Ως σοβαρό κοινωνικό, αλλά και οικονομικό, πρόβλημα αντιμετωπίζει πλέον η Ισπανία το φαινόμενο που θέλει τους νέους, ηλικίας από 18 έως 34 ετών, να συνεχίζουν να ζουν με τους γονείς τους. Για το σκοπό αυτό η κυβέρνηση του Πέδρο Σάντσεθ ανακοίνωσε τη χορήγηση ειδικού επιδόματος ενοικίου ύψους 250 ευρώ το μήνα προκειμένου να τους ωθήσει να εγκαταλείψουν την οικογενειακή εστία.
Το επίδομα θα περιλαμβάνεται στο νέο προϋπολογισμό του 2022 και θα αφορά νέους με εισόδημα χαμηλότερο των 23.725 ευρώ. Η πρωτοβουλία, στο πλαίσιο του νέου σχεδίου για τη στέγαση θα είναι σε πρώτη φάση διετής, αλλά δεν αποκλείεται η παράταση της, αν αποδειχτεί αποτελεσματική.
Παράλληλα, στο πλαίσιο του ίδιου σχεδίου για τη στήριξη της στεγαστικής αγοράς, μελετάται και η αύξηση των επιδομάτων για τις πιο ευάλωτες οικονομικά οικογένειες με στόχο την κάλυψη έως και του 40% του ποσού των ενοικίων που καταβάλουν.
Συνολικά η κυβέρνηση υπολογίζει να δαπανήσει έως και 1 δισ. ευρώ από τα κονδύλια του Ταμείου Ανάκαμψης για να στηρίξει την αγορά ακινήτων και δη, την οικογενειακή στέγη.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat, το 64% των ατόμων ηλικίας από 25 έως 29 ετών εξακολουθούν να ζουν με τους γονείς τους, ένα ποσοστό ανάλογο με έτερες μεσογειακές χώρες όπως η Ελλάδα και η Ιταλία, αλλά πολλαπλάσιο των δυτικών οικονομιών, όπως η Γαλλία (17%) και η Γερμανία (30%). Για το ηλικιακό φάσμα των 18 έως 34, το ποσοστό υποχωρεί στο 53,3%, όμως και πάλι θεωρείται υψηλό.
Κατά μέσο όρο οι Ισπανοί ξεκινούν να ζουν μόνοι τους γύρω στην ηλικία των 30 χρόνων, ήτοι τέσσερα χρόνια πάνω από τον μέσο όρο της Ε.Ε., που είναι στα 26 χρόνια. Το ίδιο νούμερο με την Ισπανία καταγράφεται επίσης σε Ιταλία, Πορτογαλία και Ελλάδα.
Οι νέοι ισχυρίζονται πως πρόκειται για αναγκαστική επιλογή, καθώς τα εισοδήματα τους είναι χαμηλά και τα ενοίκια παραμένουν ψηλά, ειδικά σε περιοχές με τουριστική κίνηση.
Από την άλλη πλευρά έκθεση του Brookings Institute που δημοσιεύτηκε την άνοιξη έδειξε πως λιγότερο από ένα στα τέσσερα ακίνητα στην Ισπανία είναι νοικιασμένα. Σύμφωνα με την έκθεση ο αριθμός των νέων σπιτιών υποχώρησε από τις 850.000 στις 100.000 μεταξύ 2006 και 2018 και προφανώς η πανδημία μείωσε ακόμη περισσότερο τα νούμερα.