Η Πόλη με τους Φοίνικες
Μια φορά κι’ έναν Καιρό το Αργοστόλι έδειχνε μια ζεστή Πόλη. Με την Επτανησιακή Αρχιτεκτονική της εντυπωσίαζε μ΄ όλες εκείνες τις λεπτομέρειες που ‘χαν σχεδιαστεί προσεχτικά να δεσπόζουν σε κάθε της ξεχωριστό κτίσμα. Εξέπεμπε έναν μυστικό Πλούτο ακόμη και το κάθε της Πορτόνι. Και όλα μαζί τα σπίτια έδιναν μια αίσθηση μεγαλείου, από ετερόκλητα τοπικά και ξένα στοιχεία, ζεστά και ψυχρά, χαμηλά και ψηλά, που είχαν φτιάξει μια μοναδική Αρμονία, καλοπαντρεμένα μεταξύ τους να γεφυρώσουν τις ακραιότητες.
Το κάθε κτήριο κραύγαζε μια ιδιαίτερη προσωπικότητα λες και ήταν άνθρωπος, που το μοναδικό του εκείνο μυστικό που δεν έπρεπε να μαθευτεί, αναδυόταν όμως κι απ΄τους ίδιους τους ψιθύρους του όταν μονολογούσε σε μια κάμαρα, που αντιλαλούσε αυτό μέσα απ΄τους πλίνθους των σπιτιών, σαν να΄ταν μπότηδες φυτεμένοι μες στις πέτρες εκείνες.
Και όλα αυτά έκαναν έναν γύρο την Πλατεία αποτυπωμένα σε κάθε φανταχτερό ρούχο που φορούσε κάθε φιγούρα που περιφερόταν περήφανα αγκαζέ με το Τοπικό αυτό χρώμα στην Πλατεία Βαλλιάνου ή και στο Νάπιερ. Αυτό ήταν το Επτανησιακό Πνεύμα, με Ήχους, Μυρωδιές, Εικόνες, Χρώματα και Πλίνθους Περίτεχνους που σκαλιστήκαν από κόπο τεχνίτη, ακόμη και για μια υπογραφή εικόνας-λόγου πάνω σε ένα νεροφαγωμένο σήμερα, από σφοδρή καταιγίδα, πέτρινο οικόσημο.
Ανάμεσά τους στέκονταν οι Φοίνικες. Ψυχροί παρατηρητές, με τα λογχώδη φύλλα τους να επιβλέπουν αφ΄υψηλού μήπως κάτι ταράξει πάλι τη ροή της ιστορίας αυτής της Πόλης. Πλαισίωναν με το παγερό βλέμμα τους, όλον αυτόν τον Πλούτο σιωπηλοί από εντάσεις πρασίνου πάνω στο κύριο σώμα τους. Οι ψηλόλιγνοι κορμοί τους επέτρεπαν στον πράσινο σνομπισμό τους να βλέπεις όλες εκείνες τις Επτανησιακές λεπτομέρειες της τοπικής ζωής ή και να μη τους παρατηρείς καθόλου αν περιφερόσουν ή δούλευες κάτω απ΄την τσιγκούνικη σκιά τους. Οι ίδιοι οι απλοί άνθρωποι, οι τόσο χαμηλοί χτίστες της Πόλης, δεν προλαβαίναν να σηκώσουν το βλέμμα να ξεκουραστεί πάνω σε λίγο πράσινο, ίσως και επειδή αυτό ήταν αιχμηρό.
Σήμερα εκείνοι οι Φοίνικες μοιάζουν παγεροί επισκέπτες μιας αντιαισθητικής εισβολής όπου κι αν τους φυτέψεις στην Πόλη που ολοσχερώς γκρεμίστηκε. Δεν έχουν πουθενά να δέσουν τη σιωπή του μυστήριου σνομπισμού τους. Δεν υπάρχουν όλες εκείνες οι λεπτομέρειες οι φροντισμένες να δει κάποιος ανάμεσα στα τσιμέντα που βιαστικά εισέβαλαν απλά για να στεγάσουν πρόχειρα αυτό που μια βοή σεισμού εξαφάνισε.
Η Πόλη Άλλαξε και δε μπορεί να κοιτά πλέον αφ΄υψηλού τα προβλήματά της σημερινής της Κοινωνικής Κρίσης. Είπαν οι ίδιοι οι Φοίνικες, και κιτρίνισαν. Βλέπεις το μετασεισμικό Αργοστόλι δεν είναι πια αυτό που μια φορά κι έναν καιρό επέβλεπαν.
Μαρία Μαγουλά
Εικαστικός και συγγραφέας παιδικής λογοτεχνίας.