώρων που απασχολούνται ενώ υπάρχουν αρκετοί νόμοι που προστατεύουν τις εργαζόμενες όπως επίσης και κάποιοι άγραφοι κανόνες πρέπει να γίνονται σεβαστοί. (π.χ. η φωτογράφιση των γυναικών).