Νεστάνη: Στη σκιά του Γουλά, με θέα τον εμβληματικό Κάμπο της Μαντινείας

Το πανέμορφο ορεινό χωριό της Αρκαδίας, που οι κάτοικοί του μετανάστευσαν στο Σικάγο τις δεκαετίες '60 και '70. Νεστάνη, Αρκαδία/Photo: Shutterstock ΑΠΟ ΤΟΝ ΔΗΜΗΤΡΗ ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟ

62

Κάθε φορά που επιστρέφω από τον Αγιαννάκη, εκεί λίγο μετά την Τρίπολη, στα δεξιά, παρατηρώ την πανέμορφη Νεστάνη, με παλαιότερο όνομα «Τσιπιανά», η οποία απλώνεται κάτω από έναν εντυπωσιακό και επιβλητικό βράχο, τον Γουλά. Αν είναι κάποιος μαζί μου στο αυτοκίνητο συνήθως θα αναφερθούμε στο μεταναστευτικό κύμα των δεκαετιών του ’60 και του ’70, που οι περισσότεροι κάτοικοι του χωριού, έφυγαν για το Σικάγο.

Αρκεί να πούμε ότι το χωριό κάθε καλοκαίρι αποκτά και πάλι ζωή, καθώς ολόκληρες οικογένειες έρχονται από το Σικάγο για να περάσουν τις διακοπές τους στον τόπο τους. Είναι τόσο μεγάλο και ισχυρό το δέσιμο με την ιδιαίτερη πατρίδα τους που όλα τα μικρά παιδιά, τρίτη γενιά μεταναστών, μαθαίνουν ελληνικά και μεγαλώνουν με γνώμονα και άξονα το χωριό των παππούδων τους. Οι περισσότεροι από αυτούς, έχοντας φτιάξει περιουσίες στο εξωτερικό, έχουν επισκευάσει το σπίτι της οικογένειας στο χωριό και θεωρούν υποχρέωσή τους, να συμβάλλουν και για την ανάπτυξη του οικισμού και την ενίσχυση για την πραγματοποίηση έργων ανάδειξης της Νεστάνης.

«Κάθε καλοκαίρι, εδώ στην πλατεία στήνεται σχεδόν καθημερινά και ένα γλέντι. Άνθρωποι που έρχονται στο χωριό κάνουν τα έξοδα και έτσι όλοι μαζί, διασκεδάζουν, λένε ιστορίες από το παρελθόν, μιλάνε ακόμη και για τις δυσκολίες που συνάντησαν». Αυτό θα μας πει ένας από τους ανθρώπους που συναντήσαμε λίγο αργότερα στη βόλτα μας στο χωριό.

Φτάνουμε στην πλατεία του οικισμού, όπου 4-5 πλατάνια την καλύπτουν ιδανικά. Δύο καφενεία, ένα φαρμακείο, τα γραφεία του πολιτιστικού συλλόγου, ένας ξυλόφουρνος και μερικά όμορφα και λιτά σπίτια. «Τα περισσότερα από αυτά ανήκουν σε οικογένειες που έχουν μεταναστεύσει στο Σικάγο» θα μας πει ο “ξεναγός” μας, Γιώργος Αγγελόπουλος, ένας πολύ δραστήριος κάτοικος. «Θυμάμαι ως παιδί ότι κάθε μέρα έφευγε και μία οικογένεια. Πολλές φορές έφευγαν και δύο-τρεις μαζί. Το χωριό άδειαζε. Ο ένας έπαιρνε μαζί του τον άλλο. Η αρχή ήταν δύσκολη. Στη συνέχεια, υπήρχε μεγάλη στήριξη και αυτό ήταν που έκανε πολύ κόσμο να φύγει για την Αμερική και ειδικότερα για το Σικάγο». Όλοι αυτοί,, όμως, που έφυγαν, δεν ξέχασαν ποτέ τους το χωριό. Είναι χαρακτηριστικό ότι την δεκαετία του `80, η τράπεζα έστελνε σχεδόν τρεις φορές την εβδομάδα, στην πλατεία του χωριού, αυτοκίνητο με 3 υπαλλήλους, οι οποίοι μετέτρεπαν τα δολάρια σε δραχμές. Ήταν τόσα πολλά τα χρήματα που αυτό συνέβαινε για πολλά χρόνια.

Λίγο πιο πάνω, η παραδοσιακή ταβέρνα «Μαργιώλας» σερβίρει νόστιμα παραδοσιακά αρκαδικά φαγητά, χειροποίητες πίτες, υπέροχα παϊδάκια, άγρια χόρτα και νόστιμες τηγανητές πατάτες. Τα βρουβοβλάσταρα είναι ένα φαγητό, με βρούβες, ένα αυτοφυές λαχανικό της περιοχής, μαγειρεμένο με ντομάτα και ελαιόλαδο.

Η κεντρική πλατεία του οικισμού, με τα χαρακτηριστικά πλατάνια/Photo: Δημήτρης Σταθόπουλος
Η κυρία Αμαλία στο παντοπωλείο της, στη Νεστάνη/Photo: Δημήτρης Σταθόπουλος
Photo: Δημήτρης Σταθόπουλος
Photo: Δημήτρης Σταθόπουλος

Αφήνουμε το αυτοκίνητο κοντά στην πλατεία και περπατώντας μέσα στον οικισμό, φθάνουμε στο οπωροπαντοπωλείο της κυρίας Αμαλίας. Τα προϊόντα είναι τοποθετημένα με τέτοιο τρόπο που δημιουργούν ένα όμορφο πολύχρωμο σύμπαν. Είναι αυτό το σύμπαν της κυρίας Αμαλίας, τόσο αγνό, ειλικρινές, όπως εξάλλου και το όνομα του μαγαζιού. Κατάγεται από το διπλανό χωριό, το Σάγκα, αλλά παντρεύτηκε εδώ το 1968 και από τότε ζει στη Νεστάνη. Άνοιξε το μαγαζί πριν από χρόνια, όταν ο σύζυγός της αντιμετωπίζοντας κάποια προβλήματα υγείας δεν μπορούσε να εργαστεί στα μηχανήματα, όπως μάς λέει. Όσο μιλάμε, έρχονται και κάποιοι πελάτες κατά κύριο λόγο για να αγοράσουν τσιγάρα. Κάνουν και λίγο πλάκα μεταξύ τους. «Αλλιώς δεν περνάει όμορφα η ζωή. Με τους ανθρώπους πρέπει να είμαστε ανοιχτοί. Να τους ακούμε για να μπορούν μετά να μας ακούσουν και αυτοί» σημειώνει η κυρία Αμαλία και μένουμε να την παρατηρούμε με πόση μαεστρία, μας έχει εκεί και έχουμε ανοίξει την καρδιά μας.

Στο μοναστήρι της Γοργοεπήκοου

Προ καιρού, είχα περάσει ξανά μέσα από τον οικισμό και ανεβήκαμε στο εμβληματικό μοναστήρι της Παναγίας της Γοργοεπηκόου, το οποίο ιδρύθηκε τον 11ο αιώνα. Εκεί, ξεχωρίζουν οι ιδιαίτερες τοιχογραφίες οι οποίες διατηρούνται σε καλή κατάσταση, ενώ λέγεται ότι η εικόνα της Παναγίας, ανήκει στον ευαγγελιστή Λουκά. Εκείνο όμως που επίσης δεν μπορεί να μείνει απαρατήρητο, είναι η θέα στον κάμπο, στο οροπέδιο της Μαντινείας.

Στο λόφο της Πανηγυρίστρας

Με την καθοδήγηση του κ. Γιώργου, ανεβαίνουμε στο πευκόφυτο λόφο απέναντι από το χωριό, στην Πανηγυρίστρα, όπου εκεί θα δούμε τα ερείπια της ακρόπολης της Αρχαίας Νεστάνης. Ένα επιβλητικό τείχος, δύο ημικυκλικοί πύργοι, και μία πύλη. Παράλληλα, ένα εκκλησάκι, πρόσφατα ανακαινισμένο αλλά χτισμένο το 1930, στην μνήμη μίας νεαρής κοπέλας, η οποία ερχόταν εδώ και ζωγράφιζε τον κάμπο της Μαντινείας. Η κοπέλα ερωτεύτηκε το γιατρό του χωριού, αλλά οι δικοί της δεν της επέτρεψαν να τον παντρευτεί με αποτέλεσμα να στεναχωρηθεί πολύ και να αρρωστήσει βαριά. Στη συνέχεια ο πατέρας της, έφτιαξε το ναό προς τιμή της.

Στην πέτρινη κρήνη και στο σχολείο

Κατεβαίνοντας κάνουμε μία μικρή στάση στην πέτρινη βρύση, με το τοπωνύμιο «Πέρα Βρύση». Σε μία εντοιχισμένη πλάκα, διαβάζουμε αρχαία απελευθερωτική επιγραφή. Σύμφωνα με τον Παυσανία, ο Φίλιππος ο Β’ μετά τη μάχη στη Χαιρώνεια το 338 π.Χ. στρατοπέδευσε κοντά στη Νεστάνη και εξαιτίας αυτού, οι Αρκάδες έδωσαν στην πηγή το όνομα Φιλίππειο. Περνάμε έξω από το σχολείο, στο οποίο στο παρελθόν φοιτούσαν μέχρι και 300 μαθητές. Σήμερα, λειτουργεί μόνο το δημοτικό, και αυτό με λιγοστούς μαθητές. Το λιθόκτιστο κτίριο είναι ένα από αυτά που χτίστηκαν με χρήματα του ευεργέτη Ανδρέα Συγγρού, το 1912, ακολουθώντας συγκεκριμένα σχέδια. Οι εργασίες ολοκληρώθηκαν 10 χρόνια αργότερα. Ένα παρόμοιο σχολείο, αλλά μικρότερου μεγέθους, χτίστηκε το Άστρος Κυνουρίας.

Το Λαογραφικό Μουσείο

Κατευθυνόμαστε στο κέντρο του οικισμού, στο κτίριο που φιλοξενεί το Λαογραφικό Μουσείο, το οποίο και ξεκίνησε τη λειτουργία του πριν από σχεδόν ένα χρόνο. Ένα πλήρες μουσείο, που καλύπτει όλες τις πτυχές της καθημερινότητας των κατοίκων όπως αυτή εξελισσόταν δεκαετίες πριν. Τα εκθέματα, είναι χωρισμένα σε ενότητες, είναι όλα σε πολύ καλή κατάσταση και ο επισκέπτης μπορεί να αντιληφθεί τον τρόπο ζωής στις εποχές που αναφέρονται.

Η εμβληματική εκκλησία

Ένα άλλο εμβληματικό κτίριο είναι η εκκλησία της Ευαγγελίστριας, η οποία χτίστηκε το 1840, σε σχέδια του πολύ γνωστού αρχιτέκτονα της εποχής, τον Λάππα από το Ναύπλιο. Σημαντικό ρόλο έπαιξαν οι άρχοντες και οπλαρχηγοί Ρεβελιωτέοι και κατά κύριο λόγο, ο στρατηγός του ρώσικου στρατού Θεοδόσης Ρεβελιώτης (Ρεβελιοτόφ), που έστειλε από τη Ρωσία μεγάλα χρηματικά ποσά για την ανέγερση και αποπεράτωσή του. Για να χτιστεί το τεράστιο για την εποχή αυτή κτίριο χρειάστηκαν πάρα πολλά και διαλεκτά υλικά. Τα θεμέλια της εκκλησίας ξεπερνούν σε βάθος τα 5 μέτρα και το πάχος του τοίχου υπερβαίνει το 1,30 μέτρα. Η ξυλεία μεταφέρονταν από το Τριπήχι, ενώ οι κάτοικοι δούλευαν εθελοντικά.

Η επίσκεψη στη Νεστάνη, ολοκληρώνεται με σουβλάκι στην πλατεία και τσίπουρο. Ένας οικισμός που έχει τον αέρα των ανθρώπων του. Τον αέρα των ανθρώπων που έχουν ξενιτευτεί και γυρνώντας πίσω, φέρνουν μαζί τους, τη διάθεση για εξέλιξη, για ανάπτυξη και δημιουργία.

Ακολουθήστε το kefaloniapress.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις