Γράφει Αλέξανδρος Καψύλης
Τα στοιχεία που ανακοίνωσε την περασμένη εβδομάδα η Γενική Διεύθυνση Πολιτικής Αεροπορίας της Γαλλίας (DGAC) είναι σαφή: οι τιμές των αεροπορικών εισιτηρίων τον Ιούλιο με αναχώρηση από γαλλικά αεροδρόμια σε ευρωπαϊκούς προορισμούς μέσων αποστάσεων και υψηλής ζήτησης (συμπεριλαμβανομένων των πτήσεων για Ελλάδα προφανώς) ήταν αυξημένες κατά 54,5% συγκριτικά με τον Ιούλιο του 2021.
Αν συνυπολογιστούν όλες οι πτήσεις που αναχωρούν από τη Γαλλία, η αύξηση των ναύλων σε ετήσια βάση είναι λίγο μικρότερη: 43,5% συγκριτικά με πέρυσι. Και συγκριτικά με τον Ιούλιο του 2019, προτού ξεσπάσει η πανδημία δηλαδή, η αύξηση είναι 37,7%.
Αξίζει να σημειωθεί ότι η παγκόσμια ενεργειακή κρίση που προκάλεσε ο πόλεμος στην Ουκρανία (και έπληξε περισσότερο την Ευρώπη), δεν είχε τόσο μεγάλο αντίκτυπο στις τιμές των εισιτηρίων όσο θα υπέθετε κανείς διότι, πάντοτε σύμφωνα με τις μετρήσεις της DGAC, η αύξηση των τιμών των εισιτηρίων από την αρχή του 2022 είναι 19,3%. Κατά μία έννοια δηλαδή, η ακριβή κηροζίνη είναι ένα πρόσχημα για ανατιμήσεις.
Κοντινοί και μακρινοί προορισμοί
Είναι προφανές ότι στις πτήσεις που εξυπηρετούν προορισμούς μεσαίων αποστάσεων, οι οποίες ανέκαμψαν ταχύτερα το εφετινό καλοκαίρι, η αύξηση των ναύλων ήταν μεγαλύτερη. Φθάνει το 54,5% σε δωδεκάμηνη βάση και το 21% από την αρχή του έτους.
Στις υπερατλαντικές πτήσεις και εν γένει τις πτήσεις των μεγάλων αποστάσεων, που επηρεάστηκαν περισσότερο από τις πανδημικές απαγορεύσεις (ακόμα αναστέλλονται οι συνδέσεις με κάποιους προορισμούς στην Κίνα), η αύξηση των τιμών των εισιτηρίων ήταν πιο συγκρατημένη (28,8% σε ετήσια βάση και 13,3% από την αρχή του έτους).
Στο δίκτυο των εσωτερικών γραμμών στη Γαλλία η αύξηση των τιμών είναι επίσης πολύ υψηλή και φθάνει το 42,3% σε ετήσια βάση. Στις πτήσεις από τη μητρόπολη στις υπεράκτιες γαλλικές κτήσεις, που αποτελούν πολύ δημοφιλείς προορισμούς διακοπών για τους Γάλλους (Μαρτινίκα, Γουαδελούπη, Άγιος Μαυρίκιος και άλλες) η αύξηση των τιμών έφθασε το 20,7% τον περασμένο μήνα συγκριτικά με τον περυσινό Ιούλιο.
Διευκρινιστικά πρέπει να τονιστεί βέβαια ότι οι μακρινοί προορισμοί είναι πιο «οικονομικοί» για την εταιρεία και επειδή οι ναύλοι είναι σαφώς υψηλότεροι και επειδή το κοστοβόρο σε μια πτήση είναι η απογείωση και η προσγείωση.
Ο πληθωρισμός απογειώνει τις τιμές
Είναι γεγονός ότι η εκτίναξη των τιμών του πετρελαίου (εν προκειμένω της κηροζίνης) έχει εκτοξεύσει το κόστος του αεροπορικού ταξιδιού. Η τιμή του Brent απογειώθηκε μέσα σε λίγους μήνες από τα 75 στα 135 δολάρια το βαρέλι στις διεθνείς αγορές εμπορευμάτων (για να ξαναπροσγειωθεί βέβαια τις τελευταίες δύο εβδομάδες).
Οι αερομεταφορείς, που είχαν συσσωρεύσει μεγάλες ζημιές τους τελευταίους μήνες, εκμεταλλεύονται τη μεγάλη ζήτηση των διψασμένων για να ταξιδέψουν επιβατών μετακυλίοντας το κόστος στους ναύλους. Στα τέλη Ιουνίου η Air France, για παράδειγμα, είχε ανακοινώσει έναν «επίναυλο καυσίμων» της τάξεως των 100 έως 300 ευρώ που θα επέβαλλε στις πιο ακριβές, μεγάλων αποστάσεων κατά κανόνα, πτήσεις της.
Εξάλλου ο κλάδος στο σύνολό του είχε προειδοποιήσει δια στόματος του γενικού διευθυντή της ΙΑΤΑ (της Διεθνούς Ένωσης Αερομεταφορέων) Γουίλι Γουόλς ότι «οι αεροπορικές εταιρείες συσσώρευσαν τεράστιες ζημιές τους τελευταίους μήνες και είναι αδύνατον να απορροφήσουν την αύξηση της τιμής της κηροζίνης». Ως εκ τούτου, «η αύξηση μοιραία θα μετακυλιστεί στους καταναλωτές και θα έχει ένα αντίκτυπο στις τιμές», τόνισε είπε ο επικεφαλής της ΙΑΤΑ.
«Μένει να διαπιστωθεί αν οι επιβάτες θα συνεχίσουν να καταβάλλουν πρόθυμα τον επίναυλο καυσίμων, όπως φαίνεται ότι πράττουν τους καλοκαιρινούς μήνες με την εντυπωσιακά αυξημένη ζήτηση για αεροπορικά ταξίδια», σημειώνει η ρεπόρτερ της «Le Figaro» Βαλερί Κολέτ.
Από αβεβαιότητα σε αβεβαιότητα
Η αλήθεια είναι ότι η παρούσα πληθωριστική εικόνα που εμφανίζουν οι αερομεταφορές μπορεί να αλλάξει άρδην τους επόμενους μήνες και το καλοκαίρι του 2023 να μην είναι τόσο εντυπωσιακά κερδοφόρο για τον κλάδο όπως είναι το εφετινό. Κι αυτό για πολλούς λόγους.
Κατ’ αρχάς τους επόμενους μήνες (έως την επόμενη θερινή περίοδο και εξαιρουμένων βέβαια των διακοπών των Χριστουγέννων) ο αεροπορικός κλάδος στην Ευρώπη θα υποστεί τις συνέπειες της μεγάλης πτώσης τους συνεδριακού τουρισμού και εν γένει των επαγγελματικών ταξιδιών. Μια πτώση που όλα δείχνουν ότι θα συνεχιστεί. Σύμφωνα με την πρόσφατη ετήσια έκθεση της Global Business Travel Association, ο τομέας του επαγγελματικού ταξιδιού δεν θα αποκατασταθεί στα προ-πανδημικά επίπεδα πριν από το 2026.
Με δεδομένη την εκτίμηση αυτή, μόλις λήξει η θερινή σεζόν οι αεροπορικές εταιρείες και οι επιχειρήσεις που λειτουργούν τα αεροδρόμια πιθανότατα θα απολύσουν πάλι όσους εργαζομένους με αγωνιώδεις προσπάθειες κατάφεραν να προσλάβουν για να καλύψουν την εκτίναξη της ζήτησης. Ο αεροπορικός κλάδος υπήρξε, ως γνωστόν, υποστελεχωμένος το εφετινό καλοκαίρι και η ταλαιπωρία των ταξιδιωτών περίσσεψε στα ευρωπαϊκά αεροδρόμια.
Ευλόγως υποθέτει κανείς ότι το επόμενο καλοκαίρι ο κλάδος θα βρεθεί και πάλι υποστελεχωμένος. Το ερώτημα είναι κατά πόσον οι επιβάτες θα ενθυμούνται το 2023 την ταλαιπωρία που υπέστησαν εφέτος και θα επιμείνουν στο αεροπλάνο, που παραμένει μεν το ασφαλέστερο μεταφορικό μέσο αλλά παύει πλέον να είναι και το φθηνότερο – ενώ «παίζεται» αν είναι και το ταχύτερο… «Ξεχάστε τις πτήσεις των 10 ευρώ», προειδοποίησε πρόσφατα ο διευθύνων σύμβουλος της Ryanair Μάικλ Ο’Λίρι.
Ο ανταγωνισμός του τρένου
Είναι σαφές ότι οι αερομεταφορές έχουν να αντιμετωπίσουν οξύτερο τον ανταγωνισμό των σιδηροδρομικών μεταφορών. Επιπλέον, για περιβαλλοντικούς λόγους παρατηρείται εκ μέρους των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων μια πολιτική που ευνοεί το ταξίδι με το τρένο. Η γαλλική κυβέρνηση μελετά την κατάργηση των εσωτερικών πτήσεων σε προορισμούς μικρότερους των 500 χλμ. στη χώρα. Η αεροπορική σύνδεση Παρισιού-Λυών θα καταργηθεί δηλαδή.
Ούτως ή άλλως, με τα πολύ γρήγορα γαλλικά τρένα (TGV) η απόσταση καλύπτεται σήμερα σε δύο ώρες. Με το αεροπλάνο καλύπτεται σε περίπου μία ώρα και πέντε λεπτά. Αλλά ένας επιβάτης παίρνει το τρένο από το κέντρο του Παρισιού και φθάνει στο κέντρο της Λυών χωρίς ταλαιπωρία, ενώ για να μεταβεί στο Σαρλ Ντε Γκολ (ακόμα και στο Ορλί) θα χρειαστεί και χρόνο και χρήμα.
Συγκεκριμένα, ο ναύλος για το τρένο της Τρίτης, 23 Αυγούστου, από το Παρίσι στη Λυών με ώρα αναχώρησης 6.55’ και ώρα άφιξης 8.56’ κοστίζει 76 ευρώ. Με το αεροπλάνο μπορεί να βρει (ακόμα) κανείς πτήση με 35 ευρώ. Αλλά θα χρειαστεί άλλα τόσα περίπου για να μεταβεί από τις πόλεις στα αεροδρόμια. Συν το χάος, που πιθανότατα θα συναντήσει όταν φτάσει στα αεροδρόμια.
Παρένθεση: Με τις γρήγορες αυτοκινητάμαξες του ΟΣΕ ανάλογα διλήμματα θα αντιμετωπίσουν πιθανότατα και οι επιβάτες της γραμμής Αθήνα-Θεσσαλονίκη. Κλείνει η παρένθεση.
Αλλά και το εισιτήριο του αυριανού τρένου των 8.00’ από το Παρίσι στο Άμστερνταμ κοστίζει 142 ευρώ, ενώ η φθηνότερη πτήση με αεροπλάνο κοστίζει 297 ευρώ. Με το τρένο φτάνει κανείς από τη γαλλική πρωτεύουσα στη μεγαλύτερη ολλανδική πόλη σε τρεις ώρες και 20 λεπτά. Και με το αεροπλάνο φτάνει σε μία ώρα και 17 λεπτά.
Περιβαλλοντιστές και «υποψιασμένοι»
Βέβαια η πολιτική των αεροπορικών εταιρειών συνίσταται στην κάλυψη της «χασούρας» από τα φθηνά εισιτήρια που αγοράζει κανείς δύο και τρεις μήνες πριν από την πτήση με τις «τσιμπημένες» τιμές που χρεώνουν όσους θέλουν να ταξιδέψουν το συντομότερο δυνατό.
Έτσι, μπορεί κάποιος να βρει πτήση από το Παρίσι για το Άμστερνταμ στα τέλη Σεπτεμβρίου ή στις αρχές Οκτωβρίου με μόλις 24 ευρώ.
Υπάρχει τέλος και μια ευάριθμη κατηγορία ταξιδιωτών που ουδόλως ανησυχούν για την εκτίναξη των αεροπορικών ναύλων. Είναι οι «περιβαλλοντιστές», οι οποίοι σχεδόν… πανηγυρίζουν με την προοπτική να πληγεί το αεροπορικό ταξίδι.
Είναι χαρακτηριστικό το σχόλιο του υπογράφοντος με το ψευδώνυμο «PetitVoyageur» (ΜικρόςΕπιβάτης) που δημοσιεύει κάτω από το σχετικό ρεπορτάζ ο «Figaro»: «Πιο ακριβά εισιτήρια, λιγότερος κόσμος, λιγότερες πτήσεις, λιγότερα αεροπλάνα. Καλό για τον πλανήτη. Αν αυξηθούν ακόμα 200% οι τιμές θα αρχίσουν τα πράγματα να πηγαίνουν καλύτερα».
Όσο για τον αναγνώστη της γαλλικής εφημερίδας που υπογράφει με το ψευδώνυμο «JRBSG77», υποστηρίζει ότι το ρεπορτάζ είναι τελείως παραπλανητικό και τα βάζει με την Air France και κατ’ επέκταση με τους αερομεταφορείς.
«Οι τιμές της κηροζίνης αυξήθηκαν ασφαλώς, αλλά δεν δικαιολογούν παρά μόνο μερικώς τις αυξήσεις στα εισιτήρια», σημειώνει. «Ας σημειωθεί ότι τα περισσότερα κέρδη της η Air France τα βγάζει από την business class. Οι πωλήσεις εισιτηρίων διακεκριμένων θέσεων δεν ανακάμπτουν λόγω των τηλεδιασκέψεων και των άλλων πρακτικών τηλεργασίας που διαδόθηκαν μετά την Covid. Έτσι επιβαρύνει τους ναύλους των οικονομικών θέσεων για να ξελασπώσει. Κι αυτό παρά την κρατική βοήθεια που εισέπραξε κατά την πανδημία».
Πάντως, ένα μόνο παράδειγμα αρκεί για να δείξει ότι το αεροπλάνο ως μεταφορικό μέσο θα προσφέρει πάντα εντυπωσιακές εκπλήξεις στους ταξιδιώτες και ότι οι αερομεταφορείς έχουν ακόμα πολλούς άσους στο μανίκι τους. Μέσα στην τρέλα του Αυγούστου, λοιπόν, μπορεί να πετάξει κανείς «αύριο» από την Κέρκυρα στη Σαντορίνη με… 30 ευρώ!