Τα απομεινάρια του θρυλικού «Νησιού του Χρυσού» – όπου, σύμφωνα με τον θρύλο, υπήρχαν ανθρωποφάγα φίδια, ηφαίστεια που ξερνούσαν φωτιά και ομιλούντες παπαγάλοι- ενδεχομένως να βρέθηκε στον ποταμό Κμούσι κοντά στο Παλεμπάνγκ της Ινδονησίας.
Όπως αναφέρεται σε σχετικό δημοσίευμα του Live Science, δύτες που πραγματοποιούν έρευνες στον λασπώδη πυθμένα του ποταμού έχουν ανασύρει εκατοντάδες αγαλματίδια, καμπάνες ναών, εργαλεία, καθρέφτες, νομίσματα, κεραμικά αντικείμενα κ.α. Επίσης, έχουν βρεθεί χρυσές λαβές σπαθιών και δαχτυλίδια με χρυσό και ρουμπίνια, αγγεία, φλάουτα σε σχήμα παγωνιού κ.α.
Όλοι αυτοί οι θησαυροί υποδεικνύουν ένα πράγμα: Πως πρόκειται για τη χαμένη πόλη της Σριβιτζάγια, ένα άλλοτε πλούσιο και ισχυρό λιμάνι στις θαλάσσιες εμπορικές οδούς που συνέδεαν την Ανατολή με τη Δύση. Η Σριβιτζάγια, που είχε τον δικό της βασιλιά, έλεγχε τα Στενά της Μαλάκκα μεταξύ των μέσων του 7ου αιώνα και του 1025, χάνοντας τη δύναμή της μετά από έναν πόλεμο με την ινδική δυναστεία Χόλα. Η Σριβιτζάγια έπεσε σε παρακμή, αν και το εμπόριο συνεχίστηκε για άλλους δύο αιώνες. Ο τελευταίος πρίγκιπας της πόλης, Παραμεσβάρα, προσπάθησε να ανακτήσει τον έλεγχο του εμπορίου στην περιοχή στη δεκαετία του 1390, μα ηττήθηκε από τα στρατεύματα του βασιλείου της Ιάβας. Ακολούθως η Σριβιτζάγια και τα περίχωρά της έγιναν άνδρο Κινέζων πειρατών.
Σήμερα σχεδόν τίποτα δεν απομένει από τις ημέρες της δόξας της πόλης, πέρα από τα πολύτιμα αντικείμενα που οι δύτες ανασύρουν από τον ποταμό. Δεν έχουν γίνει επίσημες αρχαιολογικές έρευνες στον ποταμό ή γύρω από αυτόν, και τα ευρήματα πωλούνται σε ιδιώτες ή σε διεθνείς αγορές αρχαιοτήτων. Αυτό, όπως υπογραμμίζεται στο δημοσίευμα του Live Science, σημαίνει πως, ακόμα και ενώ ανασύρονται αντικείμενα, υποδεικνύοντας τη θέση της Σριβιτζάγια, είναι ελάχιστα τα στοιχεία για το πώς ακριβώς ήταν η καθημερινή ζωή εκεί, σύμφωνα με τον Σον Κίγκσλεϊ, αρχαιολόγο και συντάκτη του περιοδικού Wreckwatch, όπου πρόσφατα έγραψε για το χαμένο «Νησί του Χρυσού».
Long-lost 'Island of Gold' resurfaces in Indonesian river https://t.co/uro9G9kjUm
— Live Science (@LiveScience) November 1, 2021
«Αρχίζουμε στο σημείο μηδέν» είπε στο Live Science ο Κίνγκσλεϊ. «Είναι σαν να μπαίνεις σε μια πτέρυγα μουσείου, και να είναι εντελώς άδεια. Οι άνθρωποι δεν ξέρουν τι ρούχα φορούσαν οι κάτοικοι της Σριβιτζάγια, τι τους άρεσε, σε τι προτιμούσαν να τρώνε, τίποτα. Δεν ξέρουμε τίποτα για αυτούς, για τη ζωή τους, ή τον θάνατό τους».
