Η Revlon, η κατασκευάστρια καλλυντικών που έσπασε τους φυλετικούς φραγμούς και υπαγόρευσε τις τάσεις ομορφιάς για μεγάλο μέρος του περασμένου αιώνα, υπέβαλε αίτηση πτώχευσης.
Η εταιρεία ήταν βασικός παίκτης στα ράφια των καταστημάτων από την ίδρυσή της, πριν από 90 χρόνια στη Νέα Υόρκη, ξεπερνώντας σε πωλήσεις τους μεγάλους ανταγωνιστές της.
Η Revlon, ωστόσο, απέτυχε να συγχρονιστεί με τις αλλαγές των προτιμήσεων, καθώς άργησε να ακολουθήσει τις γυναίκες που αντάλλαξαν το φανταχτερό κόκκινο κραγιόν με πιο σιωπηλούς τόνους τη δεκαετία του 1990.
Εκτός από την απώλεια μεριδίου αγοράς από μεγάλους αντιπάλους, όπως η Procter & Gamble, οι νεοφερμένες σειρές καλλυντικών από την Κάιλι Τζένερ και άλλες διασημότητες την υπερκέρασαν επίσης, αξιοποιώντας τη μαζική τους απήχηση στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.
Εχοντας ήδη επιβαρυνθεί από το αυξανόμενο χρέος, τα προβλήματα της Revlon εντάθηκαν με την πανδημία, καθώς το κραγιόν έδωσε τη θέση του σε μια νέα «μόδα» της εποχής – τις ιατρικές μάσκες.
Οι πωλήσεις μειώθηκαν κατά 21% το 2020 (το πρώτο έτος της πανδημίας), αν και αυτές ανέκαμψαν κατά 9,2% την αμέσως επόμενη χρονιά αναφοράς με τα εμβόλια πλέον ευρέως διαδεδομένα. Το τελευταίο τρίμηνο που έληξε τον περασμένο Μάρτιο, οι πωλήσεις αυξήθηκαν σχεδόν κατά 8%, αλλά εξακολουθούσαν να υστερούν ως προς τα επίπεδα πριν από την πανδημία, που ξεπερνούσαν τα 2,4 δισεκατομμύρια δολάρια ετησίως.
Τα προβλήματα στην παγκόσμια εφοδιαστική αλυσίδα ήταν ένα ακόμα τεράστιο πλήγμα για τη Revlon, η οποία μετά βίας γλίτωσε τη χρεοκοπία στα τέλη του 202.
Η Revlon ανακοίνωσε την Πέμπτη ότι με την έγκριση του δικαστηρίου, αναμένει να λάβει χρηματοδότηση 575 εκατομμυρίων δολαρίων από τους υφιστάμενους δανειστές της, κάτι που θα της επιτρέψει να διατηρήσει τις καθημερινές της δραστηριότητες σε λειτουργία.
Κατά τη διάρκεια της ακμής της τον 20ο αιώνα, η Revlon υστερούσε μόνο από την Avon σε πωλήσεις. Τώρα κατέχει την 22η θέση μεταξύ των κατασκευαστών καλλυντικών, σύμφωνα με πρόσφατη κατάταξη του περιοδικού μόδας WWD.
Η Revlon έγινε η πρώτη εταιρεία ομορφιάς που παρουσίασε ένα μαύρο μοντέλο το 1970, τη Ναόμι Σιμς. Στη δεκαετία του 1980, η εταιρεία έδωσε πνοή στη βιομηχανία καλλυντικών βγάζοντας μπροστά και σε περίοπτη θέση τόσο διάσημα όσο και άγνωστα μοντέλα όπως η Ιμάν, η Κλόντια Σίφερ και η Σίντι Κρόφορντ, υποσχόμενη να κάνει όλες τις γυναίκες «αξέχαστες».
Καμία από τις θυγατρικές της Revlon που λειτουργούν διεθνώς δεν περιλαμβάνεται στη διαδικασία, εκτός από τον Καναδά και το Ηνωμένο Βασίλειο. Η κατάθεση έγινε στο Πτωχευτικό Δικαστήριο των ΗΠΑ.
Η εταιρεία κατέγραψε περιουσιακά στοιχεία και υποχρεώσεις μεταξύ 1 και 10 δισεκατομμυρίων δολαρίων, σύμφωνα με την πτώχευση.