Επενδύθηκαν 189 εκ. και στο πείραμα θα συμμετάσχουν 10.000 εθελοντές με στόχο να αποκαλυφθεί μεταξύ άλλων γιατί πεινάμε, αλλά δεν χάνουμε βάρος, ποια είναι πραγματικά η καλύτερη διατροφή για το κάθε σώμα και πώς η υγεία μας μπορεί να βελτιωθεί κυρίως μέσω των όσων τρώμε
Μια νέα, φιλόδοξη διατροφική μελέτη, που θα μπορούσε να αλλάξει τον τρόπο με τον οποίο τρεφόμαστε υγιεινά, μόλις ξεκίνησε.
Σύμφωνα με τους ειδικούς μια υγιεινή διατροφή βασίζεται στην κατανάλωση φρούτων, λαχανικών, οσπρίων, ξηρών καρπών, θαλασσινών, γαλακτοκομικών με χαμηλά λιπαρά, άπαχου κρέατος και δημητριακών ολικής αλέσεως, περιορίζοντας παράλληλα πράγματα όπως το αλκοόλ, το νάτριο και τα πρόσθετα σάκχαρα.
Ωστόσο, κάθε άνθρωπος είναι μοναδικός και το ίδιο μοναδικός είναι και ο τρόπος που μεταβολίζει την τροφή του. Οι επιστήμονες έχουν διαπιστώσει ότι τα γονίδιά μας, το φύλο μας, ο ύπνος, η άσκηση, τα επίπεδα στρες και άλλοι παράγοντες της καθημερινότητας μας μπορούν να επηρεάσουν τον τρόπο με τον οποίο το σώμα μας ανταποκρίνεται στην πρόσληψη τροφής. Ακόμη και τα μονοζυγωτικά δίδυμα μπορεί να έχουν διαφορετικές μεταβολικές αντιδράσεις σε μια μπανάνα, ένα μπισκότο, μια φέτα ψωμί ή ένα μπολ βρώμης.
Ο στόχος της μελέτης, που ονομάζεται Nutrition for Precision Health, είναι να διαπιστωθεί πώς διαφορετικοί άνθρωποι μεταβολίζουν και ανταποκρίνονται σε διάφορες δίαιτες.
Προκειμένου να ξεκαθαριστούν όλα τα παραπάνω το Εθνικό Ινστιτούτο Υγείας ξεκινά μια νέα έρευνα κόστους 189 εκατομμυρίων δολαρίων και διάρκειας 5 ετών στην οποία θα συμμετέχουν τουλάχιστον 10.000 ενήλικες. Ο στόχος της μελέτης, που ονομάζεται Nutrition for Precision Health, είναι να διαπιστωθεί πώς διαφορετικοί άνθρωποι μεταβολίζουν και ανταποκρίνονται σε διάφορες δίαιτες. Η μελέτη θα χρησιμοποιήσει τα δεδομένα που θα συγκεντρώσει για να αναπτύξει αλγόριθμους μηχανικής μάθησης που θα μπορούν να προσφέρουν στους ανθρώπους εξατομικευμένα σχέδια διατροφής για τη βελτίωση της υγείας τους.
Η ανθυγιεινή διατροφή είναι μία από τις κύριες αιτίες θανάτου και χρόνιων ασθενειών σε όλο τον κόσμο. Ωστόσο, οι υγειονομικές αρχές έχουν υιοθετήσει σε μεγάλο βαθμό μια προσέγγιση της διατροφής που ταιριάζει σε όλους, δήλωσε η Sai Krupa Das, επιστήμονας διατροφής στο Πανεπιστήμιο Tufts, η οποία συμμετέχει στη μελέτη. «Ξέρουμε τι είναι υγιεινό», είπε. «Αλλά όχι ειδικά για κάθε υποομάδα του πληθυσμού».
Το Ινστιτούτο Υγείας προσλαμβάνει άτομα διαφορετικής φυλετικής καταγωγής, άτομα με παχυσαρκία, αναπηρίες, χρόνιες παθήσεις και άλλα. Σύμφωνα με τους ερευνητές, χρειάζονται αυτή την ποικιλομορφία για να κατανοήσουν τους παράγοντες που καθορίζουν τον τρόπο με τον οποίο μεταβολίζουμε τα τρόφιμα.
Το ιερό δισκοπότηρο της διατροφής
Η μελέτη εντάσσεται σε ένα ευρύτερο ομοσπονδιακό ερευνητικό πρόγραμμα με την ονομασία All of Us, το οποίο δημιουργήθηκε το 2015 υπό τον Πρόεδρο Μπαράκ Ομπάμα. Στόχος του All of Us είναι να προωθήσει την ιατρική ακριβείας – και τελικά να προσαρμόσει την υγειονομική περίθαλψη στα άτομα – συλλέγοντας δεδομένα υγείας και γενετικά δεδομένα από ένα εκατομμύριο εθελοντές από κάθε γωνιά των ΗΠΑ.
Ορισμένοι ειδικοί λένε ότι η ανάπτυξη ενός αλγορίθμου που θα μπορεί να προσφέρει σε κάθε άτομο μια προσαρμοσμένη διατροφή με βάση τις μοναδικές ανάγκες και τη φυσιολογία του είναι το ιερό δισκοπότηρο της διατροφής.
Μια χούφτα εταιρείες, όπως η Zoe και η DayTwo, έχουν δημιουργήσει αλγορίθμους για την πώληση εξατομικευμένων προγραμμάτων διατροφής. Αλλά συνήθως έχουν βασιστεί σε περιορισμένα προσωπικά δεδομένα, όπως τεστ γλυκόζης στο αίμα και αναλύσεις μικροβιωμάτων, δήλωσε ο Eric Topol καρδιολόγος και εκτελεστικός αντιπρόεδρος της Scripps Research, ο οποίος έγραψε για την εξατομικευμένη διατροφή στο βιβλίο του Deep Medicine. Σύμφωνα με τον ίδιο, για την προσαρμογή των διατροφικών συμβουλών απαιτούνται περισσότερα δεδομένα – όπως πληροφορίες σχετικά με το γονιδίωμα ενός ατόμου, τις προϋπάρχουσες ιατρικές παθήσεις, καθώς και δεδομένα που αφορούν τα επίπεδα ύπνου, άσκησης και στρες.
Τι θα κερδίσουν οι συμμετέχοντες;
Η εγγραφή στη μελέτη Nutrition for Precision Health είναι ανοικτή online. Οι ερευνητές λένε ότι οι άνθρωποι που θα συμμετάσχουν θα συμβάλλουν σε μια έρευνα ορόσημο και θα τους δοθούν δωρεάν αναλύσεις του μικροβιώματος του εντέρου τους, των καθημερινών διακυμάνσεων του σακχάρου στο αίμα, της ινσουλίνης, των ορμονών του εντέρου και άλλων λεπτομερειών της μεταβολικής τους υγείας.
Εκτός αυτού, οι εθελοντές θα πληρωθούν. Στην πρώτη φάση της μελέτης θα κερδίσουν έως και 300 δολάρια, ενώ όσοι συνεχίσουν στη δεύτερη φάση μπορούν να κερδίσουν άλλα 2.000 δολάρια. Και όσοι συμμετάσχουν εθελοντικά στην τρίτη φάση, η οποία απαιτεί διαμονή σε μια κλινική για μερικές εβδομάδες, θα κερδίσουν έως και 6.200 δολάρια.
Γυαλιά που παρακολουθούν το φαγητό
Ωστόσο, η συμμετοχή στη μελέτη δεν θα είναι εύκολη υπόθεση. Στην πρώτη φάση, θα ζητηθεί από τους συμμετέχοντες να παράσχουν πρόσβαση στους ηλεκτρονικούς φακέλους υγείας τους, ώστε οι ερευνητές να γνωρίζουν το ιατρικό ιστορικό και τα φάρμακά τους. Θα πρέπει να πραγματοποιήσουν τουλάχιστον δύο επισκέψεις σε χώρο κλινικής για έλεγχο της δύναμης της λαβής και της σύστασης του σώματος. Θα δώσουν δείγμα κοπράνων και για περίπου 10 ημέρες θα φορούν έναν ανιχνευτή δραστηριότητας και μια συσκευή παρακολούθησης γλυκόζης καθώς θα κάνουν την καθημερινή τους ζωή.
Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, θα πρέπει να καταγράφουν τα γεύματα ή να φωτογραφίζουν το φαγητό τους. Άλλοι θα φορούν ένα αυτόματο όργανο παρακολούθησης της κατάποσης – έναν μικρό αισθητήρα κάμερας που προσαρμόζεται στα γυαλιά οράσεως. Ο αισθητήρας της κάμερας ανιχνεύει το μάσημα και τραβάει φωτογραφίες για να παρακολουθεί την πρόσληψη τροφής.
Κατά τη διάρκεια της δεύτερης φάσης της μελέτης, ένα υποσύνολο εθελοντών θα καταναλώνει τρεις διαφορετικές δοκιμαστικές δίαιτες για δύο εβδομάδες κάθε φορά. Στους συμμετέχοντες θα παρέχονται όλα τα γεύματά τους.
Η τρίτη και πιο έντονη φάση θα περιλαμβάνει 500 άτομα που θα ζήσουν σε μια κλινική για έξι εβδομάδες. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, οι ερευνητές θα παρέχουν όλα τα γεύματα, θα παρακολουθούν κάθε μπουκιά φαγητού που τρώνε οι συμμετέχοντες και θα παρακολουθούν στενά το βάρος, τον ύπνο, τη σωματική δραστηριότητα, τα επίπεδα γλυκόζης και τον ακριβή αριθμό θερμίδων που καταναλώνουν και καίνε.