Χάρη στα μοντέλα Bella Hadid και Hailey Bieber, το κλάμερ έχει περάσει πλέον από ένα αξεσουάρ που βοηθάει στο πρόχειρο πιάσιμο των μαλλιών μας, σε ένα παγκόσμιο αισθητικό φαινόμενο. Αυτό που ξεκίνησε ως μια βολική τάση εν μέσω της πανδημίας του κορωνοϊού, μετατράπηκε σε μια καθημερινή ανάγκη και σε ένα εικονικό χτένισμα που αντιγράφει με ευκολία πληθώρα γυναικών ανά τον κόσμο.
Αν και το ταπεινό τους ξεκίνημα προήλθε από τα τοπικά φαρμακεία και μίνι μάρκετ της γειτονιάς, σήμερα το κλάμερ μπορεί να θεωρηθεί ως και ένα χειροποίητο αξεσουάρ υψηλής ραπτικής με την τιμή του να κυμαίνεται από 6 ευρώ έως 70 ευρώ. Αυτό το ευέλικτο αξεσουάρ έχει εντοπιστεί στην γκαρνταρόμπα πολλών γνωστών προσωπικοτήτων που υιοθέτησαν αυτή την νοσταλγικότητα των 90ς, όταν αυτό ήταν ευρέως διαδεδομένο. Είτε σε μια συνάντηση στο γραφείο, είτε κατά τη διάρκεια μιας επίσημης ή χαλαρής βόλτας, το κλάμερ πλέον ταιριάζει παντού και πάντα.
Υπάρχουν παντού στο YouTube, το Pinterest, το TikTok και το Instagram σεμινάρια για το styling των κλάμερ και ένα δισεκατομμύριο είδη αυτών στη ζούγκλα των προϊόντων του Etsy και του Amazon για να ταιριάξουν με κάθε στυλ και περίσταση. Με 3,2 δις και 2,1 δις προβολών για τα hashtags #clawcliphairstyles και #clawclip αντίστοιχα, τα κλάμερ είναι πλέον κάτι παραπάνω από μια απλή περαστική τάση.
Η ιστορία της «δαγκάνας»
Το κλάμερ είναι ένα σχετικά σύγχρονο αξεσουάρ μαλλιών, αν σκεφτεί κανείς ότι οι άνθρωποι έχουμε μια ιστορία αιώνων στο να στολίζουμε τα μαλλιά μας, είτε για διακοσμητικούς, λειτουργικούς ή πολιτιστικούς λόγους. Η France Luxe πουλάει κλάμερ από την ίδρυσή της το 1997. Αν και δεν θα μπορούσαμε να κατονομάσουμε ένα άτομο ή μια μάρκα που είναι υπεύθυνη για τη φήμη της «δαγκάνας» της δεκαετίας του ’90, ο σχεδιασμός του ήταν πιθανότατα εμπνευσμένος από το κλιπ μπανάνας της δεκαετίας του ’80 – μια μακριά χτένα διπλής όψης που ασφαλίζει τα μαλλιά του χρήστη σε αλογοουρά.
Αυτά τα κλιπ παρήχθησαν για πρώτη φορά προς το τέλος του 20ού αιώνα, μια εποχή με μεγάλη ζήτηση για την αγορά αξεσουάρ μαλλιών, από λαμπερές μπαρέτες και κλιπ πεταλούδας μέχρι σκραντσάκια και κορδέλες κεφαλής. Ήταν, σύμφωνα με ένα άρθρο του Elle, η χρυσή εποχή της Goody, της αμερικανικής μάρκας που βρίσκεται στους περισσότερους διαδρόμους ομορφιάς των καταστημάτων. Η πανταχού παρούσα παρουσία της Goody βασίστηκε σε μεγάλο βαθμό στις βελτιώσεις της τεχνολογίας που κατέστησαν δυνατή τη μαζική παραγωγή και την πώληση κλιπ μαλλιών σε σχετικά χαμηλές τιμές. Η εταιρεία έτσι κατέστησε τα κλάμερ απαραίτητα εργαλεία ομορφιάς για τη σύγχρονη Αμερικανίδα και που αργότερα εξαπλώθηκαν σε ολόκληρο τον κόσμο.
Η επιστροφή του κλάμερ
Το κλάμερ, όπως και πολλές άλλες τάσεις της χιλιετίας, δεν έπαψε απαραίτητα να χρησιμοποιείται. Ίσως απλά να έχασε την προτίμηση του κοινού κυρίως επειδή πολύ λίγοι διάσημοι το φορούσαν σταθερά. Η επιστροφή του μπορεί να αποδοθεί άμεσα στον σχεδιαστή Alexander Wang, ο οποίος υπενθύμισε στον κόσμο της μόδας την ύπαρξη του κλιπ στην επίδειξή του το φθινόπωρο του 2018. Τα μοντέλα περπάτησαν στην πασαρέλα φορώντας μεγάλα ασημένια κλιπ από χρώμιο με το όνομα του Wang αποτυπωμένο στο κούμπωμα. Αργότερα η Bella Hadid εθεάθη να φοράει το ασημένιο κλιπ του Wang μήνες αργότερα, το οποίο αποτέλεσε συνέχεια της τάσης του Y2K. Σύντομα, μοντέλα και influencers στην τροχιά της Hadid, όπως η Kendall Jenner και η Hailey Bieber, εθεάθησαν με claw buns στην πόλη, και αυτό ήταν αρκετό για τα περιοδικά μόδας και ομορφιάς να δηλώσουν: «Ο κότσος με κλάμερ επέστρεψε».
Η συνεχιζόμενη τριετής σχέση της Bella Hadid με τα claw clips της υποδηλώνει ότι το αξεσουάρ μπορεί να ξεπεράσει τον κύκλο της τάσης και να αποτελέσει ξανά το βασικό αξεσουάρ των μαλλιών μας καθόλη τη διάρκεια της καθημερινότητάς μας, με τη σημασία του να βασίζεται κυρίως στην οπτική του γοητεία. Παρά την πληθώρα μοτίβων και σχεδίων που διατίθενται στο Etsy και το Amazon, τα περισσότερα κλάμερ δεν είναι φτιαγμένα για να διαρκέσουν. Εξυπηρετούν έναν προσωρινό, λειτουργικό σκοπό στην πολυάσχολη ζωή μας, ένα πλαστικό εργαλείο ομορφιάς αρκετά φτηνό για να το χάσουμε και αρκετά μικρό για να το στριμώξουμε απρόσεκτα στον πάτο μιας τσάντας μας.