Ήταν ένα βροχερό βράδυ σαν σήμερα, 10 του Γενάρη του 1971, όταν στο φημισμένο ξενοδοχείο Ritz του Παρισιού – πού αλλού άλλωστε; – η Γκαμπριέλ Σανέλ άφηνε την τελευταία της πνοή να χαϊδέψει τα ολομέταξα σεντόνια του κρεβατιού της. Κι αν το όνομα Γκαμπριέλ δεν σας λέει πολλά το Κοκό θα σας πει περισσότερα.
Κοκό Σανέλ: Η γυναίκα που δημιούργησε τον κόσμο της μόδας, αποχώρησε από την πασαρέλα της ζωής στα 87 της χρόνια, σε ένα δωμάτιο, στο πιο διάσημο ξενοδοχείο του κόσμου που την φιλοξενούσε επί 30 χρόνια!
Gabrielle Bonheur Chanel ήταν η εμβληματική fashion icon του 20ου αιώνα· ήταν η πρωτοποριακή σχεδιάστρια που άλλαξε τον τρόπο που ντύνονταν οι γυναίκες! Η Σανέλ είχε γεννηθεί τον Αύγουστο του 1883 στο Σομίρ της Γαλίας και τα παιδικά της χρόνια ήταν βυθισμένα στη φτώχια και την αυστηρή εκπαίδευση σε γαλλικό ορφανοτροφείο.
Ένα «μικρό μαύρο φόρεμα» είναι απαραίτητο για κάθε γυναίκα, είχε πει κάποτε και το φόρεμα αυτό το πλαισίωναν αργότερα τσάντα με το εμβληματικό λογότυπο «Chanel» και η εσάνς από το άρωμα Chanel No5.
Και καλά όλα αυτά, που θυμίζουν παραμύθι για μικρές κυρίες, αλλά η Κοκό Σανέλ έχει κατηγορηθεί ότι συνεργάστηκε με τους Ναζί και το «μικρό μαύρο φόρεμά» της, παρέπεμπε στα σκοτεινές μελανές στολές των αξιωματικών της Γκεστάπο και των SS
Σύμφωνα με την έρευνα του δημοσιογράφου και συγγραφέα Χαλ Βογκάν (Hal Vaughan), η διάσημη σχεδιάστρια ήταν «έντονα αντισημίτρια», υποστηρικτής των Ναζί που εργαζόταν για την Abwehr, τη γερμανική μυστική στρατιωτική υπηρεσία.
Με εβραϊκή αρωγή…
Ο Βογκάν «ξεσκόνισε» τα αμερικανικά και ευρωπαϊκά αρχεία, συλλέγοντας πληροφορίες που εξέθεσε στο βιβλίο του που εκδόθηκε το 2012: «Sleeping With the Enemy: Coco Chanel’s Secret War». Ήταν η πιο ζοφερή βιογραφία της «Coco», που περιέγραφε πώς για την άνοδό της και για το ότι έγινε μια από τις πλουσιότερες γυναίκες στον κόσμο συνέβαλε η κατάσχεση περιουσιών Εβραίων από τους Ναζί κατά τη διάρκεια του Β ‘Παγκοσμίου Πολέμου.
Πολλοί άλλοι δημοσιογράφοι – ερευνητές και συγγραφείς αμφισβήτησαν αυτή την θεωρία και προσπάθησαν να την ανατρέψουν.
Σύμφωνα, όμως, με έγγραφα του γαλλικού υπουργείου Εσωτερικών καθώς και απόρρητα έγγραφα των Ναζί, η Σανέλ ήταν κατάσκοπος των Γερμανών, με την κωδική ονομασία «Westminster» και ως μέλος της Abwehr (γερμανική στρατιωτική υπηρεσία πληροφοριών), είχε και τον δικό της αριθμό πράκτορα: F-7124.
Το κωδικό της όνομα ήταν αναφορά στην προηγούμενη σχέση της με τον Δούκα του Γουέστμινστερ, τον πλουσιότερο άνθρωπο στην Αγγλία εκείνη την εποχή, με τον οποίο η Σανέλ ήταν ερωμένη τη δεκαετία του 1920.
Η Σανέλ, παθιασμένη με τον πλούσιο τρόπο ζωής αυτού του κοινωνικού κύκλου, απολάμβανε τη σχέση με πολλούς εκπροσώπους της βρετανικής ελίτ, όπως ο Ουίνστον Τσώρτσιλ.
Κατά τη διάρκεια του πολέμου, η Σανέλ περνούσε τον περισσότερο χρόνο της στο ξενοδοχείο Ritz, στο Παρίσι, απολαμβάνοντας την πολυτέλεια ενώ οι ομοεθνείς της βίωναν τα μαρτύρια από τους ναζί κατακτητές. Συχνά συνέτρωγε στο φημισμένο ξενοδοχείο με πράκτορες των Ναζί, κατασκόπους και κορυφαία στελέχη όπως ο Γιόζεφ Γκέμπελς και ο Χέρμαν Γκέρινγκ!
Ερωμένη ενός ναζί βαρόνου
Και δεν υπάρχει η παραμικρή αμφιβολία ότι η Σανέλ ήταν η ερωμένη του γερμανού αξιωματικού των πληροφοριών βαρόνου Γκίντερ φον Ντίνκλατζ, του ανθρώπου που είχε κατασκοπεύσει τον γαλλικό στόλο στο Παρίσι κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του ‘20 ως «ειδικός ακόλουθος» στη γερμανική πρεσβεία στο Παρίσι και όταν ζήτησε από την Κοκό να τον ακολουθήσει για να στρατολογήσει νέους πράκτορες για το Γ’ Ράιχ, φαίνεται ότι εκείνη δεν το σκέφτηκε καν και συμφώνησε.
