Μόλις σαράντα χρόνια πριν, η λίμνη Τσαντ είχε το μέγεθος της λίμνης Ήρι, καταλαμβάνοντας μια έκταση περίπου 25.000 τετραγωνικών χιλιομέτρων. Σήμερα, όμως, εξαιτίας των εξαιρετικά μειωμένων βροχοπτώσεων και της υπεράντλησης νερού από τον άνθρωπο, έχει συρρικνωθεί στο 1/20 του αρχικού της μεγέθους με εποχιακές διακυμάνσεις (συχνά προσεγγίζει το μέγεθος των μόλις 500 τετραγωνικών χιλιομέτρων).
Ωστόσο σήμερα, ο αριθμός των ανθρώπων που εξαρτώνται από τη λίμνη Τσαντ είναι μεγαλύτερος από ποτέ, καθώς ο πληθυσμός της λίμνης Τσαντ έχει τριπλασιαστεί τις τελευταίες τέσσερις δεκαετίες. Η μη αναστρέψιμη πορεία της λίμνης παίζει καθοριστικό ρόλο για την επιβίωση αυτών. Η κατασπατάληση των υδάτων της λίμνης έχει οδηγήσει σε δραματική μείωση των ιχθυαποθεμάτων και των καλλιεργειών, εκτοπίζοντας εκατομμύρια ανθρώπους και θέτοντας σε κίνδυνο την τύχη πολλών ακόμη.
Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός πως από το 1983 έως το 1994 σημειώθηκε αύξηση 400% των γεωργικών εκτάσεων και κατά συνέπεια η γεωργία θα μπορούσε να θεωρηθεί υπεύθυνη για το 50 τοις εκατό περίπου της πρόσχωσης της λίμνης (σήμερα υπάρχουν καλλιέργειες σε περιοχές που μερικές δεκαετίες πριν ήταν καλυμμένες με νερό).
Όταν ήταν γεμάτη, η λίμνη Τσαντ ήταν η έκτη μεγαλύτερη λίμνη στον κόσμο και ξεπερνούσε τα σύνορα του Τσαντ, της Νιγηρίας, του Καμερούν και του Νίγηρα. Οι άνθρωποι βασίζονταν σ’ αυτήν για την άρδευση των χωραφιών τους, για το ψάρεμα (πριν από 40 χρόνια ψαρεύονταν περισσότεροι από 230.000 τόνοι ψαριών τον χρόνο, ενώ σήμερα κατά μέσο όρο μόλις 50.000), την κτηνοτροφία, αλλά και για το πόσιμο νερό.
Το Ενγκίγκμι, μια πόλη του Νίγηρα που κάποτε βρεχόταν σε τρεις πλευρές από τη λίμνη Τσαντ, σήμερα απέχει πάνω από εξήντα μίλια από το νερό. Οι ψαρόβαρκες και τα πλωτά ταξί της λίμνης είναι πλέον μόνιμα προσαραγμένα. Το Τσαντ και το Μαλαφατόρ της Νιγηρίας είχαν παρόμοια μοίρα.
Όταν οι Νιγηριανοί ψαράδες ακολούθησαν τα υποχωρούντα νερά της λίμνης εντός των συνόρων του γειτονικού Καμερούν, πυροδοτήθηκαν στρατιωτικές αψιμαχίες και διεθνείς νομικές διενέξεις. Επίσης, όταν οι αγρότες άρχισαν να καλλιεργούν τον πρώην πυθμένα της λίμνης, ξεκίνησαν μάχες για τα ιδιοκτησιακά δικαιώματα.
Τέλος, πάνω από 2,7 εκατομμύρια άνθρωποι έχουν εγκαταλείψει τα σπίτια τους, στην περιοχή της λίμνης Τσαντ, καθώς εκεί εκτυλίσσεται τα τελευταία χρόνια μία από τις μεγαλύτερες ανθρωπιστικές κρίσεις της αφρικανικής ηπείρου.
Η κατάσταση στην περιοχή είναι οριακή εξαιτίας των επιθέσεων της οργάνωσης ISWAP, γνωστότερης ως Μπόκο Χαράμ, και της ισχυρής στρατιωτικής επέμβασης για την καταστολή της βίας. «Η βία επιδεινώνει την προϋπάρχουσα κρίση», λέει η Isabelle Mouniaman, Υπεύθυνη Προγραμμάτων των Γιατρών Χωρίς Σύνορα στη Νιγηρία. «Είναι μια περιοχή που υποφέρει ήδη από τη φτώχεια, την ακραία ευπάθεια, την επισιτιστική ανασφάλεια, τις συχνές επιδημίες και το σχεδόν ανύπαρκτο σύστημα υγείας. Οι άνθρωποι έχουν βασικές ανάγκες, όπως τρόφιμα, νερό, κατάλυμα και φροντίδα υγείας».