Η σκηνοθέτις και συγγραφέας στη HuffPost. Τα αρχεία σε ΗΠΑ, Ευρώπη και Αυστραλία, οι θησαυροί στα unprocessed materials, οι τρεις νέες ταινίες-ντοκιμαντέρ για την Αθήνα και οι ιστορίες.
«Στην αφήγηση ιστοριών χτυπάει η καρδιά μου. Είναι διαφορετικές μορφές αλλά ο πυρήνας είναι ίδιος. Αφηγείσαι ιστορίες που έχεις στην καρδιά, που σε παθιάζουν. Τα τελευταία χρόνια μετά από πολλά ντοκιμαντέρ νοιώθω επίσης την ανάγκη να γράψω μερικά μυθιστορήματα που έχουν διαμορφωθεί μέσα μου ”χωρίς να με ρωτήσουν”…»
Σεναριογράφος, σκηνοθέτης, παραγωγός, εσχάτως και συγγραφέας, η αεικίνητη Μαρία Ηλιού, που από τη μυθοπλασία έκανε -με επιτυχία- το πέρασμα στο ντοκιμαντέρ, μας συστήνει ξανά το παρελθόν, αυτή την άλλη, περίπου ξένη χώρα, με ένα βλέμμα «μακριά από εθνικιστικές εξάρσεις, μια αντικειμενική ματιά που στηρίζεται στην έρευνα και δεν παρουσιάζει τα πράγματα “άσπρο- μαύρο”».
Για το τελευταίο της ντοκιμαντέρ «Η Αθήνα και η Μεγάλη Ιδέα, 1896-1922» και την ομώνυμη φωτογραφική έκθεση -αμφότερα έως τις 23 Απριλίου, στο Μουσείο Μπενάκη Ελληνικού Πολιτισμού– ανακάλυψε περισσότερες από 1000 φωτογραφίες σε τρεις ηπείρους. Από αυτές χρησιμοποιήθηκαν περί τις 150 στο ντοκιμαντέρ και 70 στην έκθεση -το φθινόπωρο θα εκδοθεί και το φωτογραφικό λεύκωμα με το υλικό, το οποίο επιμελείται αυτές τις μέρες Η Μαρία Ηλιού μιλά στη HuffPost για την περιπέτεια της έρευνας, τις ευτυχείς συμπτώσεις και συναντήσεις, τους θησαυρούς που βρήκε σε κλειστές κούτες που δεν είχε ανοίξει κανείς, την πρόσβαση στα αρχεία του εξωτερικού αλλά και της Ελλάδας, τις τρεις νέες ταινίες της για την Αθήνα -όπως και το νέο βιβλίο της-, την μητέρα της Λήδα Κροντηρά και τη γιαγιά της, τη θρυλική Θεία Λένα, Αντιγόνη Μεταξά..
-Ποια ήταν η μεγαλύτερη έκπληξη, το πιο αναπάντεχο εύρημα για την Αθήνα της περιόδου 1896-1922 που επιφύλαξε η έρευνα σας σε ΗΠΑ, Αυστραλία και Ευρώπη -για να πιάσουμε το νήμα από το τελευταίο σας ντοκιμαντέρ;
Οι φωτογραφίες του Carl Oscar Halldin στην βιβλιοθήκη της Στοκχόλμης! Ήταν στην κυριολεξία αναπάντεχο γιατί δεν είχα πάει στην Στοκχόλμη για έρευνα. Με είχε καλέσει ο πρέσβης μας τότε Δημήτρης Τουλούπας για μια προβολή του «Σμύρνη η Καταστροφή μιας Κοσμοπολίτικης πόλης» στο Nordisca Museum. Η προβολή είχε μεγάλη επιτυχία και με ρώτησε ο κύριος Τουλούπας τι θα ήθελα να κάνω τις επόμενες δύο μέρες που θα έμενα στην Στοκχόλμη. Εκτός από τα μουσεία και τα νησάκια που ήθελα να δω τον ρώτησα αν θα μπορούσε να μου έκλεινε ένα ραντεβού για έρευνα στην βιβλιοθηκη της Στοκχόλμης, ακόμη και σε unprocessed materials, και πράγματι το έκανε.
Δεν είχαμε καμιά πληροφορία από τον ηλεκτρονικό κατάλογο πως είχαν φωτογραφίες της παλιάς Αθήνας, αλλά υπήρχαν πληροφορίες από φίλους ερευνητές πως ίσως υπήρχαν κάποια unprocessed materials. Η βιβλιοθήκη αυτή φιλοξενεί στα υπόγεια τις κινηματογραφικές συλλογές και σε όροφο το φωτογραφικό αρχείο. Εκεί βρήκα καρτέλες που έλεγαν Athen χωρίς καμιά περιγραφή και ζήτησα από την υπεύθυνη, την Ulrike αν θα μπορούσε να ανεβάσει και τους τριάντα φακέλους την ίδια μέρα. Ήταν πολύ συμπαθής και είπε πως θα προσπαθούσε. Ως που να τους ανεβάσει ξανακατέβηκα για έρευνα στα φιλμ και μετά από δύο ώρες μου τηλεφώνησε ξαναμμένη ζητώντας μου να ανέβω επάνω γρήγορα.
Όταν ανέβηκα βρέθηκα μπροστά σε ένα δερματόδετο λεύκωμα του 1906 με καταπληκτικές φωτογραφίες της καθημερινής ζωής στην Αθήνα. Ήταν φωτογραφίες του πολύ σημαντικού φωτογράφου της Σουηδίας Carl Oscar Halldin που ήταν από τους πρώτους Ευρωπαίους φωτογράφους που βγήκαν να φωτογραφίσουν στους δρόμους, έκανε φωτορεπορτάζ. Είχε κληθεί στην Αθήνα από την κυβέρνησή του για τους μεσο-Ολυπιακούς αγώνες του 1906 μαζί με την Σουηδική αποστολή αλλά δεν αρκέστηκε στις φωτογραφίες στο Στάδιο, τράβηξε πάνω από 20 φωτογραφίες μεγάλης ζωντάνιας στην πόλη. Ξεχασμένες εικόνες της ζωής της πόλης που κανείς δεν είχε δει μετά το 1906 ήρθαν στο φως!
-Από το 1896 έως το 1922, η περίοδος που εκτυλίσσεται το ντοκιμαντέρ σας «Η Αθήνα και η Μεγάλη Ιδέα», είναι μία σκληρή 25ετία για την Ελλάδα.
Πράγματι οι Αθηναίοι εκείνη την περίοδο έζησαν πέντε πόλεμους (του 1896, οι δυο Βαλκανικοί, ο πρώτος Παγκόσμιος, η Μικρασιατική εκστρατεία) και έναν εμφύλιο διχασμό. Η Μεγάλη Ιδέα έγινε πραγματικότητα μετά τους δυο Βαλκανικούς, η Ελλάδα διπλασιάστηκε και κατέρρευσε με την μικρασιατική καταστροφή. Πολύ έντονα χρόνια. Οι Αθηναίοι όμως -όπως έδειξε η έρευνα- δεν έχαναν το κέφι τους για ζωή. Αυτήν την περίοδο έχουμε μια μεγάλη άνθιση του μουσικού θεάτρου με τις οπερέτες του Θεόφραστου Σακελλαρίδη αλλά και της επιθεώρησης όπου πρωτοπαρουσιάζονταν τα τραγούδια που αγαπούσαν τόσο οι Αθηναίοι. Ήταν μια αντίδραση στο φόβο του θανάτου που κυριαρχούσε και πολλά από αυτά τα τραγούδια είναι ερωτικά και τα τραγουδάμε ακόμη και σήμερα.
Στην ταινία μας έχουμε υφάνει ένα διπλό αφηγηματικό νήμα του θανάτου και της χαράς της ζωής που αντικατοπτρίζει τους κινδύνους της ζωής εκείνα τα χρόνια από τη μια μεριά και την ανάγκη των Αθηναίων να ξεφύγουν από τον φόβο του θανάτου.
-Για πόσες φωτογραφίες και άλλο οπτικό υλικό συνολικά μιλάμε (πόσες ανακαλύψατε και πόσες επιλέξατε τελικά για την έκθεση);
Πάνω από 1000 φωτογραφίες βρέθηκαν σε τρεις ηπείρους για αυτό το ντοκιμαντέρ. Χρησιμοποιήθηκαν περίπου 150 στο ντοκιμαντέρ και 70 στην έκθεση. Σύντομα, το φθινόπωρο θα εκδοθεί και ένα φωτογραφικό άλμπουμ με αυτό το υλικό που επιμελούμαι αυτές τις μέρες.
-Μπορεί ένα ντοκιμαντέρ μέσα από την αποκάλυψη νέων ντοκουμέντων να αλλάξει την (πιθανώς, παγιωμένη, πιθανώς εξωραϊσμένη) αντίληψη μας για το παρελθόν και την Ιστορία;
Κάθε εποχή βλέπει με άλλη ματιά τα ίδια γεγονότα. Με τις ταινίες μας προσπαθούμε να φέρουμε όχι μόνο άγνωστο οπτικό υλικό αλλά και μια νέα ματιά στην ιστορία μας. Μια ματιά μακριά από εθνικιστικές εξάρσεις, μια αντικειμενική ματιά που στηρίζεται στην έρευνα και δεν παρουσιάζει τα πράγματα «άσπρο- μαύρο». Επίσης μια ματιά που συνδυάζει την μεγάλη Ιστορία με μικρές καθημερινές ιστορίες. Βλέποντας με μια πιο αντικειμενική ματιά το παρελθόν μας, μπορούμε να ζήσουμε ένα καλύτερο παρόν και μέλλον.
-Η ικανότητα να «διαβάζεις» τα πρόσωπα, το περιβάλλον, τη στιγμή, τις κρυμμένες λεπτομέρειες σε μία φωτογραφία εκατό ετών, είναι χάρισμα ή μία δεξιότητα που αποκτάς με τον καιρό;
Είναι και τα δυο. Πρώτα απ′ όλα είναι χάρισμα να μπορείς να επιλέγεις «ζωντανές» φωτογραφίες και να ξέρεις βλέποντας τις πως μπορείς να εστιάσεις με τον κινηματογραφικό φακό σε λεπτομέρειες που θα αποκτήσουν μια δραματουργική διάσταση, θα διηγηθούν ιστορίες. Σίγουρα όμως όσο περνά ο καιρός γίνεσαι πιο έμπειρος.
-Πόσο δύσκολο είναι να αφηγείσαι ξανά την Ιστορία στην ψηφιακή εποχή;
Οι θησαυροί, οι εικόνες -φωτογραφίες ή φιλμάκια- που δεν έχουμε δει και που εμείς ανακαλύπτουμε σε διάφορα αρχεία της Αμερικής, της Ευρώπης και της Αυστραλίας, δεν υπάρχουν στη μεγάλη τους πλειοψηφία στο διαδίκτυο.
-Πόσο σύνθετη και χρονοβόρα διαδικασία είναι η έρευνα για μία ταινία τεκμηρίωσης όσο αφορά την αναζήτηση τόσο παλαιού υλικού;
Και σύνθετη και χρονοβόρα. Η αναζήτηση του οπτικού υλικού για τις ταινίες μας για την Αθήνα από το 1821 έως το 2021, ξεκίνησε το 2005 και ως τώρα έχουν παρουσιαστεί μόνο 2 από τις 5 ταινίες που θα παρουσιάσουμε.
-Η αρχή για τη στροφή σας στο ντοκιμαντέρ έγινε στη Νέα Υόρκη, το 2003, όταν ανακαλύψατε άγνωστο οπτικό υλικό για τη Σμύρνη και για τη μετανάστευση των Ελλήνων στην Αμερική. Θα θέλατε να μοιραστείτε μαζί μας εκείνη την πρώτη εμπειρία;
Παλιότερα έκανα ταινίες μυθοπλασίας μεγάλου μήκους. Η πιο γνωστή είναι η ταινία «Αλεξάνδεια μια ερωτική ιστορία». Στη Νέα Υόρκη έφτασα με μια υποτροφία Fulbright για να δουλέψω το σενάριο μιας άλλης ταινίας μυθοπλασίας που θα εκτυλισσόταν στην Σμύρνη το 1912. Αφού ολοκλήρωσα μερικές γραφές του σεναρίου ένιωσα την ανάγκη να δω φιλμάκια και φωτογραφίες της Σμύρνης -πέρα από τα γνωστά- και ψάχνοντας στην Library of Congess βρήκα ένα άγνωστο φίλμ.
Εξακολουθώντας την έρευνα σε άλλα αρχεία -συγκεκριμένα στην Philadelphia Historical Society έπεσα πάνω σε ένα φάκελο από το αρχείο του Βλαστού του εκδότη του Εθνικού Κήρυκα τα πρώτα χρόνια της λειτουργίας του. Δεν ήταν φωτογραφίες της Σμύρνης αλλά φωτό που είχαν να κάνουν με την μετανάστευση των Ελλήνων στην Αμερική. Μερικές από αυτές τις φωτογραφίες- ειδικά παιδιών στην ηλικία της κόρης μου τότε που δούλευαν πουλώντας εφημερίδες με συγκίνησαν πολύ. Ύστερα μια σειρά από συμπτώσεις -ο Breton θα έλεγε πως είναι το αναγκαστικό τυχαίο- συνάντησα τυχαία κάποιον που ήξερε που ήταν το 1950 το γραφείο του πατέρα μου στην Νέα Υόρκη, η συνάντηση με τον ιστορικό Αλέξανδρο Κιτροέφ, με τον οποίο ξεκίνησε μια συνεργασία που κρατάει ως σήμερα, όλα μαζί μου δημιούργησαν την επιθυμία να κάνω πρώτα ένα ντοκιμαντέρ για τη μετανάστευση των Ελλήνων στην Αμερική και να αφήσω για αργότερα το project για την Σμύρνη.
Τέλος, την ίδια περίοδο, μια ακόμη τυχαία συνάντηση με τον Άγγελο Δεληβορριά στην βιβλιοθήκη Firestone στο Princeton έπαιξε αποφασιστικό ρόλο. Με πρόσεξε να διαβάζω ένα βιβλίο και με πλησίασε -ήταν εκεί εκείνη την περίοδο. Άνοιξε μια συζήτηση μαζί του για αυτήν την ιδέα που είχα και μου ζήτησε να φέρω το project που μόλις είχε αρχίσει να διαμορφώνεται στην φαντασία μου «Το ταξίδι το Ελληνικό όνειρο στην Αμερική», ένα ντοκιμαντέρ και μια φωτογραφική έκθεση στο Μουσείο Μπενάκη. Ήταν τόσο καλή η συνεργασία με μια ομάδα συνεργατών από παλιότερα από την Ελλάδα και μια νέα ομάδα από την Αμερική, και μου ταίριαξε τόσο πολύ η έρευνα σε αρχεία και η μετατροπή αυτού του υλικού σε μυθοπλαστικό υλικό, που μετά το ένα ιστορικό ντοκιμαντέρ, έφερε το άλλο. Το ντοκιμαντέρ για την Σμύρνη το 2012, αργότερα το ντοκιμαντέρ για την Ανταλλαγή, ένα άλλο για την Θεία Λένα, και τα πέντε ντοκιμαντέρ για την Αθήνα, από τα οποία έχουμε παρουσιάσει ως τώρα τα πρώτα δύο. «Η Αθήνα από την Ανατολή στη Δύση, 1821-1896» και «Η Αθήνα και η Μεγάλη Ιδέα 1896-1922», το ντοκιμαντέρ και η φωτογραφική έκθεση που θα παρουσιάζονται ως τις 23 Απριλίου στο Μουσείο Μπενάκη στο Κολωνάκι.
-Δώστε μας μία εικόνα της οργάνωσης και συντήρησης των αρχείων στο εξωτερικό -και δεν ρωτώ μόνο για τη Βιβλιοθήκη του Κογκρέσου, αλλά και για τη θρυλική συλλογή για παράδειγμα, της Pathé.
Στην Library of Congress βρήκαμε στην αρχή μερικούς θησαυρούς σε σχέση με την Αθήνα αλλά σύντομα καταλάβαμε πως οι πραγματικοί θησαυροί ήταν στα unprocessed materials, δηλαδή σε κλειστές κούτες που δεν είχαν ανοίξει ποτέ.
Γιατί; Γιατί δεν είχε υπάρξει χρόνος για να ταξινομηθούν, γιατί οι υπάλληλοι δεν είναι αρκετοί, γιατί οι προτεραιότητες ήταν άλλες και σίγουρα κυρίως η Αμερικανική ιστορία. Και φανταστείτε πως η Library of Congress είναι από τα πιο οργανωμένα αρχεία στον κόσμο! Ως προς την Pathe, υπάρχει μια Pathe στο Λονδίνο, μια στο Παρίσι και υλικό της Pathe στην Αμερική! Πάντως πέρα από το πόσο καλά ή κακά είναι οργανωμένο ένα αρχείο ένα άλλο μεγάλο θέμα είναι η προσβασιμότητα ενός αρχείου. Βρίσκω τα Αμερικανικά αρχεία και πιο καλά ως προς την οργάνωση σε γενικές γραμμές αλλά και πιο «ανοιχτά» και φιλικά στο κοινό. Στην Ευρώπη μερικές φορές τα πράγματα είναι πιο δύσκολα και στην Ελλάδα σε μερικές περιπτώσεις έχουμε ακόμη «κλειστά» αρχεία.
-Τελικά, μυθοπλασία ή ντοκιμαντέρ; Που χτυπάει η καρδιά σας;
Και στα δύο. Στην αφήγηση ιστοριών χτυπάει η καρδιά μου. Είναι διαφορετικές μορφές αλλά ο πυρήνας είναι ίδιος. Αφηγείσαι ιστορίες που έχεις στην καρδιά, που σε παθιάζουν. Τα τελευταία χρόνια μετά από πολλά ντοκιμαντέρ νοιώθω επίσης την ανάγκη να γράψω μερικά μυθιστορήματα που έχουν διαμορφωθεί μέσα μου «χωρίς να με ρωτήσουν».
