του Κώστα Βαξεβάνη
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης θα κριθεί από την Ιστορία τώρα που η κρίση των ψηφοφόρων τού ανέθεσε τον ρόλο του πρωθυπουργού. Τα πρώτα του βήματα στα σκαλοπάτια της κυβερνητικής εξουσίας δείχνουν τον τρόπο που θα πορευτεί, ανάμεσα σε συμφέροντα, συγκέντρωση προσωπικών εξουσιών και επιβολή η οποία τώρα φαντάζει ως αποφασιστικότητα, αλλά η Ιστορία είναι αυτή που θα κάνει τον λογαριασμό.
Υπάρχουν άνθρωποι (πέραν των σκληρών κομματικών ψηφοφόρων) οι οποίοι αντιλαμβάνονται τη διακυβέρνηση ως εναλλαγή κομμάτων στην εξουσία που αντικειμενικά ωφελεί τη χώρα και με αυτή την έννοια πιστώνουν στον Μητσοτάκη και χρόνο και ενδεχομένως συμπάθεια. Δεν συμφωνώ με αυτή την οπτική αλλά την κατανοώ πλήρως. Ας αφήσουμε λοιπόν τον χρόνο να δείξει και εύχομαι να μην αποδείξει αυτά που ήδη δείχνει ο Μητσοτάκης από την πρώτη ημέρα ανάληψης της εξουσίας.
Δηλαδή πως θα δημιουργήσει ένα κράτος που δεν θα έχει μόνο την προσωπική του σφραγίδα αλλά και αυτή του σογιού του, των εταιρειών και των funds με τα οποία συνδιαλέγεται. Σκοπεύει να εκποιήσει ό,τι διαθέτει η Ελλάδα, τη στιγμή μάλιστα που άρχισε δειλά δειλά να απομακρύνεται από τα δεσμά της εξάρτησης από τους δανειστές. Οραματικοί και καλόβολοι ιδιώτες, σαν αυτούς που μεσουράνησαν στην Ασπίς Πρόνοια και την Energa, θα κληθούν ως σωτήρες καλής προαίρεσης να μας απαλλάξουν από το κακό κράτος.
Σε αντάλλαγμα όλων αυτών ο Κυριάκος Μητσοτάκης θα προσφέρει στους ιθαγενείς «ασφάλεια» την οποία ο ίδιος εν τω μεταξύ έχει εμφανίσει ως απειλούμενη. Συμπληρωματικά, τα κανάλια του Αλαφούζου και του Μαρινάκη θα ψυχαγωγούν το κοινό με προγράμματα καταναλωτικής ευωχίας εφευρίσκοντας ενδεχομένως κάποιον νέο Κωστόπουλο για να μας απαλλάξει από τους βαρείς προβληματισμούς της διαβίωσης.
Ας αφήσουμε όμως το μέλλον. Ο Μητσοτάκης έχει κριθεί ήδη για κάτι πολύ σημαντικό και έχει βρεθεί όχι μόνο κατώτατος των περιστάσεων αλλά και υποκατώτατος, σαν τους μισθούς που ετοιμάζει για τους υπηκόους. Είναι ο πολιτικός που επέλεξε συνειδητά να διχάσει τους Ελληνες για να πετύχει την πολιτική του ανάδειξη. Δημιούργησε μια τεχνητή αντιπαράθεση για το μακεδονικό, ξαναχώρισε τους Ελληνες σε πατριώτες και απάτριδες, σε καλούς και κακούς, για να υφαρπάξει την ψήφο τους.
Μετέτρεψε το πεδίο της προγραμματικής αντιπαράθεσης για τη χώρα σε αντιπαράθεση όπου το ένα κομμάτι των Ελλήνων ήταν a priori ανθέλληνες και προδότες. Αντικατέστησε την πραγματικότητα της διπλωματίας χρόνων με δάκρυα πάνω από σημαίες και κάτω από τα αχαμνά του Βουκεφάλα. Κάλεσε τους ψηφοφόρους να απεμπολήσουν τη σκέψη και την πραγματικότητα και να σφιχταγκαλιαστούν με περικεφαλαίες και τσολιαδάκια για να δείξουν πόσο αγαπούν τη χώρα τους.
Ο Μητσοτάκης έχει τη μέγιστη ευθύνη για όλα αυτά γιατί ακόμη και η προσωπική του άποψη για το «μακεδονικό» δεν είχε καμία σχέση με το θέατρο που έπαιξε με υποβολείς τον μισητό του Σαμαρά και τον πρόσκαιρα αναγκαίο Αδωνη. Ο νυν πρωθυπουργός είχε προχωρήσει πέρα από την άποψη του πατέρα του ο οποίος επέμενε πως κανένας δεν θα θυμάται το πρόβλημα σε δέκα χρόνια και διατύπωνε την πεποίθηση ότι η σύγκρουση για τη «Μακεδονία» ήταν μια γελοιότητα που εξυπηρετούσε γελοίους.
Επιπλέον γνώριζε πολύ καλά (η αδελφή του η Ντόρα ήταν η αρχιτέκτονας της λύσης για τη σύνθετη ονομασία) πως το 2005 ο Καραμανλής είχε ενημερώσει τον Μπους ότι θα δεχθεί το «Μακεδονία», χωρίς μάλιστα συνταγματικές αλλαγές στη γείτονα. Γνώριζε πως από το 2008 οι Αμερικανοί σε συναντήσεις με τον Καραμανλή, την Ντόρα και τον Μολυβιάτη έπαιρναν τη διαβεβαίωση ότι η εθνική θέση είναι σύνθετη ονομασία. Το είχε ομολογήσει ο ίδιος ο Κυριάκος Μητσοτάκης στη Βουλή .
Αφησε ωστόσο τη δομημένη διπλωματία και την υπεύθυνη πολιτική για να παραγάγει βολικό διχασμό. Βγήκαν τα λάβαρα και οι σημαίες, βγήκαν τα εξαπτέρυγα, βγήκαν οι ντουντούκες και κυρίως τα μικρόφωνα για να πείσουν πως ο Κυριάκος Μητσοτάκης-Μελάς θα μπει μπροστά στην ταπείνωση που οι φυσικοί και πολιτικοί του πρόγονοι και το κόμμα του είχαν αποδεχθεί πριν από χρόνια.
Ο Τσίπρας και ο Κοτζιάς έγιναν προδότες, άξιοι των ύβρεων και πρωτίστως της εκλογικής τιμωρίας. Βγήκε στις στράτες και στα κανάλια ο όχλος να απαιτήσει τιμωρία για τους ανθέλληνες και να βάλει τα σύνορα μεταξύ των καλών και των κακών Ελλήνων που ήθελαν αλλού τα σύνορα της χώρας. Κάθε μέρα ο Μητσοτάκης υποκριτικά και ανεύθυνα επένδυε στο μίσος που υποδαύλιζε και περίμενε να κεφαλαιοποιήσει τον διχασμό στις εκλογές. Από κοντά και η Φώφη, με τους φωφίκους της οποίας ο μέντορας Σημίτης είχε προτείνει στις διαπραγματεύσεις «Ορεινή Μακεδονία» ως ονομασία για την πΓΔΜ.
Μετράμε μόλις δύο βδομάδες μετά τις εκλογές και πέρα από τις διαβεβαιώσεις που έχει δώσει ο ίδιος ο Μητσοτάκης σε ξένους ηγέτες πως δεν τρέχει μακεδονικό κάστανο με τη συμφωνία, υπουργοί διαβεβαιώνουν –προς το ακροατήριο των αγορών πάντα– ότι η συμφωνία των Πρεσπών είναι δείγμα καλής θέλησης, εγγύηση για την καλή γειτονία και πρέπει να εφαρμοστεί.
Ηδη είναι ορατά τα προβλήματα και τα ρήγματα στο ακροατήριο της ΝΔ, που αφού χώνεψε τον ποταμίσιο «προδότη» Μαυρωτά ως γενικό γραμματέα υπουργείου, έπαθε δυσπεψία από τις δηλώσεις των ακραιφνών δεξιών Νίκου Παναγιωτόπουλου και Μιλτιάδη Βαρβιτσιώτη. Το κόστος δεν είναι οι απώλειες στον χώρο του κυβερνώντος κόμματος αλλά η ζημιά που έχει υποστεί η κοινωνία. Αμήχανη αλλά διαιρεμένη, ποτισμένη με μίσος, για μια ακόμη φορά θα αμφισβητήσει την αξιοπιστία του πολιτικού λόγου, διακρίνοντας το παιχνίδι και την υποκρισία του Κυριάκου Μηστοτάκη.
Οποιος κατουράει όμως στη θάλασσα θα το βρει στο αλάτι. Και στη λίμνη, να προσθέσω, των Πρεσπών.