Ντροπή.. ένα συναίσθημα βαθιά υπαρξιακό και γνώριμο. Εκδηλώνεται μέσα από ένα ευρύ φάσμα, από την ελαφριά αμηχανία που όλοι μας πολλές φορές έχουμε βιώσει μέχρι την κατάσταση πανικού και την παράλυση. 
Συχνά συνοδεύεται με την ενοχή, ωστόσο είναι σημαντικό να τη διαχωρίσουμε  από την ντροπή καθώς η δεύτερη είναι το συναίσθημα που συνδέεται με το “being”, δηλαδή ότι δεν είμαι επαρκής , δεν είμαι αρκετός, ενώ η ενοχή με το“ doing”, κάνω κάποιο κακό ή πληγώνω κάποιον κ.α

Γράφει η Κατερίνα Διδασκάλου 

Σε ποια ηλικιακή φάση και πως γεννιέται η ντροπή?

Τι είναι αυτό που διαχωρίζει την υγιή από την παθολογική ντροπή?

Η πρώτη επαφή μαζί της συμβαίνει μέσα από τα πρώιμα ερεθίσματα και βιώματα της βρεφικής & νηπιακής ηλικίας, όπου το βρέφος/ νήπιο δεν έχει αποκτήσει ακόμη επίγνωση λεκτική. Η αίσθηση του  εαυτού αναπτύσσεται στην επαφή του, μέσω λεκτικών και μη λεκτικών αλληλεπιδράσεων με τα μέλη του οικογενειακού του συστήματος.  Όταν το παιδί από την στιγμή που γεννιέται, δρα, παρατηρεί, αισθάνεται,  σκέφτεται, και αυτό γίνεται γνωστό τους άλλους, η διαπροσωπική επαφή είτε είναι στην επίγνωση είτε όχι , βοηθά στην διαμόρφωση τόσο της αίσθησης του εαυτού όσο και του ρεπερτορίου των αντιδράσεων του παιδιού.

Μέσω της οικογένειας το παιδί μαθαίνει τις πολιτισμικές, θρησκευτικές, οικογενειακές αξίες και προσδοκίες  για το πώς να σκέφτεται, να αισθάνεται και να επικοινωνεί με το περιβάλλον του. Αυτή η κοινωνική διαδικασία της ανατροφής μπορεί να πραγματοποιείται βασιζόμενη στην αγάπη, το σεβασμό και την αποδοχή της προσωπικότητας του παιδιού, ως ολότητα. Στην περίπτωση όμως, που  το πλαίσιο της οικογενείας έχει σαν στόχο μέσω των παραπάνω προσδοκιών, την διαχείριση της ντροπής, χειραγωγώντας και ελέγχοντας  το παιδί τότε αυτό διακατέχεται έντονα από ένα αίσθημα ελλείμματος ή κατωτερότητας, αδυνατεί να αυτό-υποστηριχτεί και νιώθει ανάξιο για αγάπη ή σεβασμό.

Μηχανισμοί εδραίωσης ντροπής

Η ενδοβολή και η συμβολή είναι σημαντικοί μηχανισμοί στην διαδικασία εδραίωσης της ντροπής. Μέσα από διάφορες συμπεριφορές όπως τα «πρέπει» και «η απαγόρευση του λάθους» που εκδηλώνονται από το περιβάλλον του παιδιού  διαφαίνεται ότι οι ανάγκες, τα συναισθήματα και οι σκέψεις του τελευταίου δεν βρίσκουν χώρο ύπαρξης. Η αναστροφή των συναισθημάτων αποτελεί δημιουργική προσαρμογή  (creativeadjustment) η οποία λειτουργεί προστατευτικά  για λόγους επιβίωσης και αποδοχής απέναντι στο κακοποιητικό περιβάλλον.                                                        

Έτσι λοιπόν η γαλούχηση και η διαμόρφωση της προσωπικότητας, μέσα από τις συμβιωτικές σχέσεις συμβολής και τους μη αφομοιωμένους κανόνες, αντανακλά τη χρόνια παρουσία μοτίβων συμπεριφορών άμεσα συνδεδεμένων με την ντροπή στη ζωή του ατόμου που όμως στην ενήλικη φάση δεν τον βοηθούν καθώς παρουσιάζουν δυσπροσαρμοστικό χαρακτήρα στην επαφή του με το περιβάλλον.

Πως όμως η ντροπή  ενός ενήλικα έρχεται στην σχέση του με τον θεραπευτή στο δωμάτιο της Ψυχοθεραπείας?

Η ίδια η θεραπευτική διαδικασία καθώς επίσης και ρόλος του ψυχοθεραπευτή, όπως νοηματοδοτούνται από τον άνθρωπο που ζητά βοήθεια, γεννούν τα συναισθήματα της αμηχανίας, της ντροπής και της μη ισοτιμίας στο άτομο. Η αφήγηση της προσωπικής ιστορίας και η έκθεση επώδυνων και τραυματικών γεγονότων από την ζωή του εγείρουν έντονα τα παραπάνω συναισθήματα.

Η παρουσία του συναισθήματος της ντροπής ενός θεραπευόμενου δεν αναφέρεται από τον ίδιο αλλά γίνεται πρώτα αντιληπτό από τον θεραπευτή είτε μέσω σωματικών αντιδράσεων όπως η κοκκινωπή, ξαναμμένη όψη, η άκαμπτη, ήσυχη ή ελάχιστη κίνηση ώστε να αποφύγει να τραβήξει την προσοχή, αποφυγή βλεμματικής επαφής, χαμηλωμένο κεφάλι ή ακόμα έντονη λογοδιάρροια, είτε μέσω λεκτικών εκφράσεων όπως « μπορεί να σας φανεί ανόητο αυτό που σας λέω αλλά…» υποδηλώνοντας με αυτό τον τρόπο τις επικρίσεις που έχει δεχτεί το άτομο από το περιβάλλον του και τις οποίες έχει «καταπιεί» άκριτα και ασύνειδα.

O θεραπευτής μέσα από την παρουσία, την αυθεντική επαφή, το σεβασμό και την αποδοχή μπορεί να συμβάλει ώστε:

  • Να βοηθήσει το άτομο να αναγνωρίσει και να ονοματίσει την ντροπή που βιώνει.
  • Να στηρίξει το ότι είναι εντάξει ένας άνθρωπος να βιώνει ντροπή (οι αυτό-αποκαλύψεις από μέρους του θεραπευτή για προσωπικά βιώματα ντροπής, ανάλογα πάντοτε με την φάση της θεραπείας, βοηθούν ώστε να απελευθερωθεί & να ανακουφιστεί ο θεραπευόμενος).
  • Να διερευνήσουν μαζί τα παγιωμένα μοτίβα συμπεριφοράς που εγκαθίδρυσαν την ντροπή, κατά την παιδική ηλικία.
  • Να αντιστρέψει τις αναστροφές εκφράζοντας ανοιχτά τα συναισθήματα που για χρόνια ήταν καταπιεσμένα & να αναγνωρίσει  τις γονικές ενδοβολές τις οποίες επιλέγει ο ίδιος εάν θέλει να αφομοιώσει ή να απορρίψει, και τέλος
  • Να αποκτήσει νέους τρόπους αυτο-υποστήριξης(self- parenting) & νέες συμπεριφορές επαφής με το περιβάλλον του.

Ολοκληρώνοντας, το συναίσθημα της ντροπής και οι συμπεριφορές που το συνοδεύον θεωρούνται ένα πολύ ευαίσθητο και δύσκολο ζήτημα  για το άτομο που θα έρθει για θεραπεία παράλληλα κάποιες φορές και για τον ίδιο τον θεραπευτή.

Θεωρώ όμως, πως μέσα από την διαλογική θεραπευτική σχέση και την συν-δημιουργία του χώρου και του χρόνου από τον θεραπευτή και τον θεραπευόμενο οι καταχωνιασμένες ανάγκες και τα συναισθήματα μπορούν πια να βρουν την θέση τους στο εδώ και τώρα.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

1.Wheeler, G. (1997). Self and Shame: A Gestalt Approach. Gestalt Review, 1(3):221-244. Analytic Press.
2. Yontef, G.Μ. (1993). Awareness, Dialogue and Process: Essays on Gestalt Therapy. New York: The Gestalt Journal Press, Inc.

Ακολουθήστε το kefaloniapress.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις