Τα βρετανικά νησιά της θάλασσας της Μάγχης, όπως το Τζέρσεϊ ή το Γκέρνσεϊ έρχονται κατά καιρούς στην επικαιρότητα ως «φορολογικοί παράδεισοι». Στο ίδιο αρχιπέλαγος, υπάρχει ένα νησί στο οποίο η ζωή, σε πολλούς τομείς, δεν φανερώνει το πέρασμα του 20ου και 21ου αιώνα. Aκόμα και τα αυτοκίνητα δεν έχουν εμφανιστεί εδώ. Ο λόγος για το Σαρκ.
Ένα κομμάτι της καθημερινότητας σε αυτό το νησί μοιάζει να έχει βγει από σελίδες μυθιστορήματος της Τζέιν Όστεν. Δεν είναι τυχαίο ότι το επίσημο τουριστικό μότο του νησιού είναι «Σαρκ, ένας άλλος κόσμος» («Α world apart»).
Εκ πρώτης όψεως, το Σαρκ μοιάζει αρκετά με άλλα παραθαλάσσια μικρά μέρη της Αγγλίας. Διαθέτει, μεταξύ άλλων, δαντελωτές ακτές στις οποίες κυριαρχεί το χρώμα της ώχρας, κατάλληλες για παράκτιο ψάρεμα και βαρκάδες, στα βράχια του φωλιάζουν θαλασσοπούλια και αγροτικές εκτάσεις με οπωρώνες είναι μέρος του σκηνικού του.
Oι ομοιότητες με τις υπόλοιπες κωμοπόλεις-λιμάνια της Αγγλίας σταματούν εδώ. Στο Σαρκ περίπου 80 μίλια μακριά από την νότια ακτή της Αγγλίας, δεν υπάρχουν φωτεινοί σηματοδότες, ούτε ασφαλτωμένοι δρόμοι και βέβαια, ούτε αυτοκίνητο. Φυσικά, δεν υπάρχει μποτιλιάρισμα, δεν προσγειώνονται αεροπλάνα και δεν υπάρχει σχεδόν καθόλου θόρυβος. Το βράδυ, η εικόνα του έναστρου ουρανού είναι πεντακάθαρη.
Οι κάτοικοι είναι ιδιαίτερα διστακτικοί απέναντι στην αλλαγή και η καθημερινότητά τους διέπεται από ιδιαίτερα παλιομοδίτικους νόμους.
«Είναι το δικό μας νησί»
«Οι άνθρωποι στο Σαρκ διαλέγουμε οι ίδιοι πώς θα ζήσουμε» δηλώνει στο BBC o Reginald Guille απόστρατος αξιωματικός του βρετανικού στρατού. Ο Guille γεννήθηκε στο Σαρκ το 1942, την εποχή που το νησί κατεχόταν από τους Γερμανούς. Στα 15 του χρόνια, έφυγε για να καταταγεί στο βρετανικό βασιλικό ναυτικό και επέστρεψε στο Σαρκ το 1997, με την συνταξιοδότησή του.
«Όσο μπορούμε, ζούμε μία παραδοσιακή αγροτική ζωή. Έχουμε γαλακτοκομία, κτηνοτροφικές μονάδες με πρόβατα και μικρούς παραγωγούς που πωλούν φρούτα και λαχανικά. Η ζωή αλλάζει με τους ρυθμούς που θέλουμε εμείς. Είναι το δικό μας νησί και θα το διοικήσουμε όπως θέλουμε εμείς» αναφέρει χαρακτηριστικά.
Ανάμεσα στα άλλα αξιοπερίεργα του Σαρκ, είναι ότι έχει το δικό του κοινοβούλιο καθώς και δικούς του νόμους και φορολογία. Η κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου είναι υπεύθυνη για την άμυνα και τις διεθνείς σχέσεις, όμως, το ημιαυτόνομο νησί με το δικό του κωδικό χώρας στα Ηνωμένα Έθνη (το νούμερο 680) μπορεί και να χαρακτηριστεί ένας «θρασύς αιρετικός». Υπήρξε το τελευταίο φεουδαλικό κράτος στην Ευρώπη, κατήργησε το παλιό φεουδαλικό σύστημα της κληρονομικής διακυβέρνησης μόλις το 2008 (μετά από σχεδόν 450 χρόνια), ώστε να υπάρχει καλύτερη δημοκρατική εκπροσώπηση για τους περίπου 500 κατοίκους του.
Tο σύστημα είχε τις ρίζες του στο 1565, όταν το Σαρκ ήταν απλά ένα λημέρι για πειρατές. Η βασίλισσα Ελισάβετ Α’ το παραχώρησε σε εποίκους από το γειτονικό Tζέρσεϊ που απάλλαξαν το νησί από τους πειρατές. Λίγο μετά, ο οικισμός καθιέρωσε το φεουδαλικό σύστημα το οποίο, βέβαια, σε μεγάλο βαθμό ουσιαστικά έπαψε να ισχύει ήδη από τον προηγούμενο αιώνα. Το Σαρκ, παρόλα αυτά, παραμένει ένα από τα πιο απαρχαιωμένα νησιά του κόσμου.
Photo: Shutterstock
Photo: Shutterstock
Βασική πηγή εισοδήματος ο βιώσιμος τουρισμός
Τα νησιά που εξελίσσονται (και) εξαιτίας των δικών τους ιδιαιτεροτήτων, πολλές φορές αναπτύσσουν καινοτόμες μεθόδους για να να αντιμετωπίσουν τις ανάγκες τους. Αυτό συμβαίνει και στο Σαρκ, το οποίο έχει το δικό του εκπαιδευτικό σύστημα, σύστημα υγείας και ιδιωτική εταιρεία ηλεκτρισμού. Συνολικά οι οικονομικές ανάγκες του νησιού υπολογίζονται στο 1,5 εκατομμύριο στερλίνες ετησίως. Χρήματα που προέρχονται από τους κατοίκους.
Σε αυτό τον προϋπολογισμό, υπολογίζεται και η συντήρηση της φυλακής του νησιού, η οποία διαθέτει μόνο δύο κελιά και στην οποία οι κρατούμενοι μπορούν να κρατηθούν έως 72 ώρες. Μετά πρέπει να μεταφερθούν με πλοίο στο γειτονικό και πολύ μεγαλύτερο Γκέρνσεϊ, 7 μίλια μακριά.
Οι κάτοικοι του νησιού είναι οι χρηματοδότες του. Η φήμη του, όμως, ως τουριστικού προορισμού διασφαλίζει την περαιτέρω οικονομική ευημερία του. Τo νησί των 6 τετραγωνικών χιλιομέτρων και των 500 μόνιμων κατοίκων, δέχεται περίπου 60.000 επισκέπτες κάθε καλοκαίρι.
«Ο τουρισμός είναι η κύρια βιομηχανία εδώ» αναφέρει ο Guile. «Bασιζόμαστε στους ταξιδιώτες για να διατηρήσουμε τον τρόπο ζωής μας», προσθέτει. Ανάμεσα σε αυτά που θεωρεί ελκυστικά για τον ταξιδιώτη, είναι οι pub του νησιού, οι αποικίες από θαλασσοπούλια που προσελκύουν όσους κάνουν birdwatching αλλά και ο νυχτερινός ουρανός του νησιού.
Το 2011, το νησί Σαρκ αναγνωρίστηκε από τον Διεθνή Οργανισμό Σκοτεινού Ουρανού (International Dark Sky Association) ως το πρώτο νησί Σκοτεινού Ουρανού για τις ιδανικές συνθήκες που προσφέρει για αστρονομικές παρατηρήσεις με γυμνό μάτι. Αυτό το εξασφαλίζει η έλλειψη φωτορύπανσης, καθώς δεν υπάρχει δημόσιος φωτισμός ή αυτοκίνητα.
Ένα άλλο αξιοπερίεργο του νησιού είναι οι άμαξες με άλογα, τις οποίες χρησιμοποιούν οι επισκέπτες για να εξερευνήσουν το νησί. Οι αμαξάδες πρέπει να ολοκληρώσουν μία εκπαιδευτική διαδικασία 10 ημερών και να είναι τουλάχιστον 16 ετών.
Η φήμη του Σαρκ βασίζεται στην παράδοση και τη νοσταλγία, όμως, διακριτικά σημάδια προόδου εμφανίζονται κατά καιρούς στην καθημερινότητα του νησιού. Για παράδειγμα, o γιατρός και οι άνθρωποι επιφορτισμένοι με τις πρώτες βοήθειες, χρησιμοποιούν ηλεκτρικά ποδήλατα. Υπάρχει ασθενοφόρο, όμως, η καμπίνα του οδηγού έχει αφαιρεθεί και το όχημα έχει δεθεί πίσω από ένα τρακτέρ.
Το ξενοδοχείο Stocks Hotel παράγει με τη μέθοδο της μόνιμης καλλιέργειας βιολογικά λαχανικά, χρησιμοποιώντας ως λίπασμα κοπριά από τα άλογα της εταιρείας με τις άμαξες. Τέτοιες πρωτοβουλίες έχουν λειτουργήσει αναζωογονητικά για τα οικοσυστήματα του νησιού.
Ανάμεσα στους φυσιολάτρες που επέλεξαν να έρθουν για να ζήσουν εδώ είναι η Helen Magell ιδιοκτήτρια του ξενοδοχείου, αναπληρώτρια δασκάλα στο δημοτικό σχολείο και ιδιοκτήτρια μιας από τις εταιρείες με ιππήλατα ταξί. Το καλοκαίρι, μεταξύ άλλων, διοργανώνει ξεναγήσεις στον κήπο του ξενοδοχείου. Τον χειμώνα, όταν το Σαρκ μετατρέπεται σε «νησί φάντασμα» όπως λέει, συμμετέχει στην χαμηλών τόνων κοινωνική ζωή του νησιού. Παίρνει μέρος στα πρωταθλήματα darts και στα quiz που διοργανώνονται στις παμπ. Δεν δείχνει να ενοχλείται από την απομόνωση του νησιού.
«Στην πραγματικότητα με αναστατώνει να πηγαίνω κάπου και να μην ξέρω κανέναν» αναφέρει στο BBC. «Εδώ λες και καλημέρα σε όλους το πρωί και καληνύχτα σε όλους το βράδυ, μέσα στο απόλυτο σκοτάδι, ενώ επιστρέφεις από την pub σπίτι».
Δύο άλλοι άνθρωποι τους οποίους προσέλκυσε αυτό το μέρος στο οποίο ο χρόνος μοιάζει να έχει σταματήσει, είναι ο Jason και η Katherine Salisbury, οι οποίοι μετακόμισαν από την Αγγλία και διατηρούν τη μοναδική γαλακτοκομική φάρμα του νησιού. Το να μεταφέρουν εννιά αγελάδες μέσω της θάλασσας της Μάγχης ήταν ακριβή υπόθεση, όμως πλέον αυτό το «φορτίο» παρέχει φρέσκο γάλα στους νησιώτες για πρώτη φορά μετά από αρκετά χρόνια.
«Νιώθουμε σαν ήρωες. Όταν ήρθαμε, η γαλακτοκομία αντιμετωπίστηκε σαν μάνα εξ ουρανού» αναφέρουν στο BBC. «Είχαμε έρθει εδώ για διακοπές και πάντα λέγαμε ότι θέλαμε να ζήσουμε σε ένα τέτοιο μέρος», προσθέτουν.
To βέβαιο είναι ότι η μικρή αυτή κοινότητα διατηρεί τον χαρακτήρα της. Η μεγαλύτερη ελπίδα της είναι να συνεχίσει να αποτελεί επίσης ελκυστικό προορισμό για επισκέπτες που θα θελήσουν κάτι διαφορετικό και θα σεβαστούν τις παραδόσεις της.