Το Ιόνιο αποτέλεσε από πολύ παλιά ένα σημαντικό σταυροδρόμι της Μεσογείου κρίσιμο για την συγκοινωνία μεταξύ Ανατολής και Δύσης, Βορρά και Νότου. Την εποχή των περιηγητών πολλοί ήταν αυτοί που το διέσχιζαν, επισκέπτονταν τα Ιόνια νησιά και μαγεύονταν από την ομορφιά τους.
Ένας Σκώτος περιηγητής ο William Lithgow, ταξιδεύοντας από την πατρίδα του στους Αγίους Τόπους μέσω της Βενετίας την άνοιξη του έτους 1609, χρειάστηκε να διασχίσει την Αδριατική θάλασσα ως την Κέρκυρα ώστε να συνεχίσει το ταξίδι του μέσω του Ιονίου πελάγους. Επιβιβάστηκε σε ένα εμπορικό πλοίο με προορισμό την Ζάκυνθο, όμως καθώς παρέπλεαν το στενό μεταξύ Ιθάκης και Λευκάδας ερχόμενοι από δυτικά από το ανοιχτό πέλαγος, δέχτηκαν επιδρομή από τουρκικό πειρατικό πλοίο και αφού διέφυγαν, βρήκαν καταφύγιο στο Αργοστόλι.
Έτσι καταγράφηκε μια πειρατική επιδρομή ανοικτά της Κεφαλονιάς πριν από 411 χρόνια με όμορφες λεπτομέρειες που μας δίνουν μια διαισθητική κατανόηση των κινδύνων που αντιμετώπιζαν οι ταξιδιώτες στην θάλασσα. Φυσικά ποτέ δεν θα μάθουμε αν το αίσθημα του θάρρους των πρωταγωνιστών όπως περιγράφεται είναι απολύτως ειλικρινές, αλλά όπως και να έχει μας προσφέρονται στοιχεία για την άποψη που είχε ένας επισκέπτης που περιπλανήθηκε στα νησιά μας, καθώς περιέγραψε σημεία ενδιαφέροντος και προϊόντα της Κεφαλονιάς (και άλλων νησιών του Ιονίου στο υπόλοιπο βιβλίο) που θεώρησε σημαντικά!
Είναι ενδιαφέρον το ότι καταγράφονται ονομασίες της εποχής που σήμερα μας ξενίζουν όπως η Ιθάκη που αναφέρεται τότε ως «Μικρή Κεφαλονιά» (Cephalonia minor) ενώ το Στενό της Ιθάκης και η περιοχή της Σάμης αναφέρονται ως «Κοιλάδα της Αλεξάνδρειας» (Val d’ Alessandria)! Επίσης ενδιαφέρουσες είναι οι παρατηρήσεις για τα προϊόντα και ακόμα περισσότερο για την ιστορία του τόπου που επισκέπτεται ο περιηγητής και συγγραφέας. Φαίνεται ότι στο σύντομο πέρασμα με την διερευνητική ματιά του εξερευνεί τους ανθρώπους, την ζωή τους, τις ρίζες της παράδοσης και της καθημερινότητας του τόπου που τον φιλοξενεί.
Ακολουθεί εξιστόρηση των γεγονότων σε ελεύθερη μετάφραση από το βιβλίο (μετάφραση: Τηλέμαχος Μπεριάτος) και κατόπιν παρατίθεται απόσπασμα από το πρωτότυπο. Γράφει ο Lithgow:
«… Επιβιβάστηκα σε ένα μικρό ελληνικό ιστιοφόρο εμπορικό πλοίο με άλλους Έλληνες, Δαλματούς, Ιταλούς, Αρμένιους και Εβραίους επιβάτες όλοι 48 στον αριθμό, με προορισμό την Ζάκυνθο. Με δυνατούς και ευνοϊκούς ανέμους σε ένα εικοσιτετράωρο φθάσαμε στην Κεφαλονιά («Ile Cephalonia the greater») και αρμενίζαμε κοντά στην Ιθάκη («Cephalonia minor, or the lesser Ithaca, called now Val di Compare»), γνωστή ως ο τόπος που γεννήθηκε ο υιός του Λαέρτη, ο Οδυσσέας.
Στην αριστερή πλευρά μας είδαμε την Αγία Μαύρα, πρώην Λευκάδα … καθώς διασχίζαμε το στενό ο καπετάνιος διέκρινε ένα ιστιοφόρο να προσεγγίζει από το ανοιχτό πέλαγος και έστειλε έναν ναύτη παρατηρητή στην κορυφή του καταρτιού μας, αυτός επιβεβαίωσε ότι ήταν Τουρκικό πειρατικό από την Μπιζέρτα (παραθαλάσσια πόλη της Τυνησίας), με πορεία και σκοπό την επιδρομή στο πλοίο μας. Η απελπισία κυρίευσε πλήρωμα και επιβάτες και οι γνώμες που ζήτησε ο καπετάνιος διχάστηκαν. Οι περισσότεροι αποκρίθηκαν ότι θα ήταν καλύτερα να παραδοθούμε παρά να πολεμήσουμε, βέβαιοι ότι οι φίλοι τους θα πλήρωναν λύτρα για να επιστρέψουν σώοι σπίτι τους. Μα εγώ ο περιπλανόμενος προσκυνητής τόσο μακριά από την πατρίδα μου δεν είχα ελπίδα λύτρωσης. Μπροστά στο ζοφερό ενδεχόμενο της σκλαβιάς απευθύνθηκα στον πλοίαρχο λέγοντας του ότι όπως o ίδιος μου είχε πει, το μισό καράβι και το μεγαλύτερο μέρος του φορτίου ήταν δικό του οπότε τον συμβούλευσα να προετοιμαστεί ο ίδιος, να υποσχεθεί στους ναύτες του διπλούς μισθούς και να ενθαρρύνει τους επιβάτες, να ετοιμάσει τα δυο κανόνια, τα μουσκέτα και το μπαρούτι, λόγχες και σπαθιά. Γιατί ποιος ξέρει, μπορεί ο Κύριος να μας σώσει από τους άπιστους. Η προτροπή μου είχε απήχηση και τους καθησύχασε όλους, η απόγνωση έδωσε την θέση της στο θάρρος και την αποφασιστικότητα καθώς φάνηκε ότι είναι καλύτερο να μπούμε στην μάχη παρά να περιμένουμε τις συνέπειες της επιδρομής.
Για να εφαρμόσουμε το σχέδιο μας εργαστήκαμε όλοι, κάποιοι κάτω από το κατάστρωμα στα κανόνια, άλλοι καθάριζαν τα μουσκέτα, μερικοί προετοίμαζαν τις οβίδες και το μπαρούτι, άλλοι τα ξίφη και άλλα όπλα, άλλοι ασφαλίζοντας τις καταπακτές. Ο πλοίαρχος αποφάσισε να πάρουμε θέσεις κάτω από το κατάστρωμα για να προστατευθούμε από βόλια και θραύσματα αλλά και από αιφνιδιαστικό ρεσάλτο. Το θάρρος των ανδρών που θα υπερασπίζονταν την ζωή και την ελευθερία τους, ήταν τέτοιο που ειλικρινά πίστεψα ότι φαινόμαστε σαν να είμασταν τρεις φορές περισσότεροι. Καθένας στεκόταν έτοιμος με το αρκεβούζιο (φορητό πυροβόλο όπλο) και το δόρυ του, αφήνοντας τις τύχες μας στον Μεγαλοδύναμο. Και έτσι παρακολουθούσαμε τον φλογερό χαιρετισμό τους.
Με μεγάλο θυμό και εκκωφαντική ομοβροντία οβίδων ξενκίνησε η μάχη. Και με αξιολύπητη απόκριση στείλαμε τις δικές μας φλογερές βολίδες που αντήχησαν στα σύννεφα και αυτό άντρωσε την ελπίδα που πάλευε με τον φόβο μέσα μας. Μετά από μακρά και αμφίβολη μάχη γεμάτη με βολές κανονιών και μουσκέτων, οι Τούρκοι αποσύρθηκαν για την νύχτα αποφασισμένοι να ανανεώσουν την επίθεση το επόμενο πρωί. Αλλά σαν να μας προστάτευε κάποιος, ξέσπασε σφοδρή θύελλα και το χάραμα ξεφύγαμε από τους διώκτες μας. Και αναγκαστήκαμε να αναζητήσουμε καταφύγιο στον όρμο του Αργοστολίου στην Κεφαλονιά, τόσο λόγω του βίαιου καιρού αλλά και λόγω του πληγωμένου πλοίου μας. Σε αυτή την μάχη σκοτώθηκαν τρεις Ιταλοί, δύο Έλληνες και δύο Εβραίοι με ακόμη έντεκα θανάσιμα πληγωμένους (σ.σ. πιθανόν εννοεί σε κρίσιμη κατάσταση) και με εμένα επίσης λαβωμένο στο δεξί μπράτσο από μικρή βολίδα. Μα τι ζημιά προκαλέσαμε εμείς στους άπιστους δεν είμασταν σίγουροι αλλά μόνο ξέραμε ότι τους ρίξαμε το μεσαίο κατάρτι και διαλύσαμε το πρυμναίο τμήμα του εσωτερικού καταστρώματος, επειδή οι Έλληνες δεν είναι έμπειροι κανονιέρηδες ούτε τα αρκεβούζια μας αποτέλεσαν μεγάλη ενόχληση για αυτούς αφού δεν επιχείρησαν να επιβιβαστούν στο πλοίο μας (σ.σ. τα αρκεβούζια ήταν πιο αποτελεσματικά ως άμυνα εναντίον επιτιθέμενων ανδρών). Αλλά όπως και να είχε, αφού αποβιβαστήκαμε στην ακτή ευχαριστήσαμε τον Κύριο για την αναπάντεχη σωτηρία μας και θάψαμε τους νεκρούς Χριστιανούς στον περίβολο μιας ελληνικής εκκλησιάς και τους Εβραίους στην παραλία.
Αυτός ο όρμος του Αργοστολίου είναι δυο μίλια σε μήκος και περιβάλλεται από δυο λόφους, επάνω στον έναν από αυτούς βρίσκεται ένα ισχυρό οχυρό που φρουρεί το πέρασμα στον στενό Κόλπο. Εδώ ήταν που ο Χριστιανικός στόλος συγκεντρώθηκε το έτος 1571 (σ.σ. στάθμευσαν στον φυσικό λιμένα της Σάμης στις 6 Οκτωβρίου, την παραμονή της Ναυμαχίας της Ναυπάκτου), όταν ήρθαν για να μετριάσουν την οργή της μεγάλης Τουρκικής αρμάδας που εκείνη την στιγμή ναυλοχούσε στην Πάτρα, στα εδάφη της Ελλάδος και στεκόταν απέναντι τους αφού είχε κυριεύσει τον προηγούμενο χρόνο την Κύπρο από τους Ενετούς.
Το νησί της Κεφαλονιάς πρωτύτερα το ονόμαζαν Ιθάκη και ήταν ιδιαιτέρως γνωστό ως το Βασίλειο του άξιου Οδυσσέα, ο οποίος υπερτερούσε όλων των άλλων Ελλήνων στην ευγλωττία και στην οξύνοια του πνεύματος. Από τον Στράβωνα αναφερόταν ως Δουλίχιον. Και από αρχαίους συγγραφείς η Κεφαλονιά είχε ονομαστεί από τον Κέφαλο, αρχηγό του στρατού του Αμφιτρύωνα (ο οποίος εκστράτευσε εναντίον των Τηλεβοών ή Ταφίων, τότε κατοίκων της Κεφαλονιάς). Ο Αμφιτρίων, ένας Θηβαίος αρχηγός έχοντας κατακτήσει την νήσο και σκοτώσει στην μάχη τον Πτερέλαο βασιλέα των Τηλεβόων, την παραχώρησε στον Κέφαλο να την κυβερνά. Αυτός ήταν ένας ευγενής άνδρας από την Αθήνα, μια μέρα σκότωσε στο κυνήγι την γυναίκα του Προκρίδα με ένα βέλος που προοριζόταν για το θήραμα, προσέφυγε στον Αμφιτρύωνα ο οποίος συμπονώντας τον του παρέδωσε τη νήσο και έτσι πήρε το όνομα του. Η Κεφαλονιά κείτεται στο στόμιο του Κόλπου της Ναυπάκτου έναντι μέρους της Αιτωλίας και Ακαρνανίας στην ηπειρωτική χώρα. Έχει περίμετρο 156 και μήκος 48 μίλια.
Η ξηρά είναι ορεινή, γεμάτη με βουνά αλλά παρόλα αυτά εξαιρετικά γόνιμη, παράγοντας Malvasia (Μαλβαζία, γλυκό κρασί από ποικιλία σταφυλιών στην περιοχή της Μονεμβασιάς), Muskadine (ποικιλία σταφυλιών), vino Leatico (ιταλική ποικιλία σταφυλιών), σταφίδες, ελιές, σύκα, μέλι, πηγαία νερά, Πεύκα, Μουριές, Φοίνικες και Κυπαρίσσια και άλλα πολλά είδη φρούτων σε αφθονία. Το εμπόριο των οποίων τροφοδοτεί τους Ενετούς που έχουν την κυριότητα του.
Αφήνοντας αυτό το λαβωμένο από την φουρτούνα καραμοσάλι, είπα να διασχίσω το νησί. Την πρώτη μέρα του ταξιδιού πέρασα από πολλά όμορφα χωριά και θαυμάσια χωράφια ειδικά την «Val d’ Alessandria» (σ.σ. έτσι ονομαζόταν τότε η Σάμη της Κεφαλονιάς) όπου οι Έλληνες μου είπαν ότι οι πρόγονοι τους νικήθηκαν στην μάχη από τον Μακεδόνα κατακτητή. Ακόμη μου έδειξαν στην κορυφή του όρους «Mount Gargasso» (προφανώς εννοεί το όρος Αίνος που ίσως είχε άλλη ονομασία εκείνη την περίοδο), τα ερείπια ναού που είχε αφιερωθεί παλιά στον Δία. Και την δεύτερη μέρα μίσθωσα δυο ψαράδες με ένα μικρό σκάφος να με μεταφέρουν στην Ζάκυνθο, εικοσιπέντε μίλια μακριά. …”
Ακολουθεί το απόσπασμα του βιβλίου που αφορά το μέρος του ταξιδιού που αφορά την επιδρομή στα ανοιχτά της Κεφαλονιάς (η ορθογραφία είναι αυτή του αρχικού κειμένου και η «ανορθογραφία» που παρατηρούμε ήταν κάτι φυσικό για την εποχή).
Ο πλήρης τίτλος του βιβλίου είναι: “The totall discourse of the rare adventures & painefull peregrinations of long nineteen yeares travayles from Scotland to the most famous kingdomes in Europe, Asia and Affrica” (A.D. 1609) by William Lithgow και σύμφωνα με τις πληροφορίες πρωτοεκδόθηκε το έτος 1632 στο Λονδίνο ενώ είναι διαθέσιμο ψηφιοποιημένο βιβλίο έκδοσης του πανεπιστημίου της Γλασκώβης έτους 1906, το οποίο και αποτέλεσε την βάση για το παρόν άρθρο.
(page 54)
“… From there (Corfu) after certaine daies abode, I imbarked in a Greekish Carmesalo, with a great number of passengers, Greekes, Slavonians, Italians, Armenians, and Jewes, that were all mindefull to Zante, and I also of the like intent; being in all fourty eight persons: having roome windes, and a fresh gale, in 24 houres we discovered the Ile Cephalonia the greater; and sayled close along Cephalonia minor, or the lesser Ithaca, called now Val di Compare, being in length twenty, and in circuite fifty sixe miles, renowned for the birth of Laertes sonne, Ulysses;
On our left hand toward the maine, we saw an Iland, called Saint Maure, formerly Leucas, or Leucada; which is onely inhabited by Jewes, to whome Bajazet the second gave it in possession, after their expulsion from Spaine: The chiefe City is Saint Maure, which not long agoe was subject to Venice. This Ile Saint Maure was aunciently contiguate with the continent, but now rent asunder, and invironed with the sea: In this meane while of our navigable passage, the Captaine of the vessel espied a Saile coming from Sea, he presently being moved therewith, sent a Mariner to the toppe, who certified him she was a Turkish Galley of Biserta, prosecuting a straight course to invade our Barke. Which sudden affrighting newes overwhelmed us almost in despare. Resolution being by he amazed Maister demaunded, of every man what was best to doe, some replyed one way, and some another: …”
(page 55)
“… Insomuch, that the most part of the passengers gave counsel, rather to render, then fight; being confident, their friends would pay their ransome, and so relieve them. But I the wandring Pilgrime, pondering in my pensive breast, my solitary estate, the distance of my Country and friends, could conceive no hope of deliverance. Upon the which troublesome and fearfull appearance of slavery, I absolutely arose, and spoke to the Maister, saying: The halfe of the Carmosalo is your owne, and the most part also of the loading (all which he had told me before:) wherefore my counsel is, that you prepare your selfe to fight, and goe encourage your passengers, promise to your Mariners double wages, make ready your two peeces of Ordonance, your Muskets, Powder, Lead and halfe-Pikes: for who knoweth, but the Lord may deliver us from the thraldome of these Infidels, My exhortation ended, he gave good comfort, and large promises to them all: So that their affrighted hopes were converted to a courageous resolution; seeming rather to give the first assault, then to receive the second wrong.
To performe the plots of our defence, every man was busie in the worke, some beloa in the Gunner-roome, others cleansing the Muskets, some preparing the powder and balles, some their Swords, and short weapons, some dressing the halfe-pikes, & others making fast the doors above: for so the Maister resolved to make combate below, both to save us from small shot, and besides for boording us on a sudden. The dexterous courage of all men was so forward to defend their lives and liberty, that truly in mine opinion we seemed thrice as many as we were. All things below and above being cunningly perfected, and every one ranked in order with his Harquebuse and pike, to stand on the Centinell of his owne defence, we recommended our selves in the hands of the Almighty: and in the meane while attended their fiery salutations. …”
(page 56)
“… In a furious spleene, the first Hola of their courtesies, was the progresse of a martiall conflict, thundring forth a terrible noise of Galley-roaring peeces. And we in a sad reply, sent out a backe-sounding echo of fiery flying shots: which made an aequivox to the clouds, rebounding backward in our perturbed breasts, the ambiguous sounds of feare and hope. After a long and doubtfull fight, both with great and small shot (night parting us) the Turkes retired till morning, and then were mindfull to give us the new rancounter of a second alarum. But as it pleased him, who never faileth his, to send downe an unresistable tempest; about the breake of day we escaped their furious designes; and were enforced to seeke into the bay of Largostolo in Cephalonia; both because of the violent weather, and also for that a great lake was stricken into our Ship. In this fight there were of us killed three Italians, two Greekes, and two Jewes, with eleven others deadly wounded, and I also hurt in the right arme with a small shot. But what harme was done by us amongst the Infidels, we were not assured thereof, save onely this, we shot away their middle mast, and the hinder part of the puppe; for the Greekes are not expert Gunners, neither could our Harquebusadoes much annoy them, in respect they never boorded. But howsoever it was, being all disbarked on shoare, we gave thanks to the Lord for our unexpected safety, and buried the dead Christians in a Greekish Church-yard, and the jewes were interred by the sea side.
This bay of Largastolo is two miles in length, being invironed with two little Mountaines; upon the one of these two, standeth a strong Fortresse, which defendeth the passage of the narrow Gulfe. It was here that the Christian Gallies assembled, in the yeare 1571. When they came to abate the rage of the great Turks Armado; which at that time lay in Peterasso, in the firme land of Greece, and right opposite to them; and had made conquest the yeare before, of noble Cyprus from the Venetians. …”
(page 57)
“… The Ile of Cephalonia was formerly called Ithaca, and greatly renowned, because it was the heretable Kingdome of the worthy Ulysses, who excelled all other Greekes in Eloquence and subtility of wit. Secondly, by Strabo it was named Dulichi: And thirdly, by auncient Authors Cephalonia, of Cephalo, who was Captaine of the Army of Cleobas Anfrittion. The which Anfrittion, a Theban Captaine having conquered the Iland, and slaine in battell Pterelaus King of Teleboas, for so then was the Iland called, gave it in a gift of government to Cephalo. This Cephalo was a Noble man of Athens, who being one day at hunting killed his owne wife Procris, with an arrow in steed of his prey, whereupon he flying to Amphitrion, and the other pittying his case, resigned this isle to him, of whom it taketh the denomination: Cephalonia lyeth in the mouth of the Gulfe Lepanto, opposite to a part of Aetolia and Acarnania in the firme land: It is in circuit 156. And in length 48. Miles.
The land it selfe is full of Mountaines, yet exceeding fertile, yielding Malvasia, Muskadine, vino Leatico, Raysins, Olives, Figges, Honey, Sweet-water, Pine, Molberry, Date, and Cypre-trees, and all other sorts of fruites in abundance. The commodity of which redounds yearely to the Venetians, for they are Signiors thereof.
Leaving this weather-beaten Carmoesalo, layd up to a full sea, I tooke purpose to travel through the Iland; in the first dayes journey, I past by many fine Villages and pleasant fields, especially the vaile Alessandro; where the Greekes told me, their Ancestors were vanquished in battell by the Macedonian Conquerour. They also shewd me on the top of Mount Gargasso, the ruines of that Temple, which had beene of old dedicate to Jupiter: and upon the second day I hired two Fisher-men in a little Boat, to carry me over to Zante, being twenty five miles distant. …”
Τηλέμαχος Μπεριάτος
Αυτοδύτης 3 αστέρων CMAS, PSS Technical Diver