Προηγούμενες αρχαιολογικές έρευνες γύρω από το Παλεμπάνγκ στην Ινδονησία, τη σύγχρονη πόλη κοντά στην οποία βρισκόταν κάποτε η Σριβιτζάγια, είχαν φέρει στο φως μόνο μικρά ίχνη της κάποτε ισχυρής πόλης- ναούς από τούβλα και κάποιες επιγραφές. Οι περισσότερες πληροφορίες προέρχονται από ξένους που έγραψαν για τα ταξίδια τους στην πόλη – όπως λέει ο Κίνγκσλεϊ, οι επισκέπτες και οι έμποροι περιέγραφαν έναν κόσμο που ήταν κάτι ανάμεσα στον «Άρχοντα των Δαχτυλιδιών» του Τόλκιν και τα έργα της Τζ. Κ. Ρόουλινγκ (Χάρι Πότερ). Οι ταξιδιώτες έγραφαν για ηφαίστεια που ξερνούν καπνό και φωτιά, ανθρωποφάγα φίδια, παπαγάλους που μιλούσαν ινδικά, ελληνικά και αραβικά, και εμπειροπόλεμους ναύτες που ήταν έτοιμοι και πρόθυμοι να επιτεθούν σε πλοία που προσπαθούσαν να περάσουν χωρίς να μπουν στην πόλη.
Κατά τον 10ο αιώνα ο κυβερνήτης της Σριβιτζάγια πλήρωσε για να χτιστούν βουδιστικοί ναοί στην Κίνα και στην Ινδία, σύμφωνα με αναφορά του 2006 από τον Γάλλο αρχαιολόγο Πιερ- Ιβ Μανγκουΐν. Επίσης, η πόλη έστελνε στην Κίνα ελεφαντόδοντο, κρυστάλλινα αγάλματα, αρώματα, μαργαριτάρια κ.α, σύμφωνα με αναφορά του 2019 που δημοσιεύτηκε στο Australian National Centre of Excellence for Maritime Archaeology. Η Σριβιτζάγια είχε πολύ μεγάλους τοπικούς φυσικούς πόρους, κατά τον Κίνγκσλεϊ, περιλαμβανομένων σπάνιων φυτών, αλλά και κοιτασμάτων χρυσού.
Πώς μια τόσο μεγάλη και πλούσια πόλη εξαφανίστηκε χωρίς ίχνη; Μια πιθανότητα είναι πως τα κτίριά της ήταν κυρίως ξύλινα, και ήταν χτισμένα πάνω στον ποταμό, όπως παρατηρείται ακόμα σε κάποια ποτάμια της νοτιοανατολικής Ασίας. Ως εκ τούτου, τα περισσότερα κτίρια θα σάπισαν μέσα σε λίγες γενιές, αφήνοντας πίσω τους λίγα απομεινάρια. Επίσης, ίσως κάποιο γεωλογικής φύσης φαινόμενο, συνδεόμενο ενδεχομένως με την ηφαιστειακή δραστηριότητα της Σουμάτρα, να είχε ως αποτέλεσμα η πόλη να θαφτεί, σύμφωνα με τον Κίνγκσλεϊ.
Οι πρώτες ενδείξεις πως ο ποταμός Μούσι ίσως έκρυβε τα μυστικά της χαμένης πόλης εμφανίστηκαν το 2011, όταν στο πλαίσιο οικοδομικών δραστηριοτήτων ανασύρθηκαν αντικείμενα από τις λάσπες, με αποτέλεσμα εργάτες να αρχίσουν να κάνουν καταδύσεις και μόνοι τους για να βρουν κι άλλα. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να προκληθούν ζημιές σε πιο εύθραυστα αντικείμενα, ωστόσο ανασύρθηκαν πολλά, μεταξύ των οποίων και αγάλματα του Βούδα, χάντρες κ.α. Μεταξύ του 2011 και του 2015 πολλά από αυτά βρέθηκαν σε αγορές αρχαιοτήτων στη Τζακάρτα, ενώ άλλα πωλούνταν γύρω από την Παλεμπάνγκ.
«Νομίζω πως η λεηλασία είναι ακόμα σε εξέλιξη» έγραψε ο Τζον Μίκσιτς, καθηγητής Σπουδών Νοτιοανατολικής Ασίας στο Εθνικό Πανεπιστήμιο της Σιγκαπούρης, σε email του προς το Live Science. «Ο ποταμός είναι πλατύς (1 χλμ) στο Παλεμπάνγκ. Παρόμοιες δρατηριότητες έχουν αναφερθεί και στο Μπατανγκάρι στο Τζάμπι, τον επόμενο μεγάλο ποταμό βόρεια του Παλεμπάνγκ».