Το 1943, η Σανέλ έκανε ένα ταξίδι στη Μαδρίτη με τον Ντίνκλατζ για να παραδώσει μια προσωπική επιστολή στον φίλο της, Ουίνστον Τσώρτσιλ, τότε πρωθυπουργό της Βρετανίας. Η επιστολή περιείχε επιχειρήματα ώστε να πειστεί να βάλει τέλος στις εχθροπραξίες με τους Ναζί.
Η υπόθεση ότι η Σανέλ οδηγήθηκε από τον αντισημιτισμό της να συνεργαστεί με τους Ναζί, δεν ευσταθεί αν σκεφτεί κάποιος ότι είχε στενές σχέσεις με την εβραϊκή οικογένεια των Wertheimers. Το 1924, η Σανέλ ζήτησε οικονομική υποστήριξη από τον Pierre Wertheimer για να επεκτείνει την βιομηχανία της Μόδας· της παρασχέθηκε η απαραίτητη βοήθεια, αλλά έμεινε με λιγότερο από 10% ποσοστό στην εταιρεία. Αργότερα, η Σανέλ παραπονέθηκε ότι την εκμεταλλεύτηκαν. Στη δεκαετία του 1930, οι Ναζί ψήφισαν τους «Άριους» νόμους, που επιβάλλονταν σε οποιαδήποτε περιοχή που καταλαμβανόταν από τους Γερμανούς, καθιστώντας έτσι αδύνατο για οποιονδήποτε Εβραίο να έχει επιχείρηση στη Γερμανία. Αυτό το νομικό καθεστώς είχε – μέχρι το 1941 – αναγκάσει σχεδόν τα 2/3 όλων των εβραϊκών επιχειρήσεων να πωληθούν σε μη Εβραίους σε εξαιρετικά χαμηλό κόστος.
Η Σανέλ βρήκε αυτούς τους νόμους πολύ χρήσιμους για να εκβιάσει τον Wertheimer, ο οποίος κατείχε μεγάλο μέρος της «Parfums Chanel» εκείνη την εποχή. Στις 5 Μαΐου 1941, η Coco έγραψε μια επιστολή στους Ναζί αξιωματούχους δηλώνοντας ότι η πλήρης ιδιοκτησία του «Parfums Chanel» πρέπει να της επιστραφεί!
Σύμφωνα με τον Βογκάν: «Η Κοκό ήταν μια τέλεια οπορτουνίστρια. Οι Ναζί ήταν στην εξουσία και η Σανέλ έλκεται από την εξουσία. Ήταν η ιστορία της ζωής της. Δεν πίστευε σε τίποτα, εκτός από τη Μόδα. Η Σανέλ πίστευε στα όμορφα ρούχα, πίστευε στην επιχείρησή της και δικαίως. Δεν την ένοιαζε ούτε ο Χίτλερ ούτε η πολιτική ούτε ο ναζισμός».
Δεν πήρε πότε πίσω το ποσοστό που ήθελε
Ωστόσο, οι προσπάθειες της Σανέλ ήταν ανεπιτυχείς επειδή ο Wertheimer είχε ήδη μεταβιβάσει την επιχείρηση σε έναν μη Εβραίο φίλο του. Ο Οίκος Σανέλ παραμένει υπό τον έλεγχο της οικογένειας Wertheimer μέχρι και σήμερα!
Η Κοκό Σανέλ, μετά τον πόλεμο, ανακρίθηκε, αλλά δεν διώχθηκε ποτέ από τους Γάλλους. Μια θεωρία υποστηρίζει ότι αυτό οφειλόταν στην προσωπική παρέμβαση του Τσώρτσιλ ή βρετανών αριστοκρατών. Υποτίθεται ότι μια μαρτυρία της Σανέλ θα μπορούσε να είχε αποκαλύψει λεπτομέρειες που φυλάσσονταν στην ντουλάπα των επτασφράγιστων μυστικών. Όταν πια οι Γερμανοί έχασαν τον πόλεμο, η Σανέλ πέρασε επτά χρόνια στην Ελβετία με τον εραστή της, Gunther von Dincklage.
Το 1954, η Σανέλ επανίδρυσε την επιχείρηση υψηλής ραπτικής, με τη βοήθεια του φίλου της Pierre Wertheimer, του άντρα που είχε προσπαθήσει να καταστρέψει κατά τη διάρκεια του πολέμου και που τώρα είχε συμφιλιωθεί μαζί της. Η επιχείρηση μόδας της Κοκό θα ευημερούσε όσο ποτέ άλλοτε. Μεγαλούργησε!
Είναι πλέον θρυλική η απάντηση της Μέριλιν Μονρόε όταν ρωτήθηκε τι φορούσε το βράδυ όταν κοιμόταν: «…μόνον Chanel No5»! Η δημιουργία του αρωματοποιού Ερνέστ Μπο και το μπουκάλι που παρέπεμπε σε ακριβό μολτ ουίσκι θα έμεναν διαχρονικά.
Και η Κοκό, που είχε πει: «Επινόησα τη ζωή μου με βάση τον κανόνα πως ό,τι δεν μου άρεσε θα έπρεπε να έχει ένα αντίθετο το οποίο θα μου άρεσε», «έφυγε» μια μέρα σαν σήμερα, αφήνοντας πίσω της αμφιβολίες που έσβησαν στον αέρα της λήθης και μόνο το άρωμά της, ένα Chanel No5 ίσως, που ακόμα ευωδιάζει τις ψυχές που ξέρουν να οσμίζονται την επιτυχία. Τα υπόλοιπα είναι εικασίες των αποτυχημένων!