Κρίστη Στασινοπούλου: «Έχω φάει τη νύχτα με το κουτάλι, προτιμώ πια να κάθομαι σπίτι»

45

Όλοι τη ρωτούν για τον Παύλο Σιδηρόπουλο όμως έχει ζήσει περισσότερα δίπλα στην Αλίκη Βουγιουκλάκη. Έχει εκπροσωπήσει την Ελλάδα στην Eurovision, αισθάνεται περήφανη που μεγαλώνοντας κατέληξε να κάνει μόνο πράγματα που της αρέσουν. Έχει γυρίσει τον κόσμο με τον Στάθη Καλυβιώτη και τη μουσική τους, μόλις κυκλοφόρησε ένα βιβλίο για τα ταξίδια τους που μετράνε πια 25 χρόνια.

Γεννήθηκα και μεγάλωσα στην Αθήνα, ανάμεσα στα Εξάρχεια και την περιοχή Μουσείου, πλάι στον Λόφο του Στρέφη. Ως νήπιο έπαιζα στο Πεδίον του Άρεως. Ως παιδί με έπαιρνε η μητέρα μου μαζί για ψώνια στη σαββατιάτικη λαϊκή της Καλλιδρομίου. Εκείνο το πανύψηλο, πέτρινο αρχοντικό με την επιγραφή ΑΙΟΛΟΣ, αριστερά στην αρχή του δρόμου, έστεκε ήδη από τότε ερειπωμένο και μισογκρεμισμένο. Τρελαινόμουν να το χαζεύω και να φτιάχνω με τον νου μου ιστορίες για τον μυστηριώδη, ηλικιωμένο κάτοικό του. Στα χρόνια της εφηβείας και την εποχή της Μεταπολίτευσης πέρναγα ατέλειωτες ώρες στο θρυλικό δισκάδικο των αδελφών Φαληρέα, το πρώτο Pop 11, στο υπόγειο της Σκουφά. Εκεί άκουγα τα διάφορα σπάνια βινύλια εισαγωγής, έψαχνα τα underground, ψυχεδελικά ή progressive rock συγκροτήματα της εποχής.

• Από μικρή διάβαζα πολύ και με μανία, από Παπαδιαμάντη μέχρι Σεφέρη, Εμπειρίκο και Κουτρουμπούση, από Πηνελόπη Δέλτα μέχρι Μαρία Μήτσορα, από Ιούλιο Βερν, μέχρι Τίμοθι Λίρι, Τζέρι Ρούμπιν και Άλεν Γκίνσμπεργκ, που τους αγόραζα στα αγγλικά ακόμα τότε από το βιβλιοπωλείο της Ντενίς, στα πίσω δωμάτια του Pop 11.

• Ανέκαθεν είχα μια έφεση, μια λαχτάρα για την τέχνη κάθε είδους. Είχα συνεχώς την ανάγκη να εκφράζομαι. Το να απλώνω ένα χρώμα πάνω στο χαρτί με ένα βαρύ από τη νερομπογιά πινέλο είναι η πιο έντονη, νηπιακή μου μνήμη εκστατικής χαράς. Το ίδιο ένιωθα και με το τραγούδι, αλλά και με τον χορό και με τα κάθε λογής ακραία ακροβατικά που έκανα συνεχώς, άλλοτε για… φιγούρα στους γύρω μου άλλοτε, όπως εξηγούσα, «γιατί μου άρεσε να βλέπω τον κόσμο ανάποδα».

Για πολλά χρόνια δεν την ήθελα πια αυτή την πόλη. Αυτό όμως τελευταία άλλαξε. Επηρεάστηκα πολύ από το πόσο ποιητικά αποτυπώνουν στις μέρες μας την αθηναϊκή «ασχήμια» κάποιοι Αθηναίοι ζωγράφοι, κομίστες, γραφίστες της νέας γενιάς, που μεγάλωσαν συμφιλιωμένοι με αυτό που εμένα με χάλαγε τις τελευταίες δεκαετίες.

• Τελειώνοντας το Λύκειο πέρασα από ένα σωρό διαφορετικές σχολές και επαγγελματικές αποφάσεις. Π.χ. από τη Σχολή Δοξιάδη, όπου για κάμποσους μήνες σπούδασα σχέδιο. Δεν θυμάμαι τι με χάλασε εκεί και κάποια στιγμή σταμάτησα. Παράλληλα, πέρασα από το Πινδάρειο Ωδείο, όπου δίδασκε κλασικό τραγούδι η Ναυσικά Βουτυρά. Αλλά το σταμάτησα κι αυτό μετά από δυο-τρία χρόνια, όταν άρχισα να συνειδητοποιώ ότι η κλασική τοποθέτηση της φωνής παρήγε έναν ψεύτικο ήχο που καθόλου δεν μου άρεσε. Με έθλιβαν και τα διάφορα κουτσομπολιά που άκουγα, η μία επίδοξη πριμαντόνα να θάβει την άλλη.
• Πέρασα και από δύο δραματικές σχολές, τη Σχολή του Θεάτρου Τέχνης, όσο ζούσε ακόμα ο Κουν, και τη Σχολή του Κατσέλη, όσο ζούσε κι εκείνος, ο επίσης σπουδαίος δάσκαλος. Όμως το θέατρο δεν με ενδιέφερε, δεν με ενδιαφέρει να ερμηνεύω ρόλους, προτιμώ την άμεση έκφραση που βγαίνει μέσα από τα δικά μας, προσωπικά ή συλλογικά βιώματα.

Facebook Twitter Εκείνο που θα ήθελα να πω σε σχέση με την ελληνική παραδοσιακή μουσική –με κυρίαρχο το ρεμπέτικο τραγούδι, και όχι μόνο– είναι ότι τα τελευταία χρόνια ένα μεγάλο ποσοστό νέων μουσικών σε όλο τον κόσμο που ψάχνονται με εναλλακτικούς ήχους και μουσικούς δρόμους ακούει, παίζει, μελετά και χορεύει ελληνικά παραδοσιακά τραγούδια και μουσική, από τη Δύση και τον Βορρά της Ευρώπης και της Αμερικής, μέχρι την Ιαπωνία. Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/LIFO
• Ως προς τον χορό, ευτύχησα να περάσω από πολύ σημαντικούς και αγαπητούς σε μένα δασκάλους, την Ηρώ Σισμάνη, τον σπουδαίο Γιάννη Μέτση και διάφορους πολύ ενδιαφέροντες ξένους χορευτές-δάσκαλους που δίδαξαν κατά καιρούς στο Χορευτικό Εργαστήρι της Αλεξάνδρας Τσουκαλά στη Σόλωνος.

• Παράλληλα με όλα αυτά, σπούδαζα και στο Κολέγιο Deree στην Αγία Παρασκευή με διπλό μέιτζορ, όπως ονομάζουν οι Αμερικανοί την εξειδίκευση, το ένα ήταν Φιλοσοφία και το άλλο Οικονομικά. Στα μαθήματα για το πρώτο μέιτζορ πρωτάκουσα και διάβασα για τους στωικούς φιλοσόφους, τους κυνικούς και τους επικούρειους, νομίζω μου έσωσαν τη ζωή εκείνα τα μαθήματα. Όμως κάποια άλλα, υποχρεωτικά, που ανήκαν στον κλάδο των Οικονομικών και τα παρακολουθούσα από υποχρέωση, μού ήταν ακατανόητα και δυσάρεστα. Κι έτσι το παράτησα το κολέγιο λίγο πριν από το δίπλωμα. Έπιασα δουλειά ως γραμματέας για να είμαι ανεξάρτητη και λίγους μήνες μετά διάβασα σε μια εφημερίδα για το ανέβασμα της ελληνικής παραγωγής του Jesus Christ Superstar. Μιλάμε για τα τέλη της δεκαετίας του ’70!

• Στην οντισιόν για τους ρόλους του έργου, στο Θέατρο Καλουτά, στην Πατησίων –νομίζω ότι τώρα είναι σούπερ-μάρκετ–, ο Μίμης Πλέσσας και ο Δημήτρης Μαλαβέτας με επέλεξαν για τον ρόλο της Μαρίας Μαγδαληνής.

 

 

• Ήταν η πρώτη μου νυχτερινή δουλειά. Έκτοτε ξεκίνησα το μακρύ ταξίδι της τραγουδίστριας. Τα πρώτα μου λεφτά από το τραγούδι τα είχα βγάλει ωστόσο λίγους μήνες πιο πριν, όταν ηχογραφούσα κάθε τόσο στα στούντιο του Ραδιομεγάρου στη Μεσογείων τραγούδια για το Τρίτο Πρόγραμμα της Ελληνικής Ραδιοφωνίας με διευθυντή-εμπνευστή τον Μάνο Χατζιδάκι· τραγούδια για τη Λιλιπούπολη, για τα πεντάλεπτα μελοποιημένων Ελλήνων ποιητών, για διάφορα αφιερώματα της ορχήστρας της ΕΡΤ, τραγούδια της Λένας Πλάτωνος, του Δημήτρη Λέκκα, του Νίκου Κυπουργού. Πρωτόγνωρα και υπέροχα ήταν για μένα τότε όλα αυτά.

• Το πρώτο νυχτερινό μαγαζί όπου τραγούδησα στη συνέχεια, αν μπορούμε να ονομάσουμε μαγαζί εκείνον τον ιδιότυπο, πολυεπίπεδο χώρο στην αυλή ενός γκρεμισμένου πλέον νεοκλασικού της οδού Βαλτετσίου στα Εξάρχεια, ήταν ο Τιπούκειτος. Κάθε τόσο έμπαινε η αστυνομία και τον έκλεινε. Και μετά από λίγες μέρες ο ιδιοφυής διανοούμενος, δημοσιογράφος και ιδιαίτερα μερακλής ιδιοκτήτης Γιώργος Μπουκουβάλας, με πείσμα και με τις όποιες γνωριμίες του, το ξανάνοιγε.

Facebook Twitter Ομολογώ ότι δεν είμαι αισιόδοξη ως άνθρωπος. Ποτέ δεν ήμουν, κι ας μη μού φαίνεται, επειδή τον περισσότερο καιρό είμαι γελαστή και «χαρούμενη». Στην πραγματικότητα, με διακατέχει από μικρή η απόλυτη απαισιοδοξία. Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/LIFO
• Και να ’μαστε πάλι στο μικρό πάλκο χωρίς μικρόφωνα, πλάι στα σκαλοπάτια της εσωτερικής αυλής. Εκεί γνώρισα τη Φλέρυ Νταντωνάκη, την Αρλέτα, τον Λάκη Παπά, τον πάντα φίλο Γιάννη Μπαχ Σπυρόπουλο, εκεί και τον συνθέτη-τραγουδοποιό Σταύρο Παπασταύρου, που δεθήκαμε με πολύχρονη φιλία και κάμποσα χρόνια μουσικής συνεργασίας σε μαγαζιά και σε συναυλίες ανά την Ελλάδα. Έτσι δούλεψα και με τους Λάκη Παπαδόπουλο, Βασίλη Παπακωνσταντίνου, Δήμο Μούτση, τον Νίκο Πορτοκάλογλου και τους Φατμέ, με τον Πάνο και τον Χάρη Κατσιμίχα, με τον Ζωρζ Πιλαλί, με τον Παύλο Σιδηρόπουλο.

• Όλοι, φυσικά, με ρωτούν συνέχεια για τον Παύλο. Είναι από τους λίγους που αξίζουν εκατό τοις εκατό τον μύθο του ονόματός τους. Ένας πραγματικός πρίγκιπας! Ένας καλλιτέχνης αυθεντικός που, σαν voodoo child, κουβάλησε στη πλάτη του κάμποσα από τα δύσκολα της εποχής και του χώρου όπου κινήθηκε.\

 

 

• Όμως, όπως γράφω και στο βιβλίο, εγώ ήμουν και είμαι κάπως «παντός καιρού». Η τύχη και οι επιλογές μου τα έφεραν έτσι ώστε να συνεργαστώ και να αναπτύξω φιλίες με διαφορετικών ειδών και διαφορετικών «χώρων» και διαμετρημάτων καλλιτέχνες, εναλλακτικούς και άγνωστους, πασίγνωστους και δημοφιλείς, όπως, ας πούμε, με τη θρυλική και υπεραγαπητή σε τόσο κόσμο ακόμα και σήμερα Αλίκη Βουγιουκλάκη.

• Στην ελληνική θεατρική παραγωγή της Evita, που ανέβασε στις αρχές των ’80s, έπαιξα πλάι της τον μικρό, αλλά χαρακτηριστικό ρόλο της μετρέσας του Περόν που έλεγε ένα πολύ όμορφο, λυπητερό τραγούδι. Στην οντισιόν για τους δύσκολους τραγουδιστικά ρόλους του συγκεκριμένου έργου είχε έρθει μέχρι και ο Εγγλέζος μεγαλοπαραγωγός εκείνης της ροκ όπερας, για το ανέβασμα της οποίας υπήρχαν πολύ σκληροί όροι και προδιαγραφές σε κάθε χώρα. Να αναφέρω εδώ ότι τη δύσκολη μετάφραση των τραγουδιών στα ελληνικά την είχε κάνει ο σπουδαίος Μάριος Πλωρίτης.

• Για κάμποσα χρόνια ήμουν στη παρέα της Αλίκης, που ήταν επιπλέον ένας πάρα πολύ θερμός και φιλόξενος άνθρωπος. Μας μάζευε τα βράδια στο σπίτι της, μας φιλοξενούσε στο εξοχικό της, ήταν πολύ δοτική στους πιστούς φίλους της, μου είχε σταθεί τρυφερά και συμβουλευτικά σε κάποια προσωπικά μου προβλήματα τότε. Χαίρομαι που είχα την τύχη να τη γνωρίσω.

• Ένα άλλο ερώτημα που συχνά μου θέτουν τελευταία, ίσως επειδή ετούτο τον καιρό περνάμε ως χώρα αυτήν τη νέα εμφυλιο-πολεμική σχεδόν κατάσταση, υπέρ ή κατά ενός ποπ τραγουδιού, είναι σχετικά με τη Eurovision. Ναι, είχα κι εγώ εκπροσωπήσει την Ελλάδα στον διαγωνισμό της Eurovision στο Μόναχο το 1983, με ένα τραγούδι του Αντώνη Πλέσσα σε ποίηση της Κύπριας ποιήτριας Σοφίας Φίλντιση.

• Βαριέμαι να διηγηθώ τα εκεί «καλλιτεχνικά» τεκταινόμενα, που έτσι κι αλλιώς καθόλου δεν μου άρεσαν. Δηλώνω απλώς ότι αισθάνομαι περήφανη που, αντίθετα με αυτό που συνήθως συμβαίνει στους καλλιτέχνες, δηλαδή ξεκινούν με πράγματα που τους αρέσουν και μετά από κάποια ηλικία, ανάγκες επιβίωσης κ.λπ., καταλήγουν να κάνουν πράγματα που δεν τους αρέσουν, σ’ εμένα έγινε το ανάποδο. Ξεκίνησα να ψάχνομαι δεξιά κι αριστερά και κατέληξα να προσγειωθώ σε κείνο που ήθελα και μαζί με κείνον που αγαπώ.

• «Εκείνος» είναι, φυσικά, ο συνθέτης και μαέστρος Στάθης Καλυβιώτης, με τον οποίο γνωριστήκαμε το 1989 και έκτοτε κολλήσαμε. Φτιάξαμε έξι δίσκους που πήγαν πολύ καλά στο εξωτερικό και από το 1998 γυρνάμε τον κόσμο με τη μουσική μας.
James Turrell: Ο μεγάλος λάτρης του φωτός, ο καλλιτέχνης της ουτοπίας
• Με το που γνωριστήκαμε με τον Στάθη φτιάξαμε τους ΣΕΛΑΝΑ μαζί με τον Βαγγέλη Βέκιο και τον έφηβο ακόμα τότε κιθαρίστα Κωστή Αναγνωστόπουλο. Ήμασταν μια τετραμελής μπάντα με γκαράζ ήχο, που όμως παίζαμε πάνω σε ελληνικούς ρυθμούς και δρόμους. Τα τραγούδια μας ως ΣΕΛΑΝΑ δεν κυκλοφόρησαν ποτέ. Στις διάφορες δισκογραφικές που τα προτείναμε ανατρίχιαζαν οι παραγωγοί. Όμως οι ώρες που παίζαμε μαζί οι τέσσερίς μας, είτε στο προβάδικο είτε σε σκηνές, ήταν μαγικές! Ένα βιβλίο ολόκληρο μου χρειάζεται, ας πούμε, για να περιγράψω εκείνο το επεισοδιακό Ροκ Φεστιβάλ με τίτλο Brave New World. Όλες οι μπάντες της τότε ανεξάρτητης σκηνής με 8 μποφόρ βοριά στην παντελώς ερημική ακόμα τότε παραλία Πάνορμος της Μυκόνου.

• Μετά τη διάλυση των ΣΕΛΑΝΑ, που κράτησαν μόλις έναν χρόνο, συνεχίσαμε οι δυο μας με τον Στάθη πάνω στο ίδιο μπλέξιμο ήχων. Σιγά σιγά, προσθέσαμε βιολί και ακορντεόν στη ροκ μπάντα μας. Ο Στάθης είχε ήδη αρχίσει να μελετά τα παραδοσιακά έγχορδα όργανα κι εγώ τα δημοτικά τραγούδια. Ήταν πάνω στην αλλαγή της χιλιετίας. Λίγο μετά, βρήκαμε επιτέλους και γκάιντα και ήρθε μαζί μας, πιτσιρικάς ακόμα τότε, ο Γιώργος Μακρής. Στο Αn club πήρε το βάπτισμα του πυρός πάνω στη σκηνή, μαζί μας, και μετά κατευθείαν στα βαθιά νερά, στο Τζαζ Φεστιβάλ του Μοντρεάλ στον Καναδά, το πρώτο μεγάλο, διεθνές μουσικό φεστιβάλ που μας κάλεσε – ήμασταν οι πρώτοι Έλληνες που παίξαμε εκεί.

 

• Μέχρι τότε γυρνάγαμε τα λίγα, για την ακρίβεια τα πρώτα πρώτα ακόμα τότε, λαϊβάδικα με εναλλακτικό πρόγραμμα, που άνοιγαν κι έκλειναν σκορπισμένα στις διάφορες γειτονιές της πόλης μας: Τσάι στη Σαχάρα στα Ιλίσια, Cafe Asante αργότερα, Καφέ Αλάβαστρο στη Δαμάρεως στο Παγκράτι, Ραβάναστρο πίσω απ’ την Πανόρμου, Λαμπυρίδες πλάι στο Πάντειο. Έμεινε κανένα τους ανοιχτό; Όχι. Δυστυχώς, στη χώρα μας όλοι αυτοί οι μικροί ναοί πολιτισμού ανοίγουν και κλείνουν σε χρόνους dt, «νικημένοι» από τους πολιτιστικούς μητροπολιτικούς ναούς που ορίζουν τον σύγχρονο πολιτισμό μας.

• Μόλις τρία χρόνια πριν είχαμε καταφέρει, μετά από πολλές αρνήσεις και απόλυτη αδιαφορία των τότε δισκογραφικών, να βγάλουμε το πρώτο μας CD, τον Υφαντόκοσμο, στην ανεξάρτητη εταιρεία ΘΕΣΙΣ. Τότε βρέθηκε το CD μας σε κάτι δισκο-εκθέσεις της ΛΥΡΑ και άρχισε να ζητιέται πολύ από το εξωτερικό. Η πρώτη που «μυρίστηκε» ότι αρέσαμε έξω και ήρθε και μας πρότεινε να βγάλουμε το επόμενο CD μας στη ΛΥΡΑ ήταν η Θάλεια Ιακωβίδου. Σε κείνη χρωστάμε το ξεκίνημα της ωραίας αυτής και πολύχρονης περιπέτειας, που ακόμα κρατά. Δυστυχώς, η Θάλεια πέθανε νωρίς, νεότατη, το 2004.

 

Ακολουθήστε το kefaloniapress.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Προσθέστε το δικό σας σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Captcha verification failed!
CAPTCHA user score failed. Please contact us!