-Εκτός των άλλων, υπάρχει και ένα βιβλίο, το πρώτο σας μυθιστόρημα με τίτλο «Μία φιλία στη Σμύρνη», η συγγραφή του οποίου ξεκίνησε πριν από χρόνια και κυκλοφόρησε μόλις πέρυσι.
Το πρώτο έναυσμα για αυτό το μυθιστόρημα ήταν το σενάριο της ταινίας που είχα γράψει το 2005 να το μετατρέψω σε μυθιστόρημα αλλά τελικά βγήκε κάτι εντελώς διαφορετικό. Το μυθιστόρημα «Μια Φιλία στην Σμύρνη» είναι μια ιστορία ενηλικίωσης τεσσάρων φίλων, της Άννας, του Ρεσάτ, του Ισάακ και της Ρόζα σε ένα κοσμοπολίτικο σκηνικό από το 1912 έως το 1922 και με έναν επίλογο το 1962.
Το έγραψα στο χέρι -ήταν σαν το ασυνείδητο να κατοικούσε πιο πολύ στην γραφή στο χέρι- την περίοδο της πανδημίας που έζησα στο σπίτι μας στην Αττική, κοντά στην θάλασσα, ένα σπίτι όπου στον κήπο ανθίζει μόνο ότι άνθιζε στην Σμύρνη, σύμφωνα με την επιθυμία του Σμυρνιού πατέρα μου, του Αντρέα. Ήταν μια περίοδος (περίπου ενάμισης χρόνος) που δεν μπορούσαμε να κάνουμε ούτε γύρισμα, ούτε μοντάζ, δεν έγινε παράλληλα με τις ταινίες και υπήρχε χρόνος μόνο για αυτό.
-Το ντοκιμαντέρ και η έκθεση «Η Αθήνα και η Μεγάλη Ιδέα, 1896-1922» είναι όπως είπατε, το δεύτερο από τα συνολικά πέντε έργα για την ιστορία της σύγχρονης Αθήνας που θα ακολουθήσουν τα επόμενα χρόνια.
Θα ακολουθήσουν τρεις ταινίες-ντοκιμαντέρ, μιάμιση ώρα η κάθε μια, «Η Αθήνα των συγκρούσεων, 1922-1950», «Η Αθήνα μεγαλούπολη, 1950-1974» και «Η Αθήνα της Ευρώπης, 1974-2021».
Επίσης ένα μυθιστόρημα με τίτλο «Μεσαία Κύματα» που εκτυλίσσεται την δεκαετία του 1960 στην Αθήνα στην ελληνική ραδιοφωνία.
-Είστε κόρη της Λήδας Κροντηρά και εγγονή της θρυλικής Αντιγόνης Μεταξά. Πώς ήταν να μεγαλώνεις με δύο τόσο δυναμικές και χαρισματικές γυναίκες στο πλευρό σου;
Άλλοτε υπέροχο και άλλοτε δύσκολο. Πολύ ωραίο στην παιδική μου ηλικία και πιο δύσκολο προς το τέλος της εφηβείας και την αρχή της ενηλικίωσης. Αγαπούσα πάρα πολύ και θαύμαζα τη γιαγιά μου και την μητέρα μου αλλά το ότι η γιαγιά μου ήταν τόσο γνωστή μου δημιουργούσε κάποια αμηχανία γιατί δεν ήθελα να είμαι κυρίως η εγγονή της Θείας Λένας αλλά κυρίως ο εαυτός μου, ένας εαυτός που προσπαθούσε τότε να βρει το δρόμο του.
Αλλά μόλις τέλειωσα τις σπουδές και άρχισα να κάνω ταινίες, γύρω στα 27 μου η αμηχανία εξαφανίστηκε και έδωσε πάλι χώρο στην χαρά της επικοινωνίας και της ζεστασιάς με τους αγαπημένους μου στην οικογένειά μου. Νοιώθω μεγάλη ευγνωμοσύνη για όλα αυτά που μου προσφέρθηκαν απλόχερα. Αγάπη για την ζωή, την τέχνη, περιέργεια, δημιουργικότητα, η ιδέα να επιμένεις, η ιδέα της προσφοράς, μεγάλη τρυφερότητα, αγάπη και μέριμνα. Σπουδαίες γυναίκες η κάθε μια με τον τρόπο της και με μεγάλη προσφορά στον τόπο μας.