Ο Θανάσης Σαβαΐδης μιλά στο Travel.gr για την καθημερινότητά του στο Τρίστενο Ζαγορίου
O Θανάσης Σαβαΐδης, 33 χρονών σήμερα, έχει γεννηθεί, μεγαλώσει και ζήσει έως τα 22 του χρόνια στην Αθήνα. Όμως, η αγαπημένη του περίοδος κάθε χρόνο ήταν η καλοκαιρινή και πασχαλινή επίσκεψη στο χωριό καταγωγής του στο Τρίστενο Ζαγορίου.
«Μάλλον ήρθα πρώτη φορά στην κοιλιά της μητέρας μου, ήταν έγκυος την εποχή που ανακαινίζαμε το σπίτι», λέει στο Travel.gr. Πριν περίπου 12 χρόνια, στο αποκορύφωμα της ελληνικής κρίσης, πήρε την απόφαση να εγκατασταθεί μόνιμα εκεί. «Είχα τελειώσει το στρατιωτικό μου, είχα βγάλει επαγγελματικά διπλώματα για οδηγός αλλά όπου πήγαινα να ζητήσω δουλειά απαιτούσαν προϋπηρεσία, δούλευα ως σερβιτόρος σε ένα catering που φαλίρισε. Μετά πήγα σε συγγενείς στην Αμερική με την προοπτική να δουλέψω σε εστιατόριο που είχαν εκεί. Δεν μου άρεσε. Πήρα την απόφαση να εγκατασταθώ μόνιμα στο χωριό. Ούτως ή άλλως, ήταν το αγαπημένο μου μέρος από μικρό παιδί. Υπήρχε ένα σπίτι σε καλή κατάσταση, δεν είχα λόγο να το πολυσκεφτώ. Αρχικά έκανα διάφορες δουλειές και μαστορέματα. Πριν 6 χρόνια κατάφερα να πάρω την άδεια να λειτουργήσω το κοινοτικό καφενείο.
Ο Θανάσης επένδυσε αρκετά χρήματα και κυρίως προσωπική εργασία και κατάφερε να κάνει το καφενείο-ταβέρνα σημείο αναφοράς για το χωριό των όχι παραπάνω από 30 μόνιμων κατοίκων τον χειμώνα.
«Μπορεί να ακούγονται λίγοι αλλά στην περιοχή υπάρχουν και ακόμα μικρότερα χωριά με μονοψήφιο αριθμό κατοίκων» σημειώνει. Η πιο κλασική ερώτηση που ακούει από φίλους στην Αθήνα ή ανθρώπους που γνωρίζει τυχαία είναι αν έχει μετανιώσει για την επιλογή του: «Είμαι πια 12 χρόνια εδώ, αν είχα μετανιώσει δεν θα με βλέπατε στο καφενείο».
Άλλωστε, η δουλειά και το μεράκι φαίνονται και στον απλό αλλά πεντακάθαρο και προσεγμένο χώρο όπως και στις γεύσεις που δοκιμάσαμε.
Το Τρίστενο βρίσκεται στο ανατολικό Ζαγόρι. Τα χωριά εκεί δεν έχουν την τουριστική ανάπτυξη άλλων Ζαγοροχωρίων. Ένας λόγος γι’ αυτό είναι ότι τα σπίτια δεν έχουν τα στοιχεία παραδοσιακής αρχιτεκτονικής που συναντάς σε χωριά όπως το Πάπιγκο.
«Το χωριό μας υπέστη μεγάλες καταστροφές από τους Γερμανούς στη διάρκεια της Κατοχής, καθώς και στον Εμφύλιο. Γι’ αυτό και βλέπεις τα σπίτια εδώ να μην είναι πετρόχτιστα αλλά νεότερη κατασκευής» εξηγεί.
«Παρόλα αυτά, αξίζει να επισκεφθεί κανείς όλα τα χωριά, το καθένα έχει τη δική του ομορφιά. Να διαμείνει σε έναν από τους ωραίους ξενώνες που υπάρχουν στο Φλαμπουράρι ή στη Δολιανή. Να κάνει πεζοπορία στο Epirus Trail. Να επισκεφτεί τη λιμνούλα με τα νούφαρα κοντά στο χωριό μας. Να επισκεφτεί την ιστορική Μονή Θεοτόκου Βουτσάς με τη σπουδαία αρχιτεκτονική η οποία περιβάλλεται από ένα δασώδες τοπίο και να δοκιμάσει τις λαχανόπιτες της περιοχής» προσθέτει ο κ. Θανάσης Σαβαΐδης συμπληρώνοντας ότι «η λαχανόπιτα δεν είναι πίτα με λάχανο. Εδώ λέμε λάχανα όλα τα ζαρζαβατικά και τα χορταρικά. Επιπλέον, αξίζει να δοκιμάσει κανείς τα πεντανόστιμα κρεατικά όπως και τους ντόπιους γίγαντες».
Πάντως και το ίδιο το Τρίστενο είναι πανέμορφο, με τον πέτρινο νερόμυλο, τα πολλά νερά και τα μικρά γεφυράκια να λειτουργούν «αντισταθμιστικά» για την έλλειψη παραδοσιακής αρχιτεκτονικής που συναντά κανείς σε άλλες πλευρές των Ζαγοροχωρίων.
«Πρέπει να είσαι συμφιλιωμένος με τη μοναξιά»
Ο Θανάσης Σαβαΐδης, όπως και οι άλλοι κάτοικοι στα χωριά της περιοχής, προετοιμάζονται για «τον δύσκολο χειμώνα» που ακούν στα ΜΜΕ. «Προσωπικά ανησυχώ, επειδή μου λένε να ανησυχώ. Είμαι προετοιμασμένος όπως κάθε χειμώνα. Έχω τα ξύλα μου, έχω τον κήπο μου, ούτως ή άλλως η ζωή στα χωριά είναι λιγότερο εξαρτημένη από τις καθημερινές αγορές, έχει μεγαλύτερη αυτάρκεια».
Θα πρότεινε σε κάποιον άλλον να ακολουθήσει το παράδειγμα του; τον ρωτήσαμε.
«Εξαρτάται. Καταρχάς, πρέπει να σου αρέσει η φύση. Εμένα αυτό ήταν το βασικό του μου κίνητρο. Να είμαι κοντά στη φύση. Ειδικά αν μιλάμε για ένα τόσο μικρό μέρος. Επίσης, πρέπει να είσαι συμφιλιωμένος με τη μοναξιά. Δεν μιλάω μόνο για τη δυσκολία του να βρεις πχ. σύντροφο. Μπορεί να περάσεις μέρες και να μην έχεις να μιλήσεις με κανέναν άνθρωπο. Επίσης, είναι δεδομένο ότι ένας άνθρωπος που αποφασίζει να μείνει σε ένα μικρό χωριό πρέπει να είναι προετοιμασμένος να για καθημερινή χειρωνακτική εργασία. Πρέπει να φροντίζεις ο ίδιος να έχεις τα ξύλα για τη θέρμανσή σου, να περιποιείσαι τον κήπο σου. Να καθαρίζεις την περίοδο της χιονόπτωσης. Να περιμένεις ότι θα χρειαστεί να κάνεις ο ίδιος επισκευές στο σπίτι, όχι για λόγους εξοικονόμησης χρημάτων αλλά επειδή θα είναι δύσκολο να βρεις μάστορα. Παρόλα αυτά, για μένα είναι παράδεισος. Πλέον όταν βρίσκομαι στην Αθήνα και βλέπω την κίνηση και τη φασαρία των αυτοκινήτων εκνευρίζομαι. Δεν θα άλλαζα με τίποτα την ησυχία, τη γαλήνη και κυρίως τη φύση του Τρίστενου».