Τα στόματα άρχισαν να ανοίγουν στο Χόλιγουντ, αποκαλύπτοντας κάτι που φαίνεται πως πολλοί γνώριζαν, αλλά κανείς δεν φαινόταν διατεθειμένος να κάνει κάτι για αυτό. Επρόκειτο για ένα κοινό ένοχο μυστικό στον λαμπερό κόσμο του κινηματογράφου. Οι καταγγελίες για σεξουαλική παρενόχληση, επιθέσεις ακόμη και βιασμό είδαν το φως της δημοσιότητας, φέρνοντας στην επιφάνεια τη σκοτεινή και δυσάρεστη πλευρά της showbiz και ένα σκάνδαλο που προκάλεσε θόρυβο.
Δεν πρόκειται βεβαίως για το μοναδικό βρώμικο μυστικό της βιομηχανίας του κινηματογράφου. Ένα ακόμη κοινό μυστικό είναι τα ναρκωτικά, ιδιαίτερα κατά τη διάρκεια της αποκαλούμενης «χρυσής εποχής» του Χόλιγουντ.
Ήταν η περίοδος που η Ντέμπι Ρέινολντς είχε εξασφαλίσει έναν σπουδαίο ρόλο. Και ήταν εξαντλημένη. Η 19χρονη είχε επιλεγεί για τον ρόλο της Κάθι Σέλντεν στο κλασικό μιούζικαλ «Τραγουδώντας στη βροχή», στο πλευρό του ταλαντούχου Τζιν Κέλι. Και η Ρέινολντς έπρεπε να ανταποκριθεί σε αυτή την τεράστια πρόκληση.
Λίγο όμως το εξοντωτικό πρόγραμμα στις πρόβες, λίγο η πίεση, το αποτέλεσμα ήταν η κατάσταση της υγείας της να επιδεινωθεί. Όταν ο γιατρός της συνέστησε να πάρει μία εβδομάδα άδεια, ο επικεφαλής της MGM Άρθουρ Φριντ της πρότεινε να πάει σε έναν διαφορετικό γιατρό.
Στα απομνημονεύματά της το 2013, η Ρέινολντς θυμάται πώς ο Φριντ τη συμβούλευσε να κάνει «ενέσεις βιταμινών» στον δικό του γιατρό. «Αυτές ήταν πιθανότατα οι ίδιες “βιταμίνες” που κατέστρεψαν τη Τζούντι Γκάρλαντ», έγραφε. Η Ρέινολντ είχε τότε ανακαλύψει ένα από τα μικρά βρώμικα μυστικά του παλιού καλού Χόλιγουντ… τα ναρκωτικά! Μεταξύ των δεκαετιών του 1920 και του 1960, τα στούντιο του Χόλιγουντ δημιούργησαν ορισμένες από τις καλύτερες ταινίες στην ιστορία τους. Και, σύμφωνα με το History Channel, το έκαναν συχνά με κόστος ακόμη και την υγεία των αστέρων τους.
Παρά την πίεση, η Ρέινολντς αποφάσισε να μείνει στις συμβουλές του δικού της γιατρού. «Ο γιατρός μου επέμενε να μείνω στο κρεβάτι. Αυτή η απόφαση μπορεί να με έσωσε από μια ζωή με διεγερτικά».
Δεν υπήρχε κάποια «επίσημη πολιτική» αναφορικά με τη χρήση ναρκωτικών στα στούντιο του Χόλιγουντ, το προσεκτικά οργανωμένο σύστημα ανάδειξης κινηματογραφικών αστέρων όμως συχνά στηριζόταν στις καταχρήσεις προκειμένου οι ηθοποιοί να αντέχουν στα εξοντωτικά προγράμματα για την ολοκλήρωση ενός έργου.
Τα παιδιά ηθοποιοί υποτίθεται ότι υπόκειντο σε αυστηρούς εργασιακούς νόμους που καθόριζαν τις ώρες που περνούσαν στο πλατό. Ωστόσο, ηθοποιοί όπως η Ελίζαμπεθ Τέιλορ και η Σίρλεϊ Τεμπλ θυμούνταν σκηνοθέτες και επικεφαλής των στούντιο να προσπαθούν διαρκώς να ξεπεράσουν τα όρια σε εκείνες τις ατελείωτες ώρες γυρισμάτων. Βλέποντας παιδιά να φεύγουν από το πλατό νωρίς, αργότερα στην καριέρα της, προκάλεσε έκπληξη στην Τέιλορ: «Εμείς δεν το είχαμε αυτό στη MGM». Στην αυτοβιογραφία της, η Τεμπλ θυμάται ένα περιστατικό που ολόκληρο το στούντιο γιόρταζε τα 18α γενέθλιά της… δουλεύοντας όλη τη νύχτα.
Παρότι Τέιλορ και Τεμπλ πέρασαν την παιδική τους ηλικία στον χώρο του θεάματος χωρίς ναρκωτικά, η Τζούντι Γκάρλαντ αποτέλεσε μια διαφορετική περίπτωση. Η ηθοποιός που έμεινε στην ιστορία του παγκόσμιου κινηματογράφου ως η Ντόροθι, στην κλασική ταινία «Ο μάγος του Οζ» (1939), φέρεται να πρωτογνώρισε τα ναρκωτικά χάπια από την ίδια της τη μητέρα που επέμενε ότι έπρεπε να τα παίρνει προκειμένου η ερμηνεία της να έχει περισσότερη ενέργεια. Με την πάροδο των ετών, η Γκάρλαντ αναδείχθηκε σε μεγάλη σταρ και τα χάπια της τα παρείχαν γιατροί της Metro-Goldwyn-Mayer Studios, με σκοπό, μεταξύ άλλων, τον έλεγχο του βάρους της και των επιπέδων της ενέργειάς της.
«Μας έδιναν (σε εμένα και τον Μίκι Ρούνεϊ) χάπια για να μας κρατούν ξύπνιους αρκετές ώρες αφότου είχαμε ήδη εξαντληθεί», είχε πει η Γκάρλαντ στον βιογράφο της Πολ Ντόνελι. «Μετά μας πήγαιναν στο νοσοκομείο του στούντιο και μας έδιναν υπνωτικά χάπια… και έπειτα από τέσσερις ώρες μας ξυπνούσαν και μας έδιναν ναρκωτικά χάπια ώστε να μπορούμε να δουλεύουμε ξανά επί 72 ώρες».
Για τη Γκάρλαντ, που ήταν εξαιρετικό δύσκολο να αντιμετωπίσει την πίεση του γεγονότος ότι αποτελούσε μια από τις πιο αναγνωρίσιμες και σκληρά εργαζόμενες σταρ της MGM, όλο αυτό οδήγησε σε μια πλήρη εξάρτηση και μια σειρά από νευρικούς κλονισμούς. Πέθανε από υπερβολική δόση στην ηλικία των 47 ετών.
Άλλες σταρ, όπως η ηθοποιός Τζοάνα Μουρ, έπαιρναν αμφεταμίνες ή «ενέσεις βιταμινών» για να μπορούν να ελέγχουν το βάρος τους. Και για πολλές γυναίκες στον λαμπερό αυτό κόσμο, που απαιτούσε τελειότητα σε εμφάνιση και ερμηνεία, το να παίρνουν τα χάπια που τους έδιναν τα στούντιο δεν ήταν ζήτημα επιλογής.
«Εκείνες τις ημέρες», ανέφερε ο γιατρός της Twentieth Century Fox, Λι Σίγκελ, στον βιογράφο της Μέριλιν Μονρόε, Άντονι Σάμερς, «τα χάπια αντιμετωπίζονταν ως ένας ακόμη τρόπος για να συνεχίζουν να δουλεύουν οι σταρ. Οι γιατροί είχαν εγκλωβιστεί στη μέση. Αν κάποιος δεν τα χορηγούσε, υπήρχε πάντα ένας άλλος που θα το έκανε… και όλοι έπαιρναν χάπια».
Δεν ήταν μόνο οι ηθοποιοί που έπαιρναν ναρκωτικά στο Χόλιγουντ. Ήταν επίσης σκηνοθέτες, σεναριογράφοι, παραγωγοί, όπως ο Ντέιβιντ Ο. Σέλζνικ, που στηριζόταν στις αμφεταμίνες για να τα καταφέρει κατά τη διάρκεια των πολύωρων γυρισμάτων ταινιών όπως το «Όσα παίρνει ο άνεμος». Τον θυμούνταν μάλιστα, «να σπάει τα χάπια στο χέρι και να γλύφει την παλάμη του» μέσα στο πλατό.
Κι άλλοι σταρ πάλεψαν με την εξάρτηση, βρίσκοντας τα ναρκωτικά τους έξω από το σύστημα των στούντιο. Το Χόλιγουντ άλλωστε δεν ήταν η μοναδική βιομηχανία που αντιμετώπιζε το πρόβλημα της εξάρτησης στα χάπια. Η δημοφιλία των αμφεταμινών αυξήθηκε ραγδαία μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο λόγω της ευρείας χρήσης τους και κατάχρησής τους στον στρατό. Και μέχρι τη δεκαετία του 1960 είχε εξελιχθεί σε μια επιδημία.
Το 1970, η κατανάλωση αμφεταμινών περιορίστηκε σημαντικά λόγω του Νόμου για τις Ελεγχόμενες Ουσίες, που αναγνώρισε το γεγονός ότι προκαλούσαν εξάρτηση. Την περίοδο εκείνη όμως το Χόλιγουντ είχε περάσει σε μια νέα εποχή διεγερτικών, όπως η κοκαΐνη, και το σύστημα εκείνο των στούντιο που συχνά παρείχε ναρκωτικά σε ηθοποιούς είχε χάσει μέρος της δύναμής του.
Η κληρονομιά της κατάχρησης αυτής είναι για ορισμένους ορατή στις κλασικές ταινίες του Χόλιγουντ, στην ενέργεια, την ερμηνεία και τη δουλειά ορισμένων από τους πιο λαμπερούς σκηνοθέτες και σταρ της εποχής.