Ταξίδι σε όχι τόσο γνωστά μέρη του πανέμορφου Παρνασσού, στα εντυπωσιακά σπήλαια και τα γραφικά χωριά
Πάντα μία εκδρομή με αυτοκίνητο προς τα γνώριμα μέρη του Παρνασσού αποτελεί για τον υπογράφοντα ένα τεστ αναμνήσεων, από την εποχή που ξεκίνησε να ασχολείται με τα χειμερινά σπορ. Βλέπετε ο ορεινός όγκος που καταλαμβάνει έκταση 108 τετραγωνικών χλμ. και βρίσκεται στα όρια των νομών Φωκίδας και Βοιωτίας, είχε πάντα κάτι να προσφέρει στους επισκέπτες του, είτε με τα τερτίπια του καιρού, είτε με τις χιλιάδες κόσμου που συρρέαν για να, τάχαμου, επιδείξουν τις αθλητικές τους δραστηριότητες στις πίστες του Χιονοδρομικού Κέντρου. Αυτά όμως πέρασαν, όπως και οι χρυσές εποχές των προηγούμενων δεκαετιών. Πέραν όμως των παραπάνω, ο Παρνασσός μπορεί να προσφέρει και διαφορετικές εμπειρίες, εξίσου ενδιαφέρουσες, όπως τα όμορφα δάση που τον περιτριγυρίζουν και τα οποία λίγοι Αθηναίοι έχουν εκτιμήσει και ακόμα λιγότεροι τα έχουν τιμήσει.
Αναζητώντας μία διαδρομή που να συνδυάζει ανοιχτούς δασικούς χωματόδρομους δίχως κίνηση, εύκολες ανηφόρες και κατηφόρες, που να περνάει από όμορφα μέρη, να περιλαμβάνει σημεία για ξεκούραση και καφέ, αλλά να έχει και ως στόχο ένα ωραίο μέρος για φαγητό, καταλήξαμε στη δυτική πλευρά του όρους, αυτή που εκτείνεται αριστερά από το οροπέδιο Λιβάδι. Εκεί όπου μέσω ενός βατού, τους καλοκαιρινούς μήνες, χωματόδρομου, συνολικής απόστασης 24,4 χλμ. ο επισκέπτης έχει την ευκαιρία να δει από κοντά δύο άκρως ενδιαφέροντα σημεία, όπως είναι τα σπήλαια Κωρύκειον Άντρον και Επτάστομος.
Ο προορισμός που έχουμε επιλέξει είναι εύκολος στο να φθάσει κανείς, αρκεί να έχει ένα όχημα με σχετικά μεγάλη απόσταση από το έδαφος, όπως είναι ένα crossover. Σύντροφός μας σε αυτή την εξόρμηση το ανανεωμένο αισθητικά και ενισχυμένο τεχνολογικά SEAT Arona στην έκδοση με τον οικονομικό κινητήρα TSI του 1,0 λίτρου και 110 ίππων. Ένα αυτοκίνητο ακριβώς μέσα στα ζητούμενα της κατηγορίας του, φρέσκο, νεανικό και με αρκετό χαρακτήρα.
Φυσικά, η διαδρομή μας ξεκινά μέσω του αυτοκινητοδρόμου Αθηνών-Θεσσαλονίκης και την απαραίτητη στάση στο πρατήριο της ΕΚΟ στα ΣΕΑ του Σχηματαρίου για ανεφοδιασμό του αυτοκινήτου με βενζίνη ΕΚΟ PREMIUM 98. Ένα καύσιμο που χάρη στα υψηλής τεχνολογίας χημικά πρόσθετα και σε συνδυασμό με την καθαριστική και αντιοξειδωτική του δράση προσφέρει προστασία του κινητήρα, περισσότερα χιλιόμετρα ανά γέμισμα και μειωμένες εκπομπές επιβλαβών αερίων. Πέραν του ανεφοδιασμού του αυτοκινήτου, το συγκεκριμένο πρατήριο διαθέτει Marketplace όπου ο πελάτης μπορεί να βρει μία μεγάλη ποικιλία από σνακς, αναψυκτικά, όπως και διάφορα χρήσιμα αξεσουάρ.
Αφού γεμίσουμε τα σακίδιά μας με τροφή και μπόλικα νερά, συνεχίζουμε την διαδρομή μας. Ο αυτοκινητόδρομος Αθηνών-Θεσσαλονίκης είναι σχετικά άδειος, με αποτέλεσμα ο χρόνος που απαιτείται πλέον μέχρι το Κάστρο Βοιωτίας να περνά χωρίς να το καταλάβεις. Αυτό οφείλεται βέβαια και στο φιλόξενο περιβάλλον του Arona, που συνδυάζει την πολύ καλή ποιότητα κύλισης, όπως και τις διευρυμένες δυνατότητες συνδεσιμότητας του συστήματος πολυμέσων. Στο Κάστρο αφήνουμε πίσω μας την εθνική οδό και κινούμαστε προς Λιβαδειά, μέσω του κάμπου, με την κίνηση πλέον να έχει μειωθεί σημαντικά. Στη διασταύρωση με την επαρχιακή οδό που συνδέει τη Λιβαδειά με την πρωτεύουσα του νομού Βοιωτίας, Θήβα, στρίβουμε δεξιά ακολουθώντας τις πινακίδες προς Δελφούς και Αράχωβα.
Ο δρόμος αρχίζει να παρουσιάζει μεγαλύτερο ενδιαφέρον, τόσο οδηγικά, όσο και ως περιβάλλον. Περνάμε χαρακτηριστικά σημεία, όπως ο Καρακόλιθος και το Ζεμενό και καμιά 200αριά μέτρα μετά το τελευταίο τούνελ, συναντάμε τη «Νύφη του Παρνασσού», το πλέον κοσμοπολίτικο χειμερινό θέρετρο της Ελλάδας, την Αράχωβα. Την διασχίζουμε πολύ σύντομα, κάτι που δεν έχουμε συνηθίσει, καθώς το κυκλοφοριακό κομφούζιο που δημιουργείται από τα πολλά σταθμευμένα αυτοκίνητα και τον στενό κεντρικό δρόμο, αποτελεί καθημερινό φαινόμενο, ιδίως τα σαββατοκύριακα του χειμώνα. Σύντομη στάση για καφέ και συνεχίζουμε την διαδρομή μας προς το Λιβάδι, το πιο γνωστό οροπέδιο του Παρνασσού. Φθάνοντας κοντά αντικρίζουμε μία όχι και τόσο όμορφη εικόνα, καθώς η ανοικοδόμηση έχει ξεπεράσει κάθε όριο, με τα νεότευκτα σαλέ και τις πολυτελείς βίλες να έχουν απλωθεί σχεδόν παντού.
Ακολουθώντας τους ψηφιακούς χάρτες, συνεχίζουμε την πορεία μας προς Επτάλοφο και λίγο μετά την ταβέρνα «Μπάμπης», υπάρχει μικρή κόκκινη πινακίδα αριστερά προς «Κωρύκειον Άντρον». Ακολουθούμε τον βατό χωματόδρομο και μετά από 500 μ. συναντάμε πινακίδα δεξιά που δείχνει την διαδρομή προς το συγκεκριμένο σπήλαιο, που βρίσκεται σε υψόμετρο 1.360 μέτρων. Ιστορικά, αποτέλεσε χώρο λατρείας και ήταν αφιερωμένο στις Νύμφες και τον Πάνα, ενώ κατά την Επανάσταση του 1821 η είσοδός του φράχθηκε με ξερολιθιά από τους κατοίκους της Αράχωβας, ενώ το 1943 κατέφυγαν σε αυτό οι κάτοικοι των Δελφών.
Για να το προσεγγίσει κάποιος, πρέπει να ακολουθήσει το μονοπάτι που διαθέτει καλή σήμανση, ενώ ο μύθος αναφέρει ότι το χρησιμοποιούσαν και οι γυναίκες των Δελφών κατά τις ετήσιες τελετές που έκαναν. Συνεχίζουμε την διαδρομή με το αυτοκίνητο, ακολουθώντας δυτική πορεία, περνώντας αρχικά από το μικρό εκκλησάκι της Παλαιοπαναγιάς, ενώ 2 χλμ. μετά, ο δρόμος ανηφορίζει και όπως μας ενημερώνει η σκουριασμένη πινακίδα μπαίνουμε στον Εθνικό Δρυμό Παρνασσού που ιδρύθηκε το 1938.
Από το γυμνό αλπικό τοπίο και τους 32°C, βρισκόμαστε μέσα σε πυκνό δάσος, όπου δεν περνάει ακτίνα ήλιου και νιώθουμε δροσιά με τη θερμοκρασία να έχει πέσει στους 21-23°C. Συνεχίζοντας σε ένα παραμυθένιο φυσικό τοπίο, όπου κυριαρχούν η κεφαλληνιακή ελάτη, οι κορομηλιές και η μαύρη πεύκη, προσεγγίζουμε το οροπέδιο Καλάνια. Στην παρέα μας ενίοτε βρίσκονται διάφορα είδη πτηνών, ενώ ως special guest εμφανίστηκε και μία αλεπού.
Οδηγώντας μέσα στον Εθνικό Δρυμό, με τον ρυθμό να ανεβαίνει, τα ποταμάκια να διαδέχονται το ένα το άλλο, νιώθουμε ότι βρισκόμαστε σε μία άλλη χώρα, εκατοντάδες χιλιόμετρα μακριά από την Αθήνα. Είναι πραγματικά δύσκολο να πιστέψεις ότι βρίσκεσαι μόλις 2 ώρες από την πρωτεύουσα, με τα πανύψηλα έλατα να σε περιβάλλουν, τις πηγές να τρέχουν γάργαρο νερό, τις εικόνες να γεμίζουν τα μάτια σου με φύση και φρεσκάδα.
Ο δρόμος αρχίζει να κατηφορίζει, είναι ως επί το πλείστον βατός με μαλακό χώμα, ενώ όσο κατεβαίνουμε, τόσο το τοπίο εναλλάσσεται, από αλπικό σε περισσότερο μεσογειακό, με τα λιβάδια να παίρνουν την σκυτάλη από τις βραχώδεις πλαγιές. Στο 20ό χιλιόμετρο της διαδρομής, υπάρχει η πινακίδα που οδηγεί στο φυσικό σπήλαιο του Επτάστομου. Μπορεί ο χωματόδρομος από την διασταύρωση να είναι μόλις 600 μέτρα από την είσοδο του σπηλαίου, όμως θέλει αρκετή προσοχή, καθώς είναι αρκετά δύσβατος και στενός. Πάραυτα, η εικόνα που θα συναντήσουμε μας ανταμείβει με το παραπάνω. Το σπήλαιο είναι εντυπωσιακό, όπως και η θερμοκρασία που προσφέρει στους επισκέπτες του, ιδίως τους καλοκαιρινούς μήνες που σύμφωνα με τους ειδικούς είναι σταθερή στους 0 βαθμούς Κελσίου.
Οι ίδιοι αναφέρουν ότι εδώ διατηρείται ο νοτιότερος παγετώνας της Ευρώπης, ενώ ο ήχος που προέρχεται από τον αέρα που κατεβαίνει από την επιφάνεια προς το εσωτερικό του βαράθρου διαμέσου των στομίων του, είναι ανατριχιαστικός. Η διαδρομή μας ολοκληρώνεται λίγο μετά, όταν ο χωματόδρομος συναντά και πάλι τον ασφαλτοστρωμένο δρόμο που οδηγεί αριστερά είτε στον Επτάλοφο, είτε δεξιά στην Αράχωβα.
Κατηφορίζοντας προς Αθήνα, η σύντομη απόδραση μας ολοκληρώνεται και πάλι στο πρατήριο της ΕΚΟ στα ΣΕΑ του Σχηματαρίου, όπου μετά από 300 σχεδόν χιλιόμετρα, είναι απαραίτητος ο ανεφοδιασμός, με τις μοναδικές εικόνες που έχουν αποθηκευτεί στο μυαλό μας να μας συντροφεύουν για αρκετά μεγάλο χρονικό διάστημα.