Χιονάδες υπάρχουν και στον Έβρο, κοντά στο Διδυμότειχο, αλλά πιο διάσημοι είναι αυτοί των Ιωαννίνων (που κάποιοι τους λένε και «Χιονιάδες»), καθώς συγκαταλέγονται στα ξακουστά Μαστοροχώρια της Κόνιτσας –έχοντας γνωρίσει ιδιαίτερη φήμη ως το «Χωριό των Ζωγράφων».
Αυτό το δοξασμένο παρελθόν είναι πια περασμένο, μα εξακολουθεί να διατηρείται από τους 42 κατοίκους που έχουν απομείνει σήμερα (σύμφωνα με την απογραφή του 2011). Πλέον, άλλωστε, αποτελεί και πόλο έλξης επισκεπτών, αν και οι λάτρεις των βουνών δεν χρειάζονται κάποια ιδιαίτερη αφορμή για να φτάσουν εδώ: σκαρφαλωμένοι επιβλητικά στα 1.050 μέτρα υψόμετρο, στις ανατολικές πλαγιές του Γράμμου (σε μικρή απόσταση από τα σύνορα Ελλάδας–Αλβανίας), οι Χιονάδες λογίζονται ως ένα από τα πιο ορεινά χωριά στα Ιωάννινα. Κάτι που φαίνεται και από το όνομά τους, φυσικά, που αντανακλά τους βαρείς χειμώνες της περιοχής με τα πολλά χιόνια.
Αξίζει να σημειώσουμε, βέβαια, ότι, πέρα από τα έργα των Χιοναδιτών μαστόρων των προηγούμενων αιώνων, αξιοθέατο του χωριού είναι και το πανέμορφο γεφύρι που έχει κατασκευαστεί λίγο έξω από τα όριά του, σε σημείο από όπου στις αρχές του 19ου αιώνα διερχόταν ένας τοπικός χείμαρρος, που στη συνέχεια μετατοπίστηκε.
Οι Χιονάδες και οι ξακουστοί τους ζωγράφοι
Οι ρίζες του χωριού χάνονται στην ιστορία: δεν διαθέτουμε αρκετά στοιχεία ώστε να προσδιορίσουμε πότε έγινε η ίδρυσή του. Η επικρατέστερη θεωρία είναι ότι κάποτε δημιουργήθηκε η ανάγκη συνένωσης των σποραδικών νομαδικών πληθυσμών της περιοχής σε ενιαία κοινότητα, με σταθερή βάση. Το πολύ ορεινό έδαφος, όμως, δεν προσφερόταν για ιδιαίτερη ανάπτυξη γεωργίας και κτηνοτροφίας, οπότε οι Χιοναδίτες έγιναν έμποροι ή τεχνίτες –χτίστες, μαραγκοί και (κυρίως) λαϊκοί ζωγράφοι.
Αυτές είναι οι ρίζες της χιοναδίτικης ζωγραφικής παράδοσης, που δείχνει να ξεκινά κατά τον 18ο αιώνα και να ακμάζει τον 19ο αιώνα, παράλληλα με το χωριό. Τότε ανάγεται άλλωστε και η δημιουργία του προαναφερόμενου γεφυριού, που σήμερα αποτελεί ιδιαίτερο χαρακτηριστικό, μα και αξιοθέατο: είναι πετρόχτιστο, μονότοξο και το λένε γεφύρι Παρασπόρι από τη θέση στην οποία διαμορφώθηκε. Κατά τη δεκαετία του 1910 η κοίτη του χειμάρρου που διερχόταν από κάτω του παραμέρισε (όπως είπαμε και πιο πριν), με αποτέλεσμα η καμάρα να γίνει ξερογέφυρο και να χρειαστεί να κατασκευαστεί συμπληρωματική ξύλινη γέφυρα.
Οι Χιοναδίτες ζωγράφοι δίδασκαν την τέχνη τους από πατέρα σε γιο (ή σε κάποιο παιδί συγγενή τους, διαφορετικά) κι έχουν αφήσει πολλά δείγματα έργων –λ.χ. φορητές εικόνες, τοιχογραφίες σε εκκλησίες– που πλέον θεωρούνται μνημεία για τη λαϊκή θρησκευτική τέχνη της νεότερης Ελλάδας. Μάλιστα, η εμβέλειά τους ξεπέρασε τα σύνορα της Ηπείρου, φτάνοντας όχι μόνο ως τη Θεσσαλία και το Άγιο Όρος, μα και στη Βουλγαρία, σε περιοχές της πάλαι ποτέ Γιουγκοσλαβίας, ακόμα και στη Ρωσία.
Ένα μέρος της πολύτιμης αυτής κληρονομιάς προβάλλεται στο σημερινό χωριό χάρη στις πλούσιες συλλογές του Μουσείου των Χιονιαδιτών Ζωγράφων, το οποίο στεγάζεται στο ανακαινισμένο κτήριο του (πρώην) Δημοτικού Σχολείου. Σημειώστε ωστόσο ότι το μουσείο δεν είναι επισκέψιμο σε όλη τη διάρκεια του έτους, καθώς τη χειμερινή περίοδο, λόγω των βαριών χιονοπτώσεων και του ψύχους, οι περισσότεροι κάτοικοι φεύγουν για πιο πεδινές τοποθεσίες. Οι Χιονάδες ζωντανεύουν ξανά από την έλευση της άνοιξης και μετά, ιδιαίτερα το καλοκαίρι, όταν επιστρέφουν και οι ετεροδημότες τους.
Πώς θα έρθετε εδώ
Για να φτάσετε στους Χιονάδες θα πρέπει να ξεκινήσετε από την Κόνιτσα, η οποία βρίσκεται 43 χιλιόμετρα μακριά. Θα πάρετε την εθνική οδό Ιωαννίνων-Κοζάνης και μόλις δείτε τη διασταύρωση για Πυρσόγιαννη θα στρίψετε δεξιά. Από εκεί θα οδηγήσετε άλλα 14 χιλιόμετρα, μέσα από μια ειδυλλιακή διαδρομή. Εάν δεν έχετε δικό σας όχημα μπορείτε να έρθετε και με το ΚΤΕΛ που κάθε Τετάρτη εκτελεί τη διαδρομή Κόνιτσα-Πυρσόγιαννη-Οξυά-Χιονιάδες. Τον χειμώνα, όπως είπαμε, ο οικισμός μένει σχεδόν εγκαταλελειμμένος και η πρόσβαση είναι δυνατή μόνο με ειδικές αλυσίδες για το χιόνι.
Οι Χιονάδες δεν διαθέτουν καμία τουριστική ανάπτυξη, οπότε δεν είναι δυνατόν να διαμείνετε εδώ, ούτε και λειτουργεί κάποια ταβέρνα. Όσοι δεν έχουν δικό τους σπίτι περνούν για μονοήμερη εκδρομή, ειδικά την άνοιξη και το καλοκαίρι, όταν αναδεικνύεται το βουνίσιο κάλλος του ευρύτερου τοπίου. Το μικρό χωριό περιβάλλεται από εντυπωσιακά δάση με οξιές και κάποια έλατα, ενώ διαθέτει και άφθονα νερά, χάρη στους τοπικούς χειμάρρους –τον Αλωνίτικο και τον Μανουρά– που καταλήγουν στον Σαραντάπορο. Η πλακόστρωτη πλατεία είναι όμορφη, διαθέτοντας βρύση και πλάτανο, ενώ εκεί θα δείτε και την εκκλησία του Αγίου Αθανασίου, από τον περίβολο της οποίας θα απολαύσετε υπέροχη θέα στο πράσινο των γύρω κορυφών και πλαγιών.