Η ισπανική γρίπη και ο κορωνοϊός έχουν ένα κοινό σημείο. Κατάφεραν να βυθίσουν ολόκληρο τον πλανήτη σε μια βαθιά υγειονομική, οικονομική και κοινωνική κρίση. Την ώρα μάλιστα που δισεκατομμύρια κόσμος ετοιμάζεται να γιορτάσει για πρώτη φορά τα φετινά Χριστούγεννα εν μέσω πανδημίας μακριά από τις συνήθεις οικογενειακές συναθροίσεις, οι New York Times, κάνουν μια αναδρομή στο μακρινό 1918, έναν ολόκληρο αιώνα πριν, και μέσα από προσωπικές μαρτυρίες περιγράφουν πώς ήταν τα Χριστούγεννα εκείνης της εποχής. Μήπως τελικά δεν διαφέρουν και πολύ από τα Χριστούγεννα του 2020;
Ο θανατηφόρος ιός της ισπανικής γρίπης σημάδεψε τη ζωή πάρα πολλών ανθρώπων σε όλο τον κόσμο. Άλλοι ήρθαν αντιμέτωποι με τον θάνατο αλλά βγήκαν νικητές, άλλοι κατάφεραν να επιβιώσουν με προβλήματα υγείας, άλλοι έζησαν τον απόλυτο φόβο και κάποιοι άλλοι δυστυχώς δεν τα κατάφεραν.
Η εορταστική περίοδος συνέπεσε ανάμεσα σε δύο κύματα της πανδημίας της γρίπης. Οι οικογένειες μαζεύονταν ακόμα, συχνά με άδειες καρέκλες στο τραπέζι…
Δεκέμβριος 1918. Λίγες μόλις ημέρες πριν τα Χριστούγεννα, και η θανατηφόρα πανδημία της ισπανικής γρίπης εξαπλωνόταν ήδη με ταχύτατους ρυθμούς, έχοντας ένα καταστροφικό αντίκτυπο στην αγροτική Αϊόβα.
Η Rebecca Tinti, εκείνη την περίοδο, με δική της πρωτοβουλία επισκεπτόταν κάποιους γείτονές της που ήταν βαριά άρρωστοι. Στο αγρόκτημα μιας οικογένειας, βρήκε επτά αρρώστους, συμπεριλαμβανομένου ενός νεογέννητου μωρού σε κλινήρη κατάσταση, με ένα 6χρονο κοριτσάκι να πρέπει να φροντίσει όλους τους άλλους.
Οι συγκλονιστικές επιστολές του 1919
Η κυρία Tinti έσπευσε να βοηθήσει, ωστόσο δεν μπόρεσε να αποτρέψει την τραγωδία που θα ακολουθούσε. «Ο κύριος υποτροπίασε και συνέχισε να χειροτερεύει, μέχρι που πέθανε, μία εβδομάδα αργότερα», έγραψε σε επιστολή της τον Ιανουάριο του 1919. «Έμεινα μέχρι την κηδεία, η οποία ήταν την παραμονή των Χριστουγέννων».
Οι επιστολές της κυρίας Tinti, βρίσκονται πλέον στα χέρια της κόρης της νονάς της, της 72χρονης Ruth M. Lux, 72, από το Lidderdale της Αϊόβα. Η κυρία Lux, έχει δεκάδες παλιά οικογενειακά γράμματα, τα οποία μεταβιβάστηκαν από τη μητέρα και τη γιαγιά της. «Aποκαλώ το σπίτι μου το υποκατάστημα των Εθνικών Αρχείων στο Lidderdale», αναφέρει χαρακτηριστικά.
Αυτές οι επιστολές – ενημερώσεις σχετικά με τις συγκομιδές καλαμποκιού και τα σφαγμένα γουρούνια, με αναφορές για ασθένειες και θανάτους – προέρχονται από το εγχώριο μέτωπο μιας πανδημίας στην οποία εκατομμύρια Αμερικανοί αρρώστησαν, εκ των οποίων 675.000 πέθαναν, μεταξύ τουλάχιστον 50 εκατομμυρίων θανάτων παγκοσμίως. Έχει αποδοθεί σε έναν ιό H1N1 που προήλθε από τα πουλιά.
Αυτή η πανδημία, όπως ο κορωνοϊός σήμερα, φάνηκε να χτυπά τις Ηνωμένες Πολιτείες σε κύματα. Οι χειμερινές διακοπές του 1918 χαρακτηρίστηκαν από οδυνηρή απώλεια, κατά τη διάρκεια μιας σχετικής χαλάρωσης των μέτρων, μετά το θανατηφόρο κύμα του φθινοπώρου. Μάλιστα, λίγο μετά την Πρωτοχρονιά, ένα άλλο μικρότερο κύμα έμελλε να κορυφωθεί με εξίσου οδυνηρές συνέπειες.
«Εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι έχασαν τους αγαπημένους τους», δήλωσε ο J. Alexander Navarro, από το Πανεπιστήμιο του Michigan και συντάκτης της ηλεκτρονικής Influenza Encyclopedia.
Ο ρόλος που διαδραμάτισαν οι εφημερίδες
Εκείνη την εποχή, οι εφημερίδες έπαιζαν τον δικό τους καθοριστικό ρόλο. Αξιοσημείωτο ωστόσο είναι το γεγονός ότι δεν έδιναν την αναμενόμενη έμφαση στην κορύφωση της πανδημίας. Αντίθετα, επικεντρώνονταν στο τέλος του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, μέσα από ηχηρούς τίτλους.
«Φέτος έχουμε ιδιαίτερους λόγους για να είμαστε ευγνώμονες», δήλωνε ο Πρόεδρος Woodrow Wilson σε διάγγελμα για τη γιορτή της Ημέρας των Ευχαριστιών, κατά την οποία δεν αναφέρθηκε καθόλου στην πανδημία. «Ο Θεός μας έδωσε ειρήνη», έλεγε.
Και παρόλο που τα εσωτερικά και διεθνή ταξίδια των στρατιωτών –λόγω Α’ Παγκοσμίου Πολέμου –διαδραμάτισαν σημαντικό ρόλο στην εξάπλωση της γρίπης, ειδήσεις της εποχής δείχνουν ότι ο κίνδυνος μόλυνσης δεν εμπόδισε τους ανθρώπους να γιορτάσουν τη νίκη των Συμμάχων αυτοπροσώπως.
Την παραμονή των Χριστουγέννων του 1918, οι New York Times ανέφεραν ότι χιλιάδες στρατιώτες θα ήταν ευπρόσδεκτοι στη Νέα Υόρκη, ενώ θα ήταν και καλεσμένοι σε χορούς και γιορτές. Σε μια εκδήλωση στο 71ο Regiment Armory στο Park Avenue στο Manhattan, «εκτός από τη διασκέδαση και τον χορό, θα υπάρχουν 300 κιλά σοκολάτας που έχουν φτιαχτεί από όμορφα κορίτσια και αμέτρητα κιλά κέικ, φτιαγμένα από τις μητέρες τους», ανέφεραν διάφορα δημοσιεύματα.
Άλλοι εορτασμοί ήταν πιο συγκρατημένοι. Για πολλούς ανθρώπους στις Ηνωμένες Πολιτείες, οι διακοπές των Χριστουγέννων επικεντρώνονταν γύρω από την οικογένεια και το σπίτι, σύμφωνα την Penne L. Restad, ιστορικό στο Πανεπιστήμιο του Τexas, στο Austin.
Τα ταξίδια αναψυχής ήταν λιγότερο συνηθισμένα το 1918 από ό, τι είναι σήμερα, εν μέρει επειδή οι οικογένειες έτειναν να ζουν μαζί, σύμφωνα με τον Dr Restad. H μόδα της εποχής επίτασσε τη διακόσμηση ενός δέντρου στο εσωτερικό των σπιτιών και τον Άγιο Βασίλη να παραδίνει δώρα στα παιδιά.
Για πολλούς, οι λειτουργίες στις εκκλησίες ήταν επίσης αναπόσπαστο μέρος της εορταστικής περιόδου. Και το 1918, η προγιαγιά της Lux, Caroline Schumacher, ήταν λυπημένη που δεν μπορούσε να παραστεί.
«Υποθέτω ότι αντιληφθήκατε πως η πόλη βρίσκεται σε καραντίνα», ανέφερε σε επιστολή της από την Αϊόβα, με ημερομηνία 29 Δεκεμβρίου. «Δεν ξέρω για πόσο ακόμα θα κρατήσει όλο αυτό. Είναι τρομερό που δεν γίνεται λειτουργία στις εκκλησίες. Οι ημέρες δεν θυμίζουν καθόλου Χριστούγεννα».
Επειδή τα προσωπικά γράμματα μετέφεραν τις λεπτομέρειες της καθημερινής ζωής, μερικές φορές διατηρούσαν κομμάτια της ιστορίας που αγνοούσαν οι εφημερίδες, τονίζει ο Dr Restad. «Η εγχώρια κουλτούρα και σε μεγάλο βαθμό η κουλτούρα των καταναλωτών καταγράφεται συχνά από τις γυναίκες», συμπληρώνει.
Τα οικογενειακά γράμματα της κυρίας Lux, μερικά από τα οποία είναι δύσκολο να διαβαστούν λόγω της γραφής ή της ακανόνιστης ορθογραφίας και της γραμματικής, αποδόθηκαν το 2014 από τη Julia Evans η οποία τότε μελετούσε ιστορία στο Wartburg College στο Waverly της Αϊόβα και τώρα διαχειρίζεται εκθέματα μουσείων.
Tι ανέφεραν τα πρωτοσέλιδα της εποχής
Οι τότε εφημερίδες κάλυπταν την πανδημία με αναφορές από όλες τις Ηνωμένες Πολιτείες, μέσα από ένα συνονθύλευμα των απαντήσεων των αξιωματούχων όσον αφορά τη διάδοση της γρίπης.
Στο Hamilton, η εφημερίδα The Ravalli Republican ανέφερε πως η άρση του lockdown -διάρκειας ενός μήνα- ήρθε στα τέλη Δεκεμβρίου του 1918, την ώρα που επρόκειτο να ανοίξουν οι εκκλησίες και οι κινηματογράφοι, ανήμερα των Χριστουγέννων.
Στο Lodi της California, η εφημερίδα The Sacramento Bee, ανέφερε, την παραμονή των Χριστουγέννων, πως δεν υπήρχε κανένα στολισμένο δέντρο φέτος. Λόγω της παρουσίας της γρίπης εδώ, οι εορτασμοί των Χριστουγέννων έχουν μειωθεί σημαντικά, αν και οι έμποροι αναφέρουν μια καλή εμπορική κίνηση», αναφερόταν στο δημοσίευμα.
Λίγο μετά τα Χριστούγεννα, η εφημερίδα The Chicago Defender δημοσίευσε άρθρα που αφορούσαν οικογενειακές συγκεντρώσεις και εκκλησιαστικές λειτουργίες σε όλο το Illinois. Τα εν λόγω δημοσιεύματα συνοδεύονταν παράλληλα από ειδήσεις που αφορούσαν θανάτους λόγω της γρίπης.
Φέτος, με την αύξηση των κρουσμάτων Covid-19, η κυρία Lux σχεδιάζει να μείνει μόνη της στο σπίτι τα Χριστούγεννα. Μάλιστα, η ίδια φαίνεται να εντυπωσιάστηκε περισσότερο με την κυρία Tindi, της οποίας τα γράμματα έδειχναν τις απεγνωσμένες προσπάθειες που έκανε προκειμένου να βοηθήσει φίλους και γείτονες που νοσούσαν σοβαρά.
Έτσι, μια συννεφιασμένη ημέρα του περασμένου Απριλίου – τον ίδιο μήνα που ο αριθμός των θανάτων από κορωνοϊό ξεπέρασε τις 200.000 – η κυρία Lux ταξίδεψε στην Αϊόβα, προκειμένου επισκεφθεί τον τάφο της κυρίας Tindi, που πέθανε πριν από 90 χρόνια.
Ο τάφος ήταν εύκολο να βρεθεί, σε ένα μικρό νεκροταφείο στην κορυφή ενός λόφου. «Σκέφτηκα λοιπόν, ότι κανείς δεν έχει αφήσει κάτι σε αυτούς τους τάφους εδώ και πολλές δεκαετίες», ανέφερε η κυρία Lux.
Άφησε ένα μπουκέτο με τεχνητά μεταξένια λουλούδια και επέστρεψε σπίτι…
Επιμέλεια – Μετάφραση: Κωνσταντίνα Μπιτζήλου
Πηγή: Νew York Times