Ο αργεντίνος Ντιέγκο Αρμάντο Μαραντόνα ή απλά Μαραντόνα, όπως τον γνωρίζουν και τον θαυμάζουν εκατομμύρια ποδοσφαιρόφιλοι σε όλο τον κόσμο είναι αναμφισβήτητα ο κορυφαίος ποδοσφαιριστής της δεκαετίας του ‘80 κι ένας εκ των κορυφαίων – αν όχι ο κορυφαίος – όλων των εποχών. Μικρός το δέμας (1,65 μ.), αγωνιζόταν με το 10 στην πλάτη και φημιζόταν για την ικανότητά του να ελέγχει απόλυτα την μπάλα και να δημιουργεί ευκαιρίες για γκολ τόσο για τον ίδιο – κάποιες φορές με «αθέμιτο τρόπο» – όσο και για τους συμπαίκτες του. Οδήγησε τη Νάπολι στην κατάκτηση των δύο μοναδικών πρωταθλημάτων της ιστορίας της (1987, 1990) και με την εθνική ομάδα της Αργεντινής πανηγύρισε το Παγκόσμιο Κύπελλο του 1986. Γι’ αυτό λατρεύεται από τους συμπατριώτες του όσο και η Εβίτα Περόν και από τους Ναπολιτάνους όσο και ο Γκαριμπάλντι.

Ο Ντιέγκο Αρμάντο Μαραντόνα (Diego Armando Maradona) γεννήθηκε στις 30 Οκτωβρίου 1960 στο Λανούς, ένα από τα προάστια του Μπουένος Άιρες, της πρωτεύουσας της Αργεντινής. Μεγαλωμένος σε μία φτωχή πολυμελή οικογένεια, από νωρίς φανέρωσε το ποδοσφαιρικό του ταλέντο και σε ηλικία 8 ετών εντάχθηκε στους «Λας Σεμπολίτας» («Τα Κρεμμυδάκια»), την παιδική ομάδα των «Αρχεντίνος Τζούνιορς», με την οποία κέρδισε 136 συνεχόμενα παιγνίδια κι ένα εθνικό πρωτάθλημα στην κατηγορία της.

Ντεμπούτο με την πρώτη ομάδα της «Αρχεντίνος Τζούνιορς» σε ηλικία 14 ετών

Σε ηλικία 14 ετών πήρε προαγωγή κι εντάχθηκε στους «Αρχεντίνος Τζούνιορς». Ντεμπουτάρησε στην πρώτη ομάδα, δέκα ημέρες πριν από τα δέκατα έκτα γενέθλιά του. Τέσσερις μήνες αργότερα έκανε το ντεμπούτο του με την εθνική Αργεντινής κι έγινε ο νεώτερος παίκτης που αγωνίστηκε στην «Αλμπισελέστε». Παρόλο που αποκλείστηκε από την ομάδα του Παγκοσμίου Κυπέλλου του 1978, λόγω της νεαρής του ηλικίας, το επόμενο έτος οδήγησε την εθνική ομάδα Κ20 της Αργεντινής στην κατάκτηση του Παγκοσμίου Κυπέλλου.

Το Παγκόσμιο Κύπελλο του 1986 ήταν ένας προσωπικός θρίαμβος του Μαραντόνα

Το 1981 ο Ντιεγκίτο μετεγγράφηκε στην αγαπημένη του Μπόκα Τζούνιορς και τον επόμενο χρόνο μετακόμισε στην Ευρώπη. Υπέγραψε στην Μπαρτσελόνα, στην οποία παρέμεινε για δύο χρόνια κερδίζοντας ένα Κύπελλο Ισπανίας και δύο Σούπερ Καπ το 1983.

Η καριέρα στη Νάπολι

Το 1984 κατηφόρισε στη Νάπολη, όπου άρχισε να χτίζει τον μύθο του. Οδήγησε τους «Παρτενοπέι» στην κατάκτηση των δύο μοναδικών τους πρωταθλημάτων (1987, 1990), ενός Κυπέλλου (1987) και του Κυπέλλου ΟΥΕΦΑ το 1990, ανυψώνοντας την παραδοσιακά αδύναμη Νάπολι στην κορυφή του ιταλικού ποδοσφαίρου.

Η καριέρα του στη Νάπολι τερματίστηκε άδοξα, όταν συνελήφθη στην Αργεντινή για κατοχή κοκαΐνης και του επεβλήθη 15μηνη απαγόρευση από το ποδόσφαιρο. Παρ’ όλες τις περιπέτειές του με τον νόμο, ο Ντιεγκίτο λατρεύεται σαν θεός από τους Ναπολιτάνους, που ακόμα ψάχνουν τον νέο Μαραντόνα που θα τους οδηγήσει ξανά στην κορυφή του ιταλικού ποδοσφαίρου.

Μετά την επιστροφή του στους αγωνιστικούς χώρους έπαιξε στη Σεβίλλη για μία σεζόν και το 1993 επέστρεψε στην Αργεντινή, όπου αγωνίστηκε στη Νιούελ Ολντ Μπόις (1993-1994) κι έκλεισε την ένδοξη καριέρα του στην Μπόκα Τζούνιορς στις 25 Οκτωβρίου 1997. Στην επαγγελματική του καριέρα σε επίπεδο συλλόγων αγωνίστηκε σε 491 αγώνες και πέτυχε 259 γκολ.

«Το χέρι του Θεού»

Ένα μεγάλο μέρος του μύθου του χτίστηκε στην εθνική ομάδα της Αργεντινής, με την οποία αγωνίστηκε 91 φορές και πέτυχε 34 γκολ. Το 1982 συμμετείχε στο πρώτο του Παγκόσμιο Κύπελλο στα γήπεδα της Ισπανίας, αλλά δεν είχε την απόδοση που όλοι περίμεναν. Το επόμενο στο Μεξικό, το 1986, ήταν όλο δικό του και όχι μόνο οδήγησε την Εθνική Αργεντινή στην κατάκτησή του για δεύτερη φορά στην ιστορία της, αλλά πρωταγωνίστησε και σε δύο φάσεις, που μνημονεύονται διαρκώς έκτοτε.

Στις 22 Ιουνίου 1986, στη διάρκεια του αγώνα Αργεντινής – Αγγλίας (2-1) για την προημιτελική φάση, ο Μαραντόνα σημείωσε το πρώτο γκολ της ομάδας του με το χέρι (ο Τυνήσιος διαιτητής θεώρησε εσφαλμένα ότι η μπάλα είχε χτυπήσει το κεφάλι του). Στη συνέντευξη Τύπου μετά το τέλος του αγώνα, δήλωσε ότι το γκολ μπήκε «λίγο με το κεφάλι του Μαραντόνα και λίγο με το χέρι του Θεού» κι έτσι το γκολ αυτό έμεινε στην ιστορία ως το «Χέρι του Θεού». Τέσσερα λεπτά αργότερα, ο Μαραντόνα ξεδίπλωσε την ποδοσφαιρική του ιδιοφυΐα και σημείωσε το «Γκολ του Αιώνα», σύμφωνα με ψηφοφορία της FIFA το 2002, αφού άδειασε πέντε άγγλους παίχτες με μία κούρσα 60 μέτρων και πλάσαρε από πλάγια θέση τον εξουδετερωμένο τερματοφύλακα Πίτερ Σίλτον.

Το 1990 η Αργεντινή έφθασε και πάλι στον τελικό, όπου ηττήθηκε δίκαια από τη Δυτική Γερμανία του Φραντς Μπεκενμπάουερ. Αντίθετα, η Αργεντινή έφθασε στον τελικό ανέλπιστα, παίζοντας κακό ποδόσφαιρο και βασίστηκε μόνο στον Μαραντόνα, που έβαλε και πάλι το θεϊκό χέρι του για να αποτρέψει αυτή τη φορά ένα γκολ εις βάρος της ομάδας του στον αγώνα με τη Σοβιετική Ένωση. Το 1994 ο Μαραντόνα πήρε μέρος για τέταρτη φορά σε Παγκόσμιο Κύπελλο στα γήπεδα των ΗΠΑ. Αγωνίστηκε σε δύο παιγνίδια, πέτυχε ένα γκολ στην Εθνική μας, προτού αποκλειστεί από τη συνέχεια της διοργάνωσης, καθώς βρέθηκε θετικός στην απαγορευμένη ουσία εφεδρίνη.

Έναρξη προπονητικής καριέρας

Μετά την ολοκλήρωση της ποδοσφαιρική του καριέρας αποφάσισε να ακολουθήσει καριέρα προπονητή, δίχως επιτυχία σε επίπεδο συλλόγων. Η κορυφαία στιγμή του μέχρι σήμερα παραμένει η θητεία του στην Εθνική Αργεντινής (2008-2010), την οποία οδήγησε στα προημιτελικά του Παγκοσμίου Κυπέλλου του 2010 στη Νότιο Αφρική.

Ο Μαραντόνα μεγάλωσε στα χρόνια του τρόμου της αργεντίνικης χούντας του Βιντέλα και τότε ανέπτυξε την αριστερή πολιτική συνείδησή του. Ο μύθος των γηπέδων αποτύπωσε την ιδεολογική ταυτότητά του στο πόδι του, ζωγραφίζοντάς τη σε τατουάζ με τη μορφή του Φιντέλ Κάστρο, ο οποίος τον περιμάζεψε στην Κούβα και του πρόσφερε έναν ήσυχο παράδεισο για να μπορέσει να αποθεραπευτεί από τα ναρκωτικά.

Το 1984 παντρεύτηκε την παιδική του φίλη Κλαούντια Βιγιαφάνιε, με την οποία απέκτησε δύο κορίτσια. Το 1986 απέκτησε ένα γιο εκτός γάμου, που αναγνώρισε χρόνια αργότερα. Ο γάμος του με την Κλαούντια λύθηκε με διαζύγιο το 2004.

Ακολουθήστε το kefaloniapress.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις