Απαγορεύεται από το δίκαιο της Πνευμ. Ιδιοκτησίας η καθ΄οιονδήποτε τρόπο παράνομη χρήση/ιδιοποίηση του παρόντος, με βαρύτατες αστικές και ποινικές κυρώσεις για τον παραβάτη
Γράφουν Δημήτρης Πώποτας, Άρια Καλύβα
Η αγωγή των 15 εκατ. ευρώ της Μαρίας Καλάβρια, τα σκληρά επιχειρήματα των δύο πλευρών και η δικαστική εξέλιξη της υπόθεσης με φόντο την τεράστια περιουσία του Σάμι Φάις.
Αυτά είναι τα βασικά κομμάτια του δικαστικού θρίλερ που ξεκίνησε την περασμένη Δευτέρα στην αίθουσα 10 του κτιρίου 6 της πρώην Σχολής Ευελπίδων και αναμένεται να κρατήσει πολλούς μήνες. Κι αυτό γιατί η απόφαση δεν έχει εκδοθεί και το πιθανότερο σενάριο είναι να διοριστεί πραγματογνώμονας που θα προχωρήσει στην εκτίμησή της.
Η 51χρονη πρώην σύζυγος του Mr Nike, σύμφωνα με πηγές από την Εισαγγελία, ζητά με την αγωγή της «να υποχρεωθεί ο εναγόμενος να μου καταβάλει εντόκως το ποσό των 15.543.563,30 ευρώ που αντιστοιχεί στο 1/3 της επαύξησης της περιουσίας του (46.630.690 ευρώ) από την ημέρα τελέσεως του γάμου μας και μέχρι την αμετάκλητη λύση του».
Κατά συνέπεια και όπως ορίζει ο νόμος, διεκδικεί το 1/3 της περιουσίας του. Από την άλλη πλευρά, στις προτάσεις που κατέθεσε ο Σάμι Φάις στο Πρωτοδικείο Αθηνών διατείνεται ότι η περιουσία του όχι μόνο δεν αυξήθηκε, αλλά και μειώθηκε κατά μεγάλο ποσοστό που αγγίζει το 70% και από τα 100 εκατ. έπεσε στα 35 εκατ. ευρώ!
Ισχυρισμός τον οποίο η πλευρά της κυρίας Καλάβρια, σύμφωνα με πηγές από την Εισαγγελία, καταρρίπτει υποστηρίζοντας ότι εντός των ετών 1997-2018, δηλαδή την πιο παραγωγική του περίοδο έχοντας μάλιστα και μια απολύτως ισορροπημένη οικογενειακή ζωή, δεν είναι δυνατόν να χάνει αδιαλείπτως και συνεχώς χρήματα, καθώς ξεκίνησε από οκτώ εταιρείες το 1997, για να φτάσει, είκοσι χρόνια μετά, να συμμετέχει σε 58, με τις πληροφορίες να λένε ότι στο σύνολο ξεπερνούν τις εκατό.
Το «ΘΕΜΑ» παρακολούθησε τη δικαστική εξέλιξη στο Πρωτοδικείο και επικοινώνησε με τον δικηγόρο της κυρίας Καλάβρια Γιάννη Μαρακάκη, προκειμένου να διευκρινίσει τους λόγους που η πρώην σύζυγος του επιχειρηματία αποφάσισε να κινηθεί νομικά εναντίον του και να διεκδικήσει το 1/3 της περιουσίας, ωστόσο ο ίδιος δεν θέλησε να προβεί σε καμία δημόσια τοποθέτηση.
«Αλλαξα θρησκεία»
Η αγωγή της κυρίας Καλάβρια σε βάρος του πρώην συζύγου της έπεσε σαν κεραυνός εν αιθρία στους κοσμικούς κύκλους της Αθήνας. Το ζευγάρι είχε ένα βελούδινο διαζύγιο και όλα έδειχναν να εξελίσσονται ομαλά. Τελικά, ο ασκός του Αιόλου άνοιξε με τις δύο πλευρές να είναι ανυποχώρητες και διατεθειμένες να τραβήξουν την κατάσταση στα άκρα, αφού τους τελευταίους μήνες όλες οι προσπάθειες για εξωδικαστικό συμβιβασμό έπεσαν στο κενό.
Προφανώς, η διαφορά στο οικονομικό κομμάτι ήταν μεγάλη και έτσι η υπόθεση οδηγήθηκε στα δικαστήρια. Ξεκινώντας την αγωγή και σύμφωνα με εισαγγελικές πηγές, η κυρία Καλάβρια αναφέρεται στο ιστορικό της σχέσης τους: «Με τον εναγόμενο γνωριστήκαμε τον Ιανουάριο του 1997, όταν ήμουν 26 ετών. Η πρώτη γνωριμία μας έγινε ως εξής: είχα μόλις επιστρέψει από την Ιταλία και η τότε μάνατζέρ μου Μαίρη Δρακοπούλου με προσκάλεσε σε δείπνο με τον Σάμι Φάις, στο πλαίσιο συνεργασίας του πρακτορείου με εκείνον καθώς επρόκειτο να φωτογραφηθώ στην Κέρκυρα για κατάλογο ενδυμάτων ιστιοπλοΐας εταιρείας συμφερόντων του.
Λίγες ημέρες μετά το δείπνο, όταν έγινε η φωτογράφηση, ήρθε και με συνάντησε στην Κέρκυρα. Ακολούθησαν διάφορες συναντήσεις και έξοδοι και άρχισε να αναπτύσσεται μεταξύ μας έντονος συναισθηματικός δεσμός, από τον οποίο είχα ενθουσιαστεί. Ημουν ερωτευμένη και μετά από κάθε συνάντησή μας ερχόμασταν όλο και πιο κοντά. […] Τον Αύγουστο του ίδιου έτους έμεινα έγκυος στον γιο μας. Παρότι ήμουν φοβισμένη για την τεράστια αλλαγή που θα σηματοδοτούσε η εγκυμοσύνη στη ζωή μου και με την καριέρα μου σε ανοδική πορεία, αποφασίσαμε από κοινού να δημιουργήσουμε οικογένεια για να επισημοποιήσουμε τη σχέση μας».
Στις επόμενες γραμμές της αγωγής η κυρία Καλάβρια αναφέρεται σε μια σημαντική απόφαση που πήρε προκειμένου να ενωθεί με τα δεσμά του γάμου: «Ο εναγόμενος έθεσε ως προϋπόθεση για την τέλεση του γάμου μας την αλλαγή από εμένα θρησκεύματος και από χριστιανή ορθόδοξη να ασπαστώ τη θρησκεία του, τον Ιουδαϊσμό, καθώς επιθυμούσε τα παιδιά μας να μεγαλώσουν ως εβραίοι. Η αλλαγή θρησκείας ήταν μια πολύ σοβαρή προσωπική απόφαση ζωής, στην οποία τελικώς προχώρησα γιατί αγαπούσα πολύ τον άνδρα μου και πατέρα του παιδιού μου.
Αυτό όμως σήμανε μια μακρά διαδικασία κατήχησης, που διήρκεσε έναν ολόκληρο χρόνο και περιελάμβανε πολύωρη προσωπική μελέτη και ιδιαίτερο μάθημα τέσσερις φορές την εβδομάδα με τον ραβίνο Αράρ, προκειμένου να εμβαπτιστώ στο δόγμα και τις αρχές της νέας μου θρησκείας. Τον Νοέμβριο του 1998 βαπτίστηκα στην Εβραϊκή Συναγωγή της Αθήνας στο Θησείο, παρουσία 40 ραβίνων, αφού προηγουμένως πέρασα με επιτυχία την προφορική εξέταση στην οποία μου υπέβαλαν ερωτήσεις αναφορικά με τη θρησκευτική τους ιστορία και τις παραδόσεις τους».
Για να στηρίξει την αγωγή της η κυρία Καλάβρια αναφέρεται στο κομμάτι της επαγγελματικής της σταδιοδρομίας: «Η απόλυτη προσήλωσή μου και η αποκλειστική ενασχόλησή μου με την ανατροφή των παιδιών μας με οδήγησαν να εγκαταλείψω τα επαγγελματικά μου σχέδια, τα επαγγελματικά μου ταξίδια και την καριέρα που είχα χτίσει στην Ελλάδα και το εξωτερικό ώστε να αφοσιωθώ στην οικογένειά μου. Η απόφαση αυτή δεν ήταν εύκολη, καθότι ήμουν μικρή σε ηλικία, είχα όνειρα και μια πολλά υποσχόμενη καριέρα, κυρίως όμως από πολύ μικρή είχα μάθει να είμαι ανεξάρτητη. […] Με τα χρόνια η νηνεμία του έγγαμου βίου μας με τον αντίδικο μεταβλήθηκε.
Σε γενικές γραμμές είχε διαμορφωθεί μονομερώς από αυτόν μια ιδιότυπη έγγαμη συμβίωση, όπου εγώ στωικά ασχολούμην με τα του οίκου και των παιδιών αναλαμβάνοντας ρόλο συντονιστικό, συνδετικό, εξισορροπητικό και ο εναγόμενος με τις επιχειρήσεις αλλά και το ευ ζην του αδιαφορώντας εν πολλοίς για εμένα και τα παιδιά του. Μετά το πέρας της εργασίας του συνήθως ακολουθούσαν επαγγελματικά δείπνα και συναντήσεις, με αποτέλεσμα να μη διαθέτει ποιοτικό χρόνο για τη σύζυγο και τα τέκνα του. Ο εναγόμενος ρύθμιζε το πρόγραμμά του με βάση τους δικούς του ρυθμούς και τις δικές του προσωπικές ανάγκες για διασκέδαση ή χαλάρωση, με αποτέλεσμα εγώ συχνά όχι απλώς να αισθάνομαι, αλλά και να είμαι εν τοις πράγμασι μόνη, παραμελημένη και εγκλωβισμένη».
Η προφυλάκιση
Η πρώην κυρία Φάις, για να δείξει πόσο βοήθησε τον σύζυγό της, αναφέρεται και στην περιπέτεια που είχε ο επιχειρηματίας το 2001: «Ο εναγόμενος κατηγορήθηκε για απάτη σε βαθμό κακουργήματος για το αδίκημα της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και παράβαση της χρηματιστηριακής νομοθεσίας. Στις 23 Μαρτίου του 2001 προφυλακίστηκε με όλες τις κατηγορίες με επίκεντρο την εταιρεία Μακεδονικά Κλωστήρια, βασικός μέτοχος της οποίας ήταν στο παρελθόν ο επιχειρηματίας Βασίλης Ζούλοβιτς. […]
Βρέθηκα σε πολύ δύσκολη θέση με δύο μικρά παιδιά στο σπίτι και χωρίς να γνωρίζω το παραμικρό για το παρασκήνιο της ποινικής του εμπλοκής, καθώς δεν μοιραζόταν μαζί μου λεπτομέρειες της επιχειρηματικής του δραστηριότητας ή της επαγγελματικής του καθημερινότητας και πάγια τακτική του ήταν να με κρατάει στο σκοτάδι. Αναγκάστηκα να προσλάβω 24ωρη ασφάλεια διότι η οικογένειά μου δεχόταν απειλές με ανώνυμες επιστολές και ήταν εξαιρετικά επισφαλές ακόμη και να κυκλοφορήσουμε εγώ και τα παιδιά μου χωρίς προστασία. Επιπροσθέτως, μόνο και μόνο επειδή ήμουν σύζυγός του, είδα την προσωπική μου ζωή κρεμασμένη στα μανταλάκια και φωτογραφίες μου να κυκλοφορούν καθημερινά στον Τύπο και τα κανάλια της εποχής, με την αναπόφευκτη συνειρμική μου ταύτιση στη συνείδηση του κοινού με την ποινική αυτή υπόθεση. Δύο μήνες μετά ο εναγόμενος αφέθη ελεύθερος και τελικά τον Ιούνιο του 2004 απηλλάγη των κατηγοριών με αμετάκλητο βούλευμα».
Οπως προκύπτει από την αγωγή, συνεργάτες της κυρίας Καλάβρια έκαναν έρευνα πολλών μηνών προκειμένου να διαπιστωθεί το μέγεθος της οικονομικής επιφάνειας του κ. Φάις για να προχωρήσει η πρώην σύζυγός του στη διεκδίκηση μέρους αυτής. Οπως αναφέρεται στις προτάσεις που κατατέθηκαν: «Η έρευνα αναφορικά με τα περιουσιακά στοιχεία του εναγόμενου περιορίστηκε μόνο σε 12 εταιρείες διότι ήταν οικονομικά αδύνατο να διευρύνω την έρευνα σε όλες τις εταιρείες που πραγματικά συμμετείχε και είλκε συμφέροντα ο εναγόμενος κατά την επίμαχη περίοδο του έγγαμου βίου. Το σύνολο των εταιρειών σε Ελλάδα και εξωτερικό που πραγματικά συμμετείχε ξεπερνά τις 100, ωστόσο ήταν αδύνατο με τα μέσα που διαθέταμε να εισφέρω ενώπιόν σας ακλόνητες αποδείξεις προς τούτο».
«Σανίδα σωτηρίας»
Στις προτάσεις που κατέθεσε η πλευρά του κ. Φάις παρουσιάζεται μια διαφορετική εικόνα για τα χρόνια του έγγαμου βίου, την κυρία Καλάβρια αλλά και την περιουσία. Ο επιχειρηματίας με ιδιαίτερα αιχμηρό και επιθετικό ύφος αμφισβητεί ακόμα και τον τρόπο που γνωρίστηκαν μιλώντας για τυχαία συνάντηση με την κυρία Μαίρη Δρακοπούλου, στο πλαίσιο αγοράς ενός αυτοκινήτου και όχι σε συνεργασία που είχε με την εταιρεία του.
Σύμφωνα με τα έγγραφα που έχουν κατατεθεί στο δικαστήριο και όπως τονίζουν στο «ΘΕΜΑ» εισαγγελικές πηγές προκύπτει ότι: «Ομοίως αβάσιμα και προς δημιουργία μόνο εντυπώσεων είναι και όλα τα αναφερόμενα στην αγωγή της αντιδίκου περί δήθεν μεγάλης και σπουδαίας καριέρας της στο εξωτερικό και την Ελλάδα, τις εμφανίσεις της στην εκπομπή “Πρωινός καφές” της Ρούλας Κορομηλά ή στην εκπομπή “Κάνε ό,τι κάνω” του αείμνηστου Σάκη Μπουλά, την οποία καριέρα δήθεν εγκατέλειψε για χάρη μου, πράγμα που ευκόλως μπορεί να διαπιστώσει το δικαστήριο αν η αντίδικος υποχρεωθεί να προσκομίσει τις φορολογικές της δηλώσεις όλων των ετών από τη συμμετοχή της στα Καλλιστεία του ΑΝΤ1, όπου αυτή κατέκτησε, όπως αναφέρει στην αγωγή της, τον τίτλο της αναπληρωματικής Μις Ελλάς μέχρι και τον γάμο μας.
Στην πραγματικότητα, απ’ όλα τα ανωτέρω η αντίδικος δεν μπορούσε να καλύψει ούτε τα προσωπικά της έξοδα, ζούσε μέσα στην οικονομική και επαγγελματική αβεβαιότητα και τον ανταγωνισμό, καθώς και τις αντιζηλίες όλων των συναδέλφων της, όπως η ίδια μου είχε τότε εξομολογηθεί. Οπότε, όταν με γνώρισε, είδε στο πρόσωπό μου τη σανίδα σωτηρίας της από τον ασταθή και αβέβαιο κόσμο της μόδας και την είσοδό της σε έναν άλλον κόσμο χωρίς οικονομικές έγνοιες, στον οποίο δεν είχε ποτέ της φανταστεί ότι θα μπορούσε να μπει και ο οποίος θα εξασφάλιζε στην ίδια -και όχι μόνο- μια οικονομικά απόλυτα εξασφαλισμένη ζωή σε βίλες με υπηρέτες, προσωπικό οδηγό, φύλακες, πολυτελή αυτοκίνητα, εξοχικές κατοικίες στα πλέον ακριβά μέρη της Ελλάδας (Μύκονος, Αράχωβα), θαλαμηγούς, ταξίδια στο εξωτερικό στα πλέον ακριβά μέρη, πιστωτικές κάρτες με όριο 30.000 ευρώ τον μήνα, το οποίο αυτή, λόγω της καταναλωτικής της μανίας και επιδεικτικής σπατάλης για ρούχα, καλλυντικά, συνεχώς υπερέβαινε».
«Πίεζε να παντρευτούμε»
Σε άλλο σημείο ο κ. Φάις αναφέρεται στην οικονομική κατάσταση της κυρίας Καλάβρια: «Επίσης, το πρώτο καλοκαίρι μετά τη γνωριμία που ήμασταν μαζί διακοπές στη Μύκονο, η αντίδικος ήταν συνεχώς στενοχωρημένη και φαινόταν πολύ προβληματισμένη. […] Μου δήλωσε ότι είχε καθυστερημένα γραμμάτια για ένα αυτοκίνητο Suzuki Vitara που είχε αγοράσει και της έδωσα πάλι χρήματα για να εξοφλήσει το συγκεκριμένο χρέος. […] Αβάσιμα είναι και τα αναφερόμενα στην αγωγή σχετικά με τη σχέση μας και τον γάμο μας. Συγκεκριμένα, εκείνη ήταν που τελικά με κυνήγησε και όχι το αντίθετο. Την εποχή εκείνη ήμουν περίπου 40 ετών, χορτασμένος απ’ όσα ένας νέος άνδρας θα επιθυμούσε στη ζωή του, είχα ήδη μια εκτός γάμου κόρη, ηλικίας σήμερα 31 ετών, και επειδή είχα από προηγούμενες σχέσεις μου πολλές αρνητικές εμπειρίες στη ζωή μου είχα αποφασίσει να μην παντρευτώ.
Εξαρχής είχα γνωστοποιήσει αυτό στην αντίδικο και όχι μόνο το είχε αποδεχθεί, αλλά και έπαιρνε με κοινή μας συμφωνία σχετικές προφυλάξεις για να μη μείνει έγκυος. Γι’ αυτό και όταν μου ανακοίνωσε τον Αύγουστο του 1997 ότι είναι έγκυος εξεπλάγην. Της δήλωσα πάντως ότι θα αναγνωρίσω το παιδί και θα αναλάβω, όπως έκανα και με την πρώτη μου κόρη, όλα τα έξοδα για τη διαβίωση, τις σπουδές και την επαγγελματική του αποκατάσταση. Προς έκπληξή μου, η αντίδικος αξίωνε φορτικά, παρά τη σχετική συμφωνία μας, να παντρευτούμε. Οπότε της εξέφρασα προσθέτως και έναν ακόμη λόγο για την άρνησή μου αυτή, που συνίστατο ότι κατά την ιουδαϊκή θρησκεία τα παιδιά παίρνουν το θρήσκευμα της μητέρας και όχι του πατέρα, πιστεύοντας ότι αυτό θα την έπειθε να δεχθεί την άρνησή μου, πλην όμως εκείνη όχι μόνο δεν πτοήθηκε από αυτό, αλλά η ίδια μου δήλωσε ότι είναι διατεθειμένη να αλλάξει θρησκεία και να ασπαστεί τον Ιουδαϊσμό».
Οι χρυσές κάρτες
Αλλά και σχετικά με τον γάμο, τη συμβίωση και τα παιδιά τους ο κ. Φάις παρουσιάζει μια εντελώς διαφορετική εκδοχή των πραγμάτων: «Η συμβίωσή μου με την αντίδικο τα πρώτα πέντε χρόνια του γάμου μας υπήρξε ανέφελη και αρμονική. Η αντίδικος στο τεράστιο σπίτι μου, από την αρχή του γάμου μας και μέχρι το τέλος αυτού, δεν έκανε καμία απολύτως οικιακή δουλειά διότι είχα πολυάριθμο εσωτερικό, όλο το 24ωρο, προσωπικό, το οποίο εγώ ασφαλώς είχα προσλάβει και πλήρωνα και έκανε όλες τις οικιακές δουλειές, πλύσιμο, σιδέρωμα, μαγείρεμα, καθαριότητα, φροντίδα κήπου, ασφάλεια σπιτιού, εξωτερικές δουλειές κ.λπ. Επίσης, αποκλειστικά και μόνο εγώ ασχολούμην με την όλη οργάνωση των κοινωνικών εκδηλώσεων στο σπίτι μας, ήτοι την επιλογή των καλεσμένων, το μενού κ.λπ., διότι εγώ είχα και τον σχετικό επώνυμο κοινωνικό κύκλο (επιχειρηματίες, εφοπλιστές, πολιτικοί, καθηγητές πανεπιστημίου, καλλιτέχνες κ.λπ.), αλλά και τις γνωριμίες με εκείνους που θα έκαναν το σχετικό catering, θα παρείχαν τη σχετική φύλαξη και προστασία, οπότε ο ρόλος της αντιδίκου ήταν όλος δευτερεύων και σχεδόν διακοσμητικός.
Σχετικά με τα παιδιά μας, ήμουν ο μόνος που ασχολούμην, διότι η αντίδικος όχι μόνο δεν είχε τις σχετικές γνώσεις, αλλά από επιλογή της ούτε και το ενδιαφέρον, το οποίο, σημειωτέον, μονοπωλούσαν τα κοσμικά και γενικά η εικόνα της, ο χορός της κ.λπ., να ασχοληθεί σε ποια σχολεία θα πάνε, σε ποια μαθήματα θα κάνουν ιδιαίτερα. […] Είναι αξιοσημείωτο ότι τα παιδιά μας έκαναν ιδιαίτερα μαθήματα ήδη από την Α’ Δημοτικού που οι εκπαιδευτικές τους ανάγκες ήταν ασήμαντης δυσκολίας, οπότε ακόμη και η αντίδικος, που ήταν από μέτρια έως κακή μαθήτρια (είχε μείνει στην ίδια τάξη, γι’ αυτό και στην Α’ Λυκείου έγινε συμμαθήτρια με τη νεότερή της και ήδη γραμματέα μου), θα μπορούσε να ανταποκριθεί στην επίβλεψη της μελέτης και σε σχετική βοήθεια, πλην όμως εκείνη αρνείτο να ασχοληθεί, παρότι ήταν στο σπίτι και της το είχα ζητήσει επιμόνως, με την αστεία και απαράδεκτη για μητέρα δικαιολογία της ότι δεν είχε υπομονή».
Στη συνέχεια, ο κ. Φάις αναφέρεται και στην πολυτελή ζωή κατακεραυνώνοντας για άλλη μία φορά την πρώην σύζυγό του: «Λόγω της αγάπης μου για το τένις και το σκι, θαλάσσιο και βουνού, από τα πρώτα σχολικά χρόνια των παιδιών μας μύησα αυτά, αλλά και την ίδια στα σπορ αυτά κάνοντας πολλές φορές μαζί τους τόσο στην Ελλάδα πηγαίνοντας με αυτοκίνητο ή τη θαλαμηγό μου στα πλέον γνωστά και τουριστικά μέρη, αλλά και σε πολλούς γνωστούς χειμερινούς προορισμούς στο εξωτερικό (Ελβετία, Βόρεια Ιταλία, Αυστρία).
Ταξίδια
Η αντίδικος, ενώ την πρώτη πενταετία του γάμου μας έδειχνε να απολαμβάνει την οικογενειακή αυτή ζωή και μας ακολουθούσε στα ταξίδια μας, στη συνέχεια άρχισε να αποστασιοποιείται και να μη μας ακολουθεί επικαλούμενη κόπωση, οπότε πήγαινα μόνος μου με τα παιδιά. Ακολούθως, η αντίδικος άρχισε να ασχολείται εμμονικά με τους χορούς λάτιν, λείποντας σε πολυήμερα ταξίδια μαζί με τον προπονητή της στο εξωτερικό, για να λαμβάνει μέρος σε σχετικούς διαγωνισμούς, διαστήματα κατά τα οποία την αποκλειστική φροντίδα και επίβλεψη των παιδιών είχα εγώ.
Παράλληλα, όλα αυτά τα χρόνια ασχολείτο μετά μανίας αφενός μεν με τα κοσμικά παρακολουθώντας όλες τις σχετικές εκπομπές στα τηλεοπτικά κανάλια και διαβάζοντας όλα τα γνωστού ύφους και ποιότητας σχετικά περιοδικά, με τα οποία ήταν γεμάτο το σπίτι μας, δίνοντας απαράδεκτα πρότυπα ζωής στα παιδιά μας, αφετέρου δε με το σώμα και την εικόνα της, με αποτέλεσμα για personal trainer στο σπίτι, αγορές καλλυντικών, αρωμάτων, άπειρων ρούχων, αξεσουάρ κ.λπ. να ξοδεύει χωρίς κανένα μέτρο κάθε μήνα ιλιγγιώδη ποσά, να υπερφορτώνει τις πιστωτικές της κάρτες υπερβαίνοντας συνεχώς το υψηλότατο μηνιαίο όριό τους των 30.000 ευρώ και δεν συμμορφωνόταν παρά τις παρατηρήσεις μου, με αποτέλεσμα να επέλθει η αποξένωσή μας, να κλονιστεί ο γάμος μας, να αποχωρήσω από την οικία και να επέλθει η συναινετική λύση του γάμου